ΜΠΑΣΚΕΤ

ΑΕΚ και Έλληνες γκολκίπερ: Ιστορίες με δόξα, χρήμα, αδικίες και αντιφάσεις

Με αφορμή την ενδεχόμενη απόκτηση του Αντώνη Τσιφτσή, το SPORT24 "σκαλίζει" τη σχέση της ΑΕΚ με τους Έλληνες τερματοφύλακες κατά την 8ετία της "επιστροφής".

ΑΕΚ και Έλληνες γκολκίπερ: Ιστορίες με δόξα, χρήμα, αδικίες και αντιφάσεις
eurokinissi

Από το 2013 κι εντεύθεν, όταν ο διακόπτης γύρισε προς την πλευρά που κάποτε φάνταζε ως καταστροφή αλλά επί της ουσίας επρόκειτο για λύτρωση, η ΑΕΚ άρχισε να προσπαθεί μέσα από το σκοτεινό τούνελ των χαμηλότερων κατηγοριών να αναζητεί τους ήρωες που θα εμφάνιζε ως πρωταγωνιστές όταν θα αντίκριζε ξανά το φως.

Ανάμεσά τους και οι Έλληνες γκολκίπερς που επιχείρησε να αναδείξει, κάποιοι εκ των οποίων τη δικαίωσαν (με έμμεσο ή άμεσο τρόπο) και άλλοι που δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες. Βέβαια, μέσα από μια τέτοια διαδικασία, είναι απίθανο να σου “καθίσουν” όλα όπως τα θέλεις.

Σημασία έχει το να προσπαθείς και η ΑΕΚ έχει την επιθυμία να συνεχίσει προς αυτή την κατεύθυνση, ασχέτως με το ότι φαίνεται πλέον να βρίσκει στα γάντια του Αυστριακού Τσίτσαν Στάνκοβιτς, την ασφάλεια που επιζητούσε.

Το ενδιαφέρον για τον Αντώνη Τσιφτσή του Αστέρα Τρίπολης καταδεικνύει του λόγου το αληθές. Η προσπάθεια εύρεσης και επένδυσης σε γηγενείς τερματοφύλακες συνεχίζεται αδιάκοπα, σε συνέχεια αυτού που η ομάδα ξεκίνησε το μακρινό πια καλοκαίρι του 2013, όταν προχώρησε στη σύναψη συμφωνίας με τους Ηλία Βούρα και Φώτη Καραγκιολίδη.

Ο πρώτος είχε αποκτηθεί με υψηλότερες προσδοκίες, υπήρχαν δημοσιεύματα εκείνης της περιόδου που ταξίδευαν στο μέλλον και έκαναν λόγο για τον μελλοντικό τερματοφύλακα της Εθνικής Ελλάδας. Υπερβολές ασφαλώς…

Ο Βούρας έκανε όλα κι όλα 15 ματς στη Γ’ Εθνική και ακόμα 5 στη Β’ με την ΑΕΚ, ενώ δεν αγωνίστηκε ποτέ μαζί της στη μεγάλη κατηγορία. Σταμάτησε το ποδόσφαιρο σε ηλικία μόλις 32 ετών το 2020, παίζοντας με τη φανέλα της Τριγλίας ΠΟ από τη Χαλκιδική.

Ο δε Καραγκιολίδης που έπαιξε περίπου τα ίδια ματς με τον Βούρα στην Ένωση, έκανε καλύτερη καριέρα σε Β’ και Γ’ Εθνική ενώ παραμένει ενεργός στον Αστέρα Βλαχιώτη.

Ο αδικημένος Ανέστης και το μεγάλο όφελος από τον Μπάρκα

Με την απόκτηση του Γιάννη Ανέστη, η ΑΕΚ βρήκε τον βασικό τερματοφύλακα της Β’ Εθνικής, όμως στην πορεία αποδείχτηκε αρκετά πιο ικανός από αυτή την κατάσταση. Αν και το καλοκαίρι του 2015, με την επιστροφή της στη μεγάλη κατηγορία, η Ένωση προχώρησε στην απόκτηση του «Κοντορεβιθούλη» Αλέν Μπαρόχα από τη Βενεζουέλα, ο νυν γκολκίπερ της Γκέτεμποργκ βρήκε τον τρόπο να τελειώσει τη σεζόν ως βασικός και στο τέλος αυτής, να κατακτήσει το Κύπελλο Ελλάδας αγωνιζόμενος στο νικηφόρο (2-1) τελικό με τον Ολυμπιακό, έχοντας μάλιστα εξαιρετική παρουσία σε αυτόν.

Την επόμενη σεζόν εμφανίστηκε στη ζωή της Ένωσης ο Βασίλης Μπάρκας, σίγουρα η πιο επιτυχημένη επένδυση όλων καθώς είναι ο τερματοφύλακας που έφερε στο ταμείο της ΑΕΚ 6 εκατ. ευρώ, μετά την πώλησή του στη Σέλτικ, το καλοκαίρι του 2020.

