ΜΠΑΣΚΕΤ

Ο Βασίλης Σπανούλης έφαγε … όλη την μπριζόλα

Τίτλοι τέλους σε μια ένδοξη καριέρα. Το μπάσκετ στην Ελλάδα και ολόκληρη την Ευρώπη, αποχαιρέτησε εν χορδαίς και οργάνοις τον Βασίλη Σπανούλη, που χόρτασε μπάσκετ, τίτλους, μεγάλα σουτ και μια καριέρα στην οποία, πάντα ήθελε να είναι ο πρώτος των πρώτων

Ο Βασίλης Σπανούλης έφαγε … όλη την μπριζόλα
Eurokinissi Sports

Το γράφαμε από την Πέμπτη ότι η θλάση που έπαθε μετά τις σκληρές προπονήσεις της Εθνικής Ομάδας, τον προβλημάτισε έντονα και άλλαξε τα δεδομένα για το μέλλον του στα γήπεδα. Ο Βασίλης Σπανούλης περίμενε πως και πως το προολυμπιακό τουρνουά με την Εθνική Ομάδα και τελικά βρέθηκε να συναντά τους Αγγελόπουλους για να ανακοινώσει το τέλος της τεράστιας καριέρας του. Πολλές φορές τα πράγματα δεν έρχονται όπως τα προγραμματίζεις.

Όμως ο Βασίλης είχε καταλάβει, πλέον, ότι το σώμα του αρνιόταν να ακολουθήσει το πνεύμα του. Και ένας αθλητής όπως αυτός, άκουσε πολύ καλά το καμπανάκι που ήχησε στα αυτιά του. Άκουσε, προφανώς, και την οικογένεια του, τους φίλους του και αποφάσισε να βάλει τους τίτλους τέλους στο πιο ένδοξο, μέχρι στιγμής, κεφάλαιο της ζωής του.

Είναι ακόμη δύσκολο να αποδεχθεί κανείς ότι θα ξεκινήσει η επόμενη σεζόν και ο Σπανούλης δεν θα παίζει μπάσκετ. Δεν θα ναι μέσα στο γήπεδο, έτοιμος να σουτάρει ένα τρίποντο, να δώσει μια ασίστ, να κλέψει την μπάλα, να κάνει μια σταυρωτή ντρίπλα και να φύγει ορμητικά στο ντράιβ.

Το πλήρωμα του χρόνου έφτασε το Σάββατο 26/6/2021. Ο μικρός Βασίλης που ξεκινούσε να μπιστάει μια μπάλα στη Λάρισα, πριν καν κλείσει τα δέκα του χρόνια, ήταν ένας 38χρονος σούπερ-σταρ, πατέρας έξι παιδιών, συναντιόταν για τελευταία φορά έχοντας την ιδιότητα του μπασκετμπολίστα με τους αδερφούς Αγγελόπουλους. Ήταν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010 που τον έφερε στον Ολυμπιακό σε μια παρόμοια συνάντηση. Είναι το Euro2021, που βάζει τελεία και παύλα σε αυτή τη συναρπαστική διαδρομή. Με μια συγκινητική ανακοίνωση στο instagram

Θα περάσουν, βέβαια, τα χρόνια και θα θυμόμαστε τα θαυμαστά του έργα, όπως τώρα αναπολούμε τον Γκάλη και τον Γιαννάκη, τον Φάνη, τον Φασούλα από την πρώτη “ιερή” γενιά του 87, αλλά και τους συνοδοιπόρους του Βασίλη, που ήδη έχουν σταματήσει το μπάσκετ. Τον φίλο του Δημήτρη Διαμαντίδη και τους δυο κουμπάρους του, Θοδωρή Παπαλουκά και Νίκο Ζήση (δεν έχει ακόμη πει το οριστικό αντίο, είναι έτοιμος ωστόσο).

Ο Νίκος που έγραψε στο instagram τις σκέψεις του για το κοινό τους παρελθόν, καθώς ξεκίνησαν μικρά παιδιά να παίζουν στις εθνικές ομάδες και το κοινό τους μέλλον αφού κι αυτός με τα τέσσερα παιδιά του, είναι ένας … πάτερ-φαμίλιας όπως ο “Μπίλης” των έξι τέκνων!

