ΣΤΗΛΕΣ

Συνέντευξη Λάζαρου Παπαδόπουλου στο contra.gr (photos + videos)

Ο Λάζαρος Παπαδόπουλος μιλάει στο contra.gr για το χθες και το σήμερα της καριέρας του, την επιστροφή του στην Ελλάδα και τα προβλήματα του ελληνικού μπάσκετ: "Αρχίζει να διαφαίνεται πια η αλλαγή. Υπάρχει διάθεση να δοθούν λύσεις στα αιτήματά μας". (photos + videos)

Συνέντευξη Λάζαρου Παπαδόπουλου στο contra.gr (photos + videos)
Ο
Λάζαρος Παπαδόπουλος γεννήθηκε στο Κρασναντάρ μια πόλη στη Μαύρη Θάλασσα, την ίδια που μεγάλωσε και ο Ζεβροσένκο με τον οποίο γνωρίστηκε πολλά χρόνια αργότερα όταν βρέθηκαν αντιμέτωποι στα εφηβικά. Στην ηλικία των δέκα χρονών άνοιξαν τα σύνορα και το 1990 μετακόμισαν οικογενειακώς στη Θεσσαλονίκη. Ο κύριος Θόδωρος, η κυρία Μαρίνα, η Αγάπη και ο Λάζαρος. Όταν ήρθε στην Ελλάδα δεν μιλούσε ελληνικά αλλά ποντιακά. Πήγε στην πέμπτη δημοτικού και αναγκάστηκε να μάθει τα ελληνικά πολύ γρήγορα.



Σε μικρή ηλικία δημιούργησε την δική του οικογένεια. Η σύζυγος του Ναταλί, αθλήτρια και αυτή, εγκατέλειψε το βόλεϊ για να ακολουθήσει τον διεθνή σέντερ στο όνειρό του, αλλά και για να μεγαλώσει τη Νεφέλη και την Δανάη.



Η πρώτη του αθλητική δραστηριότητα του Παπαδόπουλου ήταν η πάλη αλλά το ύψος του τον ανάγκασε να ασχοληθεί με το μπάσκετ. Από τη στιγμή που έβαλε το πρώτο του καλάθι, δεν άφησε ποτέ ξανά τη μπάλα του μπάσκετ από τα χέρια του.



Οι γονείς του είναι καλλιτέχνες, ζωγράφοι και η μικρότερη αδερφή του φωτογράφος. Ο ίδιος μην έχοντας κληρονομήσει τα καλλιτεχνικά γονίδια επέλεξε το δρόμο του αθλητισμού. Από τον πατέρα του κληρονόμησε όμως την ικανότητα να διαχειρίζεται τους αξιωματικούς, τα άλογα και όλα τα πιόνια σε ένα παιχνίδι που από πολλούς θεωρείται τέχνη στρατηγικής, το σκάκι.



Στον ελεύθερό του χρόνο όταν δεν παίζει σκάκι ή παιχνίδια στο ίντερνετ αρέσκεται να καταφεύγει σε αποδράσεις με το φουσκωτό του για ψαροτούφεκο. Η αίσθηση του χιούμορ που διαθέτει είναι ασύλληπτη είναι αυτός που θέλησε να πάει στο Μέγαρο Μαξίμου με σαγιονάρες όταν επέστρεψαν με τον Χατζηβρέτα με το χρυσό μετάλλιο του Ευρωμπάσκετ στις αποσκευές τους.



Ο
Λάζαρος Παπαδόπουλος παραχώρησε συνέντευξη στο
contra.gr και μιλάει για την καριέρα του, την επιστροφή του στο ελληνικό πρωτάθλημα αλλά και τα προβλήματα του ελληνικού μπάσκετ.






-Υποθέτω ότι από μωρό ξεχώριζες. Ήσουν ο κλασσικός άχαρος ψηλός που πείραζαν όλα τα παιδιά;




“Ναι ήμουν (γέλια) αλλά όπως καταλαβαίνειςκανείς δεν τολμούσε να πει τίποτα μπροστά μου”.




