Ζινεντίν Ζιντάν: Αριστοκράτης και αλήτης
Με αφορμή τα 43α γενέθλια του Ζινεντίν Ζιντάν, ο Τσάρλυ γράφει για έναν από τους αγαπημένους ποδοσφαιριστές του, που συνδύαζε την αλητεία με την αριστοκρατία και μπορούσε να κάνει τα πάντα με την μπάλα στα πόδια.
Σαν σήμερα στις 23 Ιουνίου 1972, γεννήθηκε στη Μασσαλία από Αλγερινούς γονείς ο Ζινεντίν Ζιντάν. Ο καλύτερος ποδοσφαιριστής που έχω δει. Η συγκεκριμένη συζήτηση εξ ορισμού είναι λανθασμένη. Είναι εντελώς αδόκιμο να προσπαθείς να συγκρίνεις ποδοσφαιριστές διαφορετικών εποχών και να θες να βγάλεις και πόρισμα για το ποιος είναι ο καλύτερος.
Το ποδόσφαιρο αλλάζει, οι άνθρωποι εξελίσσονται και όσο περνάνε τα χρόνια είναι φυσιολογικό οι καινούριες γενιές να παρουσιάζονται πιο ανεπτυγμένες σε προσόντα σε σχέση τις προηγούμενες. Αυτό που μένει στο μυαλό μας είναι η αίσθηση που αφήνει κάθε ποδοσφαιριστής στην εποχή του.
9 χρόνια από το τελευταίο αρμονικό χτύπημα
Ο χρόνος περνάει γρήγορα και γράφοντας το κείμενο συνειδητοποίησα πως έχουν περάσει 9 χρόνια από την τελευταία φορά που είδαμε τον Ζιντάν να παίζει ποδόσφαιρο. Για την ακρίβεια έχουν περάσει 9 χρόνια από την τελευταία φορά που τον είδαμε να μας δείχνει τις γνώσεις του στις πολεμικές τέχνες, σωριάζοντας τον Ματεράτσι.
Με την ίδια αρμονία, με χτύπημα μιας επαφής που το 1998 σκότωνε με δύο κεφαλιές τους Βραζιλιάνους και το 2002 σκόραρε στον τελικό επί της Λεβερκούζεν, έριξε την κουτουλιά στον Ιταλό στόπερ.
Η προσωπικότητα του Ζιντάν ήταν τόσο ισχυρή που ποτέ κάποιος που δέχτηκε χτύπημα δεν έγινε αυτόματα και τόσο αντιπαθής. Ο Ζιντάν κέρδισε με την στάση του το δικαίωμα να ρίχνει κουτουλιά σε τελικό Μουντιάλ, να αφήνει την ομάδα του με παίκτη λιγότερο και να μην τολμάει κανείς σε όλον τον κόσμο να του ασκεί κριτική. Το τέλειο χτύπημα μιας επαφής στον Ματεράτσι δεν ήρθε τυχαία. Στα παιδικά του χρόνια στην Μασσαλία, εκτός από ποδόσφαιρο στις πλατείες, ο Ζιντάν έκανε και τζούντο.
Δεν σταμάτησε ποτέ να παίζει
Είναι περίεργο, αλλά το ποδόσφαιρο στις πλατείες δεν το “έκοψε” ποτέ. Στα παιδικά του χρόνια ο Ζιντάν μάθαινε τζούντο για να προστατεύει τον εαυτό του, ποδηλασία όπως οι περισσότεροι νέοι στην Μασσαλία και έπαιζε μπάλα με Αλγερινούς συμπατριώτες του. Τα παιχνίδια μεταξύ Γάλλων και Αλγερινών στις πλατείες της Μασσαλίας είναι για τον ίδιο τα πιο σημαντικά που έχει δώσει στην καριέρα του.
Ο Μαρσέλο Λίπι παραλίγο να πάθει έμφραγμα όταν κάποια στιγμή, φεύγοντας από ένα εστιατόριο στις 11 το βράδυ, είδε τον Ζιντάν να παίζει μπάλα σε πλατεία του Τορίνο με Αλγερινούς φίλους του.
Ο Ζιντάν εξήγησε στον Λίπι ότι με αυτό τον τρόπο ευχαριστιέται το ποδόσφαιρο και ηρεμεί. Ο Λίπι δέχτηκε αυτή την επιθυμία του και του ζήτησε απλά να μην πηγαίνει αργά στο σπίτι του και να προσέχει να μην τραυματιστεί. Η αγάπη του για το ποδόσφαιρο στο τσιμέντο και το παιχνίδι με τους Αλγερινούς μετανάστες στις πλατείες τον βοήθησε να κόψει σε μικρή σχετικά ηλικία, στα 34, το επαγγελματικό ποδόσφαιρο.
