Ο Ίθαν Χαπ είναι ένας κινούμενος στόχος
Ο Ίθαν Χαπ δεν είναι παίκτης του 10. Αν ήταν, θα έπαιζε στο NBA. Είναι άνω του μέσου όρου και δεν πέφτει ποτέ κάτω από αυτόν. Ο νέος παίκτης του Ολυμπιακού έγινε φαινόμενο (το The Ethan-Vention) στο κολέγιο.
Μπορεί να παίξει άμυνα, να τρέξει στο γήπεδο, να ρίξει τάπες, να πασάρει, να τελειώσει από κοντά. Δεν έχει το jump shot. Το δουλεύει την τελευταία διετία. Την ίδια ώρα εξηγεί πως ‘δεν υπάρχουν πολλοί τύποι που μπορούν να βάλουν όσα σουτ επιχειρούν στο ΝΒΑ. Σε κάθε ομάδα υπάρχουν ένας, δυο. Όλοι οι άλλοι είναι ρολίστες. Έτσι βλέπω τον εαυτό μου‘. Ο Ethan Happ (Ίθαν Χαπ) δεν είναι παίκτης του 10. Αν ήταν θα ήταν και NBAer. Είναι άνω του μέσου όρου. Και δεν πέφτει ποτέ κάτω από αυτόν. Ούτε στα ματς, μηδέ στις προπονήσεις. Ας γνωρίσουμε το νέο παίκτη του Ολυμπιακού.
Υπήρξε φαινόμενο στο κολέγιο, το Ethan-Vention
Ο νέος παίκτης του Ολυμπιακού εμφανίστηκε στο University of Winsconsin-Madison, ως ένας αδύνατος πρωτοετής, από μια μικρή πόλη, την Milan -βορειοδυτικά του Ιλινόις, στα 4 μίλια από το Μισισίπι-, των 5.099 κατοίκων. Ένα παιδί που είχε ολοκληρώσει τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, στο Rockridge High School των 400 μαθητών -συνολικά. Από τη μια μέρα στην άλλη, βρέθηκε σε ένα αχανές κάμπους, με 35.000 φοιτητές στα 136 πτυχία, τα 148 προγράμματα για masters και στα 120 για ντοκτορά, συν τους 21.600 υπαλλήλους. Βρέθηκε και σε μια ομάδα, τους Wisconsin Badgers που το ρεκόρ νικών ανήκει στα 50 κορυφαία όλων όσων μετέχουν στο κολεγιακό μπάσκετ.
Ο πατέρας του, Randy (παίκτης του North Central College της Division III, στα νιάτα του) συνήθιζε να αφήνει το πρόγραμμα προπόνησης στην πόρτα του γκαράζ κάθε πρωί για τους γιους του. Χρειάζονταν μια ώρα για να το εκτελέσουν. Είχε δεκάδες ασκήσεις. Όλες είχαν να κάνουν με το μπάσκετ. Ο Eric και ο Ethan ήταν ‘στρατιώτες’. Κυρίως τους έβαζε να ασχοληθούν με τα βασικά. Το χειρισμό (για 10 ντρίμπλες με το δεξί χέρι έκαναν 20 με το αριστερό) και τα πόδια τους. Μετά με τη φυσική δύναμη και τέλος με τα σουτ. Ο Ράντι συνήθιζε να λέει στα αγόρια του πως ‘αν μάθετε να χειρίζεστε την μπάλα και γίνετε καλοί στην άμυνα, θα ‘χετε πάντα δουλειά’. Πριν κοιμηθούν, τους έλεγε ιστορίες από τα νιάτα του, όταν ‘έκανα προπονήσεις μέσα στο χιόνι, δεν ένιωθα τα ακροδάχτυλα μου, αλλά και πάλι μπορούσα να ντριμπλάρω και να σουτάρω’. “Kάναμε ό,τι μας έλεγε όχι γιατί είχαμε σκεφτεί το μέλλον μας στο μπάσκετ, αλλά επειδή όπως όλα τα αγόρια, θέλαμε να μοιάσουμε στον πατέρα μας” είχε εξηγήσει το 2017 ο Χαπ στο Sports Illustrated.
