ΜΠΑΣΚΕΤ

Ο Τζόρνταν δεν μιλούσε για πολιτικά ζητήματα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι σιώπησε

Μπορεί στο μέτρο της εποχής ο Μάικλ Τζόρνταν να μη μίλησε, αλλά ως προσέγγιση, 30 χρόνια μετά, είναι μία τυπική περίπτωση δέντρου-δάσους η ανάλωση στο αν έδρασε. Μία διαφορετική γνώμη από τον Λευτέρη Ελευθερίου.

Ο Τζόρνταν δεν μιλούσε για πολιτικά ζητήματα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι σιώπησε
Ο ιδιοκτήτης των Σάρλοτ Χόρνετς, Μάικλ Τζόρνταν, σε συνέντευξη Τύπου για το All-Star Game 2019, Σάρλοτ, Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2019 AP Photo/Chuck Burton

Μόλις λίγες μέρες μετά τη λήξη της μετάδοσης του ‘Last Dance‘, ξέσπασε… κόλαση. Η δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ, με τον τρόπο που συνέβη, ένα γόνατο λευκού αστυνομικού στον λαιμό του για ένα χρονικό διάστημα κοντά στα 8 λεπτά, ήταν καταδικαστική. Η ατάκα του Μάικλ Τζόρνταν, “οι Ρεπουμπλικάνοι επίσης αγοράζουν sneakers”, όταν ο κόσμος περίμενε τη στήριξή του στο πρόσωπο του μαύρου Δημοκρατικού Χάρβεϊ Γκαντ έναντι του λευκού Ρεπουμπλικάνου (ακροδεξιού, όπως φανέρωναν μερικές εκφρασμένες απόψεις), πέρασε από το στάδιο της δυσθυμίας για το θεατή, στο στάδιο της οργής. Μεταξύ αυτών που συνέβησαν, ήταν η εκδήλωση θυμού του ΛεΜπρόν Τζέιμς σε ένα ποστ στο instagram: από τη μία μεριά, ένας λευκός αστυνομικός με ένα πρόσωπο που αναδεικνύει την υποψία θριάμβου (και, οπωσδήποτε, καμία αίσθηση μετάνοιας) και το γόνατό του πάνω στο λαιμό του μαύρου, από την άλλη ο Κόλιν Κάπερνικ γονατιστός, κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου, με λεζάντα “This… Is Why”. Σε ελεύθερη μετάφραση, “γι’ αυτό”.

Προϊόντος του χρόνου, μετά τη δολοφονία, ο Τζόρνταν έβγαλε τη δική του ανακοίνωση. Η εμβέλεια της δωρεάς των 100.000.000 δολαρίων σε βάθος δεκαετίας σε οργανισμούς για την καταπολέμηση του ρατσισμού κατοπτρίζεται στο ποσό. Η ζημιά στο προφίλ του, όμως, είχε γίνει ήδη από τη σειρά, τουλάχιστον σε αυτό το κομμάτι. Η σύγκριση, που με τον Τζέιμς απλωνόταν ως τις 4 γραμμές του παρκέ, επεκτάθηκε κι η αίσθηση είναι αυτή που ήταν και πριν, μόνο που οι μνήμες είναι νωπές: ο Τζόρνταν δεν έκανε σίγουρα ό,τι μπορούσε, ενώ ο πιο σημαντικός παίκτης του παρόντος εκτίθεται, φτιάχνει σχολεία, γίνεται μία φωνή που, αν δεν έλειπε, σίγουρα έχει την ισχύ όχι μόνο για να αποδομήσει μία κατάσταση που μοιάζει καθεστωτική, αλλά και να δομήσει ένα σύστημα ατσάλινο όπως είναι τα μπράτσα του.

Πάλι, όμως, ο Τζόρνταν, μία από τις πιο ενδιαφέρουσες φυσιογνωμίες στην πολιτιστική ιστορία, μία προσωπικότητα που βρίθει ανάλυσης και ενδελεχών, αλλά και πιο επιφανειακών, συμπερασμάτων, δεν σημαίνει ότι σιώπησε. Ο ρόλος που έπαιξε στη μαύρη κουλτούρα, όσο κι αν δεν ήταν ο ευκταίος, διόλου αμελητέος αποδεικνύεται.

