Ο Ρικ Πιτίνο μας έμαθε ξανά την αλφαβήτα
Η σημασία να έχεις μια προσωπικότητα στον πάγκο της Εθνικής, ο Ρικ Πιτίνο της μιας χρήσης και το πρόγραμμα που λείπει από την πλήρως απαξιωμένη και θλιβερή ομοσπονδία μπάσκετ. Ο Γιάννης Φιλέρης γράφει ξανά για την επόμενη μέρα της Εθνικής
Το Τόκιο ποτέ δεν θα το δούμε, αν και η Εθνική μπάσκετ εδώ και χρόνια σιγοτραγουδά τους αυθεντικούς στίχους του Ηλία Λυμπερόπουλου, για τα Κύθηρα και το πλοίο της γραμμής που χάσαμε. Τα χρόνια περνούν, οι ευκαιρίες χάνονται η μία πίσω από την άλλη και κάθε καλοκαίρι μηρυκάζουμε το ίδιο παραμύθι. Αυτή τη φορά ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, η Τσεχία που πελέκησε από την αρχή με μανία τις όποιες ελπίδες μας και πήρε αυτή το εισιτήριο για την Ιαπωνία. Σε 20 μέρες θα βρίσκεται στον όμιλο με ΗΠΑ, Γαλλία και Ιράν. Εμείς πάλι, θα κάνουμε διακοπές και θα βράζουμε στο ζουμί μας…
Δεν θα αλλάξουμε γνώμη, ωστόσο. Παρά τους 30 πόντους που έφαγε στο κεφάλι από την τρομερή παρέα του Σατοράνσκι, του Βέσελι και του Άουντα, η Εθνική σε σχέση με τα προηγούμενα προολυμπιακά έκανε ένα βήμα μπροστά. Δεν είχε ίσως το χρόνο (και κάνα δυο-τρεις, τέσσερις, πέντε σημαντικούς παίκτες που της έλειπαν) για να παντρέψει το ελληνικό βιβλίο του μπάσκετ με τη φιλοσοφία του Ρικ Πιτίνο, ωστόσο, η εικόνα της -εξαιρουμένου του τελικού- ήταν καλύτερη στο σύνολό της.
Η συγκυρία να βρεθεί για τους δικούς του λόγους, δεν έχει σημασία, ένας προπονητής με την ακτινοβολία του Πιτίνο, βοήθησε να καταλάβουμε την ανάγκη που είχε η ομάδα, όλα αυτά τα χρόνια. Να βρεθεί η προσωπικότητα εκείνη, η οποία θα ενέπνεε το γενικότερο αίσθημα ότι αυτή τη φορά η Εθνική έχει αφεντικό. Η επικοινωνιακή γοητεία που ασκεί ο 68χρονος Αμερικανός, συν τις ιδέες του πάνω στο μπάσκετ, βοήθησαν να πάμε ένα βήμα πιο μπροστά, έστω κι αν ο χρόνος συν τις απώλειες βασικών παικτών, λειτουργούσαν σε βάρος της τελικής ποιότητας της ομάδας.
Έγινε, πιστεύω, αντιληπτό ότι η Εθνική Ομάδα μπάσκετ της Ελλάδας, δυο φορές πρωταθλήτρια Ευρώπης και φιναλίστ σε ένα Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, αξίζει να έχει στον πάγκο της μια κορυφαία προσωπικότητα, που θα μεταδίδει σε όλη την ομάδα, τη δική της φιλοσοφία, θα εμπνέει τους παίκτες, θα τους μεταδίδει αυτοπεποίθηση και θάρρος να υπερπηδήσουν όλα τα εμπόδια. Και το πέτυχε μόνος του, χάρη στην ακτινοβόλα προσωπικότητά του, την εμπειρία 40 ετών στο μπάσκετ. Δεν είχε την παραμικρή βοήθεια από την ομοσπονδία (πλην των υπηρεσιών του μάνατζερ της ομάδας Κώστα Κότση) με τους ανθρώπους, άλλωστε, της οποίας δεν είχε την παραμικρή επικοινωνία.
Είναι ένα μεγάλο κέρδος, ακόμη κι αν αποκλειστήκαμε, η συνειδητοποίηση αυτού του κομβικού ρόλου, τον οποίο συνειδητά ή ασυνείδητα, η ΕΟΚ και η ηγετική της ομάδα απαξίωσε με τον χειρότερο τρόπο τα τελευταία χρόνια. Ανίκανη να αντιληφθεί τις σύγχρονες εξελίξεις στο μπάσκετ, το πως δομείται πραγματικά μια καλή εθνική ομάδα, απαξίωσε τα πάντα και τους πάντες, ο εθνικός προπονητής έγινε ο τελευταίος τροχός της αμάξης, ενώ θα έπρεπε να είναι ο πρώτος.
Και ξέρετε ποιό είναι το χειρότερο; Ακόμη κι αν η Εθνική προκρινόταν στους Ολυμπιακούς Αγώνες, ο Ρικ Πιτίνο θα παρέμενε ο προπονητής (χωρίς συμβόλαιο), ο κόουτς μια χρήσης. Ο ίδιος το είπε, μετά την ήττα από την Τσεχία. “Έχω αφήσει τις υποχρεώσεις μου στο κολέγιο, πρέπει να επιστρέψω” σχολίασε, ενώ αργότερα στο twitter ευχαριστούσε τους παίκτες που συνεργάστηκε και πίστεψε ότι θα τον οδηγούσαν στην εκπλήρωση και του δικού του ονείρου, που ήταν η συμμετοχή σε ένα ολυμπιακό τουρνουά.
Δεν μου αρέσει να υποδύομαι τον “σασταλεγάκια”. Παρόλα αυτά, θα παραβώ αυτή την αρχή για να θυμηθώ το άρθρο μου εδώ στο Contra.gr, όταν είχε ανακοινωθεί η αμισθί συμφωνία ΕΟΚ-Πιτίνο. Αναζητώντας την προοπτική της συνεργασίας με τον πολύπειρο Αμερικανό προπονητή σημείωνα τα εξής, τα οποία νομίζω ισχύουν απόλυτα και τώρα που ο Ρικ επιστρέφει στο κολέγιο της Αϊόνα
1. Το κέρδος της πρόκρισης στους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι πολύ μεγάλο. Είναι σπουδαίο να