Οι 3 Σέρβοι πριν από τον Ποκουσέφσκι που τον στέλνουν έως τους Τελικούς του ΝΒΑ
Οι 2 από τους τρεις 3 Σέρβους που είχαν επιλεγεί ψηλότερα από τον Αλεξέι Ποκουσέφσκι στο NBA Draft κατέκτησαν το δαχτυλίδι του πρωταθλητή. Ο τρίτος το διεκδίκησε.
Ο Αλεξέι Ποκουσέφσκι έζησε τη στιγμή του. Το γεγονός ότι η διαδικασία του NBA Draft τροποποιήθηκε για το 2020 σε συμμόρφωση των κανόνων προστασίας από τον κορονοϊό δεν αφαίρεσε από την αξία, μηδέ τη χαρά για την κατάληξη που είχε η βραδιά της προηγούμενης Τετάρτης για τον Σέρβο φόργουορντ του Ολυμπιακού, 35 ημέρες πριν συμπληρώσει τα 19 του χρόνια. Ήταν ένα πρόωρο δώρο γενεθλίων, με ιλουστρασιόν περιτύλιγμα, που εστάλη ταχυδρομικώς. Το κουτί είχε ο όνομά του και μέσα το καπέλο των Οκλαχόμα Σίτι Θάντερ. Της ομάδας που κατέχει πια τα δικαιώματά του παρόλο που επελέγη από τους Μινεσότα Τίμπεργουλβς. Είχε προηγηθεί η μεταξύ τους συμφωνία γι’ ανταλλαγή των θέσεων, μια και οι ‘λύκοι’ είχαν ήδη εξασφαλίσει αυτόν που ήθελαν και ταυτόχρονα αποκτούσαν τη δυνατότητα να επαναφέρουν στη Μινεάπολη τον Ρίκι Ρούμπιο. Όπως επισημοποιήθηκε εκ των υστέρων.
Φαντάζει παράξενο, αλλά ο Ποκουσέφσκι είναι ο μόλις τέταρτος Σέρβος (παρέα με τον Ζάρκο Τσαμπαρκάπα) που φτάνει τόσο ψηλά, μέσα δηλαδή στην πρώτη 20άδα, της διαδικασίας εισόδου. Η συγκυρία είναι πάντα μια κομβική παράμετρος για τη θέση εισόδου στο ΝΒΑ, αν μη τι άλλο όμως καταδεικνύει την πίστη κάποιων (λίγων ή περισσότερων) ανθρώπων στο συγκεκριμένο πρότζεκτ. Δεν είναι μυστικό πως η τρομερή εξέλιξη του Γιάννη Αντετοκούνμπο μέσα στα χρόνια έγινε το παράδειγμα για μια διαφορετική προσέγγιση των πραγμάτων. Όπως εύστοχα παρατήρησε κι έγραψε στο κείμενό του ο Γιάννης Φιλέρης “οι Αμερικανοί δεν δίνουν σημασία στο αν οι νεαροί που επιλέγουν έχουν παίξει ή όχι οργανωμένο μπάσκετ στη ζωή τους. Αρκεί τα προσόντα τους να συμβαδίζουν με τη θέλησή τους να παίξουν στο ΝΒΑ, αλλά και να είναι διαθέσιμοι από την πρώτη στιγμή“.
Ο γεννημένος στις 26/12 του 2001 Σέρβος είναι ξεκάθαρα και γι’ αυτό καπάρωσε το συμβόλαιο των 6.1 εκατομμυρίων δολαρίων για την επόμενη διετία. Χρήματα που μπορούν να γίνουν 14.3 για τέσσερα χρόνια! Κατά τον Κέβιν Ο’Κόνορ του Ringer, οι Θάντερ μπορούσαν “ν’ αντέξουν ένα τέτοιο ρίσκο“.
