30 χρόνια Τρίποντο: Οι ήρωες και τα θέματα του πρώτου τεύχους
Ο Γιάννης Φιλέρης γράφει για το περιοδικό που έγινε σχεδόν συνώνυμο του μπάσκετ. Το Τρίποντο, που εκδόθηκε ακριβώς πριν από 30 χρόνια στις 8 Νοεμβρίου 1988 και το συζητάμε ακόμα. Τόσο πετυχημένο ήταν...
Τριάντα χρόνια πίσω, στην Ελλάδα (και σε ολόκληρο τον πλανήτη) η έντυπη δημοσιογραφία απολάμβανε την ‘ευδαιμονία’ της, την εγκυρότητα, χωρίς να υποψιάζεται την έκρηξη της δεκαετίας του ’90, το ίντερνετ και άλλα καινά δαιμόνια. Τα εκδοτικά εγχειρήματα είχαν βασικό άξονα το χαρτί και το περίπτερο. Βγήκαν πολλά περιοδικά στα ’80s. Είναι δύσκολο να βρεις ένα πιο επιτυχημένο από το ‘Τρίποντο’, το πρώτο τεύχος του οποίου κυκλοφόρησε ακριβώς πριν από μια τριακονταετία (8/11/1988).
Η πρώτη αντίδρασή σε αυτές τις περιπτώσεις είναι το ‘πότε πέρασαν 30 χρόνια;’
Και η δεύτερη “μα καλά, θυμάσαι ακόμη το Τρίποντο;”
Μα αυτή είναι η επιτυχία του. Μετά από τόσα χρόνια της έκδοσής του, αλλά και … της απόσυρσης του (στο τεύχος 808, στις 4 Μαΐου του 2004) συζητιέται ακόμη.
Ο Φίλιππος Συρίγος, έβλεπε πάντοτε μπροστά από την εποχή του. Με το δικό του ‘έτσι θέλω’ έβαλε το μπάσκετ στην τηλεόραση, είδε το σπορ που αγάπησε να αναπτύσσεται και από το καλοκαίρι του ’87, να κάνει το μεγάλο άλμα χάρη στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας. Στο μυαλό του στριφογύριζε η επόμενη κίνησή του, που δεν ήταν άλλη από την έκδοση ενός εξειδικευμένου περιοδικού. Δεν θα ήταν η πρώτη φορά, ήταν όμως η πιο κατάλληλη από ποτέ. Στο διάβα του συνάντησε δυο νεαρούς εκδότες, τον Βασίλη Νασίκα και τον αείμνηστο Μανώλη Φλουράκη, που αποφάσισαν να συνδράμουν.
“Η ζωή μας όλη”, που λέει και το τραγούδι, μπορεί να βγει μέσα από τις σελίδες ενός περιοδικού, το οποίο σηματοδότησε μια ολόκληρη εποχή και αγκαλιάστηκε σαν μια … έξτρα μπάλα του μπάσκετ. Ο Συρίγος είχε κάνει διάνα στο τάιμινγκ και η Τρίτη, συνοδεύτηκε για παραπάνω από μια δεκαετία με το Τρίποντο υπό μάλης, ή μαζί με τα βιβλία του φροντιστηρίου, ή μέσα στην τσάντα της προπόνησης.
Από το ουίσκι του Φασούλα, στο λάθος του Πολίτη
Το ‘Τρίποντο’ βγήκε τρεις μέρες μετά από ένα ιστορικό παιχνίδι. Την πρώτη ήττα του Άρη μετά από 80 συνεχόμενες νίκες και σχεδόν τρία χρόνια αήττητης πορείας. Ο ΠΑΟΚ είχε θριαμβεύσει 81-78, με το ματς (για τεχνικούς λόγους κυρίως … ασφαλείας, ώστε να είναι σίγουρο ότι το περιοδικό θα κυκλοφορήσει) να μην υπάρχει στην πρώτη σελίδα (εκτός από μια ουδέτερη φωτογραφία ΠΑΟΚ-Άρη, που ταίριαζε σε οποιοδήποτε αποτέλεσμα). Υπάρχει, βέβαια, στις εσωτερικές σελίδες όπου ο τίτλος είναι η ιστορική φράση του Παναγιώτη Φασούλα (μετά τον αγώνα) “μπαμπά, φέρε το ουίσκι”.
