Η νίκη των ‘πειρατών’ και γιατί είπε ‘όχι’ ο Παναθηναϊκός
Είκοσι χρόνια πέρασαν από τότε που οι κορυφαίες ομάδες της Ευρώπης αποσχίστηκαν από τη FIBA. Με τη βοήθεια του Κώστα Ρήγα που μετείχε σε όλες τις διεργασίες το Contra.gr, αναπλάθει το πολεμικό σκηνικό της διετίας 1999-2001 με το παρασκήνιο και κάποιες ανέκδοτες ιστορίες για την εκκίνηση της Euroleague, όπως την ξέρουμε.
Είκοσι χρόνια πριν το ευρωπαϊκό μπάσκετ περνούσε μια άλλη διάσταση. Η πλειονότητα των ομάδων που πρωταγωνιστούσαν στο υψηλότερο επίπεδο υλοποίησε την απειλή της να εγκαταλείψει τη FIBA και να δημιουργήσει τη δική της διοργάνωση, ιδρύοντας την Euroleague. Το πρωτάθλημα, δηλαδή, που στην αρχή διοργάνωνε η ULEB (η ένωση των ευρωπαϊκών λιγκών), αλλά μετεξελίχθηκε σε εταιρεία των 11 πιο ισχυρών κλαμπ της Ηπείρου.
Μια (συμπληρωμένη) 20ετία είναι ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι τότε ‘επαναστάτες’ έχουν μετατραπεί σε ‘κατεστημένο’, σίγουρα όμως η Euroleague κατάφερε να εδραιωθεί, να ξεπεράσει ακόμη και το σαμποτάζ των πρώτων ετών, χωρίς πάντως να νικήσει και ορισμένες από τις παθογένειες που τη σημάδεψαν από την πρώτη στιγμή της ίδρύσης της.
Με τη βοήθεια του Κώστα Ρήγα, για δεκαπέντε χρόνια κεντρικού υπεύθυνου διαιτησίας, θα προσπαθήσουμε να αναβιώσουμε εκείνο το πρωτοποριακό (για τον επαγγελματισμό αθλητισμό σε ολόκληρη την Ευρώπη) εγχείρημα και την ταραχώδη εκκίνησή του το καλοκαίρι του 2000.
Τα αίτια
Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 στο ευρωπαϊκό μπάσκετ είχε μια μεγάλη έκρηξη. Η Euroleague της FIBA είχε μετεξελιχθεί σε μια διοργάνωση κορυφαίου επιπέδου, με τις ομάδες πλέον να ξοδεύουν πολλά εκατομμύρια δολάρια, προσελκύοντας και αστέρια του NBA και παίζοντας, πλέον, σε μεγάλες αρένες που είχαν χτιστεί στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Υπήρχε επίσης και έντονο ενδιαφέρον από την τηλεόραση, με πολλά ευρωπαϊκά κανάλια να βλέπουν στο μπάσκετ ένα πολύ καλό τηλεοπτικό προϊόν. Ένα σπορ, άλλωστε, που έχει τάιμ-άουτ είναι ό,τι καλύτερο για διαφημίσεις χωρίς διακόπτεται η εξέλιξη και η ροή του, όπως θα συνέβαινε στο ποδόσφαιρο ή στον στίβο.
Την ίδια εποχή μεγάλοι επιχειρηματίες άρχιζαν την ενασχόλησή τους με το μπάσκετ. Στην Ιταλία η οικογένεια Μπενετόν είχε δημιουργήσει μια σπουδαία ομάδα στο Τρεβίζο, ενώ δυο μπίζνεσμεν στη Μπολόνια, ο Αλφρέντο Γκατζόλα και ο Τζιόρτζιο Σερανιόλι, βρίσκονταν στο τιμόνι των δυο αιώνιων αντιπάλων της Basket City, Βίρτους και Φορτιτούντο Μπολόνια αντίστοιχα.
