Το καρφί έξω και η πιστολιά στο δρόμο προς τη δόξα
Λίγο αφού ο Σωτήρης Πανταλέων κάρφωσε έξω στον προημιτελικό του ολυμπιακού τουρνουά βόλεϊ με τις ΗΠΑ, η Φανή Χαλκιά έφυγε... σφαίρα για το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο.
Ο χαρακτήρας της ανατροπής είναι πικάντικος. Διότι κάνει τον άνθρωπο να νομίζει πως έχει σχέση με κάτι εξώκοσμο και, άρα, να θεωρήσει ότι υπηρετεί έναν συμπαντιαίο σκοπό, τον οποίο δεν μπορεί να αναγνωρίσει. Αιτιολογείται ποικιλοτρόπως. Η ανατροπή συμβαίνει κατά τη διάρκεια της κίνησης, αλλά η εντύπωση που παράγει είναι στον δέκτη, ο οποίος συνήθως την απολαμβάνει μέσω της όρασης, περισσότερο από τις υπόλοιπες αισθήσεις. Στον πρωταθλητισμό, όταν συμβαίνει, είναι εντυπωσιακή. Και κάθε φορά μοιάζει με παιχνίδι της μοίρας.
Η ανατροπή είναι ένας από τους προφανείς λόγους που οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι το πιο σημαντικό αθλητικό, εκτός των άλλων, φεστιβάλ στον πλανήτη. Κι αυτό διότι την ώρα που συμβαίνει κάτι αναμενόμενο σε ένα σπορ, κάπου αλλού, την ίδια στιγμή, ένα κατόρθωμα κάνει το κεφάλι σου να εκραγεί. Κι επειδή πρόκειται για Αγώνες οι οποίοι αφορούν στα έθνη, κάποιες φορές χρειάζονται μόλις μερικά δευτερόλεπτα για να ανατραπεί πλήρως η ροή και να βρεθείς παγιδευμένος σε συναισθήματα πρωτόγνωρα. Στην Αθήνα το 2004, επί παραδείγματι, ο ελληνικός αθλητισμός δεν βίωνε μόνο το γλυκό hangover από την απίστευτη κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος ποδοσφαίρου, αλλά και τα μετάλλια των αθλητών μέσα στην πρωτεύουσα της Ελλάδας, στο πιο αναγνωρίσιμο αθλητικό παλκοσένικο. Η βαρύτητα ήταν τεράστια και το βάρος της ευθύνης, υψηλό.
Στις 25 Αυγούστου, η Ελλάδα έπαιζε τον προημιτελικό βόλεϊ με τις ΗΠΑ, για την τετράδα της διοργάνωσης. Τα τελευταία 17 χρόνια η Εθνική βόλεϊ είχε σημειώσει σπουδαίες επιτυχίες: το χάλκινο μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό της Γάνδης το 1987, την 6η θέση στο Παγκόσμιο του 1994 στην Αθήνα, με την υπέρβαση επί της Ρωσίας, αλλά και την 7η θέση στην αντίστοιχη διοργάνωση του 2002 στο Μπουένος Άιρες.
Ήταν 5 Οκτωβρίου όταν η ‘γαλανόλευκη’ πέτυχε μία από τις πιο σημαντικές νίκες στην ιστορία της, το 3-2 επί των Αμερικανών, που την προέκρινε στην οκτάδα της διοργάνωσης. Δύο χρόνια αργότερα, είχε τους Αμερικανούς στα σκοινιά, αυτήν τη φορά για την πρόκριση στην τετράδα των Ολυμπιακών. Στο 4ο σετ, με το σκορ στο 20-12, ο Στέλιος Προσαλίκας έβαλε στο παιχνίδι τον Ηλία Λάππα. Με τον Βασίλη Κουρνέτα εκτός, έκλεισε την αλλαγή του πασαδόρου, με αποτέλεσμα να στερηθεί τον βασικό μοχλό της Ελλάδας για όλο το σετ. Οι Αμερικανοί επέστρεψαν, πραγματοποιώντας την ανατροπή και ισοφάρισαν το ματς.
Αυτή η εξέλιξη ήταν πραγματικά συναρπαστική, όσο και επώδυνη. Η Εθνική χαράμισε την προσπάθεια ενός μακρόπνοου πλάνου, πέφτοντας θύμα μίας κατάστασης ανεπανάληπτης, διότι στα χρονικά (τα σύντομα, πάντως, μια και οι 25 πόντοι στο σετ ήταν ένας ‘φρέσκος’ κανονισμός) δεν είχε ξαναχάσει ομάδα σε προημιτελικό, με προβάδισμα 20-12. Όμως, η πραγματική ανατροπή ήρθε μετά από τη λήξη του ματς.
Ο γράφων ήταν σε καφετέρια και θυμάται καθαρά τη στιγμή. Βυθισμένος στη βραδινή μελαγχολία ενός χαμένου προημιτελικού σε ομαδικό σπορ, πάντα με κάποιον τρόπο στενάχωρη, απλώς περίμενε το τετελεσμένο, όταν ο Λιόι Μπολ κεραυνοβόλησε με τα σερβίς του το τάραφλεξ των Ελλήνων βολεϊμπολιστών, ισοφαρίζοντας σε 12-12. Οι Αμερικανοί πέρασαν μπροστά 13-12, ο Κουρνέτας έπαιξε πρώτο χρόνο με τον Σωτήρη Πανταλέων και ο τελευταίος κάρφωσε εκτός, με τις διαμαρτύριες να διαδέχονται τη διαιτητική απόφαση, αφού φαίνεται ότι υπήρξε επαφή στο μπλοκ.
Όμως, δεν πρόλαβε κάποιος από τους παρευρισκόμενους να δει το ριπλέι. Το κανάλι αμέσως άλλαξε.
Κι εκεί έγινε το θαύμα.
Ήταν η πιστολιά του αφέτη, που έδινε την έναρξη για τα 400μ. με εμπόδια. Η εναλλαγή ήταν τόσο γρήγορη, που έμοιαζε απίστευτο. Κι ενώ η Φανή Χαλκιά όδευε προς το 52.82 και το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο, με γαρνιτούρα τις δηλώσεις περί ελληνικής ανωτερότητας (τις οποίες κατά κάποιον τρόπο έχουμε ξεφορτωθεί, αφού δεν τις χρειαζόμαστε, σχεδόν όσο τις θέλαμε όταν η Βούλα Πατουλίδου και ο Πύρρος Δήμας έβαζαν ξανά την Ελλάδα στον αθλητικό χάρτη το 1992 στη Βαρκελώνη), η κατάσταση καθίστατο, ασφαλώς, ένα φιλοσοφικό ζήτημα.
Το θαύμα, βεβαίως, δεν ήταν αυτό καθαυτό το μετάλλιο της Χαλκιά, καθώς στον ημιτελικό είχε κάνει ολυμπιακό ρεκόρ με το απίθανο 52.77. Αλλά ήταν το σημείο της αλλαγής, που φανέρωνε τις απεριόριστες προοπτικές ενός καταπληκτικού παιδότοπου, εκεί όπου το παιχνίδι είναι ατέλειωτο και ο χρόνος δεν υπάρχει. Μοιάζει οξύμωρο, πιθανώς, μια και η κούρσα της τότε 25χρονης εμποδίστριας ήταν ζήτημα δευτερολέπτων, όσο και δεκάτων και εκατοστών του, αλλά η αθανασία του αθλητισμού φανερώθηκε ακριβώς εκείνη τη στιγμή.
Όλοι οι φίλαθλοι, όσοι ασχολούνται με τα σπορ εν τω συνόλω και τα απολαμβάνουν τις ελεύθερες και μη ώρες, έχουν μία ιστορία να πουν, κάτι μαγικό που συνέβη την ίδια μέρα ή σε απόκλιση. Αυτή η ιστορία είναι παρόμοια και φανερώνει την υπεροχή της σωστής χρονικής συμμετρίας, χωρίς ο άνθρωπος να παίζει κάποιον ρόλο σε αυτήν (την υπεροχή). Απλώς και μόνο προγραμματίζοντας δύο διαφορετικά αθλητικά δρώμενα, που φαινομενικά δεν έχουν σχέση μεταξύ τους. Από τη συναισθηματική φενάκη του Πανταλέοντος στην ισοϋψή, ου μην και ψηλότερη, ψυχική απάτη της Χαλκιά -μία θεατρική απάτη, βασισμένη στα απαραίτητα συστατικά της συγκίνησης και του πάθους, τα οποία είναι ανυψωτικά- πέρασε σκάρτο ένα λεπτό.
Το οποίο, όμως, συμπύκνωνε, με γεωμετρική αρμονία που σε κάνει να σαστίζεις, ένα ολόκληρο παραμύθι από γεγονότα που ακόμα και να τα έκανες πρόβα, δεν θα πετύχαιναν. Μία μπάλα έξω από τη γραμμή, ένα αποφασισμένο θυληκό που πηδούσε τα εμπόδια λες και απέφευγε μπανανόφλουδες, το ένα μετά το άλλο, μία τέλεια διαδοχή που ούτε να την παραγγείλεις θα τολμούσες, αναδεικνύουν τη σχετικότητα του χρόνου, την έννοια της χαρμολύπης, αυτό που είναι και θα παραμείνουν, όσοι σπόνσορες κι αν επιβληθούν, όσες συμφωνίες κι αν γίνουν, όσοι, δυστυχώς, εργάτες κι αν δουλέψουν στα έγκατα της γης, οι Ολυμπιακοί Αγώνες.