Εξαρχής πρέπει να γίνεται κατανοητό ότι η εποχή δημιουργεί τις ανάγκες. Επίσης, καλουπώνει ή έστω μεταλλάσσει τους τρόπους συμπεριφοράς. Τα τελευταία χρόνια αποδεικνύεται αυτό περίτρανα και στα παρκέ, όπου οι σούπερ σταρ του ΝΒΑ έχουν συμφιλιωθεί, όσο αυτό είναι εφικτό, με τον ρόλο τους: όταν συνομιλούν για θέματα μεταξύ τους, πιθανώς ζητήματα που θα γίνονταν ειδήσεις στα μεγάλα αθλητικά και όχι μόνο δίκτυα, βάζουν τις φανέλες τους στο στόμα τους. Η ατάκα του Τζόρνταν με τους Ρεπουμπλικάνους δεν θα γινόταν ποτέ τώρα, διότι προφανώς δεν θα την έκανε: πού να πονηρευτεί ότι κάτι που βγήκε στο στόμα του αφιλτράριστο και είπε στους συμπαίκτες του μέσα στο πούλμαν της ομάδας, θα έβγαινε προς τα έξω επειδή κάποιος το άκουσε. Ο άνθρωπος είναι ένα είδος που έχει τη δυνατότητα να πει ακαριαία αυτό που του έρχεται στο κεφάλι χωρίς να το σκέφτεται. Δεν υπάρχει άνθρωπος, εν προκειμένω, που να μην έχει σκεφτεί ρατσιστικά ή σεξιστικά. Ό,τι είναι ο άνθρωπος όμως, σε συμπεριφορισιακό και γνωστικό επίπεδο, εδράζεται στη γνώση που έχει αποκτήσει και τις δεύτερες σκέψεις που κάνει. Και πάλι, όταν βρίσκεται σε οικείο περιβάλλον, μπορεί να του φύγει οτιδήποτε. Δεν είναι απλώς θεμιτό, είναι ενδεχομένως και χρηστό: πρέπει να υπάρχει ένα μέρος που η συμπεριφορά σου δεν θα ενδείκνυται διόρθωσης, ακόμα κι αν αυτό είναι ανάμεσα σε ανθρώπους που απλώς έχουν τον φόβο σου.

Ο Μάικλ Τζόρνταν, ο Τζέφρι και η Άννα Ουίντουρ της Vogue, στο U.S. Open του 2014. AP Photo/Jason DeCrow

Ο Τζόρνταν έτσι ενήργησε. Στο ντοκιμαντέρ, μάλιστα, δεν φάνηκε ίχνος απολογίας γι’ αυτήν την ατάκα, πιθανότατα διότι δεν την εννοούσε. Δεν ήταν, αν πρέπει να τεθεί κάπως, δημόσια τοποθέτηση. Δεν την έκανε με το μικρόφωνο καρφωμένο στο στόμα του, δεν την έγραψε στα δίκτυα ευρυζωνικότητας, δεν ήταν κάτι ανακοινώσιμο. Τώρα, που μπορεί, μιλάει. Ο Τζέιμς έχει την ευκαιρία να σκεφτεί τι να γράψει. Έχει, επίσης, την ευκαιρία να σκεφτεί τι να πει. Μπορεί να τοποθετηθεί μόνος του για τα μείζονα, δίχως να χρειαστεί το χαλασμένο τηλέφωνο. Από το 1990, που χρονολογείται η ατάκα του Τζόρνταν, έχουν περάσει 30 χρόνια. Και δίχως να έχουν αλλάξει οι προφανώς πολύ λογικές προτεραιότητες, που θα έπρεπε να είναι η μόνη πραγματικότητα, έχει αλλάξει η εκπαίδευση του κοινού και μετάδοση γνώσης και γνώμης.

Δεν πρέπει να βρίσκεται κάτι ανειλικρινές, έτι περαιτέρω κάτι παράλογο, με βάση την περιγραφή του Τζόρνταν, στην απάντηση που έδωσε στη μητέρα του: “Δεν μπορώ να υποστηρίξω κάποιον που δεν ξέρω, αλλά θα του προσφέρω οικονομική βοήθεια”. Η πληροφόρηση, από εδώ και από εκεί, ουδόλως αποτελεί εμπειρία, ζύμωση μέσω προσωπικού βιώματος. Πολύ περισσότερο, δε, όταν ο Τζόρνταν έπρεπε να δημιουργήσει τον δρόμο για να υπερασπιστεί, όχι μόνο το δικό του κέρδος, αλλά την οικογένειά του και τους οικείους του.