Στην Ελλάδα το επαγγελματικό μπάσκετ βρισκόταν ίσως στην καλύτερη εποχή του. Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ και Ολυμπιακός ήταν κυρίαρχοι, μετρώντας από μια κούπα (και ακόμη δύο τελικούς), ενώ σε φάιναλ-φορ είχαν ακόμη εμφανιστεί ο ΠΑΟΚ (1993) και η ΑΕΚ (1998). Τις τύχες των τριών κορυφαίων ομάδων διαχειρίζονταν ο Σωκράτης Κόκκαλης, ο Παύλος Γιαννακόπουλος και ο Γιάννης Φιλίππου, τρεις από τους επιφανέστερους επιχειρηματίες της χώρας. Η κατάκτηση του τροπαίου από τη Ρεάλ το 1995 και η επιμονή της Μπαρτσελόνα να πάει επιτέλους ένα τίτλο (θα περίμενε βέβαια μέχρι το 2003), συν τη γιγάντωση της Μακάμπι δημιουργούσαν ένα σκηνικό που μέχρι τότε δεν είχαμε συνηθίσει.
Προσθέστε σε όλα αυτά και την εμφάνιση σιγά-σιγά αλλαγή στο στάτους των ομάδων της Ρωσίας και κυρίως από την ΤΣΣΚΑ, που σιγά-σιγά έφευγε από την εποχή του υπαρκτού σοσιαλισμού, για να καταλάβετε πως διαμορφωνόταν η κατάσταση.
Η FIBA δεν μπορούσε να διαχειριστεί εύκολα τη νέα εποχή, λειτουργώντας με τον τρόπο που ήξερε όλα τα χρόνια της ύπαρξής της: “Ενώ πλέον ο τζίρος είχε πλέον αυξηθεί, λόγω της ζήτησης που υπήρχε από την τηλεόραση, η διεθνής ομοσπονδία εξακολουθούσε να εμμένει σε μια πολιτική πλήρους αδιαφάνεις και ουσιαστικής υποτίμησης των σωματείων” θυμάται ο Κώστας Ρήγας, που συμμετείχε εξ αρχής στις διεργασίες.
Υπήρχε μια πολιτική που δημιουργούσε μια διαρκή ανισορροπία. Τα κλαμπ έβαζαν χρήματα, η FIBA εκμεταλλευόταν τα πάντα και απέδιδε… ψίχουλα. Χωρίς, μάλιστα, να μπορεί να δικαιολογήσει αυτά τα πενιχρά έσοδα που πρόσφερε στις ομάδες. Κάπου ο κόμπος έφτασε στο χτένι
Ρήγας: “Τα περισσότερα από τα μεγάλα σωματεία της Ευρώπης έβραζαν. Έβλεπαν να ξοδεύουν χρήματα, χωρίς να παίρνουν ούτε ένα δολάριο πίσω. Όταν ιδρύθηκε η ULEB, δηλαδή η Ένωση των λιγκών (ιδρυτικά μέλη Ιταλία, Ισπανία και Γαλλία, με τέταρτη χώρα που συμμετείχε να είναι η Ελλάδα), βρήκαν και ένα βήμα για να εκφράσουν τη γνώμη τους και την πίεση προς την FIBA, να αλλάξει γραμμή, να αυξήσει την παροχή χρήματος και να κάνει την Ευρωλίγκα ακόμη πιο ελκυστική“.
Δυο σπουδαίοι παράγοντες, ο Εντουάρτο Πορτέλα από την ισπανική λίγκα και ο μακαρίτης Τζιανλουίτζι Πορέλι από την ιταλική μπήκαν μπροστά
Ρήγας: “Αυτοί οι δυο εξέφραζαν τις ανησυχίες των κλαμπ, είχαν και ένα όραμα, ειδικά ο Πορέλι που έμοιαζε να σκέφτεται πάντα μπροστά από την εποχή του. Τότε ο Τζόρντι Μπερτομέου ήταν Γενικός Γραμματέας της λίγκας ACB. Πνευματικό παιδί του Πορτέλα“.
Το λάθος του Στάνκοβιτς
Η πρώτη πρόταση της ULEB ήταν συμβιβαστική. Ζητούσε από την ηγεσία της FIBA να δεχθεί μια ανεξάρτητη επιτροπή μέσα στους κόλπους της, η οποία θα αναλάμβανε τη διοργάνωση του κορυφαίου πρωταθλήματος. Θα είχε λόγο στην οικονομική διαχείριση, τον τρόπο διεξαγωγής, τη διαιτησία κλπ. Δεν θα έφευγε, όμως, από τους κόλπους της διεθνούς ομοσπονδίας η οποία θα συνέχιζε να είναι η διοργανώτρια αρχή.
