ΣΤΗΛΕΣ

Ζοτς σημαίνει ‘αυτός που σκίζει το διχτάκι’ (όντως)

Ο Γιάννης Φιλέρης γράφει για το απόλυτο τοτέμ των Final-4, τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς που φέτος θα μετρήσει 18 συμμετοχές (σε 32 διοργανώσεις) και θυμίζει από που βγήκε και τι σημαίνει το παρατσούκλι 'Ζοτς'.

Ζοτς σημαίνει ‘αυτός που σκίζει το διχτάκι’ (όντως)

Όταν μιλάμε για τα … τοτέμ των Final-4 ξεκινάμε και μάλλον σταματάμε στον Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Ο προπονητής που έχει κάνει συνώνυμη την παρουσία του στη διοργάνωση, καθώς έχει εμφανιστεί σε 17 από τα 31 που έχουν διεξαχθεί. Η φετινή του είναι η 18η παρουσία σαν προπονητής, ενώ μετράει κι άλλη μία (το 1988) σαν παίκτης.

Ο ‘μίδας’ του ευρωπαϊκού μπάσκετ έχει πάρει το τρόπαιο 9 φορές, 5 με τον Παναθηναϊκό κι από μία με Παρτιζάν, Μπανταλόνα, Ρεάλ και Φενέρ. Στα 59 του χρόνια, ο ‘Ζοτς’ σχεδόν κάθε χρόνο, τέτοια εποχή ζει την αδρεναλίνη του ραντεβού των κορυφαίων του μπάσκετ.

ÅÕÑÙËÉÃÊÁ / ÐÁÏ - ÖÅÍÅÑÌÐÁ×ÔÓÅ / EUROLEAGUE / PANATHINAIKOS - FENERBAHCE (Eurokinissi Sports / ÂÁÃÃÅËÇÓ ÓÔÏËÇÓ) Eurokinissi Sports

(Με τον Σλούκα και τη Φενέρ ξανά σε Final-4 ο Ομπράντοβιτς. Το πέμπτο σερί με την τουρκική ομάδα)

Το ρεκόρ του είναι ακόμη πιο τρομακτικό, αν βγάλουμε από το … μέτρημα τα τέσσερα Final-4 που δεν μπορούσε να κοουτσάρει αφού ήταν ακόμη παίκτες. Ο Σέρβος προπονητής μαζί με το φετινό ‘παρών’ μετράει 18 συμμετοχές στα 28 που θα μπορούσε συνολικά να πάρει μέρος! Ποσοστό 64.2%. Ανάλογη είναι και η επίδοσή του στις κατακτήσεις των τροπαίων με 9/17 δηλαδή 52.9%.

Στην καταμέτρηση συμπεριλαμβάνεται και το Final-4 της Σουπρολίγκας το 2001 στο Παρίσι.

Ζοτς δηλαδή Ζ.Ο.Cepac!

Από το 1992 όταν οι άνθρωποι της Παρτιζάν έψαχναν εναγωνίως τον προπονητή της επόμενης μέρας, αλλά τον είχαν μέσα στα πόδια τους. Ήταν ο Ζοτς. Με την ευκαιρία να πούμε από που προέρχεται κι αυτό το περίφημο παρατσούκλι, όπως … προσπάθησε μια φορά να το εξηγήσει ο Σέρβος δημοσιογράφος και καλός φίλος, Βλάντιμιρ Στάνκοβιτς.

Το ΖΟ είναι εύκολο. Βγαίνει από τα αρχικά του ονόματός (Ζέλικο Ομπράντοβιτς). Το C, σύμφωνα με τον Στάνκοβιτς, βγαίνει από το ‘Cepac’. Όπου ‘Cepac’ στα σέρβικα και σε ελεύθερη μετάφραση, σημαίνει εκείνος που ‘σκίζει’ (εν προκειμένω το δίχτυ) καθώς έτσι λεγόταν το παιχνίδι που έπαιζε ο Ομπράντοβιτς με τους φίλους του. Σουτ χωρίς να χάσει ούτε ένα.

