Από τον ‘προπονητή’ στον ‘ευνουχιστή’: Οι βασικοί μπαμπάδες του αθλητισμού
Με αφορμή την Ημέρα του Πατέρα, ο Λευτέρης Ελευθερίου επιχειρεί μια ανάλυση σε όλα τα πατρικά πρότυπα που συναντάμε στο σύγχρονο αθλητισμό.
Το σύγχρονο μοντέλο γονιού, ανατροφής και διαπαιδαγώγησης έχει ως βαθύτερο στόχο να εμπνεύσει τους γονείς να μεγαλώσουν τα παιδιά τους χωρίς να τους φορτώνουν τα συμπλέγματα του παρελθόντος. Πάντα υπάρχει, όμως, ένα παράθυρο για τις υπενθυμίσεις του πατέρα με το παιδί του, ιδίως αν είναι γιος. Όσο μεγαλώνουμε καταλαβαίνουμε ότι ο ανταγωνισμός δεν εξασθενεί στο βαθμό που ίσως νομίζαμε μέσα από την εμπειρία. Αυτό δικαιολογεί τους πατεράδες μας, μια και η Κυριακή 16 Ιουνίου είναι η μέρα που γιορτάζουμε την ύπαρξή τους, αλλά και τον τρόπο που προσπαθούν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους και να εναρμονιστούν σε ό,τι είναι ένας νέος κόσμος.
Στον πρωταθλητισμό, πάντα υπάρχει μία μάνα που δεν μιλάει για το γενικότερο καλό και ένας πατέρας που καλείται να πάρει τις σκληρές αποφάσεις. Πολλά είδη πατεράδων γίνεται να αλιευθούν στα γήπεδα και τα γυμναστήρια όλου του κόσμου. Ο κοινός παρονομαστής είναι η τάση για βοήθεια στο παιδί, ωστόσο αυτό σπανίως συμβαίνει αρμονικά. Αλλά πάντα αφήνουν το στίγμα τους, ακόμα και σε περιπτώσεις που δεν τους γνωρίζεις. Είναι εκείνοι που σμίλεψαν τον αθλητή τις ώρες που δεν είχε προπόνηση, που ακόμα και κατ’ ανάγκη προέβησαν σε πράξεις που δεν τους ταίριαζαν ηθικά.
Ο μπαμπάς-ανταγωνιστής
Ο Ντίνο Μενεγκίν κατάφερε να ανταμώσει με το γιο του πριν αποχωρήσει από τα κλειστά γυμναστήρια, σε επαγγελματικό επίπεδο. Το ιερό τέρας του ιταλικού μπάσκετ και ο παίκτης με τα περισσότερα Κύπελλα Πρωταθλητριών στην ιστορία (5 με την Ίνις Βαρέζε και 2 με την Ολίμπια Μιλάνο) και τον πρώτο ιταλικό τίτλο, το τρόπαιο του Ευρωμπάσκετ του 1983, είχε συμπληρώσει τα 40 και αντιστεκόταν σθεναρά στην ιδέα της αποχώρησης. Η σεζόν 1990-91 τον βρήκε στην Παλακανέστρο Τριέστε και στις 14 Οκτωβρίου έγραψε ιστορία, όχι επειδή αντιμετώπισε την πρώην ομάδα του, Παλακανέστρο Βαρέζε, τη μόνη που έχει παίξει σε 10 διαδοχικούς τελικούς Κυπέλλου Πρωταθλητριών, από το 1970 έως το 1979, αλλά διότι σε εκείνο το παιχνίδι αντάμωσε με το 16χρονο γιο του, Αντρέα. Οι δυο τους τέθηκαν αντιμέτωποι ως το 1994, όταν ο γίγαντας Ντίνο αποφάσισε να σταματήσει το μπάσκετ.
Ο Αντρέα, ένα ατόφιο μπασκετικό ταλέντο, μπορεί να μην πέτυχε τις διακρίσεις του σπουδαίου πατέρα του, ωστόσο ήταν ένας από τους κορυφαίους σε απόδοση Ιταλούς στο Ευρωμπάσκετ του 1999, όταν με τη δική του αρωγή οι ‘ατζούρι’ αποκαθήλωσαν τη Γιουγκοσλαβία και με νίκη επί της Ισπανίας στο Παρίσι ανέβηκαν ξανά στην κορυφή της Ευρώπης.