Θα συνειδητοποιήσουμε τότε που θα περάσουν τα χρόνια, πόσο τυχεροί ήμασταν στα αλήθεια που τους προλάβαμε όλους αυτούς στις μεγάλες τους στιγμές, που τους χειροκροτήσαμε, αποθεώσαμε, κλάψαμε μαζί τους. Είναι αυτοί που έβαλαν το μπάσκετ πολύ ψηλά, είτε ξεκινώντας (η πρώτη γενιά), είτε συνεχίζοντας (η δεύτερη) αυτές τις όμορφες ιστορίες που ήδη διηγούμαστε στα παιδιά μας (και αυτά στα δικά τους). Είναι η κληρονομιά του μπάσκετ, του σπορ που αυτοί οι ίδιοι οι τεράστιοι σταρ, όπως ο Βασίλης Σπανούλης, λάτρεψαν και διακόνησαν.

Κι όπως γίνεται κάθε φορά, που τέτοιοι μεγάλοι αθλητές σταματάνε την δράση, το μέγεθος, την σημασία και την πραγματική τους αξία, θα την μάθουμε μέσα από την απουσία τους. Χωρίς να τους βλέπουμε εν δράσει, υποπτευόμενοι την επόμενη κίνησή τους, την μεγάλη απόφασή τους, ακόμη και το … λάθος τους. Ποιος πήγε κάποτε στο ΣΕΦ και δεν εκστασιάστηκε, βλέποντας τον Σπανούλη να παίρνει την μπάλα και να την βάζει με το έτσι θέλω στο καλάθι των αντιπάλων, ισοφαρίζοντας η προσπερνώντας στο σκορ; Πόσων η καρδιά δεν έσπασε, η φωνή τους δεν έκλεισε, τα μάτια τους δεν βούρκωσαν, το στήθος τους δεν φούσκωσε από περηφάνια;

Όλα αυτά μαζί και ακόμα περισσότερα είναι για το μπάσκετ και κυρίως τον Ολυμπιακό, ο Βασίλης Σπανούλης. Δεν μηδενίζει κανείς (δε γίνεται άλλωστε) την καριέρα του πρώτα στο Μαρούσι και μετά στον Παναθηναϊκό, είναι αλήθεια όμως ότι η απόφαση του εκείνο το καλοκαίρι του 2010, όταν έδινε τα χέρια με τον Παναγιώτη και Γιώργο Αγγελόπουλο, τον μεταμόρφωνε σε ένα αθλητή σύμβολο των “ερυθρολεύκων”. Έντεκα χρόνια μετά, μοιάζει με τον αιώνιο αρχηγό, που δεν γεννήθηκε αθλητικά στον Πειραιά, έκανε όμως χιλιάδες πιτσιρικάδες να αγαπήσουν τον Ολυμπιακό και να τον έχουν σαν το απόλυτο είδωλο.

Έλαμψε τόσο πολύ με τα “ερυθρόλευκα” ο Σπανούλης, απελευθέρωσε όλα τα μπασκετικά ένστικτά του και μεγαλούργησε με το νο 7 στην πλάτη, που ενέπνευσε και κάποιους πολύ μακριά από δω. Τον έβλεπαν να οδηγεί τον Ολυμπιακό και ήθελαν να του μοιάσουν. Ταλέντα, όπως ο φοβερός και τρομερός πλέον, Λούκα Ντόντσιτς που στο άκουσμα της είδησης τουίταρε για τον παίκτη-πρότυπό του

Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να γράφουμε μέρες τι ήταν, τι είναι για το ελληνικό μπάσκετ, τον Ολυμπιακό, τον αθλητισμό μας γενικότερα ο Βασίλης Σπανούλης. Όταν όμως τον αποχαιρετούν σαν αθλητή, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης

αλλά κι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλέξης Τσίπρας

καταλαβαίνει κανείς …. το τεράστιο μέγεθός του, την επιρροή της καριέρας του σε εκατομμύρια ανθρώπους και ποιος ήταν πραγματικά, ο κύριος που είπε “αντίο στο μπάσκετ”.

Ήταν αυτός, που όπως έλεγε ο Βαγγέλης Αγγέλου θέλοντας να περιγράψει το απαράμιλλο πάθος του να πετύχει, να γίνει ο πρώτος έλεγε πως “σε ένα σκοτεινό δωμάτιο με παρόντες τον Μπους, τον Μπιν Λάντεν, τον Βασίλη και μια μπριζόλα, να’ στε σίγουροι ότι θα την φάει ο Σπανούλης”. Την μπριζόλα του μπάσκετ, άλλωστε, ο Kill Bill την ξεκοκάλισε μέχρι τέλους. Δεν αποχώρησε ένας που απλά πέρασε από το κορυφαίο επίπεδο, αλλά ο πρώτος των πρώτων.