Ο νεαρός Ζέλικο, που κέρδιζε αυτό το παιχνίδι, ήταν πολύ καλός σουτέρ, μπορεί να έπαιρνε λίγες προσπάθειες, αλλά σπανίως αστοχούσε. Όλα αυτά τα επιβεβαίωσε και ο ίδιος ο Ομπράντοβιτς όταν φιλοξενήθηκε στο σόου της σέρβικης τηλεόρασης ‘Βράδυ με τον Ιβάν Ιβάνοβιτς’. Θυμήθηκε τα παιδικά του χρόνια, τα παιχνίδια με τα σουτ, αλλά και το ρητό ότι όποιος είναι από το Τσάτσακ αυτόματα τυγχάνει και μεγάλος σουτέρ, όπως ο Κιτσάνοβιτς ή ο Ραντμίλο Μίσοβιτς (σ.σ ο πρώτος μεγάλος μπασκετμπολίστας από το Τσάτσακ, πέντε φορές πρώτος σκόρερ στο γιουγκοσλάβικο πρωτάθλημα:

“Απλά πλένεις τα χέρια σου στον Μοράβα (σ.σ. το ποτάμι που περνάει από την πόλη) και δεν χάνεις ούτε ένα σουτ”.

Αυτή την ευστοχία ο Ζοτς την διατηρεί ακόμη και τώρα που πλησιάζει τα 60! Και το Ζέλικο σαν παρατσούκλι, μπορεί να εκληφθεί αφού το πλήρες όνομά του είναι Ζέλιμιρ. Δείτε το βιντεάκι που κυκλοφόρησε πριν από ένα χρόνο η Φενέρ στο επίσημο κανάλι της.

“Να σας πω την αλήθεια δεν θυμάμαι πότε ξεκίνησα να κάνω τον προπονητή. Νομίζω ότι μια ζωή, ήμουν κόουτς” είχε πει κάποτε. Ήταν ακόμη παίκτης όταν ανέλαβε τις μικρές ομάδες της Παρτιζάν, οι άνθρωποι της οποίας εκτίμησαν ιδιαίτερα όταν τους πρότεινε να προσέξουν “ένα ψιλόλιγνο παιδί από το Σεράγεβο, με πολύ μεγάλη προοπτική”. Τον έλεγαν Πρέντραγκ Ντανίλοβιτς.

Πολλές φορές στους αγώνες της Παρτιζάν, ο Ομπράντοβιτς σηκωνόταν από τον πάγκο δίνοντας οδηγίες σαν… κανονικός προπονητής, συμπληρώνοντας τις οδηγίες του Ντούσκο Βουγιόσεβιτς, που είναι μόλις ένα χρόνο μεγαλύτερός του.

Το καλοκαίρι του 1991 ο Ντράγκαν Κιτσάνοβιτς, “είδωλο” και … πατριώτης του Ομπράντοβιτς καθώς και αυτός έχει γεννηθεί στο Τσάτσακ, έψαχνε να βρει τον επόμενο προπονητή της Παρτιζάν. Κάλεσε τον Ομπράντοβιτς στο γραφείο του και του είπε ορθά κοφτά: “Είσαι ο προπονητής μας για του χρόνου”.

(Μεγάλος αδερφός και κουμπάρος του ο Ντούσαν Ίβκοβιτς)

Η αλήθεια είναι ότι ο 31χρονος τότε Ομπράντοβιτς είχε εκμυστηρευτεί στον Κιτσάνοβιτς ότι κάποια στιγμή θα γινόταν προπονητής. Δεν περίμενε τόσο γρήγορα κι ενώ προετοιμαζόταν με την Εθνική Γιουγκοσλαβίας για το Ευρωμπάσκετ 91, υπό τις οδηγίες του μέντορά του και αργότερα κουμπάρου του, Ντούσαν Ίβκοβιτς.

Ο αστικός μύθος λέει ότι ο Ομπράντοβιτς ξαγρύπνησε ένα βράδυ πριν δώσει την απάντησή του στον Κιτσάνοβιτς. Ο μεγάλος του φόβος ήταν να μην έχει έτοιμη την απάντηση σε ερώτηση ενός παίκτη του. Πάντα, όπως γράφει ο Στάνκοβιτς, ήταν της γνώμης ότι ο προπονητής οφείλει να γνωρίζει περισσότερα από τους παίκτες του.

