Από τον Μποντιρόγκα στον Νέντοβιτς στη σειρά όλοι οι Σέρβοι του Παναθηναϊκού
Πολλοί οι Βαλκάνιοι των τελευταίων 22 χρόνων στο Παναθηναϊκό, οκτώ εξ αυτών οι Σέρβοι που αγωνίστηκαν με τα πράσινα αφότου ο Ντέγιαν Μποντιρόγκα υπέγραψε το συμβόλαιό του. Εννέα πια με τον Νεμάνια Νέντοβιτς.
Συμπτωματικό ή μη, αν είναι σημαδιακό θ' αποδεχθεί στη διάρκεια του μονοετούς συμβολαίου του, η ΚΑΕ Παναθηναϊκός ανακοίνωσε τη συμφωνία με τον 'εύθραυστο' Νεμάνια Νέντοβιτς μόλις λίγες ώρες αφότου αναπόλησε την ένταξη του Ντέγιαν Μποντιρόγκα. Ο 'Ντέκι' είχε υπογράψει στο 'τριφύλλι' στις 13 Ιουνίου του 1998, ως άλλη μια τεράστια διαπραγματευτική επιτυχία που πιστώθηκε δικαιολογημένα ο Παύλος Γιαννακόπουλος, και 22 χρόνια αργότερα οι 'πράσινοι' διάλεξαν να μνημονεύσουν τη λαμπρή τετραετία του στα πράσινα μ' ένα flash back video των πιο ξεχωριστών στιγμών του την ίδια ακριβώς ημέρα που επισημοποιούσαν τον ερχομό του 29χρονου συμπατριώτη του γκαρντ - ως ελεύθερου από τη Μιλάνο.
Στη νοητή αυτή χρονική ευθεία που ενώνει τα δύο αυτά σημεία, ο Παναθηναϊκός έδειξε φανερά την προτίμησή του σε παίκτες από τη σέρβικη αγορά, ψάχνοντας κατά προτεραιότητα εκείνους που θα ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του Ζέλικο Ομπράντοβιτς - ουχί τους ακριβούς απαραίτητα. Τον Μποντιρόγκα ο 'Ζοτς' τον βρήκε στην ελληνική ομάδα, τους υπόλοιπους πέντε τούς έφερε, έχοντας πειστεί ότι αξίζουν μιας τέτοιας ευκαιρίας: να δουλέψουν μαζί του σ' ένα σύνολο που τότε διεκδικούσε τα πάντα. Κάποιοι διέπρεψαν και τον δικαίωσαν, άλλοι λύγισαν υπό το βάρος της ευθύνης και μοιραία τους ξέβρασε το κύμα. Την 'πεπατημένη' ακολούθησε ο Σάσα Τζόρτζεβιτς όταν ανέλαβε το πρότζεκτ της ελληνικής ομάδας, το καλοκαίρι του 2015. Χωρίς, σε καμία περίπτωση, ανάλογο ποσοστό επιτυχίας στους λαχνούς που τράβηξε από τη γυάλα με κλειστά τα μάτια.
Τους ψάξαμε όλους, οκτώ στο σύνολο εξαιρουμένου του Άλεκς Μάριτς που προτίμησε την εθνική Αυστραλίας, και τους τοποθετήσαμε με σειρά αξιολόγησης.
Ντέγιαν Μποντιρόγκα (1998-2002)
Μακράν ο κορυφαίος της λίστας μας. Στα 25 του δεν ήρθε ως ο ξάδερφος του Ντράζεν Πέτροβιτς, αλλά ως ο καλύτερος Ευρωπαίος (φόργουορντ ή μη, all around σίγουρα) που έπαιζε τότε στην ήπειρο. Άρχισε μάλιστα την πρώτη σεζόν του ως ο ηγέτης της χρυσής Γιουγκοσλαβίας στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του '98 στην Αθήνα. Συνδύασε τη θητεία του με την εγκαθίδρυση της 'πράσινης' κυριαρχίας, εντός και εκτός τειχών, μια κυριαρχία που αποτυπώθηκε σε τρία πρωταθλήματα, δύο ευρωπαϊκά τρόπαια, τον τίτλο του MVP στο θριαμβευτικό Final-4 της Μπολόνια και άλλες αναρίθμητες προσωπικές επιδόσεις. Ο αρχηγός ήταν παντοτινός.
