Ο Σκοτ Σκάιλς έγινε ένας Ομπράντοβιτς στην Ελλάδα
Μια τρελή-τρελή ιστορία από τα τιμημένα 90s που έχει στο κέντρο τον Σκοτ Σκάιλς που προσέγγισε ο Ολυμπιακός και την αλλαγή ταυτότητας εν μία νυκτί, βρίσκοντας μάλιστα αντικαταστάτη για τον... εαυτό του!
Ο Έιντριαν Βοζνιαρόφσκι δεν ‘πέταξε’ απλώς μια φήμη στο twitter. Η πληροφορία που μετέδωσε νωρίς το απόγευμα της Πέμπτης πως άνθρωπος του Ολυμπιακού ζήτησε να ενημερωθεί για τις προθέσεις του Αμερικάνου προπονητή σ’ ενδεχόμενη πρόταση συνεργασίας, ως μόνιμου αντικαταστάτη του Ντέιβιντ Μπλατ, συνοδευόταν από την επιβεβαίωση του φημισμένου ατζέντη του Κιθ Γκλας. Μην ξεχνάς πως ο δαιμόνιος πλέον Αμερικάνος δημοσιογράφος του ESPN ήταν ο πρώτος που είχε αποκαλύψει την προσέγγιση του Παναθηναϊκού ΟΠΑΠ στον Ρικ Πιτίνο, πέρυσι τα Χριστούγεννα. Αν δεν ήταν βέβαιος για την επαφή που είχε προηγηθεί με Ολυμπιακό-Σκάιλς, δεν θα έμπαινε καν στον κόπο να ‘ξοδέψει’ την ώρα του και 41 χαρακτήρες για να γράψει κάτι που δεν θ’ αύξανε τη δημοφιλία του.
Λαμβάνουμε ως δεδομένο πια ότι ο 55χρονος κόουτς (από την κωμόπολη Λα Πορτ της Ιντιάνα) ενδιαφέρει τους Πειραιώτες και ταυτόχρονα ενδιαφέρεται για τη δουλειά. Όποια βέβαια πρόοδος θα εξαρτηθεί από τους όρους μιας ενδεχόμενης πρότασης που θα ‘ταξιδέψει’ ως τις Ηνωμένες Πολιτείες προκειμένου να εκτιμηθεί από τον παλαίμαχο πόιντ γκαρντ, συμπαίκτη του Σακίλ Ο’Νιλ για μία διετία (1992-1994) στους Ορλάντο Μάτζικ φεύγοντας αναγκαστικά για παίζει περισσότερο ο Πένι Χαρνταγουέι και πρώην κουμανταδόρο του ΠΑΟΚ – #diplis ερμηνείας, διότι την ίδια σεζόν διετέλεσε και προπονητής του στο β’ μισό.
Ο φιλόλογος και ο Αλεξόπουλος
Μην παραξενεύεσαι, συνέβη όντως τον Ιανουάριο του 1997. Η ομάδα της Θεσσαλονίκης είχε αρχίσει τη χρονιά με τον Γάλλο Μισέλ Γκομέζ στην τεχνική ηγεσία της, έναν προπονητή που έμοιαζε περισσότερο σε καθηγητή φιλολογικών στο λύκειο και λιγότερο ενέπνεε, αλλά είχε παρουσιάσει έργο τόσο στη Λιμόζ τα χρόνια των Ντακουρί-Οστρόφκι (1986-1990) όσο και στην Ορτέζ των αδερφών Γκαντού (1990-1996). Ήταν δηλαδή ‘φτασμένος’ και η πρόσληψή του είχε προκαλέσει εκείνο το καλοκαίρι τον ανάλογο ντόρο.
Τότε βασικός χρηματοδότης και ‘αφεντικό’ του ‘Δικεφάλου’ ήταν ο Λάκης Αλεξόπουλος. Ένας αν μη τι άλλο large παράγοντας, αλλά από τη φύση του παρεμβατικός και ισχυρογνώμων ως χαρακτήρας που σπανίως έριχνε νερό στο κρασί του. Τόση μεγάλη ήθελε να είναι η επιρροή στα εσωτερικά ζητήματα που σπανίως μετρούσε τα λόγια του, έχοντας (σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εποχής) φτάσει στο σημείο να κατηγορήσει τον Πρέλεβιτς ότι “δεν αξίζεις τα λεφτά που παίρνεις“. Ιεροσυλία, θα συμφωνούσες. Με αναπόφευκτη συνέπεια ο περήφανος ‘Μπάνε’ να φύγει για την Μπολόνια. Ουδείς αμφέβαλε πως ο Αλεξόπουλος είχε όραμα, ήθελε έναν ΠΑΟΚ ισχυρό, αλλά οι αλλοπρόσαλλες πρακτικές και οι απότομες αποφάσεις αντέβαιναν -πολλές φορές- στη λογική, ‘τορπιλίζοντας’ κάθε δική του γενναιόδωρη πρόθεση.