Μέντορας ο Νίκολιτς αδερφός και κουμπάρος ο Ντούντα

Η Παρτιζάν, βέβαια, δεν τον άφησε … ξεκρέμαστο, ούτε ξυπόλυτο στα αγγούρια. O ‘προφέσορ’ και πνευματικός ηγέτης όλων των προπονητών της Σερβίας, Άτσα Νίκολιτς, ήταν πάντοτε στο πλευρό του και τον συμβούλευε στις προπονήσεις.

Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς κατέστρωσε το σχέδιο της κατάκτησης του πρώτου τροπαίου στην Κωνσταντινούπολη. Δεν το λέμε εμείς, ο ίδιος το παραδέχθηκε στις δηλώσεις του αμέσως μετά τον θρίαμβο της Παρτιζάν και το ιστορικό τρίποντο του Σάσα Τζόρτζεβιτς: “Με ρωτάτε αν κοιμηθώ απόψε; Ναι θα το κάνω. Και θα ονειρευτώ τον επόμενο τελικό, του χρόνου στην Αθήνα, όπου θα ήθελα για αντίπαλο τον ΠΑΟΚ του δασκάλου μου Ντούσαν Ίβκοβιτς. Τον ευχαριστώ γιατί η επιθετική τακτική, το κοντρόλ μπάσκετ και το σχήμα με τους τρεις κοντούς ήταν δικές του ιδέες”.

(Πάνω δεξιά, στο πρώτο του τρόπαιο με την Παρτιζάν το 1992 στην Κωνσταντινούπολη. Είναι μόλις 32 ετών)

Οι τρεις κοντοί ήταν πράγματι ‘καταλύτης’ για την Παρτιζάν στην Κωνσταντινούπολη το 1992. Δίπλα στο αξεπέραστο δίδυμο Ντανίλοβιτς-Τζόρτζεβιτς, ο Ομπράντοβιτς έριξε στη μάχη τον Ντραγκουντίνοβιτς ένα μετρ της άμυνας, που στον ημιτελικό έγινε σκιά του Αντονέλο Ρίβα και στον τελικό εξουδετέρωσε τον Τζόρντι Βιγιακάμπα.

Λίγα μέτρα πιο δίπλα, ο Λόλο Σάινθ, προπονητής της Μπανταλόνα έκανε μια προφητική δήλωση: “Σε δυο χρόνια θα κάνω αυτή την ομάδα πρωταθλήτρια Ευρώπης”. Την … έκανε, αλλά ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς το 1994. Η ιστορία έδωσε αυτό που πήρε από τους Καταλανούς με το τρίποντο του Κόρνι Τόμπσον. Ήταν τότε που οι δημοσιογράφοι κόλλησαν δίπλα στο επίθετο Ομπράντοβιτς και το προσωνύμιο ‘Γκαστόνε’.

Γινόταν… μελιτζανί ο Ζοτς όταν το άκουγε από δω κι από κει. Μετά από 18 συμμετοχές σε φάιναλ-φορ και εννιά τρόπαια, δύσκολα μπορεί κανείς να τον θεωρήσει τυχερό, όπως τον ξάδελφο του Ντόναλντ Ντακ.

Το 1998 όταν ο Μπάνε Πρέλεβιτς ευστόχησε στο καθοριστικό τρίποντο (αποφεύγοντας τον Ουίλιαμς που προσπαθούσε να κλέψει, αλλά και με προσποίηση τον Σεκούντα που όρμηξε να κόψει το σουτ) φώναζε στα αποδυτήρια: “Θα με λέτε ακόμη Γκαστόνε; Και μετά απ’ αυτό το τρίποντο του Μπάνε;”

Ειρήσθω εν παρόδω η Μπενετόν Τρεβίζο ήταν η μοναδική ομάδα με την οποία ο Ομπράντοβιτς πήγε σε Final-4 και δεν κατέκτησε το τρόπαιο. Δεν έφτασε καν στον τελικό.