Στο σχολείο ο Ίθαν ήταν pitcher στο baseball (‘έμαθα να έχω υπομονή, ώστε να παίρνω τη σωστή απόφαση‘), linebacker στο football (θέση στην άμυνα, πίσω από την άμυνα. Είναι γρήγορος παίκτης που είναι πίσω από εκείνους που απορροφούν τα χτυπήματα -πρώτη γραμμή άμυνας-, με στόχο να πιάσει τον quarterback) και πόιντ γκαρντ στο μπάσκετ. Τότε έκανε και τα jumpers του, έκανε και τα τρίποντα του.
Μετά από 1.72, στα 13 έφτασε το 1.87 στα 14 και το 1.98 στα 15. Οι προπονητές του αποφάσισαν να τον βάλουν μέσα στη ρακέτα. Η ιστορία έδειξε πως ορθώς έπραξαν διότι πριν τελειώσει το σχολείο, είχε φτάσει το 2.08. Του επέτρεπαν να κατεβάζει την μπάλα, αλλά του είχαν ζητήσει να εστιάσει στα όσα έπρεπε να κάνει κοντά στο καλάθι. Όχι στην περιφέρεια. Τα ίδια ήθελε από εκείνον και το Wisconsin. Εκεί όπου ο τύπος αυτός φορούσε δημοσίως, μπλούζα με τον Pikatchu γεμάτος υπερηφάνεια.
Από το ‘αδύνατο, κοκαλιάρικο παιδί’ σε ‘ένας από τους καλύτερους παίκτες στην ιστορία του πανεπιστημίου’
Η μετάβαση στο κολέγιο έγινε το 2015, όταν οι Badgers έφτασαν έως τον τελικό της Division I του NCAA. Έχασαν από το Duke (68-63). Ο Χαπ δεν είχε συμμετοχή σε αυτήν την πορεία, γιατί ήταν redshirted. Δηλαδή, δεν είχε δικαίωμα συμμετοχής. Το επέλεξε ο ίδιος, καθώς αν έπαιζε θα είχε πολύ μικρό χρόνο συμμετοχής (“δεν ήθελα να παίζω για 5 λεπτά”), πίσω από τον ‘καλύτερο παίκτη του 2015’, Φρανκ Καμίνσκι (Νο9 στο 2015 NBA Draft, που φέτος πήγε από τη Σάρλοτ στο Φοίνιξ) και δυο παιδιών που ήταν πίσω από αυτόν.
“Δεν ήταν εύκολη αυτή η απόφαση” είχε πει στην Milwaukee-Wisconsin Journal Sentinel “μίλησα με όλους, για να ακούσω απόψεις πριν αποφασίσω τι θα κάνω. Και πάλι βέβαια, υπήρχαν κάποια πρωινά που όταν ξυπνούσα σκεφτόμουν πως έπρεπε να παίξω. Ευτυχώς, τα περισσότερα σκεφτόμουν ότι είχα πάρει τη σωστή απόφαση. Σε κάθε περίπτωση, δεν είχα δικαίωμα συμμετοχής στους αγώνες, αλλά είχα όλες τις εμπειρίες από τις προπονήσεις, όπου καθημερινά ερχόμουν αντιμέτωπος με τις φυσικές απαιτήσεις και το ταλέντο των συμπαικτών μου”.
Δεν θα ξεχάσει ποτέ πόσο δύσκολα περνούσε στις πρώτες προπονήσεις ‘όταν ο Φρανκ (Καμίνσκι) σκόραρε μπροστά μου με όποιον τρόπο γούσταρε‘. Έτρωγε και πολλές τάπες, πράγμα ανεπίτρεπτο για το ύψος του (2.08). “Αυτό με έκανε να θέλω να μάθω πώς να τις γλιτώνω”. Ομολόγησε και πως όταν πήγε στο Ουισκόνσιν δεν είχε ιδέα από post game. Απέκτησε. Σύντομα έγινε ξακουστός για την ταχύτητα των κινήσεων του στο ποστ και την ευφυΐα του στην άμυνα. Εκεί επιστράτευσε όλες τις γνώσεις που είχε αποκτήσει, από τα παιχνίδια football -είχε μάθει να ‘διαβάζει’ άμυνες και να αποφασίζει αναλόγως.
