Ο Ντέιβιντ Ίνγκραμ πληρωνόταν με ζεστά χιλιάρικα ακόμη και για τις εύστοχες βολές του
Το ντοκουμέντο των ετήσιων απολαβών του Ντέιβιντ Ίνγκραμ είναι μια απόδειξη πως το δολάριο έρεε άφθονο στο ελληνικό μπάσκετ. Πόσα ήταν τα χρήματα που λάμβανε ο Αμερικάνος σκόρερ από τον Ηρακλή σε... δραχμές;
Θα θεωρηθεί ενδεχομένως ασεβές, μα ο ζερβοχέρης Ντέιβιντ Ίνγκραμ (Ίνκραμ με την αμερικάνικη προφορά) αποτελούσε για το τμήμα μπάσκετ του Ηρακλή ό,τι ακριβώς ήταν -επί πολλά περισσότερα χρόνια βέβαια- ο Βασίλης Χατζηπαναγής στο ποδοσφαιρικό. Μια ξωτική μορφή που σαν τον ‘Βάσια’ πρέσβευε το αθλητικά απόκοσμο, αυτό που έπεσε ουρανοκατέβατο και έως τις ημέρες μας, τρεις δεκαετίες και βάλε αργότερα, μνημονεύεται ακόμη για τη μοναδικότητά του.
Ο Νεοϋορκέζος σούτινγκ από το Ρούσβελτ γκαρντ είχε πρωτοέρθει στη Θεσσαλονίκη στα τέλη των 80s για να ενισχύσει την προσπάθεια του ‘Γηραιού’ μονάχα στην Ευρώπη. Ωστόσο από την επόμενη χρονιά, αφότου η ΕΟΚ υποχώρησε υπό την πίεση των ισχυρών παραγόντων της εποχής επιτρέποντας την ένταξη του πρώτου ξένου στα εγχώρια ρόστερ των ομάδων της Α’ Εθνικής, μονιμοποιήθηκε στο Ιβανώφειο και για τα επόμενα τέσσερα χρόνια μετέτρεψε τα παιχνίδια της ομάδας του σε ‘one man show’.
Δεν θα πει κανείς πως κυρίως η διοίκηση Χαΐτογλου (του ‘βασιλιά’ του χαλβά) δεν πλήρωσε για να φέρει κι άλλους πρωτοκλασάτους ξένους έκτοτε. Ο Γιούρι Ζντοβτς, ο Γουόλτερ Μπέρι, ο Εξέβιερ ΜακΝτάνιελ, ο Ρόι Τάρπλεϊ και ο Μπακ Τζόνσον φόρεσαν διαδοχικά τα κυανόλευκα και άπλωσαν τα πόδια του Ηρακλή πιο πέρα από το μήκος του κρεβατιού. Μα η σύνδεση της κερκίδας με τον Ντέιβιντ Ίνγκραμ ήταν σχεδόν μυσταγωγική. Ήταν ο πρώτος μεγάλος έρωτας, μια κεραυνοβόλα έλξη που δεν έπαψε ποτέ να κρατά χώρο στο υποσυνείδητο και ως σήμερα λογίζεται ο πιο αγαπητός όλων.
Για τον Ίνγκραμ ο Ηρακλής ήταν ομολογουμένως το διαβατήριο για την Ευρώπη και καλύτερα χρήματα απ’ αυτά που έπαιρνε στις μικρές λίγκες των ΗΠΑ, διότι κατόπιν ακολούθησε η συμφωνία με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ. Έχει ομολογήσει σε συνέντευξή του ότι αρχικά “ήμουν παίκτης των 50 δολαρίων την εβδομάδα” όταν ακόμη ανήκε στους Άλμπανι Πέιτρουνς, υπό την καθοδήγηση του Φιλ Τζάκσον, και προτού έρθει στη Θεσσαλονίκη.
Μέσω του Ηρακλή αντίθετα λάνσαρε το όνομά του. Πληρώθηκε με τη σέσουλα γι’ αυτό, αφού δεν χρειάστηκε χρόνο για να πείσει για το ‘ποιόν’ του. Με 140 πόντους στα πρώτα τέσσερα παιχνίδια του τα 50 χιλιάρικα (σε δολάρια) που έλαβε αρχικά ως αμοιβή φάνταζαν ελάχιστα συγκριτικά με την αξία του. Η πρώτη εμφάνισή του στο ελληνικό πρωτάθλημα, τον Οκτώβρη του ’88, συνδυάστηκε με 35 προσωπικούς και μια νίκη επί του Φίλιππου Θεσσαλονίκης.
Όπως τον αποκωδικοποίησε στο πρόσφατο κείμενό του ο Γιάννης Φιλέρης διαλέγοντας τους 5 υπέροχους Αμερικάνους γκαρντ που ξεχώρισαν στην Ελλάδα, “ο Ίνγκραμ είχε καταπληκτικό τζαμπ-σουτ και τρομερές κινήσεις με ή χωρίς την μπάλα. Διέθετε σπουδαίο άλμα και στεκόταν στον αέρα, αποφεύγοντας τους ψηλότερους αντιπάλους. Το μεγαλύτερο προσόν του ήταν ότι σκόραρε με πολύ μεγάλα ποσοστά ευστοχίας. Συνήθως πάνω από 55%. Για έναν γκαρντ που έπαιρνε 20 και 25 σουτ σε κάθε ματς, το νούμερο είναι τεράστιο“.
