Ένας Αΐτο περήφανος
Ο Γιάννης Φιλέρης γράφει στο Ζαν Πρες για τον σπουδαίο Αΐτο Γκαρσία Ρενέσες, που στα 72 του χρόνια οδήγησε την Άλμπα Βερολίνου στον τελικό του Eurocup. Ο 'λούζερ' που λέγαμε παλιά, είναι στην πραγματικότητα ένας από τους κορυφαίους Ευρωπαίους προπονητές όλων των εποχών.
Στην Ευρωλίγκα ο 69χρονος Σβιέτισλαβ Πέσιτς έχει αναμορφώσει την Μπαρτσελόνα ενώ ο 66χρονος Ρικ Πιτίνο δίνει άλλο στον Παναθηναϊκό. Και στο Eurocup ο γηραιότερος κόουτς σε υψηλό επίπεδο στην Ευρώπη, παίζει ένα ακόμη τελικό.
Ο Αΐτο Γκαρσία Ρενέσες, αισίως στα 72 του χρόνια (εντάξει τα κλείνει τον ερχόμενο Δεκέμβριο) όχι μόνο δεν βαρέθηκε 50 χρόνια στο μπάσκετ (τα γιόρτασε το 2016) αλλά συνεχίζει να είναι ένας προπονητής με όραμα, μεράκι και κυρίως με εμπιστοσύνη στα νέα παιδιά.
Η Αλμπα Βερολίνου στην οποία εργάζεται από το 2017 έφτασε μέχρι τον τελικό του Eurocup και ετοιμάζεται να διεκδικήσει τον τίτλο από την ισπανική Βαλένθια.
Αν τα καταφέρει, τότε η ομάδα του Βερολίνου κερδίζει αυτόματα την έξοδό της στην Ευρωλίγκα και του χρόνου στην κορυφαία διοργάνωση θα παίζουν τρεις (!) γερμανικές ομάδες. Η Μπάγερν (με το εγγυημένο συμβόλαιο), μία από το γερμανικό πρωτάθλημα και η Αλμπα.
Με ένα γκρουπ νεαρών παικτών και ... έξι κατοστάρες (μέσο όρο 88.5π) η Άλμπα έπαιξε θεαματικό μπάσκετ στο Eurocup, έχοντας και 22.5 ασίστ σε κάθε της παιχνίδι. Ο Ρενέσες που το 2018 ανακηρύχθηκε κορυφαίος προπονητής της Γερμανίας (η Άλμπα έφτασε μέχρι τον τελικό του πρωταθλήματος και έχασε το πρωτάθλημα στις λεπτομέρειες με την Μπάγερν να επικρατεί 3-2) έχει κάνει ήδη μικρά θαύματα.
Στον δεύτερο ημιτελικό με την Ανδόρα, έριξε στο παρκέ τον φόργουορντ Φραντζ Βάγκνερ. Γεννημένος το 2001! Δεν είναι η πρώτη φορά, που ο Ρενέσες βλέπει ένα νέο παιδί να έχει προοπτική και τον εμπιστεύεται με κλειστά μάτια. Το 2013 είχε δώσει το χρίσμα στον Κρίσταπ Πορζίνγκις όταν ήταν απλά ένας “ελπιδοφόρος” νεαρός από τη Λετονία. Εναντίον της Κουμπάν και με τη φανέλα της Σεβίλης, ο νυν αστέρας του ΝΒΑ έκανε την πρώτη του ευρωπαϊκή εμφάνιση. Κι αν πάμε πιο πίσω, θα βρούμε τον Ρίκι Ρούμπιο (στα 15 του) και τον Ρούντι Φερνάντεθ (στα 18) να είναι ένα αχτύπητο δίδυμο στην Μπανταλόνα. Mε αυτόν προπονητή καθιερώθηκαν στην Μπαρτσελόνα ο Πάου Γκασόλ και ο Χουάν Κάρλος Ναβάρο.