-Υπήρξες καλός μαθητής ή ήσουν καλός μόνος… στις κοπάνες;




“Ήμουν μέτριος μαθητής, έδινα περισσότερη έμφαση στο μπάσκετ κάτι για το οποίο μετανιώνω τώρα. Όμως πρέπει να πω ότι οι κοπάνες ήταν ομαδικές και εκπαιδευτικού χαρακτήρα από όλη την παρέα μου με σκοπό την προπόνηση”.




-Όταν ήρθατε από τη Ρωσία στη Σταυρούπολη η προσαρμογή ήταν δύσκολη;




“Ναι ήταν αρκετά δύσκολα για μας γιατί η ειρωνεία ήταν ότι ενώ όλα τα χρόνια που ζούσαμε στην Ρωσία ήμασταν ξένοι, ήρθαμε στην πατρίδα μας και ήμασταν και πάλι ξένοι. Αυτό ήταν πρόβλημα για μας που ξεπεράστηκε με τα χρόνια”.




-Τα πρώτα σου μπασκετικά βήματα τα έκανες στη Σταυρούπολη, μια συνοικία της Θεσσαλονίκης. Ποιες είναι οι αναμνήσεις σου από εκείνα τα χρόνια;




“Ξεκίνησα από τα προ-μίνι στον ΑΟΣ Σταυρούπολης. Από εκείνα τα χρόνια θυμάμαι πολύ έντονα ότι ήμασταν μια παρέα. Ημασταν τα ίδια παιδιά και στο σχολείο και στην ομάδα και στο σχολικό πρωτάθλημα. Κάναμε όλοι μαζί κοπάνες για να πάμε προπόνηση. Θυμάμαι τους πρώτους μου προπονητές που με βοήθησαν πολύ. Ο Γιώργος Γκάγκας και ο Λευτέρης Χατζηκυριακίδης. Ήμασταν μια γειτονιά μια παρέα και αυτό ήταν το ωραίο”.



-Ποιος σε πήγε στον Ηρακλή;


“Το ότι πήγα στον Ηρακλή το χρωστάω σε δύο ανθρώπους που ήταν στην διοίκηση τότε και κίνησαν όλες τις απαραίτητες διαδικασίες. Στον συγχωρεμένο τον Βουγιούκα και τον Δημαρέλο. Ήμουν πολύ τυχερός που με ανακάλυψαν γιατί ο Ηρακλής τότε ήταν μια ομάδα που επένδυε πάρα πολύ σε νέα ταλέντα. Θα σας πω χαρακτηριστικά ότι από εκεί αναδύθηκαν ο Δημήτρης ο Διαμαντίδης, ο Νίκος ο Χατζηβρέτας, ο Σοφοκλής ο Σχορτσανίτης, ο Κακιούσης και άλλοι. Η έμφαση που έδινε εκείνη την εποχή δεν ήταν στο να πρωταγωνιστεί στο πρωτάθλημα αλλά να αξιοποιεί τα ταλέντα που διέθετε στα παιδικο-εφηβικά τμήματα. Αποτέλεσμα ήταν κάποια στιγμή η μισή Εθνική να απαρτίζεται από παίκτες του Ηρακλή”.

-Τι κρατάς λοιπόν μέσα σου από τα χρόνια εκείνα τα εφηβικά;

“Κρατάω τη φιλία μου με το Δημήτρη τον Διαμαντίδη, κάποιους προπονητές όπως ο Δημήτρης ο Νικολαΐδης και το όμορφο οικογενειακό κλίμα που είχαμε”.

-Πολλοί περίμεναν ότι θα επιστρέψεις στον Ηρακλή εσύ όμως επέλεξες τον ΠΑΟΚ για το come back σου στην Ελλάδα. Ήταν γιατί ο Ηρακλής αγωνίζεται πλέον στην Α2;

“Κανείς δεν περίμενε ότι θα γυρίσω στον Ηρακλή, αυτό είναι μύθος. Ο Ηρακλής αγωνίζεται στην Α2 κι εγώ ακόμη έχω υψηλούς στόχους για αυτό και επέλεξα τον ΠΑΟΚ που είναι μεγάλη ομάδα, ταιριάζει το στυλ παιχνιδιού του σε μένα και παράλληλα μου έδωσε τη δυνατότητα που ήθελα να γυρίσω στο ελληνικό πρωτάθλημα και να θέσω και πάλι ψηλούς στόχους”.