Συνολικά εμφανίστηκε σε 104 αγώνες πρωταθλήματος και σημείωσε 3.501 πόντους (33.7 κατά μέσο όρο). Μεταξύ άλλων άγγιξε τους 60 πόντους, όταν σε ματς των πλέι οφ απέναντι στο Περιστέρι σταμάτησε στους 59, μετρώντας 18/25 δίποντα, 3/6 τρίποντα και 14/16 βολές! Εκείνη την ημέρα ο Γηραιός νικούσε 123-97 το Περιστέρι και προκρινόταν στα ημιτελικά του πρωταθλήματος. Στην Ευρώπη πέτυχε άλλους 1.000 πόντους σε 33 αγώνες, με κορυφαία επίδοση τους 53 εναντίον της Ρίγα.
Το συμβόλαιο των 25 εκατομμυρίων δραχμών
Φυσικά προκειμένου να μένει στον Ηρακλή ο Αμερικάνος ‘εκτελεστής’ θα έπρεπε να αμείβεται ανάλογα με τα όχι αμελητέα επιτεύγματά του. Ο πρόεδρος του Ερασιτέχνη Ηρακλή Φώτης Θέος ανακάλυψε στα αρχεία του Συλλόγου και δημοσίευσε προσωπικά το συμβόλαιο που είχε υπογράψει ο Ίνγκραμ (David… Angrum) για την μπασκετική σεζόν 1990-91.
Βάσει όρων, ο Αμερικανός επρόκειτο να λάβει:
- 120.000 δολάρια πάγιες αποδοχές πληρώνονταν σε μηνιαίες δόσεις.
- 25.000 δολάρια σε περίπτωση κατάκτησης ευρωπαϊκού εισιτηρίου.
- 5.000 δολάρια, αν ήταν στους 5 κορυφαίους ριμπάουντερ.
- 5.000 δολάρια, αν ήταν στους 5 κορυφαίους σκόρρερ.
- 5.000 δολάρια, αν ήταν στους 5 κορυφαίος παίκτες εύστοχων βολών.
- 10.000 δολάρια σε περίπτωση δύο προκρίσεων στα ευρωπαϊκά κύπελλα.
- 10.000 δολάρια ως πριμ υπογραφής.
- 10.000 δολάρια σε περίπτωση πρόκρισης από τον τρίτο γύρο ευρωπαϊκής διοργάνωσης.
Δεδομένα ο Ίνγκραμ εκπλήρωσε τους περισσότερους απ’ αυτούς τους στόχους. Διότι μολονότι έχασε τρεις φορές από τον Νίκο Γκάλη και μία από τον Ζάρκο Πάσπαλι τον τίτλο του κορυφαίου σκόρερ στην Α1, από το 1989 ως το 1992 ήταν σταθερά δεύτερος. Την ίδια στιγμή αστοχούσε σπάνια από τη γραμμή των βολών, με ποσοστό που ξεπερνούσε άγγιζε ή ξεπερνούσε το 80%.
Επίσης το 1990-91 ως τέταρτος της προηγούμενης περιόδου ο Ηρακλής συμμετείχε στο Κύπελλο Κόρατς και απέκλεισε κατά σειρά τη γερμανική Λούντβινγκσμπουργκ και τη λετονική VEF Ρίγα (πέρασε δηλαδή τους δύο πολυπόθητους γύρους), προτού αποκλειστεί στον δύσκολο όμιλο με Μπανταλόνα, Μιλούζ και Βαρέζε. Επίσης διατήρησε τη τέταρτη θέση του στην Α1 και βγήκε εκ νέου στην Ευρώπη, υποσκελίζοντας άλλους δύο αντιπάλους και μπαίνοντας στον όμιλο με αντιπάλους τη Βαγιαδολίδ του Άρβιντας Σαμπόνις, την Καντού και τη Χάποελ Τελ Αβίβ. Ήταν τότε που, όπως φάνηκε, γυάλισε στους Ισραηλινούς.
Βάσει υπολογισμών με την τότε ισοτιμία δραχμής/δολαρίου (160/1 την εντοπίσαμε), οι απολαβές του Ίνγκραμ ξεπέρασαν τα 25 εκατομμύρια δραχμές στο σύνολό τους για μία χρονιά. Τα 19.2 εκατομμύρια αφορούσαν την αδιαπραγμάτευτη αμοιβή του, επιπλέον 4 εκατομμύρια πληρώθηκε για την εξασφάλιση του ευρωπαϊκού εισιτηρίου, ακόμη 800.000 εις διπλούν γιατί ήταν μεταξύ των κορυφαίων σκόρερ και των καλύτερων από τη γραμμή του φάουλ, ενώ 1.600.000 δραχμές μια και ο Ηρακλής έφτασε ως τους ομίλους του Κόρατς.
Με ‘σημερινά λεφτά’ δε, ο Ίνγκραμ υπολογίζεται πως είχε ένα συμβόλαιο της τάξεως των 335.000 δολαρίων. Όχι ακριβής βέβαια η σύγκριση.
Το μόνο που δεν συνέβη στα χρόνια του στη Θεσσαλονίκη ήταν να εκδώσει ελληνικό διαβατήριο.