Τον βγάλαμε 'λούζερ'
Στην ... εύκολη για χαρακτηρισμούς Ελλάδα, προλάβαμε και βγάλαμε τον Αΐτο “λούζερ”. Η αδυναμία του (ή ατυχία του) να πάρει το βαρύτιμο τρόπαιο της Ευρωλίγκας (δοκίμασε σε έξι τελικούς χωρίς επιτυχία) έφτανε και περίσσευε για τους εν Ελλάδι ειδήμονες να κολλήσουν ένα παρατσούκλι στον Μαδριλένιο προπονητή (παρότι εργάστηκε για χρόνια στην Βαρκελώνη, είναι γεννημένος στη Μαδρίτη). Το οξύμωρο είναι ότι τον ίδιο καιρό θεωρούταν “γουίνερ” ο Γιάννης Ιωαννίδης, ο οποίος επίσης είχε έξι ευκαιρίες να διεκδικήσει την Ευρωλίγκα, αλλά δεν τα κατάφερε.
Η αλήθεια είναι ότι αμφότεροι (και ο Ρενέσες και ο “ξανθός”) αποτελούν δυο εμβληματικές φυσιογνωμίες για το μπάσκετ, με τον Αΐτο μάλιστα να συνεχίζει απτόητος τη δουλειά του, 25 χρόνια μετά.
Κι εδώ που τα λέμε οι τίτλοι του δεν είναι ... λίγοι, κάθε άλλο.
9 πρωταθλήματα και 5 Κύπελλα Ισπανίας, 1 Κύπελλο Σαπόρτα, 1 Eurocup, 2 Κύπελλα Κόρατς, 1 Εurochallenge, συνοδεύουν την μέχρι τώρα καριέρα του. Α, και το αργυρό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2008, με την κορυφαία Εθνική Ισπανίας να διεκδικεί στα ίσια το χρυσό μετάλλιο από τις ΗΠΑ (σκορ 118-107 υπέρ των Αμερικανών). Για λούζερ, μάλλον μια χαρά τα έχει καταφέρει. Οι φετινοί τελικοί του Eurocup απλά είναι η συνέχεια όσων άρχισαν ... το 1972.
Ένας κακός σουτέρ που έγινε προπονητής
Πάντα ήθελα να γίνει προπονητής ο Αΐτο. Από τότε που έπαιζε μπάσκετ (πρώτα στην Εστουντιάντες, μετά στην Μπαρτσελόνα) σκεφτόταν -όπως ο ίδιος εκμυστηρεύτηκε- σαν κόουτς. Περιγράφοντας τον εαυτό του σαν παίκτη, είχε πει ότι ήταν αργός και κακός σουτέρ. Προτιμούσε να φτάσει στο καλάθι με διεισδύσεις. Τη σεζόν 1972-73, δέχθηκε να αναλάβει την άσημη Εσπαρεγγουέρα, ανοίγοντας μια νέα σελίδα στη ζωή του. Είχε καταλάβει ότι η πρώτη θέση του πάγκου ήταν το μέλλον του. Το ίδιο καλοκαίρι σταματούσε το μπάσκετ, θέλοντας να αφιερωθεί στην προπονητική. Η Καθόλικο Μπανταλόνα (η μικρότερη ομάδα της πόλης) του έδωσε το χρίσμα για δέκα ολόκληρα χρόνια. 'Ηταν ο ενδιάμεσος σταθμός πριν πάει σε Μπαρτσελόνα και Μπανταλόνα (την κανονική) όπου έκανε το όνομά του.
Ο Ρενέσες ήταν ανοιχτός σε οποιοδήποτε νεωτερισμό για το μπάσκετ, από μικρός. Ακόμη κι ένας φίλαθλος αν του έπιανε την κουβέντα δεν αρνιόταν να συζητήσει και να ανταλλάξει απόψεις.
(Με τον ανυπέρβλητο Τσίκο Σιμπίλιο)
Τα εννιά πρωταθλήματα που κέρδισε με την Μπάρτσα του έδωσαν την ευκαιρία να διεκδικήσει το κορυφαίο τρόπαιο της Ευρωλίγκας (ή Κύπελλο Πρωταθλητριών), που έγινε εν τέλει το μεγάλο απωθημένο του. Η ειρωνεία της τύχης είναι ότι ο πρώτος τίτλος του Ρενέσες ήταν ευρωπαϊκός. Το 1986 έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων, αντιμετωπίζοντας την Σκαβολίνι Πέζαρο του Μαρκ Σιλβέστερ και του μπόμπερ Ζαμ Φέντρικ. Παρότι ο τελικός έγινε επί ιταλικούς εδάφους (Καζέρτα) αυτό δεν εμπόδισε την Μπαρτσελόνα να πάρει το Κύπελλο με 101-86. Ο Τσικο Σιμπίλιο είχε σημειώσει 22 π, όσους και ο Μαρκ Σμιθ, ενώ 20 είχε ο Επι και 14 ο Γκρεγκ Γουίλτζερ.
Από τα έξι φάιναλ-φορ, που συμμετείχε με την Μπαρτσελόνα, θα θυμάται σίγουρα τους χαμένους τελικούς. Το 1990 κόντρα στην Γιουγκοπλάστικα και τη διετία 1996-97 απέναντι στους αιωνίους. Στο Παρίσι έχασε από τον Παναθηναϊκό (με το γνωστό περιπετειώδες φινάλε) και στη Ρώμη (πολύ πιο ... εύκολα) από τον Ολυμπιακό. Η αλήθεια είναι ότι κυνήγησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών με την Μπαρτσελόνα. Έγινε «φετίχ» για τους μπλαουγκράνα το τρόπαιο και η κατάκτηση το 2003 (μέσα στη Βαρκελώνη) με προπονητή τον Πέσιτς του άφησε μια πικρή γεύση. Οι Σέρβοι (Μάλκοβιτς, Ίβκοβιτς, Πέσιτς) ήταν ο εφιάλτης του…
Ο μετρ του ροτέισον
Ο Αΐτο ήταν ο πρώτος προπονητής στην Ευρώπη, που πήγε κόντρα στο ρεύμα. Στα χρόνια που έπαιζαν μόνο ... πέντε (άντε έξι το πολύ) παίκτες, εφάρμοσε μια φιλοσοφία τελείως διαφορετική. Έκανε τις αλλαγές νωρίτερα από κάθε άλλον προπονητή, με τους βασικούς του παίκτες να κάθονται στον πάγκο περισσότερο από μια φορά. Στόχος του να έχει φρέσκια την ομάδα του και στα σαράντα λεπτά του αγώνα.
Τέτοιες κινήσεις στα τέλη των 80's και στις αρχές των 90's δεν ήταν τόσο συνηθισμένες, προκαλούσαν σχόλια του στυλ “μα τι κάνει βγάζει έξω τους καλύτερους”, αλλά ήταν μια εισαγωγή στο ... μπάσκετ που ερχόταν.
Από τον Ρούντι στον Ρούμπιο (και όχι μόνο)
Τη σεζόν 2007-08, η Μπανταλόνα έπαιρνε το Eurocup υπό τις οδηγίες του, σε ένα ισπανικό ντέρμπι, εναντίον της Ζιρόνα (79-54) με την οποία αγωνίζονταν εκτός των άλλων ο νεαρός Μαρκ Γκασόλ, ο Βίκτορ Σάντα, αλλά και ο Άριελ Μακντόναλντ. Ήταν η κορύφωση της διαδρομής της “Πένια” σταρ της οποίας ήταν ο 18χρονος Ρίκι Ρούμπιο και ο 23χρονος Ρούντι Φερνάντεθ. Αμφότεροι είναι δημιουργήματα του κόουτς Ρενέσες.
Ο Ρούντι, μετά το Γιούροκαπ (MVP της διοργάνωσης), εκείνη τη σεζόν είχε πάρει το Κύπελλο Ισπανίας (MVP του τελικού) και έφευγε για μια τριετία στο Πόρτλαντ. Φεύγοντας από την Μπανταλόνα έβγαλε το καπέλο στον προπονητή του: “Ό,τι γνωρίζω για το μπάσκετ οφείλεται στον Αΐτο Γκαρσία Ρενέσες”.
(Στην Μπανταλόνα με τον Ρίκι Ρούμπιο)
Και ο Ρούμπιο όμως χρωστάει (σχεδόν τα πάντα) στον έμπειρο προπονητή. Το ότι ο Ρίκι αγωνίστηκε στην ACB σε ηλικία 14 ετών, 11 μηνών και 24 ημερών (ο νεαρότερος παίκτης που έκανε ντεμπούτο στο ισπανικό πρωτάθλημα) έμοιαζε με απευθείας ρίξιμο στα βαθιά. Ο Αΐτο όμως ήξερε ότι ο Ρούμπιο θα τα κατάφερνε μια χαρά. Και αργότερα ο νεαρός που πλησιάζει πλέον τα ... 30, απέδιδε τα εύσημα: “Θέλω να κάνω μια ειδική αναφορά στον προπονητή μου, όχι μόνο γιατί μου έδωσε την ευκαιρία να παίξω από τόσο μικρός στην πρώτη ομάδα της Μπανταλόνα, αλλά επειδή μου μετέφερε όλες τις γνώσεις του μέσα και έξω από το γήπεδο. Για το ισπανικό μπάσκετ ο Αΐτο είναι μια πολυτέλεια. Η συμβολή του στην αναγέννηση του σπορ, μεταφέροντας τη γνώση του παιχνιδιού, αλλά και λαμβάνοντας τολμηρές αποφάσεις για να εμφανιστούν παιδιά από τα τμήματα υποδομής είναι τεράστια”.
Ο Ρούμπιο και ένας φίλος του παρακολουθούσαν την προπόνηση της ανδρικής ομάδας της Μπανταλόνα, όταν ο Ρενέσες του πρότεινε να πάρει μέρος και αυτός. Ο Ρίκι ήταν έτοιμος να αρνηθεί, βλέποντας ότι τα παπούτσια του δεν ήταν κατάλληλα, αλλά ο φίλος του Γκουιγιέμ Ραβεντός (χάθηκε πρόωρα, λίγα χρόνια αργότερα) του δάνεισε τα δικά του! Στις 15 Οκτωβρίου έπαιζε για πρώτη φορά στην ACB και την επόμενη σεζόν (2006-07) ήταν βασικός στην Μπανταλόνα...
H προπονητική καριέρα του Αΐτο είναι αφιερωμένη στο νέο αίμα του ευρωπαϊκού μπάσκετ, καθώς μια πρόχειρη καταγραφή των παικτών τους οποίους κατά καιρούς ανάδειξε στο στερέωμα, προκαλεί τον θαυμασμό: Άντρες Χιμένεθ, Τζόρντι Βιγιακάμπα, Γιοακίμ Κόστα, Χοσέ Μοντέρο, Ράφα Τζοφρεέσα, Πάου Γκασόλ, Χουάν Κάρλος Ναβάρο, Ρούντι Φερνάντεθ, Ρίκι Ρούμπιο, Πάου Ρίμπας, Τόμας Σατοράνσκι, Κρίσταπς Πορντζίνγκις!
Στην εκδήλωση της ισπανικής λίγκας για τη συμπλήρωση μισού αιώνα παρουσίας στα γήπεδα ο Ράφα Τζοφρέσα που ξεκίνησε την καριέρα του υπό τις οδηγίες του Ρενέσες στην Μπανταλόνα είπε: «Είναι ένας διαφορετικός προπονητής. Πολύ κοντά στα νέα παιδιά, μας βοήθησε να ωριμάσουμε και να φτιάξουμε την καριέρα μας. Γιατί ξεχώριζε; Έκανε πράγματα, που τώρα είναι συνηθισμένα, αλλά εκείνη την εποχή έμοιαζαν πρωτοποριακά. Το σκάουτινγκ, η μελέτη των αντιπάλων ή της ομάδας μέσω βίντεο, οι συζητήσεις με τους παίκτες, καθιερώθηκαν απ’ αυτόν και πολλοί προσπάθησαν να τον μιμηθούν».
Έκανε την κατασκοπεία επιστήμη
Πράγματι, η κατασκοπεία του αντιπάλου μέσω βίντεο και ανάλυσης στατιστικών ήταν μια καινοτομία του προπονητή Ρενέσες, σε εποχή μάλιστα που δεν υπήρχε πρόσβαση (όπως τώρα) και στα δυο. Για να βρεθεί βιντεοκασέτα του προσεχούς αντιπάλου, καμιά φορά και τα στατιστικά του, έπρεπε μια ομάδα να διαθέτει οργανωμένο δίκτυο … παρακολούθησης. Φυσικά δεν υπήρχαν ούτε τα προγράμματα και οι υπολογιστές που κάνουν τη ζωή των προπονητών εύκολη και το βίντεο ήταν για τους παίκτες περισσότερο ταλαιπωρία και βαρεμάρα, παρά ουσιαστική βοήθεια για το επόμενο παιχνίδι. Ο Αΐτο εξέλιξε αυτό το κομμάτι της προπονητικής. Η φιλοσοφία του είχε να κάνει με τα νέα παιδιά και την εμπιστοσύνη του να παίξουν αμέσως στην πρώτη ομάδα, αρκεί να είχαν την αντοχή να προπονηθούν με τους «βετεράνους». Το μότο του «δεν ξεχωρίζει κανείς» έγινε δόγμα σε όλες τις ομάδες που πέρασε και πολλές φορές εκνευριζόταν που οι διαιτητές χαρίζονται στις «παλιοσειρές» σφυρίζοντας πιο εύκολα το φάουλ σε ένα νεαρό παίκτη.
Πίστευε και πιστεύει ακόμη ότι ο προπονητής:
- Πρέπει να διδάσκει τους παίκτες τεχνική, τακτική και συμπεριφορά
- Κερδίζει και χάνει μαζί με την ομάδα. Όλοι βρίσκονται στην ίδια βάρκα.
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό του είναι ο πολύ ήρεμος χαρακτήρας του. Είναι δύσκολο να θυμηθεί κανείς εκρήξεις του στον πάγκο, ή τεχνικές ποινές εναντίον του. Γενικά αποφεύγει τις μεγαλοστομίες, ενδεχομένως όσα λέει να κρύβουν κι ένα δεύτερο μήνυμα που πρέπει να αποκρυπτογραφήσουν οι παίκτες του.
(Με τον Ευθύμη Ρεντζιά πανηγυρίζει το Κύπελλο Ισπανίας)
Παίρνοντας το λόγο στην γιορτή της ACB για τα 50χρονά του στα ισπανικά γήπεδα είχε δηλώσει: «Ο πατέρας μου έλεγε ότι ανεξαρτήτως ποιος είσαι και τι κάνεις, πρέπει να δίνεις τον καλύτερό σου εαυτό. Προσπάθησα να ακολουθήσω αυτή την εντολή και ελπίζω να συνεχίσω. Όχι μόνο εγώ, αλλά και ολόκληρος ο κόσμος του μπάσκετ».
Προς το παρόν στην 8 δεκαετία της ζωής του, ο Αΐτο είναι έτοιμος για ένα ακόμη τελικό με το γνωστό του μοναδικό τρόπο. Με «αλέγκρο» μπάσκετ, με νέα παιδιά, με ορμή. Όπως τραγουδούσε και ο Φρανκ Σινάτρα … my way
Πηγές: Aito Garcia Reneses, a star manufacturer, Euroleague.net, Vladimir Stankovic
Ricky Rubio: An Unauthorized Biography (Belmont and Belcourt)