Η Ευρωλίγκα, όπως την ξέρουμε τα τελευταία χρόνια, έχει το δικό του όνομα φαρδύ πλατύ, σχεδόν σε ολόκληρη τη διαδρομή της. Η ίδια η διοργάνωση, αλλά και οι περισσότερες κορυφαίες ομάδες της Ηπείρου, οι προπονητές και οι αντίπαλοί του, τον αποθέωσαν, όπως του άρμοζε και του έπρεπε

Ο Βασίλης πέτυχε γιατί στο μυαλό του είχε πάντα τη λέξη “ο καλύτερος”. Ήθελε να νικάει σε κάθε αγώνα, σε κάθε φάση. Ακόμη κι όταν τα σχέδια άλλαζαν, αυτός επέμενε περισσότερο. Πίεζε τον εαυτό του, έφτανε στα όρια του και κάποιες φορές τα ξεπερνούσε κιόλας. Ο Σπανούλης πήγε στον Ολυμπιακό, ενώ ήταν ήδη κορυφαίος. Είχε προλάβει να κάνει όργια με την Εθνική Ομάδα, να σκοράρει 22 πόντους στο περίφημο ματς με τους Αμερικανούς στη Σαϊτάμα, έφτασε μέχρι το ΝΒΑ, είχε κερδίσει ήδη την Ευρωλίγκα του 2009 με τον καλύτερο Παναθηναϊκό όλων των εποχών. Μη ξεχνάτε ότι σε αυτό το κορυφαίο, ίσως, φάιναλ-φορ της σύγχρονης Ευρωλίγκας (μόνο το φετινό μπορεί να συγκριθεί μαζί του) ο V-Span ήταν MVP.

Πάντα το να είναι πρώτος μεταξύ πρώτων, τον ιντρίγκαρε. Του πρόσφερε κίνητρο, ικανοποιούσε τον μπασκετικό εγωισμό του, που στην Ελλάδα είχαμε ξαναδεί μόνο στο πρόσωπο του Νίκου Γκάλη. Γι αυτό, ενδεχομένως, και ο “γκάνγκστερ” όταν τον ρωτάνε ποιος του έχει μοιάζει περισσότερο από τους σύγχρονους μπασκετμπολίστες, διαλέγει τον Λαρισαίο γκαρντ. Αυτή την φιλοδοξία την είχε από 19 χρονών παιδί, όταν υπέγραφε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο στο Μαρούσι.

Η λάμψη στα μάτια του, το πάθος να κερδίσει την επόμενη μπάλα, οδήγησαν τον Παναγιώτη Γιαννάκη στο να τον συμπεριλάβει από το 2004 στην ομάδα των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας. Η νέα χρυσή εποχή της Ελλάδας, με τέσσερις χαρισματικούς γκαρντ, παίκτες της ευφυίας του Παπαλουκά και του Διαμαντίδη, της συνέπειας του Ζήση και του απίστευτου ταπεραμέντου του Βασίλη Σπανούλη, μόλις ξεκινούσε.

Πηγαίνοντας στον Ολυμπιακό το καλοκαίρι του 2010, συναντούσε μια ομάδα που ήδη είχε παίξει στον τελικό της Ευρωλίγκας, άλλαζε προπονητή (Ντούσαν Ίβκοβιτς) και έμοιαζε να έχει … λεφτά με ουρά, λόγω της οικονομικής ευρωστίας των Αγγελόπουλων που τότε είχαν εκτοξεύσει το μπάτζετ της ομάδας πάνω από τα 30 εκατομμύρια. Ποιο είναι παράδοξο;

Ο Σπανούλης μεγαλούργησε, ακριβώς, όταν όλα έδειχναν να στραβώνουν! Όταν το μπάτζετ της ομάδας περικόπηκε στο ένα τρίτο, οι ιδιοκτήτες απειλούσαν με αποχώρηση και το μέλλον έμοιαζε δυσοίωνο. Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς φρόντισε να κρατήσει τις ισορροπίες και ο Βασίλης να ηγηθεί μιας φουρνιάς νεαρών, που συγκρότησαν τον κορμό της επόμενης δεκαετίας. Επικεφαλής αυτού του τσούρμου των πιτσιρικάδων, με υπαρχηγό τον απίστευτα βελτιωμένο μέσα σε ένα καλοκαίρι, Γιώργο Πρίντεζη, ο Σπανούλης έγινε ο ηγέτης μιας ομάδας που τρέλανε τον κόσμο της. Πρώτα στην Κωνσταντινούπολη με την πάσα για το πεταχτάρι του Πρίντεζη και το πρώτο μεγάλο τρόπαιο της ομάδας μετά από 15 χρόνια κι ύστερα με το απόλυτο μπάσκετ στο Λονδίνο του 2013.

