Ο Νίκολα Μιλουτίνοφ έφυγε από τον Ολυμπιακό για να πάρει Ευρωλίγκα
Μετά πέντε χρόνια στον Ολυμπιακό και αρκετές ενοχλήσεις της ΤΣΣΚΑ, ο Νίκολα Μιλουτίνοφ αποφάσισε να αλλάξει επίπεδο και να διεκδικήσει το όνειρο του.
Ο κόσμος το ‘χε τούμπανο από τον Απρίλη, αλλά το καμάρι -όπως συμβαίνει συνήθως- έπαψε να είναι κρυφό, όταν μπήκαν οι υπογραφές στα συμβόλαια. Και αυτό έγινε τις τελευταίες ώρες, ως εκ τούτου η ΤΣΣΚΑ προχώρησε στην επίσημη ανακοίνωση του Νίκολα Μιλουτίνοφ, ο οποίος φεύγει από την Ελλάδα έπειτα από 5 χρόνια -και πολλές αλλαγές συγκριτικά με αυτό που ήταν ως παίκτης και ως άνθρωπος, όταν ήλθε στη χώρα μας, για τον Ολυμπιακό.
Στις 27 του Μάη, όταν είχαν μαζευτεί πια, πολλές οι πληροφορίες που τον ήθελαν να ‘χει συμφωνήσει με την ΤΣΣΚΑ δήλωνε πως “προτεραιότητα μου είναι να επιστρέψω στις προπονήσεις και να γίνω πιο δυνατός, γιατί έχω χάσει τη φόρμα μου. Είχα και τραυματισμό μέσα στη σεζόν -στον αστράγαλο-, οπότε αυτό που με ενδιαφέρει πρωτίστως είναι να γίνω πάλι, δυνατός. Δεν σκέφτομαι ακόμα την ερχόμενη χρονιά”. Μάλλον γιατί την είχε ήδη τακτοποιήσει.
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που το τέλος μιας σεζόν τον συνέδεε με ενδιαφέρον άλλων ομάδων. Ακόμα και όταν ο Ολυμπιακός είχε οικονομικά θέματα, εκείνος διατράνωνε την πρόθεση του να μην το κουνήσει από τον Πειραιά. Όχι μόνο γιατί είχε ‘δεθεί’ με τους ‘ερυθρόλευκους’, αλλά επειδή είχε αγαπήσει τη ζωή στην Αθήνα. Είχε ομολογήσει πως την είχε λατρέψει και ότι ‘είναι η καλύτερη πόλη. Αγαπώ τα πάντα. Τον καιρό, το φαγητό, τα νησιά. Τα πάντα’. Που είχε την καλύτερη ζωή -24 ώρες το εικοσιτετράωρο.
To 2015 τον είχαν επιλέξει οι Σπερς, στο Νο26 του NBA Draft. Δεν πήγε στην τελετή, λόγω τεχνικού προβλήματος της πρεσβείας, όταν πήγε να ‘βγάλει’ βίζα. Υπήρχε και μια λυρικότητα στην επιλογή του: ως παιδί έκανε κολύμβηση και είχε ως στόχος να εκπροσωπήσει -σε αυτό το σπορ- τη χώρα του σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Δεν άντεξε όμως, το bullying ενός εκ των συναθλητών του στην πισίνα -στο Νόβι Σαντ- και εγκατέλειψε, για να δοκιμάσει το μπάσκετ. “Οι γονείς μου ήθελαν να κάνω σπορ για να αναπτυχθεί το σώμα μου σωστά”. Βλέπεις, δεν είχε απότομη ανάπτυξη. Ήταν από μικρός ψηλός και τα εκατοστά αυξάνονταν κάθε χρόνο. Στην οικογένεια δεν υπήρχαν πολλοί αθλητές, μόνο ένας θείος που ήταν τερματοφύλακας στο ποδόσφαιρο. Οι γονείς του ρώτησαν και έμαθαν πως με την κολύμβηση θα βοηθούσε το παιδί το σώμα του.
Δεν ξέρω αν θυμάσαι, αλλά και ο Τιμ Ντάνκαν ήταν κολυμβητής, ως παιδί, ώσπου ένας τυφώνας διέλυσε την πισίνα της περιοχής του -στις Παρθένες Νήσους. Δες όμως, τι ώθησε στην αλλαγή τον Μιλουτίνοφ, όπως το κατέθεσε στο ESPN, ο οποίος επίσης από την πρώτη στιγμή είχε ως είδωλο τον Βλάντε Ντίβατς.
