Ο Τζέιμς Γκιστ δεν είχε ανάγκη το ελληνικό διαβατήριο
Γεννήθηκε στα Άδανα της Τουρκίας, αλλά η ελληνικότητά του δεν αμφισβητείται πλέον. Η σχέση του Τζέιμς Γκιστ με τον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ ολοκληρώθηκε προτού ο χρόνος τη φθείρει.
Τα 7 χρόνια συνδυάζονται, παραδοσιακά, με τη φαγούρα. Την γκρίνια, τη μιζέρια, τα προβλήματα, την απροθυμία, την έλλειψη ενθουσιασμού. Απωθητικές συνθήκες που μοιραία οδηγούν -τις πλείστες φορές για να μην είμαστε μηδενιστές- στο τέλος μιας σχέσης.
Ουτ’ ένα από τα παραπάνω υπήρξε η αφορμή για το χωρισμό του Τζέιμς Γκιστ από τον Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ. Τα -σχεδόν- 7 χρόνια του Αμερικάνου πάουερ φόργουορντ στην ελληνική ομάδα αποτέλεσαν μοντέλο επαγγελματικής συνεργασίας, ανεξαρτήτως προπονητών (Πεδουλάκης, Αλβέρτης, Ιβάνοβιτς, Μανωλόπουλος, Τζόρτζεβιτς, Πεδουλάκης #2, Πασκουάλ, Πιτίνο) ή συνθηκών. Ένα πρότυπο ‘ερωτικής συνδιαλλαγής’ που κατέληξε στην κορύφωσή της και απλώς έκλεισε τον κύκλο της, έχοντας καλύψει μια μακρά χρονική απόσταση που ξεκίνησε από τον Δεκέμβρη του ’12 και τερμάτισε τον Ιούνη του 2019.
Το έληξαν μαζί προτού αρχίσουν ν’ αμφιβάλουν ο ένας για τον άλλον. Κυρίως η ομάδα, ως οργανισμός στο όλον του (στελέχη, προπονητές, συμπαίκτες, κερκίδα) μετά τη λιγότερο παραγωγική σεζόν του – τουλάχιστον στην Euroleague. Όλον αυτόν τον καιρό το είχαν αποφύγει τεχνηέντως. Η σχέση τους ήταν θωρακισμένη τόσο που ‘θανάσιμα’ δεν πληγώθηκε ποτέ. Μικρά ρήγματα ναι, προκλήθηκαν στον κορμό της. Παρόλα αυτά δεν λειτούργησαν αποτρεπτικά στη συνέχεια της συμβίωσής τους.
❌ Ούτε όταν το καλοκαίρι του ’14 καθυστέρησε, επικαλούμενος προσωπικό ζήτημα, να ενταχθεί στην προετοιμασία των ‘πρασίνων’, επιστρέφοντας από τις ΗΠΑ την ημέρα που άνοιγαν τα σχολεία (11/9). Τότε δήλωνε “υποχρεωμένος να ευχαριστήσω τους πάντες γιατί υπήρξε κατανόηση“.
❌ Ούτε όταν τον Απρίλη του ’15 ελέγχθηκε -για δεύτερη φορά στην καριέρα του- να έχει κάνει χρήση ινδικής κάνναβης – η πρώτη στην Παρτίζαν, χάνοντας αναγκαστικά τους τελικούς με τον Ολυμπιακό και αφήνοντας τη φροντ λάιν ‘γυμνή’, σε μια περίοδο που ο Εστέμπαν Μπατίστα ήταν τραυματίας και ο Λουκάς Μαυροκεφαλίδης τραβούσε μόνος το κουπί. Τότε, δεν ήταν κρυφό πως, οι ‘πράσινοι’ έκαναν δεύτερες σκέψεις για το συμβόλαιό του, αλλά η μείωση της ποινής από τους 8 στους 6 μήνες, σε συνδυασμό με τις διαβεβαιώσεις που έλαβαν από τον παίκτη, φρέναρε όποια πρωτοβουλία.
❌ Ούτε όταν τον Δεκέμβρη του ’16 τραυματίστηκε σοβαρά στον προσαγωγό του αριστερού ποδιού, σε παιχνίδι με τη Ρεάλ στη Μαδρίτη, με συνέπεια να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση. Από το αναπηρικό αμαξίδιο και το χειρουργείο χαμογελούσε γιατί “είναι πιο εύκολο να βρίσκεις λύσεις”. Έλειψε για 4 μήνες, αλλά επανήλθε πιο σύντομα του αναμενομένου (σε παιχνίδι με τον Απόλλωνα Πάτρας), διότι ένιωθε αναγκαίος για τους αγώνες με τη Φενέρμπαχτσε.
