Ο Τζάκσον έμεινε λιγότερο στον Παναθηναϊκό από τον ‘μπάτλερ του Μπάιρον Σκοτ’
Η θητεία του Πιέρ Τζάκσον στον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ ήταν συντομότερη κάθε άλλου Αμερικανού που φόρεσε τα πράσινα. Ο Τζόνι Μπραντς βέβαια είναι αξεπέραστος.
Ούτε ο Πιέρ Τζάκσον θα έπεσε από τα σύννεφα κληθείς να λύσει το συμβόλαιό του με τον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ. Πρώιμο το συμπέρασμα, αλλά κάλλιο νωρίς παρά αργότερα για τον 29χρονο Αμερικανό, ο οποίος δεν έμοιαζε (εκ των προτέρων) ο πόιντ γκαρντ που θ’ ανταποκριθεί στις αυξημένες ανάγκες ενός συνόλου που δεν είχε πια τον Νικ Καλάθη κι έψαχνε για παίκτη μ’ εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά. Όπως τουλάχιστον είχε διαφανεί ενόσω οι ‘πράσινοι’ κυνηγούσαν τον Λαπροβίτολα. Ο Τζάκσον ήταν διαφορετικού στιλ ή νοοτροπίας πλέι μέικερ και συνδυαστικά με τον τραυματισμό του η διαδικασία αποδέσμευσης επισπεύσθηκε. Αφού, πλέον, δεν θα ήταν σε θέση να παλέψει την αμφιβολία για τη χρησιμότητά του.
Αν το ένα ματς του Σούπερ Καπ (ο ημιτελικός με το Περιστέρι) ήταν περισσότερο προετοιμασίας και κυρίως ενσωμάτωσης σε μια νέα πραγματικότητα, ο άλλοτε παίκτης της Φενέρμπαχτσε και της Μακάμπι δεν πρόλαβε να αγωνιστεί είτε στην Euroleague είτε στην Basket League. Με θλάση στον δικέφαλο του αριστερού ποδιού από τις 30 Σεπτεμβρίου, δύο ημέρες πριν από την ευρω-πρεμιέρα στη Μόσχα με τη Χίμκι, θα ‘ταν ιατρικώς παράδοξο να προλάβαινε τη μάχη με Ολυμπιακό ή τα δύο διαδοχικά ματς με Βιλερμπάν και Μπαρτσελόνα. Ασχέτως αν το πρώτο δεν διεξήχθη. Αντίστοιχα θα ‘χανε το ματς με τη Λάρισα για το πρωτάθλημα (που μετατέθηκε). Ο Κίφερ Σάικς είχε ήδη πάρει τη θέση του με μηνιαίο συμβόλαιο και το τέλος του Τζάκσον πλησίαζε όσο εξακολουθούσε ν’ ακολουθεί θεραπεία (παρέα με τον Μποχωρίδη). Τούτο ήρθε το μεσημέρι της περασμένης Τετάρτης. Με συνέπεια ο Αμερικανός ν’ ανήκει εφεξής στο γκρουπ όλων εκείνων των Αμερικανών που η θητεία τους στο ‘τριφύλλι’ διακόπηκε πολύ νωρίς και άδοξα (Μπράντον Χάντερ, Κένιον Τζόουνς, Τζον Σάλεϊ, Ντέργουιν Κίτσεν, Χίλτον Άρμστρονγκ, Άντονι Έιβεντ, κλπ).
Ακόμη και ο Τζόνι Μπραντς είχε αγωνιστεί περισσότερο από τον Τζάκσον φορώντας τα πράσινα. Στα 29 του το καλοκαίρι του 1997 ο ήρωας της ιστορίας είχε συμφωνήσει με τον Παναθηναϊκό, στη μετά-Μάλκοβιτς εποχή, για να λειτουργήσει ως δικλείδα ασφαλείας στην περιφέρεια που έφτιαχνε ο Λευτέρης Σούμποτιτς στην περίπτωση που Μπάιρον Ντίνκινς δεν εξασφάλισε το κοινοτικό διαβατήριο με σφραγίδα Λουξεμβούργου. Όπως δηλαδή και συνέβη, με συνέπεια οι ‘πράσινοι’ να έχουν Καλαϊτζή – Παταβούκα από την εγχώρια αγορά και τον Μπραντς ως κοινοτικό. Χωρίς να έχει διευκρινιστεί ποτέ ως σήμερα, αν διέθετε αγγλική ή… πορτογαλική υπηκοότητα.