Ο Γιάννης Φασούλας, που παρεμπιπτόντως έφυγε από το μάταιο τούτο κόσμο πριν από λίγες μέρες, έψαχνε να βρει το μπουκάλι αλλά το… υγρό πυρ για τον ‘Πάνυ’ είχε τελειώσει.
Από τα θέματα του πρώτου τεύχους ξεχωρίζουν:
> Η συνέντευξη του Κώστα Πολίτη (στον Βασίλη Σκουντή). Ο αείμνηστος Ευρωκόουτς, λίγους μήνες μετά την αποτυχία του προ-ολυμπιακού τουρνουά (στην Ολλανδία) και την αποχώρησή του από την Εθνική, παραδεχόταν ότι το μεγάλο του λάθος ήταν ο… Γκάλης! Δηλαδή, η υποχώρησή του στο θέμα του Νικ, που είχε απουσιάσει σχεδόν απ’ όλη την προετοιμασία (σε μια από τις πολλές κόντρες του με την ΕΟΚ) αλλά εν τέλει ταξίδεψε στην Ολλανδία.
Η Εθνική που είχε εντυπωσιάσει στα φιλικά παίζοντας ‘άλλο μπάσκετ’, ξαναγυρνούσε στα χέρια του Γκάλη, χωρίς όμως τον προπονητή και την ομάδα ολόκληρη να είναι προετοιμασμένη για κάτι τέτοιο. Ο Πολίτης θα δηλώσει: “Ναι, αν και είμαι ασυμβίβαστος, πρόδωσα τις αρχές μου και τον ίδιο τον εαυτό μου, όταν δέχθηκα τον Γκάλη στην εθνική ομάδα για το προολυμπιακό τουρνουά. Εκείνες οι μέρες ήταν οι δυσκολότερες της ζωής μου”.
Η συνέντευξη κάνει μεγάλη αίσθηση και ταρακουνάει την Εθνική.
> Η παρουσίαση των 9 ξένων που παίζουν στο πρωτάθλημα, σε μια ιστορική σεζόν καθώς ήταν η πρώτη φορά που αλλοδαποί μπασκετμπολίστες αγωνίστηκαν στην Α1.
Ο Β. Σκουντής, έχοντας ταξιδέψει στη Μαδρίτη για το τουρνουά ‘Μακντόναλντς Όπεν’ παίρνει και μια αποκλειστική συνέντευξη του Λάρι Μπερντ που δηλώνει χωρίς να έχει κανένα πρόβλημα: “Πληρώνω εισιτήριο για Μάτζικ και Τζόρνταν”.
> Στο editorial, δηλαδή στο ‘ Δίχως Μαλλιά στη Γλώσσα’ (μια στήλη που διατηρούσε και παλιότερα), ο Φίλιππος Συρίγος αναλύει το μεγάλο θέμα των ημερών, που δεν ήταν άλλο από τη διαμάχη Άρη και Παναγιώτη Γιαννάκη.
Έγραφε: “Ο Γιαννάκης, λοιπόν, που μετά την κατάρρευση Κοσκωτά, βρέθηκε -για όσους πιστεύουν ότι πίσω από τη διάστασή του με τον Άρη είναι ο πρόεδρος του Ολυμπιακού-προς στιγμή σε μειονεκτική θέση, φαίνεται εκ των πραγμάτων, τώρα ισχυρότερος στο σκληρό ‘μπρα-ντε-φερ’ που από το καλοκαίρι έχει αρχίσει με το σύλλογό του. Ποιο θα είναι το αποτέλεσμα, κανείς δεν το ξέρει. Εκ των πραγμάτων, όμως, οι δυο πλευρές τώρα βρίσκονται πιο κοντά η μια στην άλλη. Ο Άρης στον Γιαννάκη, που τον χρειάζεται όσο ποτέ, για να ολοκληρώσει τα φιλόδοξα σχέδιά του και ο Γιαννάκης στον Άρη, αφού έχει άλλη φυσική διέξοδο για να συνεχίσει το μπάσκετ, χωρίς το οποίο -όπως λέει ο ίδιος- δεν μπορεί να ζήσει”.