Ο μπαμπάς-προπονητής
Η Στέφι Γκραφ ήξερε να παίζει τένις από τα 3 της. Υπάρχει μία απίστευτη ιστορία με τον πατέρα της, Πίτερ, κατά την οποία είχαν βάλει ένα καναπέ στη μέση του σαλονιού και οι δύο τους έπαιζαν τένις. Ο Πίτερ Γκραφ έλεγε στην κόρη του ότι αν κατάφερναν να κάνουν ένα ράλι 25 χτυπημάτων θα έτρωγε παγωτό. “Και χτυπούσα μερικές φορές πολύ δυνατά το μπαλάκι στο 24ο χτύπημα, διότι δεν είναι καλό να τρως όλη την ώρα παγωτό”, είχε δηλώσει ο μπαμπάς της Στέφι, για να δείξει πόσο συχνά, ενώ μόλις είχε συμπληρώσει 1.000 μέρες ζωής, κατάφερνε να βρίσκει το μπαλάκι.
Ο Πίτερ Γκραφ ήλεγχε τα πάντα στη ζωή της κατά πολλούς κορυφαίας τενίστριας όλων των εποχών, που πήρε 22 Γκραν Σλαμ, νίκησε τα πρώτα τουρνουά της στα 5 της, έγινε επαγγελματίας στα 13 της, τέσσερα χρόνια μετά είχε νικήσει ήδη τις Κρις Έβερτ και Μαρτίνα Ναβρατίλοβα και το 1988, στα 19 της, έκανε το περίφημο Golden Slam, με τα 4 Major και το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο στη Σεούλ. Η Γκραφ δεν είχε φίλους στην εφηβεία της -και πώς θα ήταν δυνατόν; “Σκεφτόμουν μόνο το τένις”, είχε πει. To 1988, όταν η Ομοσπονδία τένις ήθελε να την τιμήσει ως παίκτρια της χρονιάς, ο πατέρας της, Πίτερ, δεν την άφηνε να πάει αν δεν του υπόσχονταν οι διοργανωτές ότι η εκδήλωση θα τελείωνε ως τις 21:00.
Ο μπαμπάς-ευνουχιστής
Τα παραδείγματα των πατεράδων που το απωθημένο τους να κάνουν τα παιδιά τους ό,τι δεν κατάφεραν εκείνοι δεν είναι ένα και δύο, αλλά δεν υπάρχει πιο κραυγαλέο από εκείνο του ΛαΒαρ Μπολ. Ο πατέρας του Λόνζο υπήρξε εξαρχής ρηξικέλευθος και οι μεγαλοστομίες ήταν στην ημερήσια διάταξη για το καμάρι του, αλλά και για τον ίδιο. Ήρθε σε κόντρα με τον ΛεΜπρον Τζέιμς, η οποία λίγο έλειψε να γίνει προσωπική, όταν αναφέρθηκε στην οικογένειά του, είχε πει ότι θα τον κέρδιζε σε μονό, είπε ότι οι Λέικερς, με τον Λόνζο στη σύνθεσή τους, θα πήγαιναν στα playoffs του ΝΒΑ τον πρώτο χρόνο του, έστειλε τους δύο μικρότερους γιους του, ΛιΆντζελο και ΛαΜέλο, στη Λιθουανία, απορρίπτοντας την προοπτική του κολεγίου, για να παίξουν στη Βουτάουτας Πριενάι Βιστόνας, με την οποία η εταιρεία που έχει ένα μικρό μέρος μετοχών (και μεγαλύτερο ο Λόνζο), Big Baller Brand, συνεργάστηκε για να κάνει παιχνίδια επίδειξης.
Όπως και να έχει, ο Λόνζο Μπολ, τα δύο χρόνια του στο ΝΒΑ, είναι ξεκάθαρο ότι έχει ψυχολογικό πρόβλημα και φαίνεται ανασφαλής. Για τους δύο μικρότερους, τα πράγματα μοιάζουν ευκολότερα, καθώς ο μεγάλος, πληρώνοντας τη συγκρουσιακή τακτική του μπαμπά του, έγινε η διελκυστίνδα, το σφουγγάρι που απορρόφησε όλη την πίεση και ένα δυνητικό θύμα πολέμου.
Ο μπαμπάς-θυσία
Δεν χρειάζεται να πάει κάποιος πολύ μακριά: η ιστορία του μπαμπά του Τζόρνταν Χέντερσον, για την οποία έγραψε ο Γιάννης Δημητρέλλος μετά την κατάκτηση του Champions League από τη Λίβερπουλ, είναι συγκινητική. Διαγνώστηκε με καρκίνο το 2013 και δεν είπε τίποτα στο γιο του, επειδή η Λίβερπουλ εκείνη τη σεζόν πήγαινε για πρωτάθλημα. Η αγκαλιά στη Μαδρίτη είναι και θα είναι ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα στιγμιότυπα του 2019, τόσο ως προς τη συγκίνηση όσο και γιατί οι πατρικές αγκαλιές περιέχουν μέσα τους και μία πορεία αντιδικιών, που αναπόφευκτα διευθετούνται όσο περνούν τα χρόνια και η σχέση βρίσκεται από τη θέση μάχης στην παράδοση άνευ όρων και την ξέγνοιαστη αγάπη μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα.