Ντέγιαν Τομάσεβιτς (2005-08)
Ο σημερινός μπασκετοπαράγοντας υπήρξε για την πρώτη διετία (καθώς την τρίτη ταλαιπωρήθηκε από τη μέση του) τουλάχιστον μια εξαίσια λύση στη φροντ λάιντ του Παναθηναϊκού, κυρίως γιατί συνδύαζε την μπασκετική ευφυΐα με την πλούσια εμπειρία του από τα παρκέ. Αν και φλέρταρε πολλάκις με την ελληνική ομάδα, ήταν ήδη 32 ετών όταν επιλέχθηκε ως μπακ απ του Μάικ Μπατίστ στο ρόστερ. Κόντρα στα χρόνια, χρειαζόταν λιγότερα από 17 λεπτά ανά ματς στην Euroleague για να δίνει περισσότερους από 7 πόντους, με +60% στα δίποντα και τουλάχιστον 4 ριμπάουντ ανά συμμετοχή. Στα χρόνια του οι 'πράσινοι' κατέκτησαν τρία νταμπλ και μία φορά την ευρωκούπα, με τον ίδιο στον νικηφόρο τελικό με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας, ένα από τα πιο ξεχωριστά παιχνίδια της ιστορίας σε αυτό το επίπεδο, να έχει 16 πόντους από 6/9 σουτ εντός πεδιάς, ισοπεδώνοντας τον πολύ νεότερο και soft Ντέιβιντ Άντερσεν. Μετά πώς να μην βάλει τα χέρια του στ' αυτιά, απαιτώντας την αποθέωση;
Ζέλικο Ρέμπρατσα (1999-2001)
Γνώμη καταθέτουμε: αν η δεύτερη σεζόν του Σέρβου σέντερ ήταν ισάξια της πρώτης, όταν αναδείχθηκε MVP του Final-4 στη Θεσσαλονίκη, θα ήταν πάνω από τον Τομάσεβιτς. Στη διαδρομή ωστόσο ράγισε το γυαλί της σχέσης του με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς που τον είχε φέρει από την Τρεβίζο (γνωρίζοντάς τον από την Παρτιζάν) και... οπισθοχώρησε. Με 13.5 πόντους στο σύνολο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και δύο τρομερά παιχνίδια απέναντι σε Εφές/Μακάμπι, ο Ρέμπρατσα σημάδεψε ανεξίτηλα το δεύτερο ευρωπαϊκό των 'πράσινων', γεννώντας με την απόδοσή του την αίσθηση ότι για τα επόμενα χρόνια θα λογίζεται ως ο οδοστρωτήρας τους στη ρακέτα. Έλα όμως που η επιθυμία του να παίξει στο ΝΒΑ, 'χάκαρε το λογισμικό'. Ο Ομπράντοβιτς θεώρησε πως ο Ρέμπρατσα έχασε το μυαλό του, ο Σέρβος δεν δεχόταν τις παρατηρήσεις και η συνεργασία τους κατέληξε αρρωστημένη. Σε προπόνηση μάλιστα σχεδόν πιάστηκαν στα χέρια. Για χάρη του πρωταθλήματος έβαλαν νερό στο κρασί τους και τουλάχιστον ο Ρέμπρατσα έφυγε ως ο MVP της λίγκας, συμβάλλοντας καταλυτικά στους τελικούς με τον Ολυμπιακό, προτού πετάξει τη φανέλα στην κερκίδα αποχαιρετώντας το ΟΑΚΑ.