Ρήγας:“Σε μια συνάντηση των κορυφαίων ομάδων και παραγόντων στο Μόναχο, ο Μπόρισλαβ Στάνκοβιτς έκανε ένα λάθος. Πόνταρε στο ‘διαίρει και βασίλευε’, αλλά δεν υπολόγιζε στην τελική απόφαση των σωματείων. Θα εξηγήσω τι εννοώ. Ο αείμνηστος Μπόρα ήταν ένας οραματιστής, ένας άνθρωπος που διαχειρίστηκε με επιτυχία το ευρωπαϊκό μπάσκετ για πολλά χρόνια. Είχε συμβάλει τα μέγιστα στην είσοδο των επαγγελματιών στις διεθνείς διοργανώσεις. Όμως στην συγκεκριμένη περίπτωση, έπεσε έξω. Όταν είπε στους εκπροσώπους των σωματείων, καθήστε όλο το βράδυ, συντάξτε ένα κοινό κείμενο και ‘γω θα το υπογράψω“.
Είχε συνηθίσει να κάνει αυτά ο Στάνκοβιτς. Σκεφτόταν, αυτοί είναι επιχειρηματίες, τους ενδιαφέρει πάνω απ’ όλα το συμφέρον της ομάδας τους, οπότε είναι σχεδόν αδύνατο να συμφωνήσουν. Μπορεί να ‘χε και δίκιο. Δεν ήταν όμως η φορά που ο καθένας απ’ αυτούς τους εμβληματικούς παράγοντες θα έβαζε πιο πάνω το ατομικό συμφέρον. Όχι ότι δεν έκαναν υπολογισμούς. Ήξεραν, όμως, ότι αν πράγματι η FIBA αποδεχόταν την πρόταση για μια ανεξάρτητη επιτροπή μέσα στα πλαίσια της ομοσπονδίας. Και το κέρδος θα ήταν μεγαλύτερο.
Ρήγας: “Ήταν ένα μεγάλο βράδυ, αλλά οι ιδιοκτήτες τα βρήκαν. Ήταν έτοιμοι να λειτουργήσουν έτσι, σαν μια ομάδα. Είχαν και την συμπαράσταση της ULEB. Ο Στάνκοβιτς αιφνιδιάστηκε. Δεν το περίμενε. Και μάλλον εκνευρίστηκε. Ενώ τους είχε πει ότι θα υπέγραφε ένα έγγραφο υπογεγραμμένο απ’ όλους, όταν του το παρουσίασαν απάντησε: Και ποιος σας είπε ότι θα το υπογράψω;“
Και κάπως έτσι ξεκίνησαν οι διεργασίες μεταξύ των ομάδων, που συνειδητοποίησαν ότι δεν θα μπορούσαν να συνεννοηθούν με τον Μπόρισλαβ Στάνκοβιτς, καθώς η FIBA δεν φαινόταν διατεθειμένη να παραχωρήσει το ελάχιστο. Η σκέψη να διοργανωθεί ένα ανεξάρτητο πρωτάθλημα, με την ULEB να μπαίνει μπροστά άρχισε να κυκλοφορεί ευρέως. Και να βρίσκει ολοένα και περισσότερους υποστηρικτές, έστω κι αν η απόσχιση με την FIBA έμοιαζε με ένα τεράστιο ρίσκο, αφού δεν είχε δοκιμαστεί πουθενά.
Έχουμε ένα σπόνσορα (την Telefonica)
Καλό είναι να λες φεύγω. Αλλά για να αποσχιστούν από μια διεθνή ομοσπονδία όπως αυτή του μπάσκετ τα μεγαλύτερα κλαμπ χρειάζονταν να βρουν πρώτα απ’ όλα το δέλεαρ. Δηλαδή το χρήμα.
Ρήγας: “Αυτό ήταν το βασικό μας μέλημα στο ξεκίνημα. Να βρούμε ένα ισχυρό σπόνσορα, που θα βοηθούσε τα σωματεία και να αποχωριστούν την FIBA και να δείξουν ότι λειτουργώντας αυτόνομα ήταν σε θέση να αυξήσουν τα έσοδά τους. Σε μια από τις κουβέντες που κάναμε με τους προέδρους, αν δεν κάνω λάθος ήμασταν στην Αθήνα, ο Μπερτομέου που ήδη ασχολιόταν ενεργά μαζί με τον Πορτέλα, μας λένε: ‘Έχουμε ένα μεγάλο σπόνσορα δίπλα μας. Δεν θα σας ανακοινώσουμε το όνομά του, αλλά πιστέψτε με, εγγυάται ότι θα μπει στη διοργάνωση με 35 εκατομμύρια δολάρια’, Το ποσό ήταν τεράστιο για την εποχή και δείγμα, όμως, της δυναμικής που είχε αναπτύξει το μπάσκετ“.
