Ο Στέρλινγκ Μπράουν έχει μηνύσει την Αστυνομία του Μιλγουόκι
Ένας από τους παίκτες των Μιλγουόκι Μπακς που μαζεύτηκαν στα αποδυτήρια και πήραν την απόφαση να μποϊκοτάρουν το ματς με τους Ορλάντο Μάτζικ έχει νιώσει την αστυνομική βία στο πετσί του. Η ιστορία του Στέρλινγκ Μπράουν είναι ανατριχιαστική...
Οι Μιλγουόκι Μπακς είχαν κάθε λόγο να αποφασίσουν το μποϊκοτάζ του 5ου αγώνα των πλέι-οφ του NBA με τους Ορλάντο Μάτζικ. Η Κενόσα, η πόλη που πυροβολήθηκε πισώπλατα από αστυνομικό ο 29χρονος Τζέικομπ Μπλέικ και ξέσπασαν για δυο ημέρες βίαια επεισόδια (απολογισμός δυο νεκροί, με σύλληψη ενός 17χρονου “πιστολέρο”), βρίσκεται μόλις 50 χιλιόμετρα έξω από το Μιλγουόκι. Η πολιτεία του Γουισκόνσιν βρίσκεται σε αναβρασμό. Και φυσικά, δεν είναι η μόνη στις ΗΠΑ…
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Η ομάδα των Μπακς συνδέεται άμεσα με τον συστημικό ρατσισμό της σύγχρονης Αμερικής και την αστυνομική βία. Ό,τι “πολεμάει” το κίνημα Black Lives Matter. Συνδέεται γιατί δυο μέλη της έχουν πέσει θύματα τέτοιας συμπεριφοράς και αντιμετώπισης. Το 2015, ο σέντερ Τζον Χένσον κατήγγειλε ότι στην επίσκεψη (μαζί με 3 φίλους του) σε κοσμηματοπωλείο του Μιλγουόκι, οι υπάλληλοι έκλεισαν τις πόρτες και κάλεσαν την αστυνομία, θεωρώντας τον ύποπτο για κλοπή. Οι αστυνομικοί έκαναν έλεγχο στο αυτοκίνητό του, ενώ ο μπασκετμπολίστας απλά ήθελε να αγοράσει ένα ρολόι. Εν τέλει, δέχθηκε τη συγγνώμη του ιδιοκτήτη του καταστήματος και έδωσε τόπο στην οργή.
Μπροστά σε αυτό που συνέβη στον Στέρλινγκ Μπράουν, ωστόσο, η υπόθεση Χένσον μοιάζει με πταίσμα. Ο γκαρντ των Μπακς, που διάβασε μαζί με τον Τζορτζ Χιλ την ανακοίνωση όλης της ομάδας για την απόφασή τους να μην κατέβει κόντρα στους Μάτζικ, έχει ανοιχτή διαμάχη με την αστυνομία του Μιλγουόκι, καθώς πριν από δυο χρόνια κατέληξε με μώλωπες στο τμήμα και επέμβαση 7 αστυνομικών για ένα παράνομο παρκάρισμα.
Ο Μπράουν, παρεμπιπτόντως γιος αστυνομικού, ξεκίνησε έναν δικαστικό αγώνα για την δικαίωσή του. Ακόμη κι όταν η πόλη του Μιλγουόκι του πρόσφερε 400.000 δολάρια (!) για να αποσύρει την αγωγη, ο 25χρονος γκαρντ αρνήθηκε και επιμένει. Ένιωσε την αστυνομική βαρβαρότητα στο πετσί του, δεν του φτάνουν ούτε οι συγγνώμες ούτε οι πειθαρχικοί έλεγχοι των αστυνομικών. Ζητά πλήρη δικαίωση και ταυτόχρονα τιμωρία όσων τον ταπείνωσαν.