-Να γυρίσουμε πάλι πίσω στο χρόνο όταν ήρθε η στιγμή να μετακομίσεις στην Αθήνα και στον Παναθηναϊκό. Μεγάλη στιγμή για σένα;

“Όντως μεγάλη στιγμή και μεγάλο βήμα. Ήμουν πιτσιρικάς και χωρίς πολλές εμπειρίες. Ήταν η πρώτη χρονιά μου σαν άντρας και όχι σαν έφηβος. Μπορώ να πω ότι στον Παναθηναϊκό ανδρώθηκα”.

-Να υποθέσουμε και η πρώτη σοβαρή χρονιά από άποψη δουλειάς με έναν προπονητή που φημίζεται γι αυτό.


“Έτσι όπως τα λες. Ήταν τα πρώτα σοβαρά επαγγελματικά μου βήματα. Βρέθηκα ξαφνικά σε ένα κλίμα όπου όλα λειτουργούσαν τελείως διαφορετικά από όλα όσα είχα μάθει. Σκληρή δουλειά με έμφαση στη λεπτομέρεια και στην άμυνα. Πώς να αντιμετωπίσεις την άμυνα και στο πικ εν ρολ ή το λόου ποστ. Λεπτομέρειες που με βοήθησαν πολύ στο μέλλον”.

-Το αντιλαμβανόσουν αυτό εκείνη την εποχή;

“Η αλήθεια είναι ότι εκείνη την εποχή δεν το καταλάβαινα. Αυτή η επιμονή στη λεπτομέρεια με εκνεύριζε πολύ. Ήμουν μικρός και καθόλου υπομονετικός και ακόμη θυμάμαι τις τιμωρίες που μου έβαζε ο Ομπράντοβιτς. Όμως όπως γίνεται συνήθως όλα τα καλά τα εκτιμάς εκ των υστέρων”.

-Θεωρείς ότι ο Ομπράντοβιτς σε αδίκησε αγωνιστικά;

“Αντιθέτως όχι μόνο δεν με αδίκησε αλλά του είμαι και ευγνώμων γιατί κοντά του έμαθα πολλά και σοβαρεύτηκα αρκετά”.

-Ίβκοβιτς, Σάκοτα, Ομπράντοβιτς και Γιαννάκης, τέσσερις σημαντικοί προπονητές που έχεις συνεργαστεί. Τέσσερα μεγάλα ονόματα. Τι έχεις κρατήσει από τον καθένα;

“Θα τους πάρουμε με τη σειρά που τους είχα. Στον Σάκοτα χρωστάω την πρώτη μου μεγάλη ευκαιρία. Με έβαλε στο αντρικό ενώ ήμουν ακόμη έφηβος και ακόμη και μέχρι σήμερα τον συμβουλεύομαι. Ο Ομπράντοβιτς είναι αυτός που με έκανε να αντιληφθώ πιο σοβαρά το μπάσκετ, να προσέχω τη λεπτομέρεια και να συγκεντρώνομαι. Ο Ίβκοβιτς με έκανε παίκτη και τον έχω σαν έναν από τους κορυφαίους στην Ευρώπη. Και τέλος ο Γιαννάκης είναι ο προπονητής με τον οποίο κατέκτησα τις περισσότερες μου επιτυχίες. Είναι ένας δίκαιος προπονητής που άσχετα με τις σχέσεις που έχει με κάποιον παίκτη δεν είναι εμπαθής και μέσα στο γήπεδο είναι δίκαιος”.