> Το περιοδικό εγκαινιάζει με το καλημέρα την αναλυτική παρουσίαση (με στατιστικά, έστω κι αν τα κρατούσαμε στο χέρι) των αγώνων Α1 και Α2, ενώ παρουσιάζει αναλυτικά το ντέρμπι της επόμενης αγωνιστικής.
> Φιλοξενεί επίσης συνέντευξη της Μαρίας Λαρεντζάκη, που εκείνη την εποχή με ύψος 2.02 ήταν από τα κορυφαία ονόματα του γυναικείου μπάσκετ. Τρία χρόνια αργότερα θα ερχόταν το τραγικό ατύχημα που την καθήλωσε σε αναπηρικό καροτσάκι, χωρίς να της κόψει ωστόσο την όρεξη για τη ζωή.
Είχε, τέλος, εξειδικευμένες στήλες για τη διαιτησία (Κώστας Ρήγας), τους προπονητές (Μάκης Δενδρινός) αλλά και ιατρικά θέματα (Γιώργος Κατσιφαράκης).
Καρύδας: “Κατέγραψε την ιστορία του μπάσκετ”
Όσοι ζήσαμε το ‘Τρίποντο’ δεν το ξεχνάμε γιατί ήταν παιδί όλων μας. Χρόνια και χρόνια με βασάνιζαν οι στήλες των παρασκηνίων και ο … Λεπτολόγος, αλλά δεν τα αλλάζω με τίποτε. Κι οι άλλοι, οι συνοδοιπόροι, μη νομίζετε. Το ίδιο κάνουν.
Ο Δημήτρης Καρύδας ήταν ευθύς εξ’ αρχής στέλεχος του περιοδικού. “Για διάφορους λόγους, με τον μακαρίτη Φίλιππο Συρίγο, δεν μιλούσαμε. Είχαμε … τσακωθεί, κατά κάποιο τρόπο. Ωστόσο το καλοκαίρι του ’88, στη διάρκεια του προ-ολυμπιακού τουρνουά, ήρθε και μου είπε: “Κοίτα να δεις, άσχετα αν μιλάμε ή όχι, στο κάτω-κάτω δεν θα κάνουμε και παρέα, βγάζω ένα περιοδικό και σε θέλω. Να πω την αλήθεια, αιφνιδιάστηκα. Άλλα περίμενα να μου πει, άλλα άκουσα. Φυσικά δέχθηκα. Άσε, που στη συνέχεια κάναμε και παρέα…”, θυμάται.
Επιφορτισμένος με μια στήλη που άφησε εποχή (Ή λεγεώνα των ξένων’) στην ανάλυση των ξένων παικτών, σχολιάζει: “Ένας δημοσιογράφος της τωρινής εποχής δεν μπορεί να φανταστεί τον κόπο και το … βάσανο, για την παρουσίαση ενός μόνο αγώνα. Κατέβαζα όσα βιβλία, περιοδικά, εφημερίδες είχα υπόψη μου, τα έστρωνα στο πάτωμα και έκανα το διάγραμμα της ζωής του εκάστοτε μπασκετμπολίστα. Καμιά φορά μέχρι να ολοκληρώσω την έρευνα, ο παίκτης είχε φύγει!
