Ο Χουάν Κάρλος Ναβάρο είναι το αρχέτυπο της σύγχρονης ισπανικής σχολής
Η τελευταία εικοσαετία στον επαγγελματικό αθλητισμό, σχεδόν σε όλα τα σπορ, έχει σημαδευτεί από την ισπανική σχολή.
Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα υγρού στίβου της Γκουανγκτζού, στη Νότια Κορέα, το ισπανικό πόλο έζησε πιένες. Η τελευταία φορά που έγινε αυτό στη συγκεκριμένη διοργάνωση ήταν το 2005, στο Μόντρεαλ, όταν η Ουγγαρία κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στις Γυναίκες με αντίπαλο τις ΗΠΑ, αλλά οι Άντρες, έναν χρόνο μετά από το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στην Αθήνα, έχασαν από τη Σερβία-Μαυροβούνιο στον τελικό.
Βεβαίως, οι Ισπανοί έχασαν και τα 2 χρυσά μετάλλια, κατά κύριο λόγο διότι έπεσαν σε ομάδες πιο ποιοτικές ή διαβασμένες: τις ΗΠΑ, που έχουν μετατρέψει το αγώνισμα σε... μπάσκετ, σαν να μην έφτανε η δυσκολία του θεατή να το παρακολουθήσει, και την Ιταλία του μαέστρου των νοκ άουτ παιχνιδιών, Σάντρο Καμπάνια. Αλλά ήταν εκεί. Ανέβηκαν στο βάθρο.
Οι νέοι κανονισμοί, που ενθαρρύνουν την ταχύτητα, πηγαίνουν τάλε κουάλε στο παιχνίδι των Ισπανών, που στα περισσότερα ομαδικά σπορ εκτιμούν τις γρήγορες επιθέσεις. Από τον Χουάν Αντόνιο Κορμπαλάν, τον Ιγνάθιο Σολοθάμπαλ και τον Πάμπλο Λάσο στον Εμίλιο Μπουτραγκένιο και τον Χοακίν και από τους σπουδαίους ποδηλάτες, με τον Μιγκέλ Ιντουρέν ως κορωνίδα και τον Αλμπέρτο Κονταδόρ να ακολουθεί, ως τον Μανέ Εστιάρτε, τον βιονικό πολίστα των 6 Ολυμπιακών Αγώνων, υπάκουαν στο μπρίο και στην αλεγκρία, η οποία προκύπτει και από την τριβή με τις αποικίες.
Ωστόσο, ουδέποτε θεωρούνταν σχολή, όπως συμβαίνει τα τελευταία 20 χρόνια. Υπήρχε πάντα μέθοδος, όμως ο τρόπος διαφοροποιούνταν στη δομή του. Αυτό μπορεί να μην αιτιολογείται ποικιλοτρόπως, αλλά η έξαρση μοιάζει να μην προκύπτει τυχαία. Προ 20ετίας, στις 25 Ιουλίου 1999, η Ισπανία νίκησε τις ΗΠΑ με 94-87 και κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα των Νέων Ανδρών. Ήταν η διοργάνωση στην Πορτογαλία, όταν η οι μικροί της Εθνικής Ελλάδας έμοιαζαν να είναι πιο ποιοτικοί, ακόμα και από την ομάδα του 1995, που... λεηλάτησε τις υπόλοιπες ομάδες στο Παγκόσμιο Εφήβων που έγινε στην Αθήνα.
Ο Γιώργος Διαμαντόπουλος, ο Αντώνης Φώτσης και ο Λάζαρος Παπαδόπουλος, ένα υβρίδιο Βλάντε Ντίβατς και Χακίμ Ολάζουον, ήταν στην ίδια ομάδα. Κάθε ένας ξεχωριστά από τους 3 διεθνείς ήταν απίστευτα ταλαντούχος, το πρόβλημα, όμως, ήταν ότι ήθελαν από μία μπάλα ο καθένας. Τους ακολουθούσαν ο απίθανος Παναγιώτης Μαντζάνας, με αναπληρωματικό πλέι μέικερ τον Μανώλη Παπαμακάριο, ο Λάζαρος Αγαδάκος, ο Νίκος Πέττας, ο Περικλής Δορκοφίκης και ο Ανδρέας Γλυνιαδάκης, όπως επίσης και οι Χρήστος Παππάς, Γιώργος Πετρόπουλος, Παναγιώτης Υφαντής.