-Μετά τον Παναθηναϊκό ξαναγύρισες για μια χρονιά στον Ηρακλή και από εκεί έβαλες πλώρη για τη μακρινή Ρωσία…


“Ο λόγος που έφυγα από τον Παναθηναϊκό και πήγα στον Ηρακλή ήταν ότι εκείνη τη χρονιά ήρθε στον κόσμο το πρώτο μου παιδί. Γύρισα στη Θεσσαλονίκη για να είμαι κοντά στους γονείς μου και να έχουμε τη βοήθειά τους γιατί ήμασταν και οι δύο νέοι και άπειροι. Ένας επιπλέον λόγος ήταν ότι προπονητής εκείνη την εποχή στον Ηρακλή ήταν ο Δημήτρης ο Νικολαΐδης για τον οποίο τρέφω ιδιαίτερη εκτίμηση. Στη Ρωσία ήταν η πρώτη φορά που έφυγα εκτός Ελλάδας. Προσαρμόστηκα αμέσως και ήταν πολύ καλά για μένα. Και κάθε φορά που επιστρέφω είναι σαν να γυρνάω σπίτι μου. Μιλούσα τη γλώσσα και αυτό ήταν σημαντικό. Είχα έναν εξαιρετικό προπονητή, βοηθός ήταν ο Βαγγέλης ο Αγγέλου, ήταν ο φίλος μου ο Φώτσης, ο Φώτης ο Κατσικάρης προπονητής στην Αγία Πετρούπολη, ο Παπαλουκάς, ο Σκλάβος, ο Ζήσης. Όπως καταλαβαίνεις είχαμε φτιάξει ελληνική παροικία”.

-Μπουζούκια δεν είχε όμως…


“Όχι (γέλια). Δυστυχώς δεν είχε. Όταν βγαίναμε πηγαίναμε σε συνεστιάσεις της ελληνικής πρεσβείας αλλά μην ανησυχείς διασκεδάζαμε μια χαρά”.

-Η εικόνα που έχουμε για σένα είναι αυτή του ανέμελου πλακατζή. Δύσκολα μπορούμε να σε φανταστούμε οικογενειάρχη και συνδικαλιστή. Υπάρχει τελικά αρκετή δόση σοβαρότητας πίσω από αυτή την παιδικότητα που διατηρείς;

“Η οικογένεια μου είναι κάτι που δεν θέλω ναπροβάλλω προς τα έξω. Είναι προσωπικά δεδομένα. Ξέρω πολύ καλά πότε πρέπει να είμαι σοβαρός και πότε να κάνω πλάκα και ο συνδικαλισμός δεν επιδέχεται αστεϊσμούς”.


– Και από τη Διναμό βρέθηκες στη Ρεάλ ως ο πιο ακριβοπληρωμένος Έλληνας παίκτης…


“Η Ρεάλ ήρθε μετά από μία καλή πρόταση και την επιθυμία να παίξω στο ισπανικό πρωτάθλημα. Ήθελα πάρα πολύ να πάω σε αυτή τη χώρα και να μάθω άλλη μία γλώσσα. Είναι γεγονός ό,τι δεν είχα καλή μπασκετική καριέρα πιστεύω όμως ότι άξιζε τον κόπο γιατί έμαθα καινούργια πράγματα, νέα κουλτούρα έκανα φίλους και έμαθα ισπανικά. Υπό αυτή την έννοια ήταν μια εμπειρία που άξιζε να βάλω στη συλλογή μου”.

-Αποτέλεσες την ακριβότερη μεταγραφή Έλληνα παίκτη στο εξωτερικό. Δε νομίζεις ότι είναι προκλητικό στις μέρες μας να δίνονται υπέρογκα ποσά σε αθλητές όσο καλοί κι αν είναι;

“Δεν είναι τα χρήματα που κάνουν τους αθλητές ούτε τις προσωπικότητες σαφώς. Είναι η αμοιβή για την προσφορά μας στο γήπεδο και δεν χαρίζονται σε κανέναν”.


-Όταν πήγες στη Ρεάλ υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις για να πάρεις τίτλους. Τι δεν πήγε καλά;

“Είναι πολύπλοκο το γιατί. Είναι θέμα συγκυριών οπότε δεν μπορείς να εντοπίσεις εύκολα το λάθος. Ο μηχανισμός για να ενταχθείς σε μια ομάδα και να πας καλά είναι σύνθετος. Όταν δεν συμβεί αυτό αποτελεσματικά οφείλεται σε πολλά πράγματα και όχι σε κάτι συγκεκριμένο για να σας το πω”.


