Αυτά που περνά ο Μάικλ Μπίσλι δεν τα αντέχει άνθρωπος
Το Δεκέμβρη, ο Μάικ Μπίσλι είχε πει ότι ήταν πια η ώρα να τιμήσει το ταλέντο του, πως είχε νικήσει τους δαίμονες του. Σε διάστημα μικρότερο του ενός μήνα, πέθανε η μητέρα του, ο πρώτος του κόουτς και ένας φίλος του. Τα ξημερώματα έβγαλε κραυγή βοήθειας.
Υπάρχει χαοτική απόσταση, μεταξύ της θεωρίας και της πράξης. Όπως υπάρχει άβυσσος ανάμεσα στο τι ζει ο καθένας μας -πώς το αντιλαμβάνεται, πώς το διαχειρίζεται ή μέχρι πού το αντέχει- και στη βλακεία της εύκολης κριτικής/επίκρισης που ξεκινά από το 'τόσα λεφτά έχει'. Καλά, μεταξύ μας η κριτική/επίκριση για πράγματα επί των οποίων δεν έχουμε προσωπική εμπειρία, γενικά είναι αστεία/αδιάφορη και ένδειξη βαθιάς μιζέριας, αλλά ας μείνουμε στο θέμα μας: τον Μάικλ Μπίσλι και της γεμάτης πόνο, ζωής του.
Τα ξημερώματα πόσταρε αυτό που θα δεις, στο λογαριασμό του στο Instagram.
H κυρία στη φωτογραφία είναι η μητέρα του, Φατίμα, την οποία 'έχασε' πριν 68 ημέρες. Της έγραψε ' ειλικρινά έχω μισήσει τόσο πολύ, τόσους ανθρώπους από τότε που 'έφυγες'. Δεν μπορώ να διαχειριστώ το συναίσθημα του να είμαι μόνος. Δεν ξέρεις πόσο πολύ με πλήγωσες, μαμά. Ξέρω πως είναι εγωιστικό, αλλά δεν μου αρέσει που δεν είσαι πια, εδώ. Θα σε δω σύντομα. Το υπόσχομαι'.
Το 'εγωιστικό' είχε να κάνει με το γεγονός ότι η μητέρα του πέθανε έπειτα από μεγάλη ταλαιπωρία με τον καρκίνο. Αναγνωρίζει πως ξεκουράστηκε -ότι δεν ταλαιπωρείται πια, πως γλίτωσε. Την ίδια ώρα όμως, ο πόνος λιώνει την ύπαρξη του.
Πριν τέσσερις ημέρες, είχε ποστάρει αυτό.
Ο coach Artie ήταν ο άνθρωπος που όπως γράφει, έβαλε την μπάλα του μπάσκετ στα χέρια του. Σε άλλο post -το πρώτο μετά το θάνατο του μέντορα του-, του έγραψε πως τον ζηλεύει που θα δει τη μητέρα του. Του είπε και να της πει πως την αγαπά. Έγραψε και τις ημέρες που είναι μακριά με τη Φατίμα, όπως κάνει σε κάθε post μετά εκείνου για το 'αντίο'.
Από τις 23 Δεκεμβρίου συνοδεύει κάθε post με τον αριθμό της ημέρας που είναι μόνος. Το έκανε και για εκείνο του 'αντίο' που απηύθυνε στον φίλο του, Τζέιμς Λαμόντ Στιούαρτ, στις 6/1. Ο Στιούαρτ ήταν ένα από τα 6 θύματα δολοφονιών, στην Ουάσινγκτον εκείνο το σαββατοκύριακο -και μεταξύ των 19 του Γενάρη. 'Έχασε' τη ζωή του, σε ανταλλαγή πυρών. Άφησε την τελευταία πνοή στο νοσοκομείο. Ήταν εκείνος που είχε πει στον Μπίσλι να μην κλαίει για τη μητέρα του. Του υποσχέθηκε ότι δεν θα κλάψει και για εκείνον.
Ανήκει στις περιπτώσεις ανθρώπων που η απώλεια και ο πόνος ήταν μέρος της ζωής του, από όταν θυμάται τη ζωή του. Και δεν ξέρω αν ξέρεις (μακάρι να μη ξέρεις), αλλά όταν η μία απώλεια διαδέχεται την άλλη, χρειάζεται πολύ μεγάλη προσωπική δουλειά, για να μην οριστεί η ζωή σου από αυτό.
Για να μην αποφεύγεις να δεθείς με τον οποιονδήποτε (φίλο/φίλη, εραστή, συγγενή), φοβούμενος ότι η αγάπη που δίνεις είναι τελικά, προοπτική για περισσότερο πόνο -φοβούμενος πως ο αποδέκτης θα αρρωστήσει, θα πεθάνει, γενικά θα πάθει κάτι κακό, γιατί σε αυτά έχεις μάθει. Όταν φτάνεις στο σημείο να σε φοβίζει η χαρά (να μη ξέρεις πώς να τη διαχειριστείς, να μη τι θες, βέβαιος ότι θα ακολουθήσει νέο 'χτύπημα'), είναι η στιγμή που χρειάζεσαι βοήθεια.
Eνόσω του συνέβαιναν όλα αυτά, πλήθος κόσμου παρακολουθούσε -από τα 13 του- όσα έκανε εντός των τεσσάρων γραμμών του γηπέδου, αλλά και εκτός αυτών.
