ΜΠΑΣΚΕΤ

Ο Αλεξάνταρ Πέτροβιτς είναι κάτι περισσότερο από ‘αδερφός του Ντράζεν’

Έχει πετύχει και έχει αποτύχει εξίσου. Ενδιάμεσα όμως ο Άτσο Πέτροβιτς είχε φροντίσει να χαράξει τη δική του αυτόνομη πορεία. Ως το Παγκόσμιο Κύπελλο της Κίνας.

Ο Αλεξάνταρ Πέτροβιτς είναι κάτι περισσότερο από ‘αδερφός του Ντράζεν’
Ο Άτσο Πέτροβιτς έβαλε δύσκολα στην Εθνική ομάδα και την έμπλεξε σε περιπέτειες FIBA.COM

Φεύγοντας από την αίθουσα Τύπου του ‘Gymnasium of Youth Olympic Games Sport Park’ ο κατενθουσιασμένος Αλεξάνταρ Πέτροβιτς κάνει κάτι σπάνιο: σκύβει και ασπάζεται τον Άντερσον Βαρεζάο. Είναι ένα φιλί αντιστρόφως ανάλογο από ‘κείνο του Ιούδα. Είναι το φιλί της εκτίμησης και όχι της προδοσίας. Το σχέδιο εξουδετέρωσης της Ελλάδας έχει εκπληρωθεί και η Βραζιλία έχει προκριθεί στις καλύτερες 16 ομάδες του Παγκοσμίου.

Ένα σχέδιο που, όπως παραδέχθηκε λίγες στιγμές πριν, “κατέστρωνα έξι μήνες τώρα“. Έως το 79-78 και το δράμα της χαμένης βολής από τον Κώστα Σλούκα. Ο Άτσο Πέτροβιτς ήταν περήφανος που “ένας 40άρης έδειρε αυτόν που κέρδισε τον τίτλο του MVP“, περιγράφοντας την περίφημη άμυνα του -πιο δυνατού παίκτη στο τουρνουά- Άλεξ Γκαρσία πάνω στον Αντετοκούνμπο και δεν είχε κανέναν λόγο να ψέξει τον 20χρονο Ντίντι για το αχρείαστο φάουλ που έθεσε σε κίνδυνο τη νίκη της ‘σελεσάο’. “Δεν τον κατηγόρησε κανείς. Είναι μια ευκαιρία να ωριμάσει“, προσέθεσε μεταφέροντας την κουβέντα που είχαν τα ‘γερόντια’ με τον νεαρό στ’ αποδυτήρια. Ούτως ή άλλως το χέρι του Καμπόκλο είχε απομακρύνει την μπάλα προτού -ενδεχομένως- καταλήξει στο δίχτυ και ούτε γάτα ούτε ζημιά για τη Βραζιλία, η οποία είχε αναποδογυρίσει ένα παιχνίδι, στο 18′ του οποίου έχανε 40-23!

Δεν ήταν η πρώτη φορά

Γιατί δεν ήταν μόνο η Εθνική που σπατάλησε τη διαφορά, αλλά και η Βραζιλία που την κάλυψε. Απόρροια της διαφοράς στη φιλοσοφία και στην τακτική που ακολούθησαν μετά τα μισά της δεύτερης περιόδου, κυρίως δε αφού οι δυο μονομάχοι επέστρεψαν για το δεύτερο μέρος. “Έπρεπε να ξέρετε από το προολυμπιακό του 2016 για τα τρικς που θα χρησιμοποιήσω“, αποκρίθηκε κομπάζοντας (στην κάμερα της ΕΡΤ) ο εκλέκτορας της Βραζιλίας, θυμίζοντας πως ήταν εκείνος που είχε φράξει το δρόμο της Εθνικής για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο. Στην Κροατία τότε ως ομοσπονδιακός, είχε φροντίσει ν’ αφοπλίσει τον Γιάννη Αντετοκούνμπο (9 πόντοι, 3/14 σουτ) και ν’ αφήσει την υπογραφή του στο νικηφόρο 66-61, αν και στο μεσοδιάστημα άφησε να χαθεί διαφορά 24 πόντων.

