Τα λόγια του Σέιν Λάρκιν θα βοηθήσουν όσους πάσχουν από OCD
Ο Σέιν Λάρκιν μίλησε πάλι για την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή του. Θα το κάνει ξανά και ξανά. Διότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος ν' αντιμετωπίσει τον εαυτό του και να εμπνεύσει τους υπόλοιπους.
Τα παιδικά χρόνια του Σέιν Λάρκιν διέφεραν από των συνομηλίκων του. Ανήκε στο 2.3% του πληθυσμού και ήταν 1 από τους 100 προέφηβους που έπασχαν από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (OCD). “Δεν ήθελα ο κόσμος να νομίζει πως ήμουν ένα είδος φρικιού“, είχε εκμυστηρευτεί σε συνέντευξή του στο ESPN που αφορούσε την ψυχική υγεία των παικτών του ΝΒΑ. Τότε δεν είχε τη γνώση ν’ αντιληφθεί γιατί έπρεπε να πλύνει 8 φορές τα χέρια του. Γιατί δεν φορούσε τα καθαρά ρούχα από την ντουλάπα, αν είχαν πέσει στο πάτωμα και χρειαζόταν να καθαριστεί ξανά. Γιατί δεν άφηνε τον σκύλο της οικογένειας να τον γλείψει στο χέρι. Γιατί χρησιμοποιούσε περί τις 20 διαφορετικές πετσέτες ημερησίως. Γιατί ήταν αιχμάλωτος της έμμονης ιδέας πως καθετί έβριθε μικροβίων.
Οι ψυχαναγκασμοί περιγράφονται από τους ειδικούς ως οι επαναλαμβανόμενες και επίμονες σκέψεις, οι εικόνες ή οι παρορμήσεις που καταλήγουν ξένες, κυρίως ενοχλητικές και ανεπιθύμητες για το ‘εγώ’ του πάσχοντος ατόμου. Ο Λάρκιν κοιμόταν τα βράδια με τα χέρια του πληγωμένα από το μανιασμένο πλύσιμο, αφού δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Ήταν διατεθειμένος να βγάλει το δέρμα του από το τρίψιμο προκειμένου ν’ αποφύγει κάθε κίνδυνο μόλυνσης. Το γήπεδο του μπάσκετ ήταν ο μόνος χώρος που αισθανόταν απελευθερωμένος. Δεν ένιωθε απειλή, δεν τον ένοιαζε να ιδρώσει ή να λερωθεί. “Ήταν το πιο τρελό μέρος της υπόθεσης“, ομολογούσε. Ήταν μια ανακούφιση για ένα παιδί που το είχε ανάγκη.
Η Λίζα Λάρκιν καταλάβαινε ότι ο γιος της δίνει μια ιδιόμορφη μάχη, αλλά δεν γνώριζε πώς να βοηθήσει. Αντίθετα ο Μπάρι Λάρκιν, hall of famer του μπέιζμπολ, διαστρέβλωνε την πραγματικότητα, δημιουργώντας στον μικρό μεγαλύτερους μπελάδες, με το χάσμα μεταξύ τους να είναι αναπόφευκτο. “Τον προκαλούσα να το ξεπεράσει. Στο παρελθόν, κάθε φορά που το έκανε, αποδεχόταν την πρόκληση“, ομολογούσε στο ίδιο κείμενο του αμερικάνικου μέσου ο πατέρας του, πιστεύοντας ότι πιέζοντάς τον θα τον βοηθήσει. Κατανόηση χρειαζόταν και στήριξη. Ήταν μόνος του έως ότου άρχισε τις συνεδρίες με ψυχολόγο και ακολούθως την θεραπευτική αγωγή. Πότε έπαιρνε χάπια και πότε όχι, ανάλογα με τη δεκτικότητα της περιόδου. Τουλάχιστον είχε το μπάσκετ για να τον ‘δραπετεύει’ από τις σκέψεις του.
Το απόσπασμα από τη συνέντευξη που έδωσε στον Τούρκο δημοσιογράφο Ισμαΐλ Σενιόλ έλαβε τη μορφή εξομολόγησης. Ταυτόχρονα έγινε παράδειγμα, αν όχι διδαχή, για όσους παλεύουν καθημερινά με τον εαυτό τους. Όλους εκείνους που κυνηγούν άοπλοι να σκοτώσουν το τέρας που φωλιάζει μέσα τους. Ο Λάρκιν δεν εικάζει, ξέρει με βεβαιότητα ότι στην άκρη του τούνελ υπάρχει ένα φως που σιγοκαίει. Στον καθρέπτη του, πάνω από τον νιπτήρα του μπάνιου ο 26χρονος Αμερικάνος πόιντ γκαρντ δεν βλέπει πλέον τον Σέιν που σχηματιζόταν χθες. Αντικρίζει τον Σέιν που διαχειρίζεται την ασθένεια, έχοντας παίξει 270 παιχνίδια στο ΝΒΑ, με τέσσερις διαφορετικές ομάδες (Μάβερικς, Νικς, Νετς, Σέλτικς) κι άλλα 68 στη Euroleague, όντας πέρυσι ο βασικός λόγος που η Εφές έγινε η φιναλίστ – έκπληξη του τελικού στο Final-4.