Η είδηση βέβαια μεταδόθηκε σε όλη την Ευρώπη. Και η FIBA άρχισε, πλέον, να ανησυχεί σοβαρά, βλέποντας ότι οι πρόεδροι των μεγαλύτερων κλαμπ δεν αστειεύονταν. Η παρέα της Βαρκελώνης δεν έκανε πλάκα. Ο πόλεμος είχε αρχίσει και για δυο χρόνια (μιλάμε για τη διετία 1999-01) ήταν αδυσώπητος, με βρώμικα κόλπα, συμφωνίες κάτω από το τραπέζι και άλλα πράγματα που ίσως να μη τα μάθουμε ποτέ.
Η Telefonica, αν και στην αρχή την ύπαρξη της αμφισβήτησαν οι πάντες, υπήρχε. Όπως υπήρχαν και τα χρήματα που θα έβαζε για τη διοργάνωση. Αυτό που δεν περίμενε ήταν ο πόλεμος που θα επακολουθούσε. Δεν ήταν άλλωστε μια τυχαία εταιρεία. Για την εποχή αποτελούσε παγκόσμια δύναμη, καθώς αποτελούσε την τρίτη σε μέγεθος εταιρεία παροχής ίντερνετ στον κόσμο, με δραστηριότητες στη Λατινική Αμερική, στην Ευρώπη και στην Αφρική στον τομέα της ψηφιακής τηλεόρασης και των κινηματογραφικών παραγωγών. Ο τζίρος της έφτανε στα 30 δισεκατομμύρια ευρώ και ήταν εισηγμένη στο χρηματιστριο.
Ρήγας: “Η εξεύρεση ενός τέτοιου χορηγού συνετέλεσε στην αξιοπιστία και το κύρος μιας νεοσύστατης διοργάνωσης. Ήταν πολύ σημαντικό να υπάρχει μια τέτοια εταιρεία, καθώς αποτέλεσε τον καταλύτη για να γίνουν οι τελικές συναντήσεις και να πέσουν οι υπογραφές“.
Ταξίδι και υπογραφές στο Σίτζες (εκτός Παναθηναϊκού)
Κάπως έτσι οι εκπρόσωποι των ομάδων βρέθηκαν να ταξιδεύουν για το Σίτζες. Μια κοσμοπολίτικη περιοχή, λίγο έξω από τη Βαρκελώνη, όπου έγινε η πρώτη μεγάλη συνάντηση με την συμμετοχή των ευρωπαϊκών συλλόγων, εμφανίστηκε το σχέδιο της Τελεφόνικα και ερρίφθη ο κύβος.
Ρήγας: “Στο αεροπλάνο θυμάμαι υπήρχε μια γενική ευφορία. Ο Θανάσης Γιαννακόπουλος, μάλιστα, δεν είχε κάτσει ήσυχος. Πήγαινε από τη μια θέση στην άλλη και μίλαγε για το πως θα θριαμβεύσει η νέα διοργάνωση, σε βάρος της FIBA κλπ, κλπ. Ήταν ακόμη ο Ολυμπιακός, η ΑΕΚ, ο ΠΑΟΚ ενώ αργότερα προστέθηκε και το Περιστέρι. Εγώ εκπροσωπούσα την ελληνική λίγκα, η υπογραφή μου, μάλιστα, εκπροσωπώντας τον ΕΣΑΚΕ, βρίσκεται στην ιδρυτική διακήρυξη της Euroleague. Όταν φτάσαμε στο Σίτζες, παρουσιάστηκε το πρότζεκτ της Telefonica και σχεδόν άπαντες συμφώνησαν να προχωρήσουν. Οι περισσότερες ομάδες έβαλαν την υπογραφή τους. Ο μόνος που επιφυλάχθηκε ήταν ο Παναθηναϊκός. Ο συγχωρεμένος Θανάσης είχε πάθει και ένα μίνι καρδιακό επεισόδιο τότε, είχε αρνηθεί, ωστόσο, να υπογράψει καθώς δεν θεωρούσε όπως έλεγε ασφαλείς τις εγγυήσεις. Στην ουσία διατηρούσε ανοιχτή γραμμή με την FIBA, περιμένοντας να ακούσει και από κει προτάσεις. Ή να του είχαν γίνει κιόλας, δεν το ξέρω“.