Ο μπαμπάς-‘δεν ξέρω’
Στη συνέντευξή τους στο Contra.gr πριν από δυόμιση μήνες, ο Σταύρος Ελληνιάδης είχε ομολογήσει ότι δεν είχε προσφέρει τις δίχως άλλως πολύτιμες συμβουλές του στην κόρη του, Έλενα, όταν διαπραγματευόταν η ίδια τη συμφωνία της με τη Βουλιαγμένη. Μάλιστα, είχε δώσει λανθασμένα τα χρόνια που η Έλενα υπέγραψε συμβόλαιο με το σύλλογο που εδρεύει στο κολυμβητήριο του Λαιμού, ενώ η κόρη του τον είχε διορθώσει. Ο Ελληνιάδης είχε πει, μάλιστα, ότι μόνο μία φορά έχει φωνάξει σε διαιτητή, “ο οποίος μάλιστα είναι φίλος μου και το έχω μετανιώσει”. Για αυτό το μοντέλο, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται, υπάρχει και το αντίπαλο…
Ο μπαμπάς-‘δεν ξέρεις εσύ’
Εκείνος που κατηγορεί τον προπονητή για δόλο απέναντι στο παιδί του, όταν το αφήνει στον πάγκο, που κατηγορεί το διαιτητή για υποστήριξη στον αντίπαλο, που δίνει το παιδί του συμβουλές από την κερκίδα ενώ ο προπονητής είναι στο γήπεδο, που απειλεί να κόψει τα χρήματα που δίνει, αν το παιδί του δεν παίζει συχνότερα, που προειδοποιεί ότι θα το πάει στην άλλη ομάδα, εκείνος, τέλος πάντων, που θεωρεί ότι καταλαβαίνει ακράδαντα όχι μόνο τους κανόνες και τη φύση του σπορ με το οποίο ενασχολείται ο επίγονος του, αλλά και το τι ‘παίζει’ δεξιά και αριστερά, ποιοι άλλοι γονείς έχουν ‘κολλητηλίκι’ με τον προπονητή και τους παράγοντες και όλα τα συμπαρομαρτούντα, που οδηγούν στην έλλειψη αθλητικής παιδείας και βάζουν τον αθλητή σε έναν κόσμο συνωμοσίας.
Ο μπαμπάς-στοιχειό
Πόσο καλός παίκτης ήταν ο Tζόρντι Κρόιφ; Η απάντηση μικρή σημασία έχει. Θα απαντούσες ότι ήταν ένας τεχνικά άρτιος ποδοσφαιριστής, ένα πρότυπο της ολλανδικής ποδοσφαιρικής σχολής, με εντυπωσιακό κοντρόλ, εύστοχη, ακριβή και υψηλής νοημοσύνης μεταβίβαση, ο οποίος έφτασε να παίζει στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και την Μπαρτσελόνα, ενώ είχε 9 συμμετοχές με την εθνική Ολλανδίας, όλες το 1996, όταν έγινε το Euro στην Αγγλία. Για κάποιον λόγο θεωρήθηκε υπεύθυνος για τον αποκλεισμό από την Αγγλία με το βαρύ 4-1. Η πιο ειλικρινής απάντηση, βεβαίως, είναι ότι είναι ο γιος του Γιόχαν Κρόιφ. Ο Τζόρντι Κρόιφ δεν έμαθε ποτέ ποσό καλός ποδοσφαιριστής ήταν και, κυρίως, πόσο καλός θα μπορούσε να γίνει. Μεγάλωσε, βεβαίως, σε ένα προστατευμένο περιβάλλον και με το επώνυμο ενός τύπου να αποτελεί διαβατήριο, ώστε να ξεκινήσει το ποδόσφαιρο εκεί που πολλές χιλιάδες παιδιά παλεύουν να χάσουν και αρκετές δεν τα καταφέρνουν, αλλά στα επαγγελματικά χρόνια του αυτό το επώνυμο τον κατέτρεχε, μην αφήνοντάς τον να απολαύσει, ουσιαστικά, το παιχνίδι. Ό,τι κι αν έκανε ο Τζόρντι Κρόιφ, ο μόνος τρόπος για να τα κατάφερνε θα ήταν να αποτελεί φαινόμενο, αντί για έναν καλό ποδοσφαιριστή, όπως και ήταν.