Ο Γκιστ, ωστόσο, είναι πια στο δρόμο για τα 33 του. Αναπόφευκτα, δεν (μπορεί να) είναι ο (26χρονος τότε) πάουερ φόργουορντ με την άσβεστη ενέργεια, τα καλοσυντηρημένα ελατήρια στα πόδια, την περίσσια δύναμη, το αγέρωχο κορμί. Σταδιακά άλλαξε θέση για ν’ ανταπεξέλθει, έπαψε ν’ απειλεί απ’ έξω, έχασε μέρος της έκρηξής του, οι κινήσεις του στο παρκέ έγιναν πιο ράθυμες. Ήταν νιος και (δεν γέρασε, αλλά) μεγάλωσε. Ο Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ όφειλε να προχωρήσει σε ανανέωση του ‘αίματος’ στη ρακέτα, δεδομένου ότι όλο το πλάνο του Αργύρη Πεδουλάκη βασίζεται στην αθλητικότητα, στην ενεργητικότητα, στη δράση. Είχε ανάγκη από μετάγγιση, να ψάξει για ‘φρέσκο αίμα’. Όπως του Τζέικομπ Ουάλι (που έχει υπογράψει ήδη) ή ενδεχομένως του Μπεν Μπέντιλ (εφόσον προχωρήσει οριστικά).
Τούτο δεν συνεπάγεται βέβαια την ‘αποκαθήλωση’ του δεύτερου μακροβιότερου ξένου στην ιστορία του ‘τριφυλλιού’, πίσω μονάχα από τον Μάικ Μπατίστ των 10 σεζόν, 9 εκ των οποίων διαδοχικές. Ομοιότητες θα κυκλώσεις πολλές στα φωτογραφικά καρέ των δύο Αμερικανών. Αν κάτι εξόφθαλμο τους διαφοροποιεί είναι οι ευρωπαϊκοί τίτλοι. Την ώρα που ο Μπατίστ πανηγύριζε έναν κανούργιο ανά διετία, ο Γκιστ κατακτούσε 5/7 πρωταθλήματα και 6/7 κύπελλα, χωρίς παράλληλα να καταγράφει συμμετοχή σε Final-4. Έπεσε, για κακή τύχη του, στην εποχή μετάβασης από την ηγεμονία του Ζέλικο Ομπράντοβιτς.
Ο Αμερικανός έμεινε στη χώρα μας 78 μήνες. Χρόνος άφθονος όχι μόνο για να νιώσει, αλλά μετατραπεί σε μια ελληνικότατη φιγούρα γεμάτη πάθος, εντός κι εκτός παρκέ. Μια φιγούρα με σφραγίδα γνησιότητας το… πελοποννησιακό όνομα (Gistopoulos) που διάλεξε για να συνοδεύει τις insta εξορμήσεις του, ζητώντας μάλιστα (πριν από 2 χρόνια) την υπηκοότητα προκειμένου να παίξει (μεταξύ σοβαρού και αστείου) στην Εθνική. Μια φιγούρα που έκανε φίλους αδερφικούς στην Αθήνα, άνοιξε το σπίτι της και ‘μεγάλωσε’ την οικογένειά της μ’ ένα γιο, δίπλα στην κόρη του.
Μια φιγούρα που αποκαλούσε Mitso τον Διαμαντίδη. Μια φιγούρα που δεν δίστασε να κινηθεί κόντρα στο ρεύμα, όταν χρειάστηκε να υπερασπιστεί διαδικτυακά τον Βασίλη Σπανούλη γνωρίζοντας τα μίση που προκαλεί στην εξέδρα, μια φιγούρα που αντέδρασε με παρρησία την ώρα που κλήθηκε ν’ ανακαλέσει δημόσια για το απρεπές σχόλιο σε ανάρτηση του Νίκου Παππά.
Μολονότι ο Αμερικανός γεννήθηκε στα Άδανα της Ανατολίας, στην αμερικανική βάση του Ιντσιρλίκ, από πατέρα στρατιωτικό που υπηρετούσε στην Air Force, μολονότι για όσο αγωνίστηκε στη Μάλαγα ‘υιοθέτησε’ το Μπουγκάρο Γκόμες Τσάβες Γκιστ, δεν ήταν άλλος από τον Γκιστόπουλο με το 14. Κι ας μην πρόλαβε να εκδώσει ακόμη διαβατήριο.