Στην πρώτη χρονιά του μοιράστηκε τα ματς με τον Ανέστη, ο οποίος και πάλι όμως πρωταγωνίστησε στους ημιτελικούς Κυπέλλου με τον Ολυμπιακό κι αγωνίστηκε στον χαμένο τελικό του Βόλου, κόντρα στον ΠΑΟΚ.

Με το ξεκίνημα της επόμενης σεζόν, ο ανταγωνισμός έγινε μεγαλύτερος από ποτέ, καθώς στο ρόστερ προστέθηκε ο Παναγιώτης Τσιντώντας. Ωστόσο και πάλι ο Ανέστης ξεκίνησε τη σεζόν ως ο βασικός και ίσως αυτό να τραβούσε πολύ περισσότερο αν δεν είχε επέλθει η ρήξη στη σχέση του με την ΑΕΚ λόγω της άρνησής του να επεκτείνει το συμβόλαιό του, ζητώντας πολλά περισσότερα από αυτά που η Ένωση ήθελε να του δώσει.

Έως τότε είχε παίξει και στα 10 πρώτα παιχνίδια του πρωταθλήματος, έχοντας σημαντική συμβολή στο να είναι η ΑΕΚ ψηλά στη βαθμολογία και διατηρώντας ανέπαφη την εστία του στα 7 από αυτά τα ματς! Ήταν δε πρωταγωνιστής στη σπουδαία ευρωπαϊκή πορεία της ομάδας μέχρι και την πρόκριση στους «32» μέσω των ομίλων, με σημαντικές αποκρούσεις στο 3-0 επί της Μπριζ και στις δύο λευκές ισοπαλίες με τη Μίλαν. Αδικημένος και παρεξηγημένος όσο δεν πήγαινε!

Ο “πρωταθληματικός” Τσιντώτας και η έκπληξη του Αθανασιάδη

Το φοβερό εκείνης της σεζόν κατάκτησης του πρωταθλήματος, είναι ότι ο βασικός γκολκίπερ της ομάδας στα περισσότερα παιχνίδια ήταν ο Παναγιώτης Τσιντώτας με 15 συμμετοχές, ο οποίος σήμερα κρίνεται ως μια επιλογή που δεν βγήκε στην ΑΕΚ όπως εκείνη θα ήθελε.

Ο δε Μπάρκας, αν και τελείωσε τη σεζόν ως ο πρώτος και εκείνος που έπαιξε στο πολυσυζητημένο ντέρμπι της Τούμπας, αγωνίστηκε μόλις σε 5 παιχνίδια πρωταθλήματος. Κι όμως ήταν αυτός που δύο σεζόν μετά, έγινε η πιο ακριβή πώληση στην ιστορία της ομάδας.

Ασφαλώς η πιο περίεργη ιστορία είναι αυτή του Γιώργου Αθανασιάδη, ο οποίος μετά από μία ολόκληρη σεζόν (2019-20) χωρίς επίσημο ματς στην ΑΕΚ, έμελλε να πάρει φανέλα βασικού σε 19 ματς πρωταθλήματος στην επόμενη, δίχως ωστόσο να πείσει ότι μπορούσε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.

Ήταν γενικά μια τραγική χρονιά για την ομάδα κι εκείνος δεν κατάφερε να επιπλεύσει από το γενικότερο ναυάγιο. Ο δανεισμός του όμως στη Σέριφ Τίρασπολ, του έδωσε την ευκαιρία να αναδειχθεί σε πρόσωπο ευμενούς συζήτησης στο Champions League και να εκτοξεύσει τις μετοχές του. Το καλό για την ΑΕΚ είναι ότι της ανήκει ακόμα και μια ακόμα πώληση τερματοφύλακά της με υψηλό όφελος, είναι ένα πολύ πιθανό σενάριο για το ερχόμενο καλοκαίρι. Ίσως και τον Γενάρη…

Στο πέρασμα αυτών των 8 ετών, μέλη της τριάδας (ενίοτε και τετράδας) των γκολκίπερ της ομάδας είχαν επίσης υπάρξει ο Σεραφείμ Γιαννίκογλου και ο Παναγιώτης Ντούνης. Δεν αγωνίστηκαν ποτέ μαζί της σε αγώνα της Α’ Εθνικής, ο δε πρώτος δεν έπαιξε καν σε επίσημο ματς με τη φανέλα της ΑΕΚ.

Σήμερα ο Γιαννίκογλου αγωνίζεται για δεύτερη σεζόν στην πρώτη κατηγορία της Λιθουανίας με τη Σούντουβα Μαριγιάμπολε, ενώ ο Ντούνης ανήκει στη Σαντορίνη 2020, ομάδα της Γ’ Εθνικής.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