Οι ακαδημίες στις Κάννες τον έκαναν αριστοκράτη
Αυτό που γοήτευε στον Ζιντάν, ήταν το γεγονός πως ήταν αλήτης και αριστοκράτης μαζί, κάτι που δεν έγινε τυχαία. Έμαθε να είναι παιδί του δρόμου και να επιβιώνει στις πλατείες της Μασσαλίας μέχρι τα 14 του, σε εκείνη την ηλικία όμως επιλέχθηκε από τις ακαδημίες στις Κάννες, μετά από ένα τριήμερο τουρνουά που είχε διοργανώσει η γαλλική ομοσπονδία.
Στις πιο έλεγκαντ Ακαδημίες της Γαλλίας, έζησε τα πιο κρίσιμα χρόνια για έναν έφηβο. Από τα 14 μέχρι τα 18. Εκεί σπούδασε το ποδόσφαιρο, έμαθε να λειτουργεί μέσα σε ένα σύνολο, τις βασικές αρχές του αθλήματος και απέκτησε αριστοκρατικό προφίλ, δίχως να αποβάλει το αλγερινό DNA από μέσα του.
Αρρενωπός και ατσαλάκωτος
Αρρενωπός, ατσαλάκωτος αλλά έτοιμος και να χτυπηθεί όποτε χρειαζόταν. Από όλους τους ποδοσφαιριστές που έχουν περάσει, είναι ο μόνος που δυνητικά θα μπορούσε να παίξει τον ρόλο του Τζέιμς Μποντ. Στιλιστικά δεν έχω δει κανέναν άλλον να του πάει τόσο πολύ το μαύρο δερμάτινο σακάκι, ρούχο που μοιάζει να έχει δημιουργηθεί για τον ίδιο.
Στο γήπεδο γοήτευε που τα έκανε όλα με πάνω το κεφάλι, δεν έπαιζε ποτέ για τα νούμερα του, δεν ασχολήθηκε ποτέ κανένας μαζί του για τις στατιστικές, αλλά μόνο για όσα κατακτούσε, για όσα πετύχαινε και για τις στιγμές που χάριζε.
Σαν να είχε δεμένη την μπάλα με σπάγκο
Ο Ζιντάν είχε ένα προσόν που δεν έχω δει από κανέναν άλλον στο ύψος του. Παρότι ήταν 1.85 και έπαιζε με το κεφάλι πάνω, είχε απίστευτη επαφή με την μπάλα την ώρα που έτρεχε μαζί της. Έμοιαζε σαν να την είχε δέσει στο πόδι του με σπάγκο. Με μια μαγική ευκολία, έβλεπε πάνω στο τρέξιμο την κάθετη πάσα και έκανε τους παίκτες του ευτυχισμένους.
Στα μάτια μου, τον Ζιντάν τον έκανε ακόμα μεγαλύτερο η εξέλιξη του ποδοσφαίρου. Επειδή το άθλημα έχει προσανατολιστεί περισσότερο στην ταχύτητα, στην κάλυψη χώρων και στη μεταφορά μπάλας, κυριαρχούν οι κοντοί. Οι παίκτες που κάνουν τη διαφορά πρέπει να έχουν και την ικανότητα να κινούνται στα άκρα σαν εξτρέμ, να μεταφέρουν μπάλα με ταχύτητα και να δημιουργούν.
Δεν υπάρχει κανένα από αυτά τα στοιχεία που δεν είχε ο Ζιντάν, ο οποίος λόγω διασκελισμού και ύψους που τον βοηθούσε να βλέπει το γήπεδο και να μοιράζει μπάλες, μπορούσε και τα έκανε όλα κάθετα από τον άξονα. Δεν χρειάστηκε κανένας προπονητής να του φτιάξει χώρο στο πλάι για να τον ελευθερώσει. Αυτός ήταν που ελευθέρωνε τους συμπαίκτες του.
Δύσκολο να βγει άλλος Ζιντάν
Το να είσαι κοντός, να έχεις χαμηλό κέντρο βάρους και να έχεις έφεση στην ντρίπλα είναι κάτι που γίνεται. Φυσικά και κάποιοι το έχουν σε πιο ανεπτυγμένο βαθμό, όπως ο Μέσι. Ο Ζιντάν όμως έκανε την μπάλα ό,τι ήθελε με ύψος 1.85 και το κεφάλι ψηλά. Και με την εξέλιξη του ποδοσφαίρου, φοβάμαι πως είναι δύσκολο να δούμε ξανά αυτόν τον συνδυασμό σε ποδοσφαιριστή.
Ο Ζιντάν συνδύαζε δημιουργία με εκτέλεση, ήταν καλός με την μπάλα στα πόδια και στο κεφάλι, αλτρουιστής και ηγέτης, αριστοκράτης και αλήτης. Και όπως αρμόζει σε μια μεγάλη προσωπικότητα ποτέ δεν κοίταξε τους αριθμούς του, ποτέ δεν έδειχνε το εσώρουχο του, ούτε τους κοιλιακούς του.