Μίλος Βούγιανιτς (2006-2007)
Ήταν η τελευταία προσθήκη στο ρόστερ του Παναθηναϊκού, το φθινόπωρο του 2006, γιατί ο Τόνι Ντελκ δεν ήταν εφικτό να μάθει να παίζει επιτυχημένα το πικ εν ρολ στα 'γεράματα'. Αποδείχθηκε πως ο Ομπράντοβιτς έπραξε σωστά που τον έβαλε στην εξίσωση της περιφέρειας και οι Γιαννακόπουλοι που τον πλήρωσαν, καθώς στην τελική ευθεία της μοναδικής χρονιάς του στο 'τριφύλλι' είχε ειδικό και κυρίως κομβικό ρόλο. Αρκεί ν' αναφέρουμε πως στα δύο ματς του Final-4 της Αθήνας πέτυχε 20 πόντους στο σύνολο, ευστοχώντας στον τελικό με την ΤΣΣΚΑ σε καθεμιά από τις 9 βολές που κλήθηκε να εκτελέσει. Ο πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης το 2004 είχε μετατραπεί σ' ένα σημαντικό συμπληρωματικό εργαλείο που ανταμείφθηκε με το νταμπλ εντός των συνόρων. Πιστεύει ότι θα συνέχιζε, πολύ πιθανό, αν ο Παναθηναϊκός δεν πήγαινε στις οικονομικές υπερβάσεις με τον Σπανούλη, που γύρισε από το ΝΒΑ, και τον Γιασικεβίτσιους.
Μίροσλαβ Ραντούλιτσα (2015-2016)
Εκλεκτός του Σάσα Τζορτζεβιτς, στα 27 του υποτίθεται πως ο φοβιστικός στην όψη Σέρβος σέντερ θα ήταν ένας πολιορκητικός κριός του Παναθηναϊκού και ο άξονας λειτουργίας μέσα από τη ρακέτα. Επιθετικά, χάρη στην τεχνική και την εξαιρετική επαφή του με το αντίπαλο καλάθι, δεν ήταν καθόλου μακριά απ' αυτό, με διψήφιο αριθμό πόντων σε Euroleague και πρωτάθλημα. Ωστόσο λόγω του θεόρατου κορμιού του ήταν τρομερά αργός στις αλλαγές, έχανε τις φάσεις και κατέληγε να γίνεται 'μαύρη τρύπα' στα μετόπισθεν. Με τον Αργύρη Πεδουλάκη στα ηνία, παραγκωνίστηκε, για να παίζει ο Παπαγιάννης, και το μέλλον του ήταν πια προδιαγεγραμμένο.
Μιλένκο Τέπιτς (2009-2011)
Λίγα τα παιχνίδια του, παρόλο που, αναπάντεχα, έκλεισε μια διετία στον Παναθηναϊκό και γι' αυτό κερδίζει κάποια παραπάνω credits. Ο Ομπράντοβιτς περίμενε την αγωνιστική εκτόξευσή του, αλλά ο θησαυρός αποδείχθηκε άνθρακας με τον δίμετρο κόμπο γκαρντ, ο οποίος ήταν παίκτης με πολύ χαμηλό ταβάνι. Λίγα τα καλά ματς που θα θυμηθεί κανείς από τον Τέπιτς, ίσως και κανένα, παρόλα αυτά κατέκτησε δύο πρωταθλήματα και το ευρωπαϊκό στη Βαρκελώνη το 2011.
Όγκνιεν Κούζμιτς (2015-2016)
Η σύντομη θητεία του στον Παναθηναϊκό τέλειωσε παράλληλα μ' αυτήν του Σάσα Τζόρτζεβιτς, ο οποίος τον είχε φέρει στην Αθήνα. Ήταν πιο ευέλικτος από τον Ραντούλιτσα, όχι ανάλογα βαρύς, αλλά πολύ πιο άτεχνος με συνέπεια να μην είναι ισορροπημένος ως μια ολοκληρωμένη μπασκετική φιγούρα και αναμφίβολα όχι όσο ωφέλιμος θα έπρεπε για το υπόλοιπο σύνολο.
Ντούσαν Κέτσμαν (2008-2009)
Παράσημο για τον Σέρβο φόργουορντ το τρόπαιο του 2009 στο Βερολίνο, ως μέλος του πληρέστερου ρόστερ στην ιστορία του Παναθηναϊκού. Σε μια άλλη περίσταση ή διαφορετική συγκυρία ίσως θα κέρδιζε περισσότερο χρόνο. Δεν χώρεσε ποτέ όμως στο πλάνο του 'Ζοτς' και τα 7 δευτερόλεπτα στον ημιτελικό με τον Ολυμπιακό αντανακλούν σε μεγάλο βαθμό την αναιμική παρουσία του στο 'τριφύλλι'. Περισσότεροι πόντοι του οι 7!
Σε λίγους μήνες θα επανέλθουμε, για να κατατάξουμε και τον Νεμάνια Νέντοβιτς σε αυτούς.