Πράγματι ο Παναθηναϊκός δεν έβαλε ποτέ την υπογραφή του, καθώς ο Θανάσης Γιαννακόπουλος που χειριζόταν τις διαπραγματεύσεις, λίγες μέρες αργότερα συναντιόταν με τον Γιώργο Βασιλακόπουλο (μέλος του κεντρικού Γραφείου της FIBA, τότε) και δήλωνε: “Ο Παναθηναϊκός είχε εκδηλώσει τη διαφωνία του για την Ευρωλίγκα της ULEB από την περασμένη Παρασκευή, στη Βαρκελώνη, αφού θεωρεί ότι ο Εδουάρδο Πορτέλα δεν προσφέρει την παραμικρή εγγύηση“.
Δυο-τρεις μέρες αργότερα ο Γ.Βασιλακόπουλος συναντιόταν και με τον Παύλο Γιαννακόπουλο, που επέλεγε οριστικά την πλευρά της FIBA: “Η απόφασή μας είναι οριστική και αμετάκλητη, αφού αυτό μας υπαγορεύει να κάνουμε τόσο το συμφέρον της ομάδας όσο και γενικότερα του μπάσκετ. Έχω, πάντως, την άποψη ότι οι περισσότερες ομάδες που έχουν κατακτήσει το πρωτάθλημα, εκτός από Ιταλία και Ισπανία, θα συνταχθούν με τη FIBA, αφού η ULEB δεν προσφέρει καμιά εγγύηση“,είχε δηλώσει ο αείμνηστος πρόεδρος του Παναθηναϊκού. Οι ‘πράσινοι’ είχαν αναδειχθεί στο μεταξύ πρωταθλητές Ευρώπης στη Θεσσαλονίκη (για δεύτερη φορά στην ιστορία τους) με την FIBA να παρουσιάζει επί ελληνικού εδάφους το σχέδιο της για τη… Σουπρολίγκα, την δική της δηλαδή κορυφαία διοργάνωση στην οποία έταζε για τις ομάδες λαγούς με πετραχήλια!
Πολλές ομάδες, άλλωστε, έπαιζαν σε διπλό ταμπλό. Μιλούσαν τόσο με την Euroleague όσο και με την FIBA, προσπαθώντας να εκμαιεύσουν την καλύτερη δυνατή συμφωνία. Τελικά για την πρώτη έκδοση της διοργάνωσης όπως την ξέρουμε στη σύγχρονη μορφή της δήλωσαν συμμετοχή 24 ομάδες. Οι τέσσερις ελληνικές (Ολυμπιακός, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ, Περιστέρι), οι ιταλικές Κίντερ και Φορτιτούντο Μπολόνια, Μπενετόν Τρεβίζο, Βερόνα, οι ισπανικές Ρεάλ, Μπαρτσελόνα, Εστουντιάντες, Ταού Κεράμικα, οι κροατικές Τσιμπόνα και Ζαντάρ, η λιθουανική Ζαλγκίρις Κάουνας, η βελγική Σαρλερουά, η ελβετική Λουγκάνο Σνέικς (!), η Μπούντουτσνοστ από το Μαυροβούνιο, οι Λόντον Τάουερς από την Αγγλία (του Κωστή Ζομπανάκη), οι Σκαϊλάινερς της Φρανφούρτης, η Χάποελ Ιερουσαλήμ από το Ισραήλ, η Οβαρένσε από την Πορτογαλία και μια ομάδα που δημιουργήθηκε για τις ανάγκες της διοργάνωσης. Ήταν οι Σαν Πέτερσμπουργκ Λάιονς (τα λιοντάρια της Αγίας Πετρούπολης), ιδιοκτησίας Λουτσιάνο Καπικιόνι (μεγαλομάνατζερ της εποχής) για να εκπροσωπείται η Ρωσία.