-Από την Ισπανία σε μια πόλη που ίσως να σημαίνει πολλάγια σένα, τηνΜπολόνια

“Ήταν μια πάρα πολύ καλή εμπειρία είναι η καλύτερη πόλη που έχω ζήσει. Πανέμορφη, μικρή, οικογενειακή, καλό φαγητό και υπέροχη γλώσσα. Είναι μια περίοδος που αναπολώ με νοσταλγία”.

-Και με δυσάρεστες αγωνιστικές στιγμές ταυτόχρονα. Μια πόλη συνυφασμένη με την ομάδα της που βίωσε την απώλεια μιας κατηγορίας…

“Ήταν άσχημη φάση. Πολλοί παίκτες εγκατέλειψαν το πλοίο και αρκετοί προπονητές λόγω των οικονομικών προβλημάτων. Όμως όσοι μείναμε μέχρι το τέλος γίναμε αποδέκτες της αγάπης και της εκτίμησης του κόσμου”.

-Από κει και πέρα;


“Μόλις τελείωσε το συμβόλαιό μου με τη Ρεάλ ξεκίνησα προπονήσεις μόνος μου για να κρατηθώ σε φόρμα και περίμενα τον επόμενο σταθμό που δεν άργησε να έρθει. Τον ΠΑΟΚ”.


-Στην ανάπαυλα αυτή είχες περισσότερο χρόνο να ασχοληθείς με τα δικαιώματα των συναδέλφων σου. Πως ξεκίνησε αυτή η ενασχόλησή σου με τα μπασκετικά κοινά;

“Ασχολούμαι εδώ και πέντε χρόνια. Ξεκίνησε μέσα από την παρέα που κάναμε στην εθνική. Κάθε φορά που μαζευόμασταν και συζητούσαμε για τα προβλήματά μας διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρχε κανείς για να απευθυνθούμε και να μας δώσει λύσεις. Ετσι πήραμε την κατάσταση στα χέρια μας. Και όλοι εμείς που κατακτήσαμε τον τίτλο στο Βελιγράδι απαρτίσαμε το πρώτο Δ.Σ του ΠΣΑΚ”.

-Και τελικά καταφέρατε να κάνετε αισθητή την παρουσία σας περισσότερο και από άλλους συναδέλφους σας πιο πολιτικοποιημένους, όπως για παράδειγμα ο Φασούλας ή ο Αλβέρτης…


“Είχαν κάνει και αυτοί στη αρχή κάποια πράγματα και κινητοποιήσεις αλλά στη συνέχεια αδρανοποιήθηκε ο ΠΣΑΚ. Δεν είχαν τεθεί θέματα, δεν γίνονταν συζητήσεις, ίσως είχαν κουραστεί οι παλιότεροι αλλά όταν αναλάβαμε πρέπει να πω ότι μας βοήθησαν πολύ να συνεχίσουμε”.

-Η απεργία απέδωσε τελικά;

“Αρχίζει να διαφαίνεται πια η αλλαγή. Υπάρχει διάθεση από τον Γενικό Γραμματέα Αθλητισμού, τον κύριο Μπιτσαξή να δοθούν λύσεις στα αιτήματά μας και όσον αφορά την απεργία θα αποφασιστεί η αναστολή της στις 28/12″.

-Από όλα τα αιτήματά σας ποιο θεωρείς ότι είναι το πιο δύσκολο να εφαρμοστεί;

“Όλα τα αιτήματά μας είναι εύκολα, εφαρμόζονται εδώ και πολλά χρόνια στην Ευρώπη. Είναι συνταγματικά δικαιώματα. Δεν υπάρχουν δικαιώματα που δεν υλοποιούνται αλλά κάποιοι που δεν θέλουν να τα εφαρμόσουν”.