Το καλοκαίρι εκείνο, στους διαδρόμους της... μασονίας, η διάκριση έμοιαζε με ανάγκη. Οι Άνδρες είχαν διασυρθεί στο Ευρωμπάσκετ 1999, χάνοντας 3 ματς από Γερμανία, Τσεχία, Λιθουανία στην Ντιζόν και τα πιτσιρίκια ήταν αναμφισβήτητα μία διέξοδος για το μέλλον. Μάλιστα, είχαν αρχίσει να γίνονται και συγκρίσεις. Ο Αντώνης Φώτσης, ένας unicorn του ελληνικού μπάσκετ την εποχή εκείνη, έμπαινε στο... μπλέντερ με τον νεαρό Ρώσο Αντρέι Κιριλένκο, ενώ ο Διαμαντόπουλος είχε να 'αντιμετωπίσει' τον Ισπανό Χουάν Κάρλος Ναβάρο. Στις 20 Ιουλίου, τα διαλυτικά έφυγαν και το 'κιτσάκι' επικράτησε. Η Εθνική νίκησε με 78-68, πίσω από τους 25 πόντους του απίθανου σκόρερ της. Ο Καταλανός έμεινε στους 15. Αλλά όταν ήρθε η ώρα, ο Ναβάρο ήταν εκείνος που έδρεψε τους καρπούς των κόπων του. Και ενώ οι ματαιοδοξία και οι εφηβικές συγκρούσεις κόστισαν στην Εθνική, φέρνοντάς την 7η στη διοργάνωση μετά από τις ήττες από Κροατία και Αυστραλία, ο μέγας Ισπανός πανηγύρισε το χρυσό μετάλλιο με τη 'ρόχα'.
Μαζί του ήταν παιδιά που αργότερα θα έφτιαχναν την πιο ισχυρή εθνική ομάδα μπάσκετ των τελευταίων 20 ετών για την Ευρώπη. Ο Ραούλ Λόπες, ο Μπέρνι Ροντρίγκεθ, ο Κάρλος Καμπέθας, ο Χερμάν Γκάμπριελ, ο μπελάς που ακούει στο όνομα Φελίπε Ρέγες, και τελευταίος μα όχι έσχατος, ο αναπληρωματικός εκείνης της παγκόσμιας πρωταθλήτριας, ονόματι Πάου Γκασόλ.
Εκείνη η επιτυχία, που ήρθε έπειτα από τη 2η θέση στο Ευρωμπάσκετ της Γαλλίας για τους Ισπανούς, αποτέλεσε έμπνευση για όλα τα φάσματα του αθλητισμού. Και μπορεί ο Γκασόλ να είναι ο αναμφισβήτητος σταρ εκείνης της γενιάς, αλλά ο ισπανικός αθλητισμός 'χτίστηκε' πάνω στον Ναβάρο. Ο λόγος είναι απλός: η 'κλωνοποίηση' του 'μπόμπα' ήταν πιο εύκολη από εκείνη του δις πρωταθλητή ΝΒΑ με τους Λέικερς, το 2009 και το 2010. Ο Ναβάρο ήταν ένα παιδί που δεν γέμιζε το μάτι, λιπόσαρκο, ένας παίκτης που έπρεπε να βρει εναλλακτικούς τρόπους, ώστε να μπορεί να είναι ανταγωνιστικός στο υψηλότερο επίπεδο. Τέτοιοι αθλητές είναι συχνότεροι σε όλα τα σπορ από έναν πλαστικό σέντερ, που με τα 213 εκατοστά του μπορούσε να διαφεντεύσει το παρκέ. Και γι' αυτό, η συμπεριφορισιακή γεωγραφία του Γκασόλ με τον Ναβάρο δίνει την εντύπωση μίας ίσης σχέσης. Για σούπερ σταρ, ο Γκασόλ μοιάζει να σέβεται τον παιδικό φίλο του στον απώτατο βαθμό, με μία γλώσσα σώματος κοινή.
