Ο Παύλος ήταν ο θείος που θα θέλαμε όλοι
Με αφορμή το τουρνουά μπάσκετ 'Παύλος Γιαννακόπουλος', ο Σταύρος Καραϊνδρος γράφει για όλα αυτά που ήταν (και δεν ήταν) ο παράγοντας που έστειλε τον Παναθηναϊκό, και μαζί του το ελληνικό μπάσκετ, στ' αστέρια.
Ο Παύλος Γιαννακόπουλος ήταν ο θείος που θα θέλαμε να είχαμε. Αυτός ο αυστηρός, ο απόμακρος μέχρι να βρεις το 'κουμπί' του, ο απαιτητικός και συνάμα καλόκαρδος, που θα σου έκανε τα ακριβά δώρα, θα ήσουν η αδυναμία του.
Ακριβό δώρο ήταν και ο Μάτζικ Τζόνσον που θέλησε να φέρει στον Παναθηναϊκό, στα πρώτα χρόνια της ενασχόλησής του με το μπάσκετ. Ναι, τον μέγα Μάτζικ! Ηταν η αφέλεια που τον οδηγούσε σε επιθυμίες που αποτελούν ονείρωξη για κάθε οπαδό. Είπαμε, ήταν ο θείος που θα του ζητήσεις το ακριβό δώρο, το περίπλοκο και θα στο αγοράσει.
Τον Μάτζικ Τζόνσον δεν τον έντυσε στα πράσινα, ήταν ουτοπικό, έχει περάσει πλέον η ιστορία στη σφαίρα του μύθου, αλλά έφερε Έντγκαρ Τζόουνς, Ντομινίκ Ουίλκινς και άλλους πολλούς. Για τη μεγάλη του αγάπη, την αδυναμία που δεν έβαζε φραγμούς στο οικονομικό κόστος. Ακριβό χόμπι ο Παναθηναϊκός, αλλά ο Παύλος Γιαννακόπουλος ποτέ δεν σκεφτόταν το χρήματα.
Αν αυτή τη στιγμή ο αείμνηστος πρόεδρος της ΚΑΕ Παναθηναϊκός έχει περάσει στην ιστορία ως ο πατριάρχης ολόκληρου του συλλόγου, ως η νούμερο ένα μορφή της σύγχρονης αφήγησης του τριφυλλιού είναι γιατί ουδέποτε έβαλε το 'εγώ' πάνω από τον σύλλογο.
Ήταν παρορμητικός, εκνευριζόταν, πολλές φορές ξεπερνούσε τα όρια, ακόμα και αυτά που ο ίδιος έθετε βάσει των αρχών του. Αλλά δεν μπορούσες να του κρατήσεις κακία γιατί σε αυτό το μικρό μπόι κρυβόταν η καρδιά ενός παιδιού.
Ήταν φιγούρα βγαλμένη, θαρρείς, από ελληνική ταινία
Ο Παναθηναϊκός βρίσκεται σε μία εποχή που αναζητά παιδικούς ήρωες. Πρόσωπα και καταστάσεις που θα καταγραφούν στις αναμνήσεις και θα αποτελέσουν κληρονομιά για το μέλλον. Οι αφίσες στο δωμάτιο λιγότερες, ο φόβος μήπως μικρύνει η ιστορία, μεγάλος. Η ασφάλεια ένα ερωτηματικό. Σαν το παιδί που χάνει τη μητέρα του, το γόρδιο δεσμό του και αισθάνεται σαν φτερό στη λύσσα του ανέμου.
Ο Παύλος Γιαννακόπουλος δεν ήταν μόνο πατριάρχης του Παναθηναϊκού και πρόσωπο κοινής αποδοχής και αναγνώρισης από φίλους και εχθρούς. Ήταν η σιγουριά, η πατρική φιγούρα, αυτό το "όλα καλά θα πάνε, εγώ είμαι εδώ". Ήταν η ρομαντική εποχή που γραφόταν η ίδια η ιστορία, ήταν το δάκρυ χαράς, τα κόκκινα μάτια της συγκίνησης, η υπερηφάνεια. Ήταν το αποκούμπι που ήξερες πως μπορείς να στηριχτείς.
Η θύμιση της απουσίας χάνεται στο χρόνο, σαν τα κιτρινισμένα τετράδια, τα γράμματα που δεν έγραψες και αυτά που έσκισες, αλλά κράτησες. Ο Παύλος, ο 'θείος Παύλος' όπως θα ήθελαν πολλοί να αποκαλούν, αυτή η φιγούρα που ξεπρόβαλε από τη βαριά Μερσεντές, έχει περάσει στο πάνθεον του άλμπουμ των αναμνήσεων. Θα είναι στο συρτάρι, θα φοβάσαι να το ανοίξεις μήπως και θυμηθείς, κλάψεις και αναπολήσεις. Αλλά κατά βάθος θα ξέρεις πως θα βρίσκεται εκεί, για τις δύσκολες στιγμές.
Αδυνατώ να βάλω κάποιον άλλον δίπλα του. Να γίνει με κάποιον η σύγκριση. Στα 40 χρόνια ενασχόλησής του με τον Παναθηναϊκό, προτού περάσει τη σκυτάλη στον γιο του Δημήτρη, άφησε ως παρακαταθήκη στην πράσινη οικογένεια 13 πρωταθλήματα, 6 ευρωπαϊκά, 9 κύπελλα, ένα διηπειρωτικό.
Έζησε όλη την ευτυχία μέχρι το μεδούλι. Το έκανε για την προσωπική, παναθηναϊκή, ικανοποίησή του. Γιατί ήθελε να βλέπει χαρούμενους φιλάθλους, να τον σταματούν στο δρόμο, να τον έχουν ήρωα στα όνειρά τους, γιατί ο Παύλος Γιαννακόπουλος ήταν πάνω απ' όλα άνθρωπος.
Το φευγιό του Ιουνίου ήταν απλά το κλείσιμο ενός κεφαλαίου. Το κλάμα, στην προ λίγων ετών εκδήλωση προς τιμήν του στο ΟΑΚΑ, ήταν η ρίγη συγκίνησης του κόσμου, το ταπεινό ευχαριστώ για όλα όσα χάρισε.
Το εφετινό τουρνουά στη μνήμη του είναι απλά μία αφορμή για να τον 'δούμε' στις καφέ καρέκλες, στα επίσημα. Στην αγαπημένη του θέση, για την αγαπημένη του ομάδα. Γιατί, απλούστατα, ο Παύλος Γιαννακόπουλος δεν πέθανε. Πέρασε στην αιωνιότητα. Αυτή που ο ίδιος δημιούργησε με ανιδιοτέλεια. Τελικά είναι σπουδαίο πράγμα να δημιουργείς μόνος σου τον δρόμο προς τον παράδεισο. Παύλο, θεέ...