-Το Σάλαρι Καπ μπορεί να εφαρμοστεί στην Ελλάδα;

“Αυτό υπάρχει μόνο στο ΝΒΑ. Δεν μπορείς να μιλάς για Σάλαρι Καπ όταν δεν είσαι καν ασφαλισμένος. Αυτό είναι το Ω και εμείς ακόμη δεν έχουμε το Α”.

-Και ποιο είναι το Α;

“Το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι η διασφάλιση των αμοιβών των παικτών. Το 95% είναι απλήρωτοι. Κι εδώ υπάρχει η εξής πλάνη για τον κόσμο που στέκεται στους ακριβοπληρωμένους παίκτες που έχουν δυο-τρεις ομάδες και αυτό που δεν ξέρει είναι ότι οι περισσότεροι στην Α2 και σε πιο μικρές ομάδες είναι μικρότεροι και από τον βασικό μισθό ενός υπαλλήλου. Και αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι ο ΠΣΑΚ δεν είναι για τις μεγάλες ομάδες τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό. Αυτοί δεν τον χρειάζονται. Είναι για όλους τους άλλους που έχουν προβλήματα. Γι αυτούς παλεύουμε”.

-Μίλησε μου λίγο για τους δύο κολλητούς σου, τον Φώτση και τον Διαμαντίδη…

“Οι πλάκες που κάνουμε είναι αυθόρμητες και συνήθως πετυχημένες γι αυτό και δεν θυμάμαι και πολλές. Είναι δύο διαφορετικοί χαρακτήρες. Ο Δημήτρης είναι πολύ ήσυχος και σοβαρός, ο Αντώνης είναι πιο παιδί και αυθόρμητος πιο θορυβώδης και πλακατζής. Συνήθως οι περισσότερες πλάκες γίνονται όταν παίζουμε ηλεκτρονικά παιχνίδια στον υπολογιστή στο ίντερνετ”.


-Ποιο είναι το αγαπημένο σας παιχνίδι αυτή την εποχή;

“Τελευταία παίζουμε το “Civilization”, είναι ένα παιχνίδι στρατηγικής. Διαλέγουμε από μία χώρα και παίζουμε πόλεμο. Ο Δημήτρης είναι ο κριτής συνήθως και αποφασίζει ποιος είναι ο νικητής”.


-Στην Εθνική ομάδα ήσουν η ψυχή της παρέας. Έχει κλείσει οριστικά αυτό το κεφάλαιο για σένα; Τώρα που άλλαξαν τα δεδομένα υπάρχει περίπτωση να αναθεωρήσεις;

“Η σχέση μου με τα παιδιά δεν έχει αλλάξει. Μιλάμε συνέχεια ακόμα και όταν είμαστε σε απόσταση μέσω ίντερνετ και τηλεφώνου. Και η απόφασή μου δεν αλλάζει. Δεν ήταν θέμα προπονητή η αποχώρησή μου. Έχω μιλήσει για αυτό και δεν έχω να προσθέσω κάτι άλλο”.


-Διαβάζοντας κάποιος τα e-mail που σου έχουν στείλει οι θαυμαστές σου καταλαβαίνει κανείς πόσο λείπεις. Δεν είναι η αγάπη αυτή υπεράνω όλων αυτών που σε ώθησαν να αποχωρήσεις;

“Είναι υπεράνω γι αυτή κι εγώ προσπαθώ με τον τρόπο μου να τους ευχαριστήσω με τον τρόπο μου είτε παίζοντας ωραίο μπάσκετ είτε με τη συνδικαλιστική μου δράση”.

-Σου λείπουν κι άλλοι τίτλοι;

“Οι τίτλοι δεν είναι ποτέ αρκετοί. Πάντα θες περισσότερους. Έχω συμμετάσχει σε όλες τις διοργανώσεις έχω πάρει κανά–δύο αλλά θέλω να τους επαναλάβω”.

