Η Εθνική δεν διαχειρίστηκε το σοκ του 1-0 και θύμισε κάτι από 2001
Η Εθνική θύμισε την ομάδα του 2001 που έφυγε από τη Φινλανδία με το 5-1 στην πλάτη. Ομάδα χωρίς πάθος, χωρίς νεύρο, χωρίς διάθεση και χωρίς προπονητή. Αισίως και χωρίς ελπίδες στο Nations League.
Ήταν 5 Σεπτεμβρίου του 2001. Στο ντεμπούτο του Ότο Ρεχάγκελ στον πάγκο της Εθνικής. Μίας Εθνικής με λίγο από... 90s, μίας Εθνικής που αναζητούσε ένα νέο ξεκίνημα, κάτι διαφορετικό. Αντίπαλος η Φινλανδία για τα προκριματικά του Μουντιάλ, το αποτέλεσμα γνωστό: βαριά ήττα με 5-1 και... ξήλωμα από τον Γερμανό προπονητή που ουσιαστικά από αυτό το ματς και έπειτα 'έχτισε' τη δική του Εθνική Ελλάδας.
Για να καταλάβετε τις διαφορές, η Ελλάδα του 2001 έπαιξε με βασικούς τους Ελευθερόπουλο, Μπασινά, Γεωργάτο, Νταμπίζα, Αμανατίδη, Κωνσταντινίδη, Χαριστέα, Μαχλά, Βρύζα, Καραγκούνη, Ζαγοράκη (Ζήκος, Γεωργιάδης, Φύσσας οι αλλαγές). Βάλτε τα κάτω σε σχέση με την Ελλάδα που κατέκτησε τρία χρόνια αργότερα το Euro και θα... σας βγουν τα μαθηματικά.
Εκείνο το παιχνίδι στη Φινλανδία και το βαρύ 5-1 ήταν ο 'πάτος' του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος. Μίας ομάδας με ποδοσφαιριστές αδιάφορους, που δεν έδειχναν διατεθειμένοι να ακολουθήσουν τις σκέψεις του Ρεχάγκελ, παραδομένοι σε μία νοοτροπία ωχαδερφισμού. Παραδομένοι στη γενικότερη νοοτροπία του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Δεκαεπτά χρόνια και κάτι μέρες μετά από εκείνη την ήττα, η Ελλάδα παίζει ξανά στη Φινλανδία. Από τότε έως σήμερα δεν έχει νικήσει εκτός έδρας τους Φινλανδούς. Βασικά ποτέ δεν έχει κερδίσει εκτός έδρας τους Φινλανδούς. Ούτε το βράδυ της Δευτέρας το έκανε. Σε ένα ματς που σε σχέση με αυτό του 2001 το θέλαμε περισσότερο. Για την περιβόητη 1η θέση του ομίλου στο Nations League, για το δικαίωμα να διεκδικήσουμε πρόκριση στα τελικά μέσω της τελικής φάσης της νέας διοργάνωσης, ακόμα και για το δικαίωμα της 2ης θέσης που ίσως χρειαστεί ως 'κάβα' για τη συνέχεια αν κι εφόσον η Φινλανδία προχωρήσει μέχρι τέλους στα προκριματικά του Euro 2020.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η εμφάνιση στο Τάμπερε θύμισε κάτι από τα εφιαλτικά βράδια με τα Φερόε. Σε διάθεση, νοοτροπία, αγωνιστική συμπεριφορά, τακτικές, φρεσκάδα, όλα. Θύμισε την πρόσφατη εποχή -ε δεν είναι και τόσο μακρινή για να πούμε ότι μπήκαμε σε νέα εποχή- που η Ελλάδα δεν μπορούσε να κερδίσει ούτε τον κακό της εαυτό. Τότε που με κατακόρυφη βουτιά σε εικόνα και βαθμολογία γκρεμίσαμε ό,τι χτίσαμε τα προηγούμενα χρόνια.
Το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα μπήκε στον αγώνα ακριβώς όπως το έχουμε συνηθίσει. Με 4-2-3-1, με Τζιόλη βασικό, με λάθος ρόλο στον Φορτούνη, με τον Χριστοδουλόπουλο στον πάγκο, με αδυναμία δημιουργίας και ανύπαρκτη επιθετική προσπάθεια. Ένα σουτ του Μπακασέτα στο 32ο λεπτό ήταν το μοναδικό πράγμα που βγάλαμε στο 1ο ημίχρονο, έχοντας τις περισσότερες χαμένες προσωπικές μονομαχίες.
Η Φινλανδία κατάλαβε στην ανάπαυλα πως απέναντί της δεν έχει αντίπαλο. Και μπήκε στο 2ο μέρος για να μας 'σκοτώσει'. Το γρήγορο γκολ σε συνδυασμό με τον τραυματισμό του Παπασταθόπουλου, ο οποίος έδωσε τη θέση του στον Τζαβέλλα που συμμετείχε στη φάση του 1-0, ουσιαστικά έκριναν τον αγώνα. Βιαστικό συμπέρασμα, αλλά η Εθνική δεν φαινόταν ικανή να διαχειριστεί το 'σοκ' που η ίδια προκάλεσε. Ούτε ο Σκίμπε ούτε οι ποδοσφαιριστές. Κι αν η είσοδος του Χριστοδουλόπουλου και το δεύτερο σουτ μας προς την εστία ήταν σημάδια μίας μικρής ανάκαμψης, οι Φινλανδοί στη συνέχεια έπαιξαν την Ελλάδα σαν τη γάτα με το ποντίκι και στις αντεπιθέσεις θα μπορούσαν αν ήταν πιο προσεκτικοί να φτάσουν το σκορ σε επίπεδα... 2001.
Η κλάση του Λουντ που 'έριξε' στο έδαφος τον Μπακάκη με την ντρίμπλα του και το γκολ του Καμαρά στο τέλος ήταν το κερασάκι στην 'τούρτα' των Φινλανδών και η δική μας 'ταφόπλακα' σε ό,τι αφορά το Nations League και όχι μόνο. Όπως φαίνεται, η ελληνική ομάδα χρειάζεται ένα ισχυρό σοκ για να συνέλθει και να παρουσιάσει ένα διαφορετικό πρόσωπο στην προκριματική φάση του Εuro. Δεν ξέρουμε αν αυτό το σοκ θα είναι η λύση της συνεργασίας με τον Σκίμπε, το σίγουρο όμως είναι ότι κάποιος πρέπει να αναλάβει μία αντίστοιχη με την προ 17ετίας 'εκκαθάριση'. Κι ας θυσιάσουμε ακόμα μία μεγάλη διοργάνωση.
Photo credits: Eurokinissi