“Κάθε φορά που έβγαινα από την πισίνα, ένα παιδί με έσπρωχνε πάλι, μέσα. Μια φορά, χτύπησα στο τοίχωμα και έσπασα το σαγόνι μου. Ήμουν 6-7, όταν συνέβη αυτό. Όταν απέκτησα πάλι, τις αισθήσεις μου δεν θυμόμουν τι είχε συμβεί. Μου είπε ο πατέρας μου. Τον ρώτησα αν μπορούσε να με γράψει στο μπάσκετ”.
Σημείωσε πως σε εκείνη την ηλικία το όνειρο του ήταν να δουλέψει σε οικοδομές που θα ‘δημιουργούσε’ ο αδελφός του, ο οποίος θα γινόταν αρχιτέκτονας. Σημείωσε και ότι ο παππούς τους δούλευε σε οικοδομές -ο πατέρας του είναι προγραμματιστής. Ως Σέρβος, o Nίκολα προφανώς και είχε το μπάσκετ στο αίμα του -όπως και το παρακολουθούσε “αλλά οι φίλοι μου έπαιζαν ποδόσφαιρο και ήθελα να είμαι μαζί τους. Ήμουν τερματοφύλακας. Μια μέρα υποτίθεται πως θα έπρεπε να είμαι στην προπόνηση της ομάδας μου στο μπάσκετ -προετοιμαζόμασταν για φιλικό αγώνα εναντίον του Ερυθρού Αστέρα και δεν ήθελα να παίξω, γιατί ήμασταν ένας μικρός σύλλογος που έπαιζε με το ‘θηρίο’. Εγώ ήμουν με τους φίλους μου και παίζαμε ποδόσφαιρο. Με ‘έπιασε’ ο κόουτς και με ανάγκασε να πάω στην προπόνηση. Ομολογώ ότι μετά το συγκεκριμένο ματς ήταν που αποφάσισα πως θα σοβαρευτώ και άρχισαν να μπαίνουν όλα τα κομμάτια στη θέση τους”.
Είχε ενθουσιαστεί με τη δυνατότητα του να παίζει εναντίον καλύτερων παικτών. “Άρχισα να ερωτεύομαι το σπορ και έκτοτε αδιαφορούσα για το ποδόσφαιρο. Έκανα περισσότερες προπονήσεις και ήμουν πιο συγκεντρωμένος. Όταν ήμουν 15, η ομάδα μου βρέθηκε στις 8 καλύτερες της Σερβίας, μαζί με τις Χέμοφαρμ, Παρτίζαν και Ερυθρό Αστέρα που ενδιαφέρθηκαν για εμένα”. Τότε ήταν που κατάλαβε πως μπορεί να κάνει επάγγελμα το μπάσκετ. Διάλεξε να πάει στο Βρσατς -και- γιατί ήταν προπονητής ο Ζάρκο Τσούροβιτς, ενώ ήξερε τον Λούκα Μίτροβιτς που ήταν στο ρόστερ.
Έφυγε από το σπίτι του για πρώτη φορά, στα 16. Η Βαλκάνια μάνα είχε τα άγχη της. Πήγε στον προπονητή και του είπε ‘σε εμπιστεύομαι και για αυτό σου δίνω το παιδί μου‘. Ο Τσούροβιτς ήξερε πως αν πίεζε τον Μιλουτίνοφ, θα έκανε κακό στο σώμα του -και τα κόκαλα του. Για αυτό και ακολούθησε συντηρητική αγωγή. Στη Χέμοφαρμ κατάλαβε πως το μπάσκετ είναι ο προορισμός του.