-Οι αναμετρήσεις της Εθνικής με την Αμερική είχαν ιδιαίτερο χαρακτήρα;

“Τους έχουμε αντιμετωπίσει τρεις-τέσσερις φορές. Όταν έπαιξα εγώ μαζί τους είχε ήδη καταρρεύσει ο μύθος τους. Η ψαλίδα είχε κλείσει πολύ και σήμερα για μας είναι μια ομάδα σαν όλες τις άλλες”.

-Ποια θεωρείς την πιο σημαντική χρονιά σου; Αν μου έλεγες να μαντέψω θα σου έλεγα το 2005…

“Κάθε τίτλος είναι το ίδιο σημαντικός δεν μπορείς να ξεχωρίσεις κάποιον. Και το 2006 που βγήκαμε δεύτεροι, ήταν εξίσου σημαντική χρονιά. Κάθε τίτλος που παίρνεις εκείνη τη στιγμή πιστεύεις ότι είναι και ο καλύτερος και ο μοναδικός μέχρι να έρθει ο επόμενος. Για μένα δεν έχει τόσο πολύ σημασία ο τίτλος όσο η επόμενη μέρα. Αυτό είναι το συγκλονιστικό μέρος μετά από έναν τίτλο, τα μεθεόρτια”.

-Ποιο από αυτά σου έχει μείνει αξέχαστο;

“Το καλύτερο πανηγύρι ήταν το 2006 όταν χάσαμε το παγκόσμιο και πήραμε την 2η θέση. Εκεί που ήμασταν όλοι χάλια μαζευτήκαμε όλοι σε ένα δωμάτιο και κάναμε ένα πάρτυ που ξεχάσαμε την ήττα και ξεπεράσαμε την κατάθλιψη”.

-Τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει εντυπωσιακά προς το καλύτερο το στυλ σου και σε έχουμε δει να πειραματίζεσαι με τα μαλλιά σου. Ευρωπαϊκές επιρροές ή απλά θέμα διάθεσης;

“Δεν πολύ ασχολούμαι με την εμφάνισή μου γιατί είναι πολύ δύσκολο να βρω κάτι που να μου αρέσει στο μέγεθος μου. Οπότε βολεύομαι με ότι βρίσκω. Μαλλιά κοντά προς το παρόν”.

-Επιστρέφοντας στο ελληνικό πρωτάθλημα επέστρεψες και στην ελληνική πραγματικότητα. Μια καλή εμφάνιση του ΠΑΟΚ με τα Τρίκαλα σημαδεύτηκε από επεισόδια.

“Είναι πολύ άσχημο να συμβαίνουν το 2009 τέτοιου είδους ασχήμιες και αναφέρομαι σε όλα τα επεισόδια που γίνονται κατά καιρούς και στο ποδόσφαιρο και στο βόλεϊ και στο μπάσκετ. Όταν έχεις ζήσει στο εξωτερικό και έχεις δει πόσο έχει εξελιχθεί η φίλαθλη παιδεία έξω, η απογοήτευση είναι ακόμη μεγαλύτερη”.

-Ο ΠΑΟΚ που μπορεί να φτάσει φέτος; Κόντρα στον Παναθηναϊκό ήταν συγκλονιστικός.

“Ο πρώτος στόχος του ΠΑΟΚ φέτος είναι η εξυγίανση και στη συνέχεια να μπούμε στα πλέι-οφ. Από εκεί και πέρα ανάλογα με την απόδοση μας θα προσπαθήσουμε να τερματίσουμε όσο καλύτερα γίνεται”.

-Ολυμπιακός ή Παναθηναϊκός το πρωτάθλημα;

“Ο Ολυμπιακός φαίνεται καλύτερος από την περσινή χρονιά αλλά ακόμη υπάρχει πολύς δρόμος μπροστά, μπορούν να γίνουν πολλές ανατροπές οπότε κανείς δεν ξέρει σε ποιον θα καταλήξει”.

-Μια ευχή από το Λάζαρο για το νέο έτος…

“Καταρχήν εύχομαι σε όλους να έχουν την υγεία τους. Αυτό είναι το πιο σημαντικό αγαθό. Και αγωνιστικά ένα υγιές πρωτάθλημα χωρίς προβλήματα”.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