Η άρνηση να μιλά για πολιτικά ζητήματα έχει βάλει ένα στίγμα, που θα μπορούσε να λογιστεί ως εξέλιξη. Πριν από εκείνον ήταν ο Κάσιους Κλέι, αργότερα Μοχάμεντ Αλί, που κράτησε τη δάδα και προφανώς υπήρξαν κι άλλοι, όπως ο Λιου Αλτσίντορ, μετέπειτα Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ. Ακόμα και λιγότερο γνωστοί. Αλλά ο Αλί, που έχουν ήδη παρέλθει 4 χρόνια από τον θάνατό του, ήταν πυγμάχος και, παρ’ ότι μετατράπηκε σε mainstream ήρωα, εξ ορισμού δεν ήταν. Η πυγμαχία δεν είναι παιχνίδι, είναι αγώνας. Από την άλλη, το μπάσκετ είναι παιχνίδι. Και μέχρι να βρεθεί ο τρόπος οι παίκτες να μπορέσουν να εκφράσουν τη γνώμη τους για ζητήματα που ‘καίνε’, ήταν απαραίτητο το διάνυσμα μίας πορείας μέσα στη σιωπή και τους ψιθύρους. Κι εδώ ο λόγος γίνεται για τους μαύρους, για τους οποίους λέγεται ότι γεννιούνται με έναν επιπλέον μυ, τον οποίο μία θεωρία θα μπορούσε να είναι ότι έχουν αποκτήσει προϊούσης της εξέλιξης και μέσω κακουχιών. Γι’ αυτό είναι καλύτεροι αθλητές, όπως, άλλωστε, γι’ αυτό είναι και καλύτεροι μουσικοί. Αλλά ούτε ο Λούι Άρμστρονγκ ούτε ο Τζέιμς Μπράουντ ούτε ο Ρέι Τσαρλς, για να αναφερθούν μερικά παραδείγματα, μνημονεύονται για την άσβεστη φλόγα που έκρυβαν μέσα τους για ισότητα ή για τις αντιδράσεις τους. Συγχωρούνται αυτομάτως, διότι η τέχνη (και ειδικά όπως εκείνοι την υπηρέτησαν) είναι ένα μέσο επανάσταση σε ταραχώδεις εποχές. Όπως, άλλωστε, ούτε ο μέγκα σταρ της δεκαετίας του ’80, Μάτζικ Τζόνσον, ο οποίος είναι πρότυπο ανεκτικότητας και κατανόησης και αγαπιέται σε όλον τον κόσμο.

Ο Τζόρνταν έγινε αυτός που ήταν μέσα από αυτήν την πορεία του. Και αυτό που έγινε, όσο κι αν μοιάζει με κάτι που δεν αγγίζει την ηθική υπόστασή του, έχει την ίδια σημασία με οποιαδήποτε διαδήλωση, έστω κι αν στην αμεσότητα της δεύτερης η απουσία εγείρει υπαρξιακή ποινή. Όταν ο Κόμπ Μπράιαντ, σε συνέντευξή του, μόνο αυτόν ανακάλεσε ως έμπνευση στα παιδικά χρόνια του, δεν εννοούσε απλώς τα στοιχεία του παιχνιδιού του, αλλά το στήσιμό του, το πώς ένας μαύρος άντρας στέριωσε όχι ως κορυφαίος ανάμεσα στη φυλή του, αλλά ως ποπ σταρ, με τρόπο που ουδείς ως τότε ήταν.

Και ακριβώς αυτή είναι η ασύλληπτη προσφορά του Τζόρνταν στους μαύρους. Τους έδειξε ότι γίνεται να αποτελέσουν το επίκεντρο της προσοχής και να υπάρξουν ως παγκόσμια είδωλα, τους έβαλε να ακονίσουν το μυαλό και τις δυνατότητές τους, τους προσέφερε μία ευκαιρία, ένα παράθυρο, τους έδειξε την ανωτερότητα απέναντι σε οποιονδήποτε εκτός παρκέ. Και μπορεί στο μέτρο της εποχής να μη μίλησε, αλλά ως προσέγγιση, 30 χρόνια μετά, είναι μία τυπική περίπτωση δέντρου-δάσους η ανάλωση στο αν έδρασε. Έδρασε υπάρχοντας. Κάποιοι πολεμάνε και άλλοι είναι οι γραφιάδες, οι τραγουδιστές, οι καλλιτέχνες της εποχής τους, εκείνοι οι μυστηριακοί πατριώτες που βάζουν ήχο, γλώσσα και φτιάχνουν τη γραμματική τους, χωρίς να ρίξουν σφαίρα. Ο Τζόρνταν ακριβώς αυτό ήταν κι αν δεν υπήρχε, ο Τζέιμς δεν θα απαντούσε ποτέ στο “shut up and dribble”, διότι δεν θα ήταν απόγονος κάποιου που του επέτρεψε να είναι η κοινωνική εξέλιξή του.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

24MEDIA NETWORK