Η στήλη διαβαζόταν. Έκανα και προβλέψεις, τι θα έκανε κάθε παίκτης, σε χοντρικές γραμμές στο πρωτάθλημα. Σε μια απ’ αυτές, έπεσα τελείως έξω όταν αποφάνθηκα ότι ο Μπάιρον Ντίνκινς δεν ήταν κάτι σπουδαίο, σε άλλες πετύχαινα διάνα. Την ημέρα που ο ΠΑΟΚ ανακοίνωνε ότι ο Σκάιλς θα γινόταν προπονητής, εγώ ήδη είχα παραδώσει το κείμενο το οποίο κατέληγε με την … πρόβλεψη ότι δεν θα αργούσε, αυτός ο παίκτης, να γίνει κόουτς. Ένα βράδυ με πήρε ανήσυχος ο Βαγγέλης Αγγέλου, που έπαιζε ακόμη μπάσκετ. Μου συστήθηκε και με ρώτησε γιατί δεν είχα βάλει στατιστικά ενός παίκτη σε μια συγκεκριμένη χρονιά. Του απαντάω “ήταν αδύνατο να τα βρω” και μου λέει το εξής κουφό: “Καταστράφηκα. Μαζεύω τα στοιχεία, γιατί κάποια στιγμή θα γίνω προπονητής και πρέπει να έχω τα πάντα, για κάθε παίκτη”!
Η επιτυχία του Τρίποντου ήταν αυτή, όμως. Αγκαλιάστηκε από τους ανθρώπους του μπάσκετ, το στήριξαν και μαζί με τους αναγνώστες το απογείωσαν. Η μεγάλη του συνεισφορά είναι η καταγραφή της ιστορίας του ελληνικού μπάσκετ σε αυτά τα 808 τεύχη που βγήκαν. Έτυχε άλλωστε η έκδοσή του να συμπέσει με την εκτόξευση του αθλήματος και το Τρίποντο να είναι σχεδόν συμμέτοχος σε αυτή την πορεία”.
Δρυμώνας: “Στόχος ήταν πάντα το +30.000 τεύχη”
Ο Ηλίας Δρυμώνας ήταν για χρόνια αρχισυντάκτης του περιοδικού και μόνιμος … ωτακουστής του ‘Δίχως μαλλιά στη γλώσσα’. Ο συγχωρεμένος Φίλιππος Συρίγος, μόλις ολοκλήρωνε τη στήλη του, τη διάβαζε στον Ηλία για να φιλτράρει ακόμη και το … όχι: ” Ήθελε να μετρήσει αντιδράσεις. Να δει αν ήταν προβοκατόρικο. Ακόμη και να εντάξει τις σχετικές διαφωνίες στο επόμενο άρθρο του”.
Τι ήταν το Τρίποντο για τον Ηλία; ” Πέραν όλων των άλλων, που έχουν γραφτεί και ειπωθεί, στο περιοδικό έζησα μια ιστορία συναδελφικότητας που δεν υπήρξε σε κανένα άλλο μέσο. Αν και ουσιαστικά οι συντάκτες του περιοδικού ήμασταν ανταγωνιστές, η συνεργασία μας έφτασε σε ιδανικό επίπεδο. Κι αυτό το καταλάβαμε όταν έκλεισε το “Τ”, οπότε και εξαφανίστηκε το κλίμα που βιώσαμε στην Κωνσταντινουπόλεως 161.
Σε δημοσιογραφικό επίπεδο είχε μια ακόμη μοναδικότητα. Ήταν πρωτόγνωρη η λαχτάρα μας να δούμε το περιοδικό στα περίπτερα. Από την Κυριακή, που κλείναμε την ύλη, μέχρι την Τρίτη που κυκλοφορούσαμε το περιμέναμε με αγωνία, την οποία δεν έζησα πουθενά αλλού. Σιγά-σιγά το περιοδικό ‘έπιασε’. Έγινε συνώνυμο του μπάσκετ και είχαμε στόχο, κάθε Τρίτη να πουλάμε πανελλαδικά πάνω από 30.000 τεύχη. Καταλαβαίνει κανείς πόσο μεγάλο ήταν το νούμερο. Όταν πέσαμε κάτω από τα 20.000, συνειδητοποιήσαμε και την … αρχή του τέλους”.