Με τον Μαρκ Ντάγκνολτ πλέον στα ηνία, πρότερο συνεργάτη του επί 5ετία χεντ κόουτς Μπίλι Ντόνοβαν, και τις ευλογίες του Σαμ Πρέστι χτίζουν κάτι πολύ φρέσκο που τους επιτρέπει να παίρνουν αποφάσεις με γνώμονα το μέλλον και όχι το παρόν τους. Ειδάλλως δεν θα διάλεγαν την ίδια στιγμή τον Γάλλο (νέο Πάρκερ) Τεό Μαλεντόν (#34) ή τον 20χρονο Τσέχο Βιτ Κρέιτσι (#37), που έχει αναγορευτεί καλύτερος του Τόμας Σατοράνσκι και σ’ ένα άλλο σύμπαν θα ήταν συμπαίκτης του Αντετοκούνμπο. Συν τα μελλοντικά draft picks που έχουν, ούτως ή άλλως, εξασφαλισμένα από άλλες συμφωνίες.
Η βασική επιλογή τους βέβαια υπήρξε ο Ποκουσέφσκι. Ένα παιδί ύψους 214 εκατοστών με μακριά χέρια, εξαιρετικό χειριsμό της μπάλας, ευχέρεια στην πάσα και ικανότητα στο μακρινό σουτ. Ό,τι δηλαδή απαιτείται στη σύγχρονη βιομηχανία του σπορ. Οι συμπατριώτες του είδαν έναν έφηβο να ξεπερνά τους περισσότερους απ’ όσους είχαν συμμετάσχει κατά το παρελθόν στο draft. Από τους εν ενεργεία ο Μπόγκνταν Μπογκντάνοβιτς (που τόσος ντόρος έγινε για το πού θα παίξει) ήταν στο #27 (από Φίνιξ Σανς σε Σακραμέντο Κινγκς), ο Νεμάνια Μπιέλιτσα στο #35 (από Ουάσινγκτον Ουίζαρντς σε Μινεσότα Τίμπεργουλβς) και μόλις στο #41 (Ντένβερ Νάγκετς) ο Νίκολα Γιόκιτς. Ούτε καν ο Βλάντε Ντίβατς είχε καταταχθεί ψηλότερα (#26, Λέικερς), πόσο μάλλον ο Πρέντραγκ Ντανίλοβιτς (#43, Γκόλντεν Στέιτ Γουόριορς) και ο Μάρκο Γιάριτς (#30, Λος Άντζελες Κλίπερς).
Οι μόνοι τρεις που, χρονικά, επιλέχθηκαν πριν απ’ αυτόν ήταν οι:
Πρέντραγκ Στογιάκοβιτς (#14, 1996)
Μόλις είχε κλείσει τα 19 του ο… Πέτρος Κίνης του ΠΑΟΚ, αλλά είχε ήδη προσελκύσει το ενδιαφέρον των Σακραμέντο Κινγκς. Το ότι το όνομά του ακούστηκε αμέσως μετά από εκείνο του Κόμπε Μπράιαντ σίγουρα περιποιεί τιμή για τον Πέτζα, ο οποίος πρόλαβε τον Στιβ Νας, τον Ζερμέιν Ο’Νιλ και τον Ντέρεκ Φίσερ.
Τι κατάφερε: Έπαιξε 13 σεζόν στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου, ψηφίστηκε τρεις φορές all star και κέρδισε το δαχτυλίδι του 2011 ως μέλος των Ντάλας Μάβερικς του Ντιρκ Νοβίτσκι. Τέλειωσε την πορεία του με 40% στο τρίποντο, ενώ στη μία σεζόν που έπαιξε στα 81/82 ματς της κανονικής περιόδου εμφάνισε 13.5 win shares. Στο Σακραμέντο υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι μιας υπέροχα δουλεμένης μηχανής, δίπλα σε Μπίμπι-Γουέμπερ-Ντίβατς, η οποία κέρδισε λιγότερα απ’ όσα άξιζε τη διετία 2001-2003. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για όσα προσέφερε στον οργανισμό οι ‘βασιλιάδες’ απέσυραν τη φανέλα με το Νο13.