“H τακτική που ακολουθούσα ήταν να προσπαθώ να ‘παγιδεύσω’ τον quarterback και να χτυπήσω στο λάθος του. Ήθελα να τον κάνω να σκεφτεί πως αν ρίξει την μπάλα σε ένα συγκεκριμένο σημείο θα κάνει δουλειά και τότε πεταγόμουν σε εκείνο το σημείο”! Αυτό το κάνει μέχρι σήμερα -προσπαθεί να κάνει τους πασέρ να πιστεύουν ότι υπάρχει ασφάλεια να στείλουν την μπάλα κάπου συγκεκριμένα και την κλέβει. Υπάρχουν και φορές που ρισκάρει περισσότερο από όσο πρέπει και κάνει λάθη. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, κάνει δουλειά. “Είναι κορυφαίος ‘ληστής‘” είχε πει ο συμπαίκτης του στο πανεπιστήμιο, Vitto Brown, πριν προσθέσει “και να σκεφτείτε όταν τον γνωρίσαμε ήταν ο πιο soft τύπος που υπήρχε εκεί έξω”.
Στην άμυνα στο ποστ ‘ακούμπησε’ σε όσα είχε μάθει όταν έπαιζε ως γκαρντ. Δηλαδή, χρησιμοποιούσε τα πόδια και την ταχύτητα, αντί της δύναμης, για να κρύψει το καλάθι. Ο προπονητής του, Greg Gard είχε πει στο The Bleacher Report ότι “είναι από τους ψηλούς που είναι συνέχεια σε κίνηση και στις αλλαγές και προσπαθούν να σε βγάλουν εκτός ισορροπίας, εκτός της κατανομής βάρους στο σώμα σου. Είναι ένας κινούμενος στόχος”. Ο Καμίνσκι είχε προσθέσει ότι “μπορεί και αναγνωρίζει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα όποιου έχει απέναντι του και ξέρει τι πρέπει να κάνει”.
“Μέσα στη ρακέτα δεν κοιτώ τον αντίπαλο μου. Προσπαθώ να τον νιώθω με το σώμα μου και επικεντρώνομαι στους άλλους τέσσερις, για να δω ποιος θέλει να ‘κόψει’ ή ποιος είναι ελεύθερος”.
Ένας scout του ΝΒΑ είχε εξηγήσει, στο ίδιο μέσο, πως “μπορεί να αναλάβει τον αντίπαλο του σε ένας εναντίον ενός, στο ποστ και να αμυνθεί και μακριά. Έχει τον τρόπο να χρησιμοποιεί τα δυνατά του σημεία, για να καλύψει τις αδυναμίες”.
Σημείωση: ο Καμίνσκι ήταν αυτός που βοήθησε τον Χαπ να κάνει ό,τι πίστευε πως μπορούσε -αλλά για κάποιο λόγο δεν τα κατάφερνε. Δεν είχε βρει τον τρόπο. “Του είπα να ηρεμήσει και να δει τι του δίνει η άμυνα, αντί του να προσχεδιάζει τις κινήσεις του γύρω από τη στεφάνη”.
Ήταν ο ‘κατάσκοπος’ των φίλων του
Στον πρώτο χρόνο που αρκούνταν στις προπονήσεις, ήταν μέλος και του τμήματος ‘κατασκοπίας’. Δηλαδή, μελετούσε τον επόμενο αντίπαλο και ενημέρωνε τους φίλους του για τις αδυναμίες που έπρεπε να εκμεταλλευτούν. Τα όσα έκαναν οι συμπαίκτες του έως τον τελικό, του δημιούργησαν το αίσθημα της ζήλιας “μαζί με τη διάθεση να δουλέψω ακόμα περισσότερο, για να ζήσω ανάλογη επιτυχία. Με έκανε να εκτιμήσω το χρόνο που περνούσαν όλα αυτά τα παιδιά μαζί, σε δουλειά, ώστε να είναι ‘ένα’ στα ματς”, είχε πει στην The Daily Cardinal.
Έμαθε να χρησιμοποιεί περισσότερο το μυαλό του. Δυνάμωσε. Έγινε και ηγέτης. Όπου ένιωθε πως υπάρχει πρόβλημα, το έλυνε μέσω δουλειάς. Είχε περάσει πολλά βράδια παρέα με την κοπέλα του και έναν τύπο που του έδινε την μπάλα, στο να εκτελεί βολές για να ‘φτιάξει’ το ποσοστό του.