Κι είναι αλήθεια ότι στην διαδρομή της καριέρας του έζησε την στιγμή του τελευταίου σουτ. Ο Τζόρτζεβιτς (1992) και ο Τόμπσον (1994) ευστόχησαν δίνοντάς του ένα τρόπαιο, ο Μπουρούσης και ο Σισκάουσκας (2009) αστόχησαν για να πάρει ένα ακόμη. Από την άλλη εκτός του Πρέλεβιτς το 1998, το 2016 είδε τον Βίκτορ Κριάπα να ευστοχεί με την εκπνοή, την ΤΣΣΚΑ να ισοφαρίζει και στο τέλος να παίρνει την Ευρωλίγκα από τη Φενέρ στην παράταση…

Αριστούργημα του η Μπολόνια το 2002

Απ’ όλα τα Final-Four, πάντως, που έχει εμφανιστεί ο Ομπράντοβιτς το κορυφαίο ήταν, χωρίς αμφιβολία, το 2002. Παρότι προκρίθηκε με την αφέλεια του Ολυμπιακού (έχασε εντός έδρας από την Ολύμπια Λιουμπλιάνας) στο ραντεβού της Μπολόνια, ο Παναθηναϊκός αν και αουτσάιντερ έφτασε μέχρι την κορυφή χάρη στις ιδέες του προπονητή του.

Η εμφάνιση του Λάζαρου Παπαδόπουλου σε ρόλο κλειδί (ειδικά στον τελικό απέναντι στον Ρασάντ Γκρίφιθ) μεγάλωσαν τον μύθο του σε μια χρονιά, μάλιστα, που κατά τα λοιπά ο ΠΑΟ είχε αποτύχει, αφού δεν συμμετείχε καν στους τελικούς του πρωταθλήματος αλλά και σε εκείνον του Κυπέλλου!

Η επιτυχία στο φάιναλ-φορ τον απογείωσε. Τόσο πολύ, που σε μια έξαρση αλαζονείας μετά τον θρίαμβο σχολίαζε: “Του χρόνου θα το πάρω με τον Σβορώνο”, εννοώντας τον πιτσιρικά που έπαιζε τότε με τον ΠΑΟ. Η αλήθεια είναι ότι ξαναπήρε το τρόπαιο μετά από πέντε χρόνια (το 2007) όχι με τον Σβορώνο, αλλά με τον Διαμαντίδη, που έγινε ο αγαπημένος του παίκτης αλλά και η κολόνα της ομάδας του για μια δεκαετία.

(Ίσως η πιο χαρακτηριστική όσο και εμβληματική φωτογραφία του Παναθηναϊκού που καθιερώθηκε στην Ευρώπη. Ο Διαμαντίδης σπεύδει στην αγκαλιά του Ομπράντοβιτς. Από τον τίτλο στη Βαρκελώνη, το 2011)

Οι συγκυρίες, πάντως, έπαιζαν πάντα μεγάλο ρόλο στη ζωή του. Μια τέτοια τον έφερε και στον Παναθηναϊκό το καλοκαίρι του 1999 κι ενώ η πρόταση του κουμπάρου του, Ντούσαν Ίβκοβιτς, ήταν να πάει στον Ολυμπιακό. Ήταν ο άνθρωπος που έπεισε τους Γιαννακόπουλους να μην ασχοληθούν ξανά με την υπόθεση προπονητής, φόρεσε την ‘πράσινη’ φόρμα 13 χρόνια και έκανε τον Παναθηναϊκό κορυφαία δύναμη του ευρωπαϊκού μπάσκετ.

Φέτος με τη Φενέρ θα ήταν το γκραν φαβορί, απέναντι στους μαθητές του (Ιτούδης-Λάσο, ο ένας ήταν μόνιμος συνεργάτης του στον ΠΑΟ, ο άλλος παίκτης του στη Ρεάλ) και τον … άσπονδο φίλο του Εργκίν Αταμάν (ο μόνος πάντως που τον έχει κερδίσει τρεις φορές φέτος) αν δεν του ξημέρωναν απανωτά προβλήματα. Ντατόμε και Λοβέρν τέθηκαν εκτός, ενώ Βέσελι και Κάλινιτς θεωρούνται εξαιρετικά αμφίβολοι για τη Βιτόρια.

Αν ισχύουν όλα αυτά, ο μίστερ Final-4 θα πρέπει να θυμηθεί τον μικρό Ζέλικο, που δεν έχανε σουτ στο παιχνίδι με τους φίλους του, έγινε Τσέπατς και στο τέλος… Ζοτς.

(φωτογραφίες: Eurokinissi)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