ΜΠΑΣΚΕΤ

Ο Δημήτρης Ιτούδης είναι ο προπονητής που ποτέ δεν βλέπουμε

Μέσα από τις εντελώς τρελές ιστορίες που διηγήθηκε ο Γιάννης Γιαννούλης στο Contra.gr γίνεται ξεκάθαρη η προπονητική οξυδέρκεια και η διαυγής διαχείριση κρίσεων από τον Δημήτρη Ιτούδη.

Ο Δημήτρης Ιτούδης είναι ο προπονητής που ποτέ δεν βλέπουμε
Ο Δημήτρης Ιτούδης δεν ήταν μονάχα ο βοηθός του Ζέλικο Ομπράντοβιτς, ήταν κάτι παραπάνω Eurokinissi Sports

Ποιος ξέρει ακόμα πόσες παρεμφερείς ιστορίες, όπως αυτή που ο Γιάννης Γιαννούλης είπε στη μεγάλη συνέντευξη στη Νίκη Μπάκουλη και τον Γιάννη Ζωιτό, έχει ζήσει ο Δημήτρης Ιτούδης για να μπορεί τώρα να έχει κατακτήσει ως πρώτος προπονητής δύο Κύπελλα Πρωταθλητριών με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας και να έχει ανανεώσει το συμβόλαιό του για τρία χρόνια.

Αλλά, ακόμα κι έτσι, πόσο δύσκολη, ψυχοφθόρα και επίπονη είναι αυτή η δουλειά, που τις προάλλες δήλωσε πως μόνο επειδή η ΤΣΣΚΑ κατέκτησε την Ευρωλίγκα εκείνος παρέμεινε στον πάγκο της. Ήταν, το δίχως άλλο, πρώτιστα η ανακούφιση που εμφανίστηκε στη βαθιά… μεσογειακή αγκαλιά που πήρε τον Έλληνα κόουτς ο… βόρειος Σλάβος Αντρέι Βατούτιν, μετά τον τελικό με την Αναντολού Εφές.

Η ιστορία του Γιαννούλη είναι αφοπλιστική. Προφανώς θέλει στομάχι για να αντέξεις τη λογική του Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς και ο ίδιος ο Καρδιτσιώτης δεν είχε δοκιμάσει ως τότε, ενδεχομένως, τα όρια του χαρακτήρα του. Πήρε, λοιπόν, την απόφαση να φύγει από τον Παναθηναϊκό, στον οποίο θήτευσε τη σεζόν 2001-02, την οποία μπορεί να μην τελείωσε, λόγω της ιστορίας με την απαγορευμένη ουσία, αλλά λογίζεται ως πρωταθλητής Ευρώπης, στο έπος που έκαναν οι ‘πράσινοι’ στην Μπολόνια.

Στην αρχή της σεζόν ήταν, όμως, που ο Γιαννούλης ήθελε να κόψει ρόδα μυρωμένα. Η δημοκρατία που διαλέγει ο Ομπράντοβιτς για τους περισσότερους από τους παίκτες του δεν είναι εύκολη και ο διεθνής σέντερ, των 204 εκατοστών, όπως ομολόγησε, ήταν στο τσακ να μην την αντέξει.

Ήταν εκείνο το βράδυ που πήρε την απόφαση να φύγει και ζήτησε από φίλους του να πάνε από το σπίτι του στην Αθήνα για να τον βοηθήσουν στη μετακόμιση, για Θεσσαλονίκη μεριά, όταν μίλησε στο τηλέφωνο με το δεύτερο προπονητή του Παναθηναϊκού, τον Δημήτρη Ιτούδη.

Ο οποίος, βεβαίως, στα 32 του και όντας μεταφραστής του Ομπράντοβιτς αλλά και ο υπεύθυνος του τεχνικού επιτελείου του, δεν έβρισκε ασφαλώς εύκολο να διαχειρίζεται καταστάσεις όπως αυτή. Ο Γιαννούλης τού ανακοίνωσε την ειλημμένη απόφαση και ο Ιτούδης τού υποσχέθηκε ότι θα μιλούσε με τον Ομπράντοβιτς για το θέμα του. Ο Έλληνας παίκτης ήθελε να παίζει και ο δεύτερος προπονητής του Παναθηναϊκού, πριν ακόμα φτάσει στην κατάκτηση του τρίτου Κυπέλλου Πρωταθλητριών της ένδοξης ιστορίας του, του είπε ότι αυτή, κατά βάση, είναι η συμπεριφορά του Ομπράντοβιτς στους παίκτες.