Η διήγησή του είναι σπαρακτική από τη μία και λυτρωτική από την άλλη πλευρά της.
“Όταν ήμουν νεότερος, ήταν δύσκολο διότι δεν καταλάβαινα τι πραγματικά περνούσα. Δεν καταλάβαινα γιατί έπρεπε να κάνω κάποια πράγματα, τη στιγμή που οι φίλοι μου δεν τα έκαναν, η μητέρα μου και ο πατέρας μου δεν το έκαναν, ο αδερφές μου δεν τα έκαναν. Γιατί έπρεπε να πλύνω τα χέρια μου τόσες πολλές φορές. Μεγαλώνοντας, περίπου στα 12-13, υποβλήθηκα σε θεραπεία και μου εξήγησαν τι μου συνέβαινε. Κάθε διαφορετική ημέρα από τότε προσπαθώ να το παλέψω, να είμαι δυνατός απέναντι στην OCD, επειδή ξέρω ότι είναι κάτι στο μυαλό μου και οφείλω να είμαι δυνατός.
Για να γίνω αυτό που είμαι, υπήρχαν άτομα και πράγματα που έπρεπε να υπερβώ. Δεν ήμουν ο ψηλότερος, δεν ήμουν ο πιο αθλητικός, δεν ήμουν ο πιο δυνατός. Αλλά ήθελα να γίνω μπασκετμπολίστας, ήθελα να παίξω στο υψηλότερο επίπεδο. Το κίνητρο και η αποφασιστικότητα ήταν που με βοήθησαν να φτάσω εδώ, να γκρεμίσω τοίχους και τα εμπόδια και να έχω ό,τι έχω.
Την ίδια ακριβώς προσέγγιση χρησιμοποίησα απέναντι στην OCD. Υπήρχαν ημέρες όταν ήμουν νεότερος που μ’ έβλεπα να πλένω τα χέρια μου αμέτρητες φορές ενώ δεν χρειαζόταν. Έγινα πιο δυνατός πνευματικά και άρχιζα να καταλαβαίνω περισσότερο τον εαυτό μου. Άρχισα να καταπολεμώ την OCD, άρχισα να λέω ότι δεν θα πλύνω τα χέρια μου τόσες φορές, θα το παλέψω και άρχισα να σπάω το ένα τείχος μετά το άλλο, άρχισα να κάνω πράγματα πιο φυσιολογικά, εκτός της ασθένειας, περισσότερο βολικά προς εμένα.
Είναι η προσέγγιση που έχω με οτιδήποτε πλέον. Θα εμφανιστούν προσκλήσεις, θα εμφανιστούν εμπόδια, θα υπάρξουν πράγματα που πρέπει να ξεπεράσεις και θα είναι πολύ δύσκολο να δεις το φως, να δεις τα θετικά. Θα πρέπει όμως να παραμείνεις δυνατός πνευματικά και να παλέψεις, χωρίς να εγκαταλείπεις και να έχεις πίστη. Αυτές τις στιγμές πρέπει να είσαι επίμονος. Αν το κάνεις, μείνεις σε αυτόν το δρόμο, ξέρω θα είναι δύσκολο, αλλά θα το περάσεις. Πρέπει να το πιστεύεις. Μπορείς να το ξεπεράσεις. Απλώς να παλεύεις κάθε ημέρα. Αν το κάνεις, ξεπερνάς τα πάντα.
Την μπασκετική αυτή οπτική την πέρασα στην ασθένεια και με βοήθησε να μεγαλώσω, να φτάσω εδώ που είμαι, να ελέγχω την OCD και να παίζω μπάσκετ σε υψηλό επίπεδο. Στον καθένα που περνάει κάτι αντίστοιχο που ταλαιπωρείται, είτε είναι OCD είτε αγχώδης διαταραχή ή άλλα πράγματα πρέπει να συνεχίσει να παλεύει, να μείνει δυνατός, θετικός. Εγώ πάντα πίστευα ότι υπήρχε φως στο τέλος του τούνελ, πάντα πίστευα ότι υπήρχε διέξοδος, μια άλλη ευκαιρία να το ξεπεράσω. Χρειάζεται να είσαι μαχητής και ποτέ να μην εγκαταλείπεις“.