Αν ποτέ στο μέλλον ρωτήσουν, κάποιοι που δεν πρόλαβαν να τον δουν, “ποιος ήταν τελικά, ο Σπανούλης” μπορείτε να τους δείξετε το βίντεο του τελικού στο Λονδίνο. Η Ρεάλ είναι μπροστά στο σκορ, ο Βασίλης έχει δυσκολευτεί πολύ από το κυνηγητό του Σουάρεθ, δεν έχει βάλει καλάθι σ ολόκληρο το πρώτο ημίχρονο και ξαφνικά εμφανίζεται ο κανονικός Kil Bill.

Παίρνει την μπάλα και ρίχνει τρεις συνεχόμενες βόμβες για να βάλει τον Ολυμπιακό μπροστά και ουσιαστικά να … πει στους Μαδριλένιους “είμαι εδώ, δεν αστειεύομαι”. Ένα ακόμη κι άλλο ένα λίγο αργότερα, υπογράφουν το κρεσέντο που αναγκάζει τους πάντες να πιάνουν τα μαλλιά τους.

Ναι αυτός είναι, ήταν ο Σπανούλης. Εκεί που έλεγες τον έπνιξε η αντίπαλη άμυνα, έκανε το δικό του. Επέβαλε τα θέλω του, με διαδοχικές υπερβάσεις του εαυτού του. Η επανάληψη, ξανά-ξανά μιας διαφορετικής αλλά ουσιαστικά τόσο ίδιας … σπανουλιάδας, ήταν η επιβεβαίωση του τεράστιου αυτού μπασκετμπολίστα. Η ΤΣΣΚΑ μπορεί να σας εξηγήσει καλύτερα, πως γίνεται να έχει κρατήσει (στον ημιτελικό του 2015) τον Βασίλη στους 2π μέχρι το 38′ και στο τελευταίο δίλεπτο να της βάζει 11 πόντους για να την αποκλείσει σχεδόν μόνος του.

Και ποια θα ήταν η κορνίζα της ζωής του; Έκανε πολλά μεγάλα σουτ στην καριέρα του ο Σπανούλης. Μερικά, μάλιστα, όπως εκείνο εναντίον της Αργεντινής στον προημιτελικό των Ολυμπιακών Αγώνων του 2008 δεν βρήκαν τον στόχο. Ένα, ωστόσο, θα είναι αυτό που αντικατοπτρίζει και την εμβληματική του καριέρα. Το τελευταίο σουτ στον τελικό του 2016, όταν ρίχνει στο καναβάτσο τον Παναθηναϊκό μέσα στο ΟΑΚΑ, την ώρα που φίλος του, Δημήτρης Διαμαντίδης στο τελευταίο του παιχνίδι προσπαθεί να τον σταματήσει. Η μπάλα θα μπει στο καλάθι του ΠΑΟ και ο Ολυμπιακός θα κερδίσει τον τίτλο.

Η αξία του ηττημένου, δίνει ακόμη μεγαλύτερη αίγλη στο νικητή. Ο Διαμαντίδης, άλλωστε, όπως έχασε εκείνο το βράδυ, είχε κερδίσει άλλα τέτοια ματς στη δική του μεγάλη καριέρα. Με τον Σπανούλη μπορεί να βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα, τους συνέδεε όμως μια φιλία που δεν μπορούσε να χαλάσει ακόμη και όταν η αντιπαλότητα έφτασε στα ύψη. Όταν χθες το Sport24 μέσω του Βασίλη Σκουντή του ζήτησε να πει δυο λόγια για τον “Βασιλάρα”, όπως τον αποκαλεί ο ΔΔ, ο νυν τζένεραλ μάνατζερ του Παναθηναϊκού μίλησε, όπως αναμενόταν, με τα καλύτερα λόγια.

Το ότι ο Βασίλης ένωσε τους δυο αιωνίους στη στιγμή της αποχώρησής του (ο επίσημος Παναθηναϊκός τουίταρε “αντίο”, ο Ολυμπιακός έβαλε το πράσινο μήνυμα στα δικά του social media) ήταν μάλλον το τελευταίο επίτευγμα του μεγάλου Σπανούλη. Ο Διαμαντίδης που πλάκα-πλάκα μετράει πέντε χρόνια μακριά από τα γήπεδα, ευχήθηκε τα καλύτερα: “Να έχει την υγειά του και να απολαύσει τα παιδιά του και τη γυναίκα του που θα τον βλέπουν πιο πολύ. Όσο για εμάς, όταν θα συναντιόμαστε, θα θυμόμαστε τι κάναμε όταν ήμασταν νεαροί και θα γελάμε, καλά να είμαστε”.

Κι εμείς πόσο τυχεροί που σας θαυμάσαμε, Δημήτρη…

Βασίλη, ευχαριστούμε για όλα…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