Η ΤΣΣΚΑ και η Μακάμπι, οι γαλλικές ομάδες και οι σερβικές έμειναν τελικά πιστές στη FIBA. Μαζί τους στο τέλος συντάχθηκε και ο Παναθηναϊκός.
Δέκα εκατομμύρια για την Ελλάδα (αλλά…)
Τον Ιούνιο του 2000 όλα ήταν έτοιμα για τη Γενική Συνέλευση στο Μιλάνο και λίγο αργότερα για την κλήρωση στη Θεσσαλονίκη. Έμοιαζε με ανέκδοτο, αλλά η απειλή των συλλόγων είχε γίνει πραγματικότητα. Θα έφτιαχναν το δικό τους, ανεξάρτητο από την FIBA, πρωτάθλημα.
Στο Μιλάνο έγιναν και οι πρώτες ανακοινώσεις για το μάνατζμεντ της διοργάνωσης, τους ανθρώπους δηλαδή που θα έκαναν κουμάντο στο ευρωπαϊκό μπάσκετ τα επόμενα χρόνια. Πρόεδρος αναλάμβανε ο Πορτέλα, CEO ο Τζόρντι Μπερτομέου, υπεύθυνος διαιτησίας ο Κώστας Ρήγας και μάρκετινγκ ο Αντρέα Μπασάνι (ανακοινώθηκε λίγες μέρες αργότερα).
Ρήγας: “Πέσαμε με τα μούτρα στη δουλειά. Τα 35 εκατομμύρια της Telefonica δεν ήταν ψέματα. Με βάση μάλιστα τα τότε τηλεοπτικά συμβόλαια στην Ελλάδα διαπραγματεύτηκα και κατάφερα να εξασφαλιστεί ένα ποσό 10 εκατομμυρίων ευρώ, που θα πήγαιναν στις ελληνικές ομάδες. Ένα τεράστιο νούμερο, αν αναλογιστούμε ότι όλοι άλλοι θα μοιράζονταν 25 εκατ. Ωστόσο, για μας ήταν μεγάλη επιτυχία. Αρκεί, βέβαια, να βρισκόταν και κανάλι που θα μετέδιδε τους αγώνες. Στην Ελλάδα επιβλήθηκε ένα ιδιότυπο εμπάργκο καθώς η διοργάνωση συκοφαντήθηκε όσο καμιά άλλη, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει τηλεοπτική κάλυψη. Θυμηθείτε ότι τη δεύτερη σεζόν (2001-02) ενώ είχε έρθει πλέον και ο Παναθηναϊκός, ενώ συμμετείχαν τρεις ελληνικές ομάδες στο τοπ-16, πάλι δεν μεταδίδονταν οι αγώνες, με αποτέλεσμα ο Σωκράτης Κόκκαλης να δώσει τα δικαίωματα στο TV Magic (σ.σ που μετέδωσε τους αγώνες του Ολυμπιακού από τον β’ γύρο και μετά, το τοπ-16 ενώ έδειξε και το φάιναλ-φορ στο οποίο επικράτησαν οι ‘πράσινοι’). Τελικά όταν συνειδητοποίησαν όλοι πως δεν υπήρχε άλλη διοργάνωση για να την ανταγωνιστεί, τα κανάλια επέστρεψαν“.
Η αλήθεια είναι ότι η Telefonica δεν πήρε… ούτε σεντ από την Ελλάδα. Ζητούσε 11 εκατομμύρια δολάρια στην πρώτη σεζόν (έχοντας δώσει 10 στις ομάδες) χωρίς όμως ανταπόκριση! Ίσως γι’ αυτό αποφάσισε να εγκαταλείψει τη χορηγία της στον τρίτο χρόνο της συνεργασίας της με την ULEB, δίνοντας την σκυτάλη στο Canal +.
Η διοργάνωση, ωστόσο, ξεκινούσε με ενθουσιασμό. Στην κλήρωση της Θεσσαλονίκης, ο Σωκράτης Κόκκαλης ευχόταν να δει εντός της Euroleague και τον Παναθηναϊκό: “Ελπίζω του χρόνου να είναι μαζί μας. Λυπάμαι που έφυγε από κοντά μας. Είναι κρίμα που η FIBA δεν παρακολούθησε τις εξελίξεις. Όταν είδαμε τη σοβαρότητα της προσπάθειας της ULEB, ταχθήκαμε 100% υπέρ της”.