Βλάντιμιρ Ραντμάνοβιτς (#12, 2001)
Σε μια κλάση που οι πρώτες τέσσερις θέσεις καταλήφθηκαν από παίκτες ρακέτας (Κουόμε Μπράουν, Τάισον Τσάντλερ, Πάου Γκασόλ, Έντι Κάρι), ο 21χρονος φόργουορντ ήταν η βασική επιλογή των Σιάτλ Σούπερσονικς, λίγα χρόνια πριν από τη διάλυση του franchise και τη μεταφορά του στην Οκλαχόμα Σίτι για εμπορικούς λόγους.
Τι κατάφερε: Αφού το 2002 ψηφίστηκε στη δεύτερη καλύτερη πεντάδα των πρωτοεμφανιζόμενων και το 2004 έγινε εκ των βασικών υποψηφίων για τον τίτλο του ‘Πιο Βελτιωμένου Παίκτη’ (βραβείο που κατέληξε στον Ζακ Ράντολφ), υπήρξε ένας χρήσιμος ρολίστας που ο εκάστοτε προπονητής του, κυρίως ο Φιλ Τζάκσον στους Λέικερς, τον έφερνε συνήθως από τον πάγκο για να δώσει καλό τρίποντο και βοήθεια στο ριμπάουντ. Έπαιξε σε Τελικούς ΝΒΑ (2008), ως 6ος παίκτης των ‘λιμνάνθρωπων’, και με 8 πόντους σε 21.9 ανά ματς δεν πέρασε σίγουρα απαρατήρητος.
Ντάρκο Μίλιτσιτς (#2, 2003)
Όπως τους Μπλέιζερς του Πόρτλαντ θα τους κυνηγά εσαεί το φάντασμα του Μάικλ Τζόρνταν, προτιμώντας τον Σαμ Μπόουι, οι Ντιτρόιτ Πίστονς δεν θα ξεφύγουν από τη σκιά του 18χρονου σέντερ που παραπλάνησε τους πάντες και χώρισε τον Λεμπρόν Τζέιμς από τους Καρμέλο Άντονι, Κρις Μπος και Ντουέιν Ουέιντ. Προς όφελος όλων των ομάδων που επέλεγαν μετά απ’ αυτούς. Ακόμη και των Χόρνετς που βρήκαν στο #18 τον Ντέιβιντ Ουέστ.
Τι κατάφερε: Να παίξει μεν 489 παιχνίδια στο κορυφαίο πρωτάθλημα, αλλά να μην δικαιώσει ποτέ εκείνες τις προσδοκίες που τον συνόδευαν ως prospect. Το 2004 ήταν μέλος της ομάδας του -σκληρού μαζί του- Λάρι Μπράουν που κατέκτησε τον τίτλο, αλλά με 1.8 λεπτά συμμετοχής στα ματς των playoffs θα συμφωνούσες πως δεν είχε ιδιαίτερη συμβολή σε ό,τι συνέβη ως το τέλος της διαδρομής. Οι κακοπροαίρετοι του κόλλησαν το ψευδώνυμο ‘the human victory cigar’, αυτού δηλαδή που είναι εκεί για να καπνίζει τα πούρα της νίκης, όσοι προσπαθούσαν να τον δικαιολογήσουν μιλούσαν για ένα παιδί που βρέθηκε σ’ έναν άλλο κόσμο κι έχασε τον προσανατολισμό του. Η αλήθεια εντοπίζεται κάπου στη μέση.
Εφόσον ο Ποκουσέφσκι επαναλάβει κάμποσα απ’ όσα πέτυχαν τουλάχιστον οι πρώτοι δύο, όταν τελειώσει η καριέρα του δεν αποκλείεται να ‘χει ως παράσημο ένα δαχτυλίδι πρωταθλητή στη συλλογή του. Με τους Θάντερ ή (πιθανότατα) όχι.