Όταν συνήθισε τη ζωή στο Βρσατς, έφυγε για το Βελιγράδι για να παίξει στην Παρτίζαν. “Στη Χέμοφαρμ μέναμε όλοι οι παίκτες κοντά, η πόλη ήταν μικρή και όλα τα θέματα μας λυμένα. Στο Βελιγράδι είχα διαμέρισμα και ήμουν υπεύθυνος για ό,τι με αφορούσε”. Ήταν και 18. “Ήξερα πως είχε έλθει η ώρα να κάνω το επόμενο βήμα στην καριέρα μου” και ο Ντούσκο Βουγιόσεβιτς ήταν ο κατάλληλος για να τον βοηθήσει στη μετάβαση. Έως τότε δεν είχε παίξει σε ανδρική ομάδα. Η εν λόγω είχε μέσο όρο ηλικίας κάπου στα 22. Παρ’ όλα αυτά πήρε το νταμπλ. Ο Βουγιόσεβιτς ήταν αυτός που άνοιξε το ‘μυαλό’ του Μιλουτίνοφ, μέσω των γνωστών μεθόδων που είχε (πήγαινε τους παίκτες του σε εκθέσεις ζωγραφικής, τους έδινε CD και βιβλία και στο παρκέ τους έκανε καλύτερους παίκτες). “Στα 17 το σώμα μου ήταν πολύ αδύναμο. Δεν μπορούσα να ανταγωνιστώ με άλλους ψηλούς. Ο κόουτς με πίεσε πολύ, για να δουλέψω πολύ -πολλές ώρες κάθε πρωί και το απόγευμα. Σύντομα ήταν πολύ πιο εύκολο το μπάσκετ για εμένα”. Όπως συμβαίνει σε όλα τα θέματα ψυχολογίας, πάντα πας από το 0 στο 100, πριν το γυρίσεις εκεί όπου πρέπει να είναι. Δες μια αντιαθλητική αντίδραση -του 2014.
Πίσω στην επιλογή του από τους Σπερς, οι ειδήμονες εκτιμούσαν πως αυτά που διαθέτει, ως πρώτη ύλη, μπορούν να γίνουν ‘χρυσό’ στα χέρια του Γκρεγκ Πόποβιτς. Οι πληροφορίες πάλι, από το Σαν Αντόνιο -άνθρωποι του οποίου παρακολουθούσαν διαρκώς τον Σέρβο- ήθελαν τα ‘Σπιρούνια’ να εστιάζουν στο ότι δεν είχε δουλέψει επί των φυσικών απαιτήσεων που έχει το ΝΒΑ -έβαλε μυς, αλλά δεν αύξησε την ταχύτητα ή τη διάθεση να μπαίνει στις μάχες και να τις νικάει. Τα χρόνια πέρασαν, την κλήση δεν την πήρε ποτέ για μετεγκατάσταση στο Τέξας και από ένα σημείο και έπειτα ο παίκτης έπαψε να ασχολείται με το αν θα πάει στην καλύτερη λίγκα του πλανήτη ή όχι, αφού δεν ήταν πια ο διακαής του πόθος. Επιπροσθέτως, έβγαζε μια χαρά λεφτά και στην Ευρώπη που φέτος έγιναν δυο χαρές. Για την ακρίβεια 3, όσα είναι τα εκατομμύρια δολάρια που θα πάρει για κάθε σεζόν της τριετούς συμφωνίας του με την ΤΣΣΚΑ -σύμφωνα πάντα, με τις πληροφορίες.
To 2015 ήταν που έφυγε από την Παρτίζαν για τον Ολυμπιακό. “Είχε έλθει η ώρα να κάνω το επόμενο βήμα”. Είχε προηγηθεί η πρώτη του σεζόν ως σημείο αναφοράς ομάδας, το 2014-15 όταν οι Ντέγιαν Μούσλι και Ζοφρί Λοβέρν είχαν εγκαταλείψει το Βελιγράδι και άνοιξε χώρος για να γίνει starter. Όταν ο Γιάννης Σφαιρόπουλος τον επέλεγε για να γίνει παίκτης των ‘ερυθρόλευκων’, άκουσε τα σχολιανά του. “Έλεγαν πως ήταν πολύ νέος (20), εύθραυστος και όχι έτοιμος να αγωνιστεί στην Euroleague. Εγώ ήξερα πως είναι πραγματικά ταλαντούχος και ότι μπορούσε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του υψηλότερου επιπέδου”.