Ο Ιτούδης χειρίστηκε το ζήτημα μόνος του και, όπως είπε ο Γιαννούλης, μέχρι τις 5 το πρωί, που έφτασαν οι φίλοι του για την απαραίτητη χείρα βοηθείας, είχε αλλάξει την απόφασή του.

Την επόμενη μέρα, ο Ιτούδης τού είπε ότι δεν μίλησε καν για αυτό το θέμα στον Ομπράντοβιτς. Προφανώς, αναγνωρίζοντας τη συγκυρία, το τέταρτο έτος του στον πάγκο, ήξερε πως ο Σέρβος προπονητής, πιθανότατα, δεν θα εξέταζε την περίπτωση του Γιαννούλη υπό τη συναισθηματική σκοπιά που την εξέταζε ο αδρά πληρωμένος σέντερ. Ο Ομπράντοβιτς, υπακούοντας περισσότερο στη συνολική προπονητική φιλοσοφία του και λιγότερο στην προσωπική και συναισθηματική ηθική, το πιθανότερο να καρατομούσε τον παίκτη του.

Αυτό δεν αποδίδεται σε μία εξουσία, αλλά κυρίως στο αίσθημα του δικαίου, που έχει ο Σέρβος. Ο οποίος πλειστάκις έχει δηλώσει την αδυναμία που είχε σε παίκτες όπως ο Ισμαήλ Σάντος και ο Γιώργος Καλαϊτζής, αθλητές που είναι τα παιδιά του προπονητή.

Το ρηθέν, άλλωστε, είναι ξεκάθαρο: “Ταλαντούχος αθλητής είναι αυτός που ακούει τον προπονητή του“.

Μπορεί τώρα να μοιάζει με ανάλαφρη ιστορία, ωστόσο ο χειρισμός της, τότε, πρέπει να ήταν εξαιρετικά λεπτός για τον Ιτούδη, ο οποίος έχασε τον ύπνο του. Και που ενήργησε για την αρτιότητα της ισορροπίας της ομάδας, χωρίς να βιαστεί να κάνει θέμα κάτι που, τελικά, αποδείχθηκε ως μη γενόμενο.

Αν ο Γιαννούλης θεώρησε, έστω και λίγο, ότι ο Σέρβος προπονητής είχε εμπάθεια προς το πρόσωπό του, το ξέχασε μετά από λίγα λεπτά συμμετοχής. Και μέχρι τώρα, ο σεβασμός στο πρόσωπο του Ομπράντοβιτς, που μετά τον τελικό της Μπολόνια τον αγκάλιασε και του είπε ότι “τον επόμενο χρόνο θα προσπαθήσουμε να το κατακτήσουμε μαζί“, είναι αδιάσειστος.

Αλλά ήταν ο Ιτούδης που φρόντισε για αυτήν τη στιγμή. Ως μέρος της δουλειάς ενός προπονητή που ουδείς βλέπει και ουδείς μπορεί να εκτιμήσει, ακόμα και αν αυτή παρατίθεται σαν κομμάτι ενός μυθιστορικού λευκώματος.

Και ασφαλώς δεν ήταν η πρώτη ούτε η μόνη φορά. Ο Ιτούδης ήταν αναγκασμένος να μη νιώθει συμπάθεια ή αντιπάθεια για παίκτες που ενεργούσαν σαν πριμαντόνες, ακόμα και για συμπεριφορές που δεν ήταν συμβατές με το ρόλο του. Παρ’ όλα αυτά, μπολιάστηκε σε αυτές τις συνθήκες. Και μπόρεσε, όταν ήρθε η ώρα, να πάρει την πιο σωστή απόφαση της καριέρας του, μη θέλοντας να γίνει προπονητής του Παναθηναϊκού το 2012.

Ήταν η αντίληψη που τον οδήγησε σε αυτήν, η διορατικότητα, αυτό που αποκαλούμε αίσθηση, αλλά στην πραγματικότητα είναι το αποτέλεσμα ατέρμονης δουλειάς, για την οποία ουδείς θα του δώσει, ούτε βέβαια ο ίδιος θα απαιτήσει, μερίδιο δόξας.

Από την άλλη, τα δύο τρόπαια στη Μόσχα, ο καθολικός σεβασμός, η διαχείριση όποιων προβλημάτων του μακράν μεγαλύτερου καραβιού στο ευρωπαϊκό μπάσκετ (του μόνου, ουσιαστικά, με την εξαίρεση του Παναθηναϊκού των τελευταίων 15 ετών, που είναι μακρύτερο από το ποδοσφαιρικό), προήλθαν και από τέτοιες νύχτες και ιδανικές διπλωματικές κινήσεις.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

24MEDIA NETWORK