Ήρθε για… προπονητής, έγινε παίκτης
Με τον Σκοτ Σκάιλς συνέβη το εξής παράδοξο: ο Αμερικάνος πόιντ γκαρντ με ήδη μια 10ετή πορεία στο ΝΒΑ (Μπακς, Πέισερς, Μάτζικ, Μπούλετς, Σίξερς), ένα ακατάρριπτο ως σήμερα ρεκόρ 30 ασίστ σ’ έναν αγώνα την προτελευταία ημέρα του 1990, τον τίτλο του πιο βελτιωμένου παίκτη για το 1991 και παράσημο την ατάκα του Άντονι Μπούι πως “με τον Σκάιλς θα κερδίζαμε το πρωτάθλημα του ’95” εμφανίστηκε στην προετοιμασία επί γαλλικού εδάφους για να ενταχθεί στο υπόλοιπο σύνολο. Όχι όμως ως παίκτης, αλλά ως προπονητής. Αυτό τουλάχιστον είχε καταλάβει ή ήθελε να πιστεύει. Αρκεί η απολαυστικά σουρεαλιστική περιγραφή του Γιάννη Γιαννούλη (που ούτως ή άλλως έχει πολλές τρελές ιστορίες) για ν’ αντιληφθείς την παράνοια.
“Μετά το βραδινό φαγητό και καθώς επέστρεφα στο δωμάτιό μου, τον βλέπω μπροστά μου, ζητώντας μου κάτι να με ρωτήσει. – Αυτός με τα γυαλιά είναι ο πρώτος προπονητής της ομάδας; -Ναι! του απαντάω -Και γιατί ήρθα εδώ εγώ να παίξω;, με ρωτάει! Εγώ μένω σύξυλος, δεν του απαντάω τίποτα, και πάω προς το δωμάτιό μου. Το λέω όλο αυτό στον Στογιάκοβιτς, και με λέει πάρε τον ψηλό να μάθουμε τι γίνεται. Έρχεται ο Ρεντζιάς και όταν του λέω τι με είπε ο Σκάιλς, ζαλίστηκε και έσπευσε να πάρει τον μάνατζέρ τους, να μάθει τι συμβαίνει. Μετά από λίγο, με βάζει τις φωνές ο Ευθύμης, λέγοντάς μου ότι ήρθε για να παίξει. Έλα όμως που ο Σκάιλς δεν είχε ούτε καν παπούτσια μαζί του για την προπόνηση, και έψαχναν όλο το χωριό για να του βρουν“. Άνευ σχολίων, φυσικά.
Η συντριβή στο Τρεβίζο δεν είχε επιστροφή
Προφανώς ο Σκοτ Σκάιλς, παρά τα έξτρα κιλά και το παρατημένο για ένα καλοκαίρι κορμί του, αποδέχθηκε το νέο ρόλο του. Για μερικούς μήνες μόνο. Ο 34χρονος τότε πλέι μέικερ ανέπτυξε μια ανυπόφορη σχέση με τον Γκόμεζ, είχαν διαφορετική φιλοσοφία οι δυο τους πάνω στο παιχνίδι και δεν επικοινωνούσαν στο ελάχιστο. Μαύρο ο ένας, άσπρο ο άλλος, δυο αντίθετοι πόλοι που παρήγαγαν ηλεκτρικό ρεύμα στ’ αποδυτήρια. Ήταν βέβαιο πως όλη αυτή η μεταξύ τους προστριβή δεν θα έχει αίσιο τέλος. Ο Αμερικανός είχε ζητήσει να λύσει το συμβόλαιό του και φύγει από τον Δεκέμβριο, αφού ούτε στην πρέπουσα σωματική κατάσταση ήταν ούτε η καθημερινότητά του τον κάλυπτε. Όλο το κλίμα τον επηρέαζε αρνητικά. Πείσθηκε πάντως να μείνει για τους αγώνες του Κυπέλλου Κόρατς (το οποίο στο φινάλε κατέκτησε ο Άρης). Το εκτός έδρας παιχνίδι στο Τρεβίζο με την Μπενετόν, ο δεύτερος αγώνας του 85-78 στη Θεσσαλονίκη για τη φάση των 16 της διοργάνωσης, θα ήταν το ‘κύκνειο άσμα’ είτε του ενός είτε του άλλου.