Προφανώς, ήταν από τους πρώτους αθλητές που έσπευσαν να διαδηλώσουν για την αστυνομική βία μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ και σίγουρα από τους πρωταγωνιστές της ιστορικής απόφασης για τον αγώνα με το Ορλάντο…
“Τα λεφτά σας δεν θα με κάνουν να σωπάσω”
Πριν από δυο μήνες (αρχές Ιουλίου), ο Στέρλινγκ είχε εξιστορήσει το περιστατικό που συνέβη το βράδυ της 26ης Ιανουαρίου 2018, σε ένα κείμενο που ανέβηκε στο The Players’ Tribune. Ο τίτλος ήταν χαρακτηριστικός της αποφασιστικότητάς του να φτάσει την υπόθεση μέχρι το τέλος: “Τα λεφτά σας δεν με κάνουν να σωπάσουν”. Κι ο πρόλογός του, ακόμη πιο εμφατικός:
“Η πόλη του Μιλγουόκι μου πρόσφερε 400.000 δολάρια, ώστε να σωπάσω. Να μην πω ότι οι αστυνομικοί πάτησαν με το γόνατό τους πάνω στο λαιμό μου, κάθισαν πάνω στον αστράγαλό μου και με χτύπησαν με taser, σε ένα ανοιχτό πάρκινγκ. Να όμως που υπάρχει αυτό: Δεν μπορώ να μείνω σιωπηλός.
Απέρριψα την προσφορά, γιατί νιώθω υπεύθυνος να γίνω η φωνή των απλών ανθρώπων. Για να το καταφέρω, πρέπει να πω την ιστορία μου, ώστε να αρχίσει διάλογος για την αστυνομική βία και να αλλάξει, αν γίνεται, ένα διεφθαρμένο σύστημα. Είναι πολύ πιο βαθύ, πιο σοβαρό, από ένα… παράνομο παρκάρισμα”.
Ποια είναι η ιστορία του; Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, εκείνο το βράδυ, πηγαίνοντας στο σπίτι ενός φίλου του, σταμάτησε έξω από το Walgreens, μια από τις μεγαλύτερες αλυσίδες φαρμακείων στις ΗΠΑ, για να ψωνίσει κάτι. Πάρκαρε το αυτοκίνητό του στις θέσεις των ΑΜΕΑ. “Θα μπορούσα να πάω αλλού, βράδυ ήταν, το πάρκινγκ άδειο, αλλά σκέφτηκα, θα μπω και θα βγω. Τι χειρότερο να συμβεί;” σχολίασε. Βγαίνοντας, όμως, του συνέβησαν όσα δεν μπορούσε να φανταστεί.
Ένας αστυνομικός, που στην αρχή -όπως λέει ο Μπράουν- δεν αντιλήφθηκε την παρουσία του, τον είχε πλησιάσει. Η συνέχεια; “Μου ζήτησε την άδεια οδήγησης. Προσπάθησα να ανοίξω την πόρτα και με άρπαξε από πίσω. Κατάλαβα ότι δεν θα τη γλίτωνα με μια απλή κλήση. Μου είπε ‘αυτό μου ανήκει’, προσπαθώντας μάλλον να με εκφοβίσει. Του απάντησε ‘δεν σου ανήκω’ και αφού ανταλλάξαμε μερικές κουβέντες, κάλεσε μπακ απ ακόμη 6 αστυνομικών. Καθώς τους καλούσε από τον ασύρματο, τον ρώτησα ‘τι κάνεις, δώσε μου την κλήση, να τελειώνουμε’.
Ήρθαν κι οι υπόλοιποι. Μερικοί με περικύκλωσαν, άλλοι κοιτούσαν μέσα στο αυτοκίνητό μου. Έπειτα από 20 λεπτά σε βροχή και κρύο, ένας απ’ αυτούς μου είπε να βγάλω τα χέρια μου από την τσέπη, λες και δεν με έβλεπε τόση ώρα. Δεν ξέρω πως, αλλά φαίνεται ότι οι αστυνομικοί αισθάνθηκαν ότι ‘απειλούνται’, γιατί αμέσως αμέσως μετά άρχισαν να με σπρώχνουν, θέλοντας να με ρίξουν στο έδαφος”.
Ο Μπράουν περιγράφει τη σκηνή, τονίζοντας ότι ένας είχε βάλει το γόνατό του στο λαιμό, ένας άλλος είχε πατήσει τον αστράγαλό του, ενώ αυτός που τον χτύπησε με το taser, έβγαλε στην αρχή το όπλο του!
Πεσμένος στο έδαφος, σκεφτόταν πώς θα τελείωνε όλο αυτό, πότε θα πήγαινε στην οικογένειά του. “‘Άκουγα τους αστυνομικούς να ειρωνεύονται τους Μπακς, ακούγονται διάφορα στα βίντεο που αργότερα βγήκαν στη δημοσιότητα”, έγραψε. Η συνέχεια ήταν, όπως σημειώνει, ίδια με χιλιάδες μαύρους σε όλες τις ΗΠΑ. Βρέθηκε στο τμήμα, κρατούμενος, αιμορραγώντας από τα χτυπήματα των αστυνομικών.