Αντίθετα τo υπέρ του ξανά 73-68 των Κροατών στο μικρό τελικό του Ευρωμπάσκετ ’95 ήταν περισσότερο αποκύημα του αδιανόητου ρεσιτάλ του Βέλκο Μρσιτς και των Κόμαζετς-Περάσοβιτς, παρά της προσωπικής επιρροής του από τον πάγκο. Εκείνη την εποχή, στα 37 του, ήταν ακόμη ένας ‘φρέσκος’ κόουτς έχοντας αναλάβει αντί του Γιόζιπ Τζέρτζια, ως ισχυρή προσωπικότητα και υπάρχον μέλος του σταφ, όχι γιατί είχε προφτάσει να επιδείξει έργο ως πρώτος. Ούτε τη δύναμη να προβάλει αντίσταση στην εντολή αποχώρησης της αποστολής από το βάθρο προκειμένου να μην παραβρεθεί στην ανάκρουση του ύμνου των χρυσών Σέρβων. “Υπήρχε ανοικτή τηλεφωνική σύνδεση με τον Τούτζμαν και από χρονική απόσταση πλέον λέω πως ήταν λάθος“, είχε υποστηρίξει πολύ αργότερα, όταν πια οι μνήμες του πολέμου δεν ήταν νωπές.

Ευλογία θα ήταν πάντως η Εθνική να μην τον συναντά στο δρόμο της. Τον ίδιο βέβαια ούτε τότε, πόσο μάλλον στην παρούσα φάση, τον ένοιαξαν οι περιπέτειες στις οποίες έβαλε την Ελλάδα και οι συνέπειες που ενδεχομένως έχει. Όχι τουλάχιστον περισσότερο από την επιτυχία της ομάδας που. Σήμερα της Βραζιλίας. Μιας ομάδας που παρέλαβε τον Οκτώβριο του 2017 και μέσα από τη διαδικασία των προκριματικών την οδήγησε στα τελικά της Κίνας, παρέα με τις άλλες επτά ομάδες από την κοινή ζώνη της Αμερικής. Στη διάρκεια της δοκιμασίας αυτής ο Πέτροβιτς κατόρθωσε να μεταγγίσει το νέο αίμα σ’ ένα γέρικο κορμί, καθώς “με τα παράθυρα έχουμε την ευκαιρία να βάλουμε στο γήπεδο πολλά νέα παιδιά που ως τώρα δεν έπαιζαν για την Εθνική. Όλο αυτό όμως χωρίς το ρίσκο να χάσουμε αγώνες, μια και υπάρχει ποιότητα“. Άλλαζε συνεχώς πρόσωπα, αλλά στο τέλος είχε καταλήξει. Ο μόνος που δεν βρήκε χώρο στη 12άδα, απ’ όσους τουλάχιστον υπολόγιζε για καιρό, ήταν ο Ράφα Χετσμέιερ. Για “λόγους τακτικής“.

Όλο αυτό ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία για τον Αλεξάντερ Πέτροβιτς, ο οποίος για πρώτη φορά έφευγε εκτός Ευρώπης, σε μια άνευ προηγουμένου πρόκληση. Άλλη μια φορά, πριν από 7-8 χρόνια, είχε δουλέψει σε εθνικό συγκρότημα πλην της Κροατίας, δεν πήγε άσχημα με τη Βοσνία/Ερζεγοβίνη, αλλά η νίκη επί της Λιθουανίας στον πρώτο όμιλο του Ευρωμπάσκετ του 2013 δεν αρκούσε για κάτι καλύτερο από τη 13η θέση. Όπως καταλαβαίνεις το υπερατλαντικό ταξίδι στη χώρα της νότιας Αμερικής ήταν κάτι εναλλακτικό.

Ένας άλλος Πέτροβιτς

Ταυτόχρονα όμως ελκυστικό για έναν προπονητή που στις 16 Φεβρουαρίου θα εισέλθει στην έβδομη 10ετία της ζωής του. Με τον αδερφό του, τον πολυθρύλητο και ονομαστό Ντράζεν, είχαν 5.5 χρόνια διαφορά – εκείνος θα γινόταν τον Οκτώβρη 55. Όταν τον έχασε, τον Ιούνη του ’93 σ’ εκείνον το βροχερό βαυαρικό δρόμο, κόπηκε το άλλο μισό του. Δεν το έχει ξεπεράσει μέχρι σήμερα, παλεύοντας σταθερά με τον πόνο. Δεν ξεχνάει, απλώς ξεχνιέται. Όταν η μορφή του διαπερνά το μυαλό του κλαίει πότε-πότε. “Αντιμετωπίζω αυτές τις κρίσεις μ’ έναν συγκεκριμένο τρόπο. Κάθε φορά που πιέζεται η καρδιά μου, βάζω και βλέπω τους αγώνες του“, έχει πει σε συνέντευξή του, αγκαλιά τότε με τον Χάρλεϊ, ένα γκόλντεν ριτρίβερ. Τον θεωρεί λαϊκό ήρωα τον αδερφό του, όχι πως δεν είναι, αυτόν που κατέρριψε στερεότυπα, γκρέμισε τα σύνορα του τότε ανατολικού κόσμου. “Είναι φωτεινό παράδειγμα για τις γενιές των νέων σε όλον τον κόσμο. Γι’ αυτό μας λείπει τόσο πολύ“.