Το αποτέλεσμα ήταν το χειρότερο δυνατό για την ελληνική ομάδα (84-60, αποκλεισμός, σοβαρός τραυματισμός Στογιάκοβιτς) και ο Σκάιλς των 16 πόντων (1 ασίστ, 2 λάθη καβγάδισε άλλη μία φορά με τον Γάλλο προπονητή, ο οποίος δεν του ‘χε δώσει ούτε ένα λεπτό ξεκούρασης – όπως και του Μπόνερ. Θα μάζευε τα μπογαλάκια του για ΗΠΑ, ήταν βέβαιο αυτό, αν δεν άκουγε τον Αλεξόπουλο να του προτείνει ξαφνικά τη θέση του προπονητή αντί του Γκομέζ, ο οποίος απολύθηκε την Παρασκευή 24 Ιανουαρίου, δύο ημέρες μετά το στραπάτσο στην Ιταλία.
Ο Σκάιλς πήρε αυτό που ήθελε και πέτυχε
Ήταν μια ριζοσπαστική και ρηξικέλευθη πρόταση που ιντρίγκαρε αδιανόητα τον Σκάιλς να την αποδεχθεί. Γνώριζε μέσα του πως αυτό ήθελε να κάνει, γι’ αυτό άλλωστε έλεγε πως είχε έρθει λίγους μήνες νωρίτερα, και αυτό θα υπηρετούσε τουλάχιστον ως το τέλος της περιόδου. Ούτως ή άλλως ο ώμος του ήταν ‘φθαρμένος’ και ο ίδιος δεν αισθανόταν πλέον άνετα στο παρκέ. Κυνηγούσε νέες προκλήσεις, μια πόρτα για να διαβεί στον κόσμο της προπονητικής. Η πρόσληψή του, παραμονή του αγώνα πρωταθλήματος με την ΑΕΚ, στον οποίο ήταν παίκτης-κόουτς λόγω απουσιών, συνοδεύτηκε με την ατάκα “λυπάμαι για την κατάληξη του Μισέλ Γκομέζ και την πορεία της ομάδας. Δεν έχω μιλήσει ποτέ εναντίον του, αλλά η ομάδα δεν ήταν οργανωμένη ούτε στην άμυνα ούτε στην επίθεση“.
Ο Σκάιλς είχε μόλις γίνει ένας μικρός Ομπράντοβιτς, ο οποίος σε μια νύκτα εναπόθεσε στο ερμάριο τη γυαλιστερή φόρμα του παίκτη και φόρεσε το ατσαλάκωτο κοστούμι του προπονητή. Αυτό που του ταίριαζε πλέον περισσότερο. Επέλεξε γρήγορα, αρχές του Φλεβάρη, τον Ντελ Ντεμπς ως τον αντικαταστάτη του στην περιφέρεια και, μολονότι οι συνθήκες δεν ήταν ευνοϊκές, δικαίωσε το πείραμα. Το φινάλε της κανονικής περιόδου βρήκε τον ΠΑΟΚ στην 6η θέση με ρεκόρ 15-11, αλλά ο Σκάιλς τον οδήγησε μέχρι την τρίτη της τελικής κατάταξης, χάρη στο 77-66 επί του σχεδόν διαλυμένου Παναθηναϊκού στο ΟΑΚΑ (που έφερε το 2-1 στον α’ γύρο των πλέι οφ) και τις σαρωτικές εμφανίσεις επί του Περιστερίου στους μικρούς τελικούς (3-1).
Η συνέχειά του στο χώρο, φεύγοντας από τον ΠΑΟΚ για το Φίνιξ, επιβεβαίωσε πως η δουλειά του στο ‘Παλέ’ ήταν μονάχα η αρχή ενός νήματος που ξετυλιγόταν, καθώς σε Σανς (πρώτα ως βοηθός και μετά ως πρώτος), Μπουλς, Μπακς και Μάτζικ άφησε το σημάδι του. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, όντας ένας αυταρχικός προπονητής που επιδιώκει να έχει το κουμάντο των πάντων, να μην άγεται και φέρεται από τους παίκτες. “Αυτός ο άνθρωπος είναι γεννημένος προπονητής“, είχε υποστηρίξει κάποτε ο Τζέισον Κιντ για τον Σκάιλς, ασχέτως αν από το Ορλάντο παραιτήθηκε τον Μάιο του 2016 υποστηρίζοντας ότι “δεν είμαι ο κατάλληλος γι’ αυτή τη θέση“!