Η Ισπανία των 45 εκατομμυρίων, τότε, δεν είχε τη δυνατότητα να διαλέγει κατά το κέφι της τέτοιους αθλητές. Αντιθέτως, μπορούσε να επενδύσει πάνω στη διαύγεια, η οποία θα ήταν ευεργετική, αν συνδυαζόταν στο σωστό μέτρο με το ένστικτο. Ο Ναβάρο έγινε συμβολισμός. Η ικανότητα, η πονηριά, η ανεξάντλητη ενέργεια, η σωστή αντίληψη για τον χώρο και τον χρόνο, η εντυπωσιακή γνώση των πραγμάτων που μπορούσε να κάνει, έφεραν επανάσταση. Ήταν απλό και γι' αυτό πολύ δύσκολο.
Αυτά τα 20 χρόνια, που έχουν παρέλθει, στα ομαδικά σπορ βγήκαν παίκτες με το περιγραμματικό καλούπι του Ναβάρο. Είναι ο Τσάβι, που ξεμύτισε από τη Μασία, την ακαδημία της Μπαρτσελόνα, που ενσάρκωνε αυτόν τον ρόλο. Ήταν τόσο σημαντικός για το ποδόσφαιρο που έπαιξε η ομάδα, που από το 2015 όταν σταμάτησε, οι 'μπλαουγκράνα' έχασαν την επαφή τους με το τρόπαιο με τα μεγάλα αυτιά, το Champions League. Ο Τσαβιέρ Ερνάντες Κρέους υπήρξε η πλακέτα της Μπαρτσελόνα. Όποια επίθεση περνούσε από τα πόδια του, ήταν μία πράξη που συνέβαινε κάτι. Θα περιέστρεφε το κορμί του για να κερδίσει χώρο, θα έκανε τη σωστή πάσα και θα έψαχνες να βρεις κάποιο λάθος. Σειρά παιχνιδιών θα περνούσε, ώσπου να διαπιστώσεις μία λανθασμένη μεταβίβαση, σε ένα παιχνίδι υψηλού ρίσκου. Για μία ομάδα που στηριζόταν στο εξωγήινο ταλέντο ενός Αργεντινού, τον οποίο καπάρωσε από μικρή, ο Τσάβι ήταν ισοδύναμο του Λιονέλ Μέσι (μίνι υπερβολή, όχι από αυτές που καθίστανται αδίκημα) στην επιρροή που ασκούσε στο παιχνίδι της Μπαρτσελόνα.
Είναι ο πολίστας Φελίπε Περόνε Ρότσα, λίγο πιο θερμόαιμος από ό,τι έπρεπε, λόγω της βραζιλιάνικης καταγωγής του, αλλά με την ευστροφία στο παιχνίδι του, η οποία έχει επωφελήσει την Ισπανία στο πόλο Ανδρών, αλλά και η Άνα Εσπάρ, η οποία υπηρετεί στο πόλο Γυναικών την πρότυπη γνώση που άφησε ως κληροδότημα ο δαιμόνιος γκαρντ. Μία πολίστρια που δεν την αποκαλείς χαρισματική, η Εσπάρ είναι το μυστικό πίσω από την επιτυχία της Σαμπαντέλ και της εθνικής πόλο Γυναικών. Την ώρα που η Τζένιφερ Παρέχα έμοιαζε η ηγέτιδα, ενώ η Μάικα Γκαρσία ήταν και παραμένει η μεγάλη ντίβα της ισπανικής υδατοσφαίρισης, η Εσπάρ έχει εντρυφήσει στις σωστές αποφάσεις, στα σουτ που μπορούν να είναι ακριβή και να σπάνε τον ρυθμό ενός παιχνιδιού, στο πώς να βάζει το σώμα της πάνω στην αντίπαλη επιτιθέμενη. Έχει σπουδάσει το να είναι τελευταία σε άμυνα με παίκτη λιγότερο, πώς να κάνει τη σωστή πάσα και να ξεγελά την αντίπαλη άμυνα.