Ψαράκης: “Τα 100 χρόνια μπάσκετ”
Στον Γιάννη Ψαράκη, ο Συρίγος βρήκε ένα ιδιότυπο ρόλο: Γραμματεία ύλης. Πάρ’ το αυγό και κούρευτο. Επί της ουσίας ο Γιάννης ήταν … πάντα εκεί, έκανε τα πάντα, έγραφε, έβρισκε φωτογραφίες, διόρθωνε, όλες τις μέρες της εβδομάδας.
“Δεν θα ξεχάσω ποτέ την γκάφα μου σε ένα Παναθηναϊκός-Ρεάλ. Ο Συρίγος παραγγέλνει για το εξώφυλλο μια φωτογραφία Μαρτίν, εγώ πάνω στο άγχος αντί για τον Αντόνιο, παίρνω τον μακαρίτη Φερνάντο και έκατσε η κέντα. Καταλαβαίνεις τι έγινε μόλις ανακαλύφτηκε το λάθος. Το Τρίποντο μεγάλωσε μια γενιά που είδε το μπάσκετ με άλλο τρόπο. Επίσης ανέδειξε και μια γενιά δημοσιογράφων, που καθιερώθηκαν στο επάγγελμα κι ακόμη οι περισσότεροι βρίσκονται στις επάλξεις. Όλα ήταν πρωτοποριακά.
Κατά τη γνώμη μου, πάντως, η έκδοση για τα ‘100 χρόνια μπάσκετ’ παραμένει μοναδική στο είδος της και αποτελεί ένα εκδοτικό κατόρθωμα. Ήταν η πρώτη σοβαρή προσπάθεια να παρουσιαστεί η ιστορία του μπάσκετ σε ένα πολυτελές βιβλίο…”
-
Αυτοί που έφυγαν από κοντά μας, θα είναι παρόντες σε αυτή την ωραία ιστορία. Ο Φιλ. Συρίγος, ο Μανόλης Φλουράκης, ο Τάσος Ψαλτάκης, ο Γιάννης Αντωνόπουλος, ο Κώστας Κωσταντίνου.
-
Η πρώτη ομάδα την οποία επιστράτευσε ο Συρίγος είχε αρχισυντάκτη τον Βασίλη Σκουντή και την εξής σύνθεση: Δημήτρης Καρύδας, Ηλίας Δρυμώνας, Νίκος Παπαδογιάννης, Παύλος Παπαδημητρίου, Γιάννης Ντεντόπουλος, Νίκος Πανταζίδης, Δημήτρης Τσιτσόπουλος. Από τη Θεσσαλονίκη ο Άρις Νικολάκηςκαι οΓιώργος Τραπεζανίδης,που έδωσε την θέση του στονΠαναγιώτη Καπάζογλου. Κάνα δυο εβδομάδες αργότερα προστέθηκε και οΓιάννης Ψαράκηςσε ρόλο γενικού συντονιστή στα Γραφεία. Μαζί και οΚώστας Παπαδάκης που είχε μανία με το ΝΒΑ και μόλις στο τεύχος νο 3 πήρε συνέντευξη από τον Ντέιβιντ Στερν!
-
Αργότερα μπήκαμε κι οι υπόλοιποι στην παρέα: Γιώργος Βαλαβάνης, Κώστας Πηγαδάς, Δημήτρης Κωνσταντινίδης, Βασίλης Πουλάκος, Στράτος Κωσταλάς, Πάνος Παναγιωτόπουλος, Ιάκωβος Φιλιππούσης, Σοφία Γιαλελή, Δημήτρης Καλαντζής, Νίκος Μπουρλάκης, Στάμος Θέος, Δημήτρης Σωτηρόπουλος, Νικόδημος Λιανός, Δημήτρης Μηναρετζής, Βαγγέλης Αρναούτογλου, Μαρία Μαμά από τη Θεσσαλονίκη οΣτέλιος Γρηγοριάδης κι αν ξέχασα κανένα μη βαράτε. Περνάνε τα έρημα τα χρόνια…