Οι απειλές και οι διαιτητές
Δεν ήταν βέβαια εύκολο να διεξαχθεί μια τέτοια διοργάνωση. Να στηθεί από το μηδέν, να γίνει χωρίς απρόοπτα και στο τέλος να εδραιωθεί ως η κορυφαία της Ευρώπης. Οι απειλές ήταν συνεχόμενες. Θυμόμαστε ακόμη και… σχόλια του στυλ “ποια δημόσια υπηρεσία θα δώσει άδεια διεξαγωγής για αγώνα μιας πειρατικής διοργάνωσης“; Αμφισβητούσαν, δηλαδή, αν έπρεπε να δοθεί άδεια διεξαγωγής των αγώνων. Τέτοια παράνοια. Αυτοί που είχαν, βέβαια, το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν οι διαιτητές
Ρήγας: “Όταν με ρώτησαν πόσους διαιτητές μπορώ να βρω, απάντησα γύρω στους 45. Είχα μια σίγουρη μαγιά 15 Ισπανών, οι οποίοι έτσι κι αλλιώς θα σφύριζαν, αφού ήταν οι μόνοι που δεν είχαν πρόβλημα, χρειαζόμουν για κάθε εβδομάδα 36. Τελικά μού ήρθαν 80 αιτήσεις, με κάποιους βέβαια στο τέλος να μην επιμένουν λόγω της ασφυκτικής πίεσης που δέχονταν από τις ομοσπονδίες. Τελικά κατέληξα σε 54 ρέφερι και από χώρες, μάλιστα, που απειλούνταν με αποκλεισμό, όπως η δική μας, η Τουρκία, η Σερβία και άλλες. Ήταν μια μεγάλη επιτυχία, ειδικά για το ξεκίνημα, για να σταθούμε στα πόδια μας και να προχωρήσουμε“.
Η διοργάνωση ξεκινούσε οριστικά με το εναρκτήριο ματς (16/10) στη Μαδρίτη, ανάμεσα στη Ρεάλ και τον Ολυμπιακό (σκορ 75-73). Η πρώτη σεζόν θα ολοκληρωνόταν με τον 5ο τελικό των πλέι-οφ (δεν είχε φάιναλ-φορ), όταν η Κίντερ Μπολόνια του Έτορε Μεσίνα έκανε το 3-2 επί της Ταού Κεράμικα (82-74). Ο Μανού Τζινόμπιλι αναδεικνυόταν MVP.
Η FIBA συνέχιζε να ωρύεται. Να απαιτεί επιστροφή στη νομιμότητα και να στηρίζει τη δική της διοργάνωση τη Σουπρολίγκα, στην κλήρωση της οποίας ο Στάνκοβιτς, όταν ρωτήθηκε αν ήταν σωστό να μπουν οι αγώνες ίδιες ώρες με εκείνες της Ευρωλίγκας, απάντησε εκνευρισμένος: “Δεν υπάρχει αυτή η διοργάνωση. Δεν θέλω να ακούω αλλά και να λέω το όνομά της“.
Ρήγας: “Αντί, όμως, να διαλυθεί η Ευρωλίγκα καταστράφηκε η FIBA. Η εταιρεία που είχε ιδρύσει πτώχευσε. Οι ομάδες που συμμετείχαν δεν πήραν την παραμικρή οικονομική ενίσχυση, υπήρξε τεράστια δυσαρέσκεια και έτσι την επόμενη σεζόν, ήρθαν όλοι με το μέρος μας. Ο Παναθηναϊκός, η Μακάμπι, η ΤΣΣΚΑ Μόσχας, οι Γάλλοι, οι Σέρβοι. Ήταν η δεύτερη μεγάλη ήττα της FIBA, που κατάλαβε ότι έχανε, πλέον, το παιχνίδι. Εκεί ο Στάνκοβιτς αποφάσισε να αλλάξει γραμμή, να συζητήσει μαζί μας να προχωρήσει ουσιαστικά στην αναγνώριση της διοργάνωσης και να λυθούν τα τελευταία προβλήματα“.
Το πρωτάθλημα των πειρατών, εδραιώθηκε χρόνο με το χρόνο. Το πως εξελίχθηκε, τι πέτυχε, τι όχι, σε αυτή την συναρπαστική εικοσαετία θα το αναλύσουμε στο επόμενο μέρος του Countdown του Contra.gr.