“Καλά που δεν διώξαμε τον Μπραντς“, φέρεται να έλεγε ο ‘Πίξι’ όταν μάθαινε για το φινάλε της συνεργασίας με τον Ντίνκινς και την αποχώρησή του για τις ΗΠΑ, πριν από την επιστροφή του αργότερα για τον Ηρακλή. Ο Σούμποτιτς θα έχριζε τότε βασικό πόιντ τον νεοφερμένο 21χρονο, ο οποίος το 2013 είχε θυμηθεί, μιλώντας στο Contra.gr πως “όταν έφυγε ο Ντίνκινς, με κάλεσε το τιμ και μου είπε ‘κοίταξε να δεις, Ντίνκινς δεν υπάρχει. Θα στηριχθούμε σε σένα γιατί βλέπουμε ότι μπορείς να παίξεις’“. Ο βετεράνος Έλληνας θα ‘ταν ο δεύτερος και ο Μπραντς θα είχε το ρόλο του μπαλαντέρ, καλύπτοντας το όποιο κενό περιφερειακά.
Ήρθε, είδε, δεν έπαιξε πολύ και απήλθε
Βέβαια ο Αμερικανός, που αργότερα έπαιξε σε Ισραήλ και με τη Βίρτους Ρόμα στην Euroleague, είχε ταξιδέψει στην Ελλάδα στα μέσα του Ιούνη, πιστεύοντας πως θα ‘χει ρόλο πρωταγωνιστικό. Ελπίζοντας πως επειδή “μου αρέσουν οι αιφνιδιασμοί, θα ήθελα να παίξουμε μ’ αυτόν τον τρόπο“. Είχε ζητήσει, λέει, τη γνώμη του Ντέιβιντ Ρίβερς, προτού αποδεχθεί την πρόταση και είχε μάθει τα καλύτερα, παρόλο που “δεν γνωρίζω τον προπονητή του Παναθηναϊκού“.
Οι προσδοκίες του φυσικά και δεν υπήρχε περίπτωση να επαληθευτούν, αφού ήταν εξ αρχής ο τρίτος στην ιεραρχία. Στο Κύπελλο Κυπελλούχων εμφανίστηκε σε 5 αγώνες (Μπουντιβέλνικ, Σούμπα δις, Σλοβακοφάρμα, Λεβερκούζεν), έχοντας 3 πόντους και 1.2 ασίστ ανά 11.4 λεπτά, ενώ στο ελληνικό πρωτάθλημα προσέθεσε άλλες 8 συμμετοχές. Από τον Δεκέμβριο του ’97 είχε ήδη αρχίσει να εκφράζει τα παράπονά του και να ζητά εξηγήσεις για τον παραγκωνισμό του. Τότε οι προπονητές δούλευαν με 10 παίκτες ανά αγώνα και ο Μπραντς υποστήριζε στους δημοσιογράφους πως είχε έρθει “για να παίζω, όχι για να παρακολουθώ“. Ξεκαθάριζε πως “δεν με ενδιαφέρουν τα χρήματα και προτιμώ να χάσω το καλό συμβόλαιό μου (σ.σ 250.000 δολάρια) και να πάνω σε κάποια ομάδα που θα παίζω“. Προηγουμένως είχε ειπωθεί πως είχε ήδη φύγει, μετά πως του δόθηκε άδεια γιατί ήταν κρυωμένος και στο τέλος ότι απλώς ήταν εκτός αποστολής, μετά την αιφνιδιαστική εμφάνισή του στο ΟΑΚΑ.
Προφανώς ο Σούμποτιτς δεν σκόπευε να τροποποιήσει στα μέσα της σεζόν τα ήδη καταστρωμένα πλάνα του, για να τον βολέψει, και ο Μπραντς ξέμεινε να κουβαλά από τότε με τον τίτλο του τύπου που ακολουθούσε παντού και πάντα τον Μπάιρον Σκοτ. Ήταν η σκιά του. Τον περιέγραφαν ως τον ‘προσωπικό μπάτλερ’ του, αυτόν που του κουβαλούσε τις αποσκευές στα ταξίδια και του έκανε όλα τα θελήματα. Μέχρι και τα κορδόνια του λέγεται πως του έδενε με… αντάλλαγμα να υπογράφει αντ’ αυτού τα αυτόγραφα στους φανς του μέλους του showtime των Λέικερς, επειδή έμοιαζαν εμφανισιακά και τους μπέρδευαν.
Ο Τζάκσον αγωνίστηκε πολύ λιγότερο από τον Μπραντς, αλλά, εφόσον ισχύουν όλοι αυτοί οι αστικοί μύθοι, δεν έφτασε σ’ αυτό το σημείο σουρεαλισμού. Αποχώρησε με περηφάνια.