Έχει ομολογήσει πως οι δυο τους διέφεραν πολύ. Εξωτερικά σίγουρα, αλλά κατά βάση εσωτερικά. “Ο Ντράζεν είχε το κουμάντο του εαυτού του απ’ όταν ήταν 16 ετών“, ήταν μια πιο ισχυρή προσωπικότητα. Αναπόφευκτο ήταν ο Άτσο, αν και μεγαλύτερος, να ζει στη σκιά του αδερφό του και να επηρεάζεται. Το ίδιο αίμα κυλούσε μέσα τους, τις ίδιες σκέψεις και κουβέντες μοιράζονταν. Παρόλο που ως παίκτης της Τσιμπόνα από το 1979, στα 20 του δηλαδή, ήταν ήδη στέλεχος της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, με χάλκινο μετάλλιο στο Παγκόσμιο του 1982, ήταν -επί μόνιμης βάσης- ‘ο αδερφός του Ντράζεν’. Είχε εξίσου αξιόπιστο σουτ από την περιφέρεια, σε σημείο που μπορούσε να βάλει έξι τρίποντα στη σειρά, ήταν οργανωτικός δούλευε για το εκάστοτε σύνολο. Είτε ήταν η Πέζαρο είτε η Ράσινγκ του Λουξεμβούργου. Δεν ήταν όμως σταρ, δεν ήταν ο Ντράζεν.

Στα 32 του έγινε προπονητής, αναλαμβάνοντας μεμιάς την (ξεσπιτωμένη ευρωπαϊκά) Τσιμπόνα, εν μέσω πολέμου. Με την οποία ως παίκτης είχε αναδειχθεί Πρωταθλητής Ευρώπης δις. Είχε τελειώσει ως αθλητής, έβλεπε προοπτική, ενδεχομένως να ‘θελε ν’ αποφεύγει πια τις συγκρίσεις, προφανώς τού ταίριαζε περισσότερο η καθοδήγηση από τον πάγκο. Είχε ανεπτυγμένο το αίσθημα της πειθαρχίας, ήταν μεθοδικός, παρατηρητικός, επικοινωνιακός, μολονότι φωνακλάς, και μεταδοτικός. Θεωρεί τον εαυτό του μαθητή του Μίρκο Νόβοσελ και συνεχιστή της φιλοσοφίας του. “Δούλεψα κοντά του και ταυτιζόμαστε. Είναι σπουδαίος εργάτης, δάσκαλος και ψυχολόγος“, έχει πει περιγράφοντάς τον.

Εκείνη η στροφή που πήρε το 1991 δημιούργησε τις συνθήκες της μετάβασης και εξέλιξής του του από έναν άξιο παίκτη σ’ έναν αναγνωρισμένο προπονητή. Έναν επαγγελματία του είδους που αλλού πέτυχε κι αλλού όχι. Όπως όλοι. Με πιο πρόσφατο τον αποκλεισμό-στραπάτσο της Κροατίας από τους Ρώσους στο Ευρωμπάσκετ του 2017, πριν από το σχεδόν μοιρολατρικό συναπάντημα την Ελλάδα. Σε συλλογικό επίπεδο πήγε στη Σεβίγια, στη Βλότσλαβεκ, στη Γέιδα, στη Σκαφάτι, στην Τσεντεβίτα, στη Λιέτουβος Ρίτας. Πρόλαβε να κοουτσάρει και τον αδερφό του. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης το ’92, ως βοηθός του Πέταρ Σκάνσι. Θα το είχε κάνει και στο Ευρωμπάσκετ του ’93 – πιθανόν και στις μετέπειτα διοργανώσεις. Δεν ήταν γραφτό. Η μοίρα τούς χώρισε απότομα. Για ν’ ακολουθήσει ο καθένας το δικό του δρόμο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

24MEDIA NETWORK