Ο μπαμπάς-αθλητής
Τα δίδυμα του Ρότζερ Φέντερερ, σε νηπιακή ηλικία, να παρακολουθούν τον μπαμπά να κερδίζει το Γουίμπλεντον και να προσπαθούν να αναλύσουν την πληροφορία. Οι κόρες του Κόμπε Μπράιαντ, που πολλάκις ερχόντουσαν σε σύγκρουση με τον πατέρα τους, να ακούνε την Μπιγιόνσε να του λέει ότι “από σένα μαθαίνω”, μετά από μία επιτυχημένη συναυλία της. Τα πιτσιρίκια των ποδοσφαιριστών, που μπαίνουν στο γήπεδο στο ημίχρονο ή μετά τη λήξη ενός νικηφόρου ματς, για να σκοράρουν στο άδειο τέρμα και να αποθεωθούν από τον κόσμο.
Ο μπαμπάς-σατράπης
Ο Ρίτσαρντ Γουίλιαμς έγραψε ένα πλάνο 78 σελίδων και άρχισε να συμβουλεύει τις κόρες του, Σερένα και Βένους, όταν η τελευταία ήταν 4,5 χρόνων. Ο Γουίλιαμς τις πίεσε και τις καταπίεσε, πηγαίνοντας τις στα ανοιχτά κορτ και κάνοντας ώρες προπονήσεων, οι οποίες από νωρίς κατέστησαν σαφές στις πιτσιρίκες ότι το άθλημα που παίζουν δεν κρύβει απολαύσεις, αλλά μπορεί να γίνει μαρτυρικό. Ο Ρίτσαρντ Γουίλιαμς, που τώρα πια, μετά από μια σειρά καρδιακών προσβολών, δεν μπορεί να μιλήσει, έπρεπε να υπερκεράσει και τα δικά του ρατσιστικά βιώματα, αλλά και αυτά που ήξερε ότι θα αντιμετώπιζαν τα κορίτσια του. Ο Ρίτσαρντ Γουίλιαμς δεν ήξερε τένις. Αλλά είχε την επιθυμία να κάνει τις κόρες του πρωταθλήτριες. Το τι σήμαινε αυτό για τη συμπεριφορά του, ήταν για τον ίδιο, αλλά όχι και για τους ειδικούς της ανατροφής των παιδιών, δευτερεύον. Όταν η Βένους Γουίλιαμς κατέκτησε το Γουίμπλεντον το 2000, ούρλιαξε ‘Straight outta Compton’, δηλαδή τον τίτλο ενός τραγουδιού και ανέβηκε στο τηλεοπτικό θεωρείο που ήταν η Κρις Έβερτ για να χορέψει και να τραγουδήσει “είναι το πάρτι της Βένους και κανένας άλλος δεν είναι καλεσμένος”.
Στη μακρόχρονη πορεία του βρέθηκε να υπερασπίζεται τα συμφέροντα των κοριτσιών του, εις βάρος ακόμα και της αθλητικής δεοντολογίας. Και ποιος, όντως, μπορεί να πει ότι έκανε λάθος; Η λελογισμένη και κορυφαία τενίστρια στην ιστορία και η εξίσου ικανή αδελφή της, που ίσως υποσυνείδητα έκανε χώρο για να περάσει σαν κλαρκ στον κόσμο του τένις η μικρή της οικογένειας, δικαιώνουν τις προσπάθειές του. Από ένα περιβάλλουν που έδινε περίπου μηδέν προνόμια, ο Ρίτσαρντ Γουίλιαμς έγινε ο πρώτος που εντάχθηκε στο Hall of Fame του τένις της ΗΠΑ. Και υπό μία έννοια, απάντησε στην ηθική σύγκρουση, δίνοντας μία ένδειξη. Αν και η διαφωνία, που αφορά στο συμπεριφοριστικό κομμάτι, έχει τα δικά της πολύ ισχυρά επιχειρήματα.
Ουδείς μπορεί να απαντήσει με σιγουριά, ειδικά σε μία σύγκρουση που τα αποτέλεσμα εναντιώνονται με την ψυχή. Και αυτή η τελευταία φράση θα μπορούσε να είναι η επιγραφή της ζωής ενός πατέρα. Ένας κάματος ανυπόφορος, πάντα σε κατάσταση πανικού, πάντα για το καλό, το οποίο έρχεται μέσα από μία ανηφόρα που η κλίση της την καθιστά σχεδόν τοίχο.