Μεταξύ των προσφορών που ‘χε το καλοκαίρι του 2015 ήταν και αυτή από τον Παναθηναϊκό, στον πάγκο του οποίου καθόταν ο Σάσα Τζόρτζεβιτς. Όπως είπε ο ίδιος ο Μιλουτίνοφ, στο ηλεκτρονικό περιοδικό της ΚΑΕ Ολυμπιακός, το Δεκέμβρη του 2019 “είχα προσφορά από τον Ολυμπιακό, τον Παναθηναϊκό και κάποιες άλλες ευρωπαϊκές ομάδες. Τότε στον πάγκο του Παναθηναϊκού ήταν ο Σάσα Τζόρτζεβιτς. Έκρινα πως το καλύτερο για εμένα ήταν να υπογράψω στον Ολυμπιακό. Μίλησα με τον εκπρόσωπό μου, μου είπε τα καλύτερα για την ομάδα και για το οικογενειακό κλίμα που υπάρχει. Επίσης, ήθελα πάρα πολύ να παίξω με τον Σπανούλη και τον Πρίντεζη. Είναι τιμή μου να παίζω μαζί τους. Είδα τον εαυτό μου να ταιριάζει περισσότερο στον Ολυμπιακό και ένιωσα πως θα με βοηθούσε να βελτιώσω το παιχνίδι μου περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ομάδα”.
Ως άνθρωπος που δεν απολαμβάνει τις αλλαγές -μολονότι κατανοεί την αναγκαιότητα τους- δοκιμάστηκε και τους πρώτους μήνες στον Πειραιά. Έχει πει πως δεν θέλει να ξανανιώσει, στη ζωή του, όπως ένιωσε τους 5 πρώτους μήνες στην Ελλάδα -τους πρώτους μακριά από τη χώρα του, στη ζωή του. Προφανώς και προσαρμόστηκε και μετά λάτρεψε τη χώρα.
Αν κρίνουμε από αυτά που έκανε και σχολίασε έως αυτό το σημείο της διαδρομής του, φέτος έκρινε πως ήλθε η στιγμή για να περάσει στο επόμενο επίπεδο, δεδομένου και ότι ο στόχος του είναι να κατακτήσει την Euroleague -πάντα κατά του ιδίου το ρηθέν. Θα λάτρευε να το κάνει με τον Ολυμπιακό. Δεν έγινε. Θα προσπαθήσει να το κάνει με την ΤΣΣΚΑ, που για πρώτη φορά τον ενημέρωσε πως τον θέλει το Νοέμβριο του 2017, όταν υπέγραψε επέκταση συμβολαίου με τους ‘ερυθρόλευκους’. Το καλοκαίρι του 2019 οι Ρώσοι επανήλθαν δριμύτεροι. Έταξαν τα πάντα, ώσπου αποσύρθηκαν -αντιλαμβανόμενοι πως δεν υπάρχει τύχη, κυρίως γιατί δεν ήθελε να μετακομίσει ο παίκτης.
Στον ελεύθερο του χρόνο, του αρέσει να παίζει τένις. Θα ‘χει ενδιαφέρον να βρει ένα court -μάλλον κλειστό- στη Μόσχα. Του αρέσει και το football manager ‘αλλά με αγχώνει’.
Στον Ολυμπιακό έγινε όντως, το πέρασμα στο επόμενο επίπεδο σε ό,τι αφορά τη ψυχολογία του, το σώμα του και τον τρόπο που έμαθε να διαχειρίζεται αυτά που έχει μπροστά του σε κάθε ματς. Είχε και θέματα με τραυματισμούς (ο τελευταίος ήταν στις 20/2), αλλά δεν σταμάτησε ποτέ τη δουλειά, με τον Γιάννη Φιλέρη να εξηγεί το Γενάρη του 2019 την ιστορία του ‘Νίκο’ στον Πειραιά.
Στη Μόσχα δεν θα βρει τον Κάιλ Χάινς, ο οποίος αποφάσισε να αλλάξει ταχυδρομικό κώδικα μετά επτά χρόνια και πήγε στην Αρμάνι. Θα βρει τον Μάικ Τζέιμς, ο οποίος ανανέωσε για τρία χρόνια -μετά την απόσυρση της πρότασης που του ‘χε κάνει προ Covid-19 η Ρεάλ-, ενώ δεν αποκλείεται να βρει και τον Έκπε Γιούντο, με τις πληροφορίες του Contra.gr να αναφέρουν πως οι της ‘ομάδας του στρατού’ τον διεκδικούν εντόνως.
Ξεκάθαρα η ΤΣΣΚΑ περνά σε μια νέα εποχή, χωρίς να αλλάζουν οι απαιτήσεις, σύμφωνα με τις οποίες η πρόκριση στο Final Four της Euroleague και η κατάκτηση του τίτλου στη VTB United League είναι τα ‘δεδομένα’ -στο μυαλό των ιθυνόντων-, με τη χρονιά να κρίνεται αποτυχημένη ή επιτυχημένη από τον τίτλο στην Euroleague.