Ο Μπίσλι είχε χάσει τον θείο του, όταν ήταν ενός, πολλούς φίλους στην εφηβεία και τον εξάδελφο του, Στίβον στις 21/5 του 2005, από καρκίνο. “ Είχε δώσει μεγάλη μάχη” εξήγησε. Θύμισε δε, ότι “ εκεί όπου μεγαλώσαμε, ο θάνατος ήταν κάτι σύνηθες. Από ένα σημείο κι έπειτα νιώθαμε απαθείς”. Σύντομα κατάλαβε πως άλλο είναι το 'νιώθω απαθής' και τελείως άλλο το 'είμαι απαθής'.
Όταν είσαι παιδί και περνάς διάφορα, δεν καταλαβαίνεις ότι δεν είναι φυσιολογικά μέχρι να μεγαλώσεις και να συναντήσεις τύπους με διαφορετικές παραστάσεις. Δεν ήξερα πως ήμουν φτωχός, μέχρι να γίνω πλούσιος. Η μητέρα μου φρόντισε να μη μου λείπει τίποτα από τα βασικά. Και ως παιδί δεν ανησυχείς για επαύλεις ή πολυτελή αυτοκίνητα. Απλά ζεις με ό,τι σου προσφέρει η μητέρα σου, με ό,τι σου προσφέρουν οι γονείς σου.
Ο ορυμαγδός των νέων απωλειών άρχισε όταν εκείνος αποφάσισε πως πρέπει να βάλει τη ζωή του σε μια σειρά “ τρομαγμένος για όσα θα έβρισκαν τα παιδιά μου (5, 6, 7 και 8 χρόνων) στο Google, αν έκαναν αναζήτηση με το όνομα μου”, όπως είχε πει στη New York Post, στις αρχές του 2018, ως παίκτης των Νικς.
Όταν 'έχασε' τη μητέρα του, ήταν στους Λέικερς, παρέα με τον ΛεΜπρον και πρόσφερε στο σύνολο τη 'σπίθα' που ήθελε από κάποιον που σηκωνόταν από τον πάγκο. Αυτή η φάση, η δυνατότητα που 'χε να επικεντρωθεί στη δουλειά του, να τιμήσει το ταλέντο του, δεν κράτησε για πολύ.
Στις 7/2 του 2019 οι "Λιμνάνθρωποι" τον έβαλαν σε ανταλλαγή με τους Κλίπερς που τον άφησαν ελεύθερο, με τις τελευταίες πληροφορίες να τον θέλουν να επιστρέφει στην Κίνα, όπου αγωνίστηκε τις σεζόν 2015-2017.
Στη διαφωτιστική συνέντευξη στη New York Post είχε εξηγήσει πως ξέρει ότι ο κόσμος τον θεωρεί χαζό " και ότι με νοιάζουν μόνο τα πάρτι. Πως είμαι αδαής και ενοχλητικός". Αλλά δεν τον ένοιαζε, γιατί όπως εξήγησε 'πάντα αγαπούσα αυτό που ήμουν. Ποτέ δεν ήθελα να είμαι κάποιος άλλος'.
Το κίνητρο του, είχε πει, είναι η ίδια η ζωή. “Τα παιδιά μου που είναι καλά, τα σκυλιά μου που είναι ευτυχισμένα. Η αγάπη μου για το παιχνίδι, για το 'το αύριο θα είναι καλύτερο'. Λατρεύω ότι αυτό το αύριο δεν έρχεται ποτέ. Δεν μπορείς δηλαδή, να ξυπνήσεις και να πεις 'είμαι στο αύριο'. Είναι πάντα σήμερα” και πάντα υπάρχει η προοπτική για κάτι καλύτερο".
Δήλωνε βέβαιος πως δεν υπάρχει άνθρωπος σε αυτόν τον πλανήτη, που να μπορεί να τον σταματήσει από το να σκοράρει. “Και ξέρω ότι ακούγομαι αλαζόνας”. Όπως ξέρει και ότι “ από άποψη ταλέντου ανήκω στην ίδια κατηγορία με τον Κέβιν (Ντουράντ -μεγάλωσαν στην ίδια γειτονιά) και τον ΛεΜπρον. Αλλά έμπλεξα πολύ νωρίς και άφησα κακή γεύση στο στόμα των ανθρώπων”.
Τον είχαν ρωτήσει αν ένιωσε ποτέ ότι έφτασε στο συναισθηματικό ναδίρ. Στην βαθιά κατάθλιψη. Έντιμα είχε πει 'δεν είμαι σίγουρος για την πιο μοναχική στιγμή μου, γιατί είχα πολλές'. Μετά απέκτησε περισσότερες. Χειρότερες. Πιο δυσβάσταχτες. Το γεγονός ότι εκφράζει τον πόνο, τη θλίψη και την απόγνωση που νιώθει, μαρτυρά πως θέλει να ζήσει. Όπως μπορείς να διαβάσεις σε έρευνα, το 80% εξ όσων μιλούν για αυτοκτονία και απειλούν πως θα αυτοκτονήσουν βγάζουν με αυτόν τον τρόπο κραυγή για βοήθεια.
Ας ελπίσουμε ότι η αγάπη που λαμβάνει θα τον βοηθήσει να βάλει το ένα πόδι, μετά το άλλο και να κάνει το πρώτο βήμα για τη σωτηρία του -και ότι θα σταματήσει κάπου εδώ ο πόνος.
Photos: Associated Press