Αυτήν την 20ετία, οι Ισπανοί έχουν πανηγυρίσει απίθανες επιτυχίες. Κατέκτησαν το Ευρωβόλεϊ του 2007, απέναντι στους Ρώσους, ανήμερα της ήττας της μπασκετικής εθνικής από τους... Ρώσους του Ντέιβιντ Μπλατ στο Ευρωμπάσκετ στη Μαδρίτη. Στο πόλο Γυναικών, έχουν κατακτήσει χρυσό μετάλλιο σε Παγκόσμιο και Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, έχουν ένα ασημένιο μετάλλιο σε Ολυμπιακούς Αγώνες, ενώ από το 2011 η Σαμπαντέλ έχει κατακτήσει 5 φορές την Ευρωλίγκα. Οι πολίστες, από τη μεριά τους, έχουν παίξει σε 3 τελικούς και έχουν ηττηθεί, αλλά πρέπει να τους δώσεις το πλεονέκτημα της αμφιβολίας, αφού παίζουν απέναντι σε ομάδες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, που στο στυλ Ναβάρο έχουν κάνει... διδακτορικό. Στο μπάσκετ Γυναικών, αν εξαιρεθεί το χρυσό του 1993, η εθνική Ισπανίας έχει κατακτήσει μετάλλιο στα 9 από τα 10 τελευταία Ευρωμπάσκετ που έχουν γίνει, δηλαδή από το 2001 και μετά. Έχει πάρει 3 μετάλλια στα ισάριθμα τελευταία Παγκόσμια Πρωταθλήματα και ήταν επίσης 'ασημένια' στους Ολυμπιακούς Αγώνες 2016.
Δεν είναι μόνο αυτά. Μπορεί ο στίβος και η κολύμβηση να μην επιδέχονται τέτοιων τρικ, ωστόσο υπάρχει ο μηχανοκίνητος αθλητισμός, που ο Μαρκ Μάρκεθ έχει υπάρξει σεσημασμένος για συμπεριφορά στο όριο της παρανομίας, ο Φερνάντο Αλόνσο είναι παγκόσμιος πρωταθλητής της Formula 1, το 2004 και το 2005. Πρώτος ισπανικός τίτλος στο Moto GP, επί παραδείγματι, ήταν το... 1999, με τον Άλεξ Κριβίγε, ενώ οι Ισπανοί έχουν νικήσει τις τελευταίες 7 χρονιές, 6 ο Μάρκεθ και μία ο Χόρχε Λορένθο, ο οποίος είχε επικρατήσει και το 2010. Το παράδειγμα του 2016, όταν ο δεύτερος έκανε χώρο στον πρώτο, ώστε να μην αφήσει τον Βαλεντίνο Ρόσι να παίξει τις πιθανότητές του, είναι ενδεικτικό.
Και βέβαια, υπάρχει ο λελογισμένος και κορυφαίος Ισπανός αθλητής όλων των εποχών, Ράφα Ναδάλ. Στο τένις ασφαλώς και δεν υπάρχει η ασφάλεια της ομάδας, αλλά δεν θα προκαλούσε έκπληξη αν κάποιος ανέφερε πως ο περίφημος θείος Τόνι τού έδειχνε βίντεο με τη συμπεριφορά του Ναβάρο στο παρκέ. Αναρωτιέσαι, επί παραδείγματι, τι θα γινόταν στην καριέρα του αν σέρβιρε δύο δευτερόλεπτα νωρίτερα.
Ο χώρος είναι το μυστικό. Ο Ναβάρο δεν χρειαζόταν αυτό για να μείνει στην ιστορία, αλλά ήταν συναρπαστικό να τον βλέπεις να εκμεταλλεύεται κάθε εκατοστό ακόμα και στο τελευταίο δευτερόλεπτο μίας επίθεσης, όταν δεν υπήρχαν πια πιθανότητες. Αν προσπάθησαν να μάθουν κάτι στα παιδιά οι Ισπανοί, ήταν αυτό. Στερεώθηκε, έτσι, ένα παράδειγμα το οποίο ακόμα και τώρα πιστά ακολουθείται. Δεν σημαίνει αυτό ότι δεν συνετέλεσαν κι άλλοι παράγοντες στην κυριαρχία, όπως, επί παραδείγματι, το... μάζεμα αθλητών από πρώην αποικίες. Όμως, είναι δευτερευούσης σημασίας, μπροστά στην έλλειψη ταυτότητας, την οποία κάλυψε ο 39χρονος, πλέον, πρώην παίκτης της Μπαρτσελόνα.
Εκτός των τίτλων, οι Ισπανοί μπορούν να πανηγυρίζουν για στιγμές όπως το τζάμπολ του All Star Game του ΝΒΑ 2015, για το οποίο πήδηξαν ο Πάου και ο Μαρκ Γκασόλ. Δεν θα ήταν πιθανό αυτό χωρίς τον άθλο του 1999 στην Πορτογαλία.