Τα βίντεο που υπάρχουν και δημοσιεύτηκαν μετά το συμβάν (από τις ίδιες τις αστυνομικές κάμερες) επιβεβαιώνουν λίγο πολύ την ιστορία, όπως τη διηγείται ο Μπράουν. Ο αστυνομικός πράγματι λέει το “μου ανήκεις“, απαιτεί να κάνει πίσω ο… ύποπτος και άλλα γραφικά.
Σεβασμός και δικαιοσύνη
Ο Μπράουν αφέθηκε ελεύθερος την άλλη μέρα (δεν του απαγγέλθηκαν καν κατηγορίες), πήγε στην πρωινή προπόνηση των Μπακς άυπνος, αλλά ήδη είχε αποφασίσει να πάει την υπόθεση στα δικαστήρια. Δυο λέξεις τριγύριζαν στο μυαλό του: σεβασμός και δικαιοσύνη
“Αν δεν υπήρχαν τα βίντεο, κανείς δεν θα με πίστευε. Αν δεν υπήρχαν, άλλωστε, τα βίντεο με τον Τζορτζ Φλόιντ, όλοι θα υπέθεταν ότι ήταν απλά ένας ακόμη μαύρος κακοποιός που πιάστηκε από την αστυνομία. Αν δείτε το βίντεο και παρατηρήσετε πόσο απάνθρωπα έχει γονατίσει πάνω του ο αστυνομικός, ενώ ο Φλόιντ ζητάει τη μητέρα του και λίγο αέρα, θα καταλάβετε ποιος έχει το δίκιο…”, γράφει με έντονο το συναίσθημα και προσθέτει κάτι άλλο, ίσως πιο σημαντικό : “Ο αστυνομικός που ήταν μπροστά μου δεν σταμάτησε να μου λέει ότι ‘όλα είναι στην κάμερα’, σαν να με προειδοποιούσε. Σαν να μου έλεγε πόσο σάπιο είναι το σύστημα. Μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν και να μην φοβούνται τις συνέπειες”.
Ο άσος των Μπακς δεν έκανε βήμα πίσω: “Αποφάσισα να μην δεχθώ την πρόταση συμβιβασμού από την πόλη του Μιλγουόκι. Θέλω κάτι περισσότερο από τα χρήματα. Θέλω οι αστυνομικοί να δείχνουν υπεύθυνοι, ειδικά όταν περιπολούν σε γειτονιές που υποτίθεται ότι πρέπει να προστατεύουν κάθε μέρα. Κι αν σκοτώσουν, να έχουν την ίδια τιμωρία με εκείνον που θα έκανε ένα φόνο στο δρόμο”.
Θυμήθηκε και τον πατέρα του: “Ήταν αστυνομικός. Δεν είχαμε στενή σχέση, ίσως και γι’ αυτόν τον λόγο. Νιώθω όμως απεριόριστο σεβασμό απέναντί σε αυτόν και τους άλλους άνδρες που ήταν αστυνομικοί στη γειτονιά μας, γιατί έκαναν πολλά, ειδικά χωρίς τη στολή τους. Βοήθησαν την κοινότητα με το μπάσκετ, με το φούτμπολ, με προγράμματα για τη νεολαία. Τους ανθρώπους τους σέβομαι, όμως όχι τα σήματα και τις στολές τους, γι’ αυτά που αντιπροσωπεύουν”.
Η κατάχρηση εξουσίας
Σύμφωνα με τους δικηγόρους του Μπράουν, η υπόθεση θα μπορούσε να είχε λήξει, αν ο αστυνομικός επέβαλλε για το παράνομο παρκάρισμα την προβλεπόμενη κλήση των 200 δολαρίων, ίσως και τη ρυμούλκηση του αυτοκινήτου. Ο μπασκετμπολίστας των Μπακς κατέληξε στο έδαφος, χτυπημένος από taser, σαν να είχε διαπράξει το μεγαλύτερο έγκλημα. Η κατάχρηση εξουσίας από τους αστυνομικούς ήταν εμφανής. Και η βία που επέδειξαν επίσης.
Στον έλεγχο του οχήματός του βρέθηκαν μερικοί στόχοι σκοποβολής, όμως ο Μπράουν δεν οπλοφορούσε καν. Τίποτε δεν δικαιολογεί τη βιαιότητα εναντίον του, την παράνομη σύλληψη και ανάκρισή του χωρίς ένταλμα και φυσικά τα χτυπήματα στο πρόσωπο και την πλάτη του.
Σαν να μην έφτανε αυτό, από τους “ευγενείς αστυνομικούς” που συμμετείχαν στο επεισόδιο, έγιναν και σχόλια στα social media με ειρωνεία προς τον Μπράουν αλλά και άλλους παίκτες του ΝΒΑ, όπως τον Κέβιν Ντουράντ. Τόσο… έξυπνοι!
Τον Μάιο του 2018, ο διευθυντής της Αστυνομίας του Μιλγουόκι, Αλφόνσο Μοράλες, δήλωσε ότι λυπάται πάρα πολύ που το επεισόδιο πήρε αυτές τις διαστάσεις και αναγνώρισε την ανάρμοστη συμπεριφορά των αστυνομικών. Κανείς δεν τιμωρήθηκε, με εξαίρεση κάποια πρόστιμα (το μεγαλύτερη ήταν στέρηση μισθού για 15 ημέρες). Πάντως 4 μήνες αργότερα, αποτάχθηκε ο αστυνομικός Έρικ Αντράντε, ο οποίος έγραφε τα ρατσιστικά σχόλια στα social media.
Γιατί 400 χιλιάρικα;
Τον Ιούνιο του 2019, ο Μπράουν έδωσε εντολή, να προχωρήσουν οι δικηγόροι του. Μέχρι τη δίκη. Την ίδια ώρα, η πόλη του Μιλγουόκι έκανε πρόταση συμβιβασμού. Πρόσφερε 400.000 δολάρια, ώστε να μην προχωρήσει στις ενέργειές του ο μπασκετμπολίστας. Γιατί, όμως, η βοηθός του εισαγγελέα της πόλης, Ναόμι Γκέλχινγκ, έδωσε αυτό το συγκεκριμένο ποσό;
Όπως ανακάλυψαν οι δικηγόροι του Μπράουν είναι μια συνήθης τακτική της πόλης, ώστε να μην φτάνουν παρόμοιες υποθέσεις αστυνομικής βίας στο δικαστήριο. Ο Τόμας Νέλσον και η Κρίστιν Πέτερσεν δέχθηκαν συμβιβασμό 300.000 δολαρίων, όταν η αστυνομία μπήκε στο σπίτι τους χωρίς ένταλμα και τους ακινητοποίησαν, χτυπώντας με taser 3 φορές! Μια άλλη περίπτωση αφορούσε τον Τζέιμς Πακίν, ένα 17χρονο που είδε ένα αστυνομικό να μπαίνει στο σπίτι του χωρίς ένταλμα, να τον ρίχνει κάτω, να χρησιμοποιεί δυο φορές το taser και να μην τον αφήνει να ειδοποιήσει τη μητέρα του. Πήρε 168.750 δολάρια. Άλλα 210.000 δολάρια πήρε η οικογένεια θύματος που έχασε τη ζωή του, όταν κυνηγήθηκε έξω από το Wallgreeens, επειδή οι αστυνομικοί νόμιζαν ότι έκλεψε κάτι, χωρίς να είναι αλήθεια. Στη διάρκεια της καταδίωξης χτύπησε το κεφάλι του και έχασε τη ζωή του.
Όπως καταλαβαίνετε δεν είναι η πρώτη φορά που η αστυνομία του Μιλγουόκι έκανε… καοϋμποϊλίκια. Ο Μπράουν όμως δεν έχει ανάγκη τα χρήματα. Με έσοδα που αγγίζουν τα 3.000.000 ετησίως, όχι μόνο δεν έχει ανάγκη τον συμβιβασμό των 400.000, αλλά έχει και το χρήμα και τον χρόνο να δώσει τη μάχη του, ακόμη κι αν η διαδικασία είναι ατέρμονη. Υπάρχει η δίκη που λέγεται ότι θα γίνει μέχρι το τέλος του 2020, υπάρχει σίγουρα η έφεση, άρα μέχρι το 2023, απόφαση δεν θα έχει βγει.
Ο μπασκετμπολίστας όμως που την Τετάρτη πρωταγωνίστησε στην ιστορική στιγμή του ΝΒΑ και των Μπακς, δεν θέλει να σκύψει ξανά το κεφάλι. Και η φωνή του. όσο μπορεί, θα είναι πάντα δυνατή. Θα ακούγεται παντού…