Άπαξ και πάτησε το πόδι του στο παρκέ με τη φανέλα των Badgers, έγινε starter και έμεινε τέτοιος μέχρι τέλους. “Ξεκίνησα ως ρολίστας, από αυτούς που τους ξεχνάς στην πάροδο του χρόνου και εξελίχθηκα σε hustle παίκτη. Προσπαθούσα να τακτοποιήσω όλες τις μικρές λεπτομέρειες. Να βουτάω για τις μπάλες, να κάνω σκριν, να αρπάζω επιθετικά ριμπάουντ”. Έμαθε να αξιοποιεί και τους ελεύθερους συμπαίκτες του, ώστε όταν έστελναν οι αντίπαλοι δυο παίκτες πάνω του, να έβρισκε σίγουρους πόντους. Βοηθούσε και ότι δεν ήταν εγωιστής.
Έως το 2017 είχε αλλάξει πολύ. Είχε μείνει όμως, κάτι: το jump shot. Δεν είχε δοκιμάσει ένα έως το τέλος της σεζόν 2016-17. Είχε βάλει μόλις δυο καλάθια, έξω από τη ρακέτα, τις δυο πρώτες σεζόν. Παρ’ όλα αυτά, ήταν σκόρερ του τύπου των 14 πόντων, ανά ματς. Ήταν όμως, και παραφωνία στην εποχή των stretch 4 και του μπάσκετ που δεν έχει θέσεις. Ένας scout ομάδας ΝΒΑ είχε πει πως ‘μου θυμίζει τον Ντομάντας Σαμπόνις, ο οποίος βέβαια, έχει το jump shot’.
Μαθαίνει από το μηδέν το μηχανισμό των σουτ
Για αυτό και η δουλειά πάνω σε αυτό το κομμάτι έγινε μονόδρομος το καλοκαίρι. Δούλεψε με ειδικό κόουτς επί της μηχανικής. Άλλαξε και το πού έβαζε τα χέρια του. Τον οδηγό τον πήγε από μπροστά -στην μπάλα- στα πλάγια. Επειδή συνήθιζε να ‘ξεκουράζει’ την μπάλα στη δεξιά παλάμη, πριν το σουτ, τη μετακίνησε στα ακροδάχτυλα. Επίσης, έμαθε να σουτάρει από το κέντρο του σώματος του. Έφτανε την μπάλα έως το ύψος μεταξύ της μύτης και του μετώπου -και όχι κοντά στο δεξί αυτί όπως συνήθιζε να κάνει έως τότε. Η αλλαγή στη μηχανική τον βοήθησε και στις βολές. Το κάτω του 50% έγινε 68.4%.
Έφυγε από το πανεπιστήμιο ως ο τύπος από τα χέρια του οποίου περνούσαν οι περισσότερες επιθέσεις, ως ο πρώτος ριμπάουντερ, ο δεύτερος στις τάπες και ο τρίτος σε ασίστ και πόντους. Όλων των εποχών. Ήταν ένας εκ των καλύτερων παικτών που ‘χε ποτέ το πρόγραμμα. Eκείνος επέμενε πως θα ήθελε να τον θυμούνται ‘για το πόσο αφοσιωμένος ήμουν και για το πόσο ‘εργάτης’ υπήρξα‘. Από το πουθενά σε τρία χρόνια βρέθηκε μεταξύ των καλύτερων ψηλών της Big Ten Conference (η πιο παλιά της Division I -υψηλότερο επίπεδο του κολεγιακού). Eίναι ο μόνος του πανεπιστημίου του που είχε +2000 πόντους και +1000 ριμπάουντ, στην περιφέρεια τα τελευταία 35 χρόνια.
Μετά τρία χρόνια στο κολέγιο, ουκ ολίγες διακρίσεις και ρεκόρ, αποφάσισε να δηλώσει φέτος συμμετοχή στο ΝΒΑ draft. Δεν επελέγη και δοκίμασε την τύχη του μέσω του Summer League του Λας Βέγκας, όπου παρουσιάστηκε με το Σικάγο. Δεν βρήκε συμβόλαιο και πήρε την επόμενη επιλογή: αυτήν του Ολυμπιακού, με τον Ντέιβιντ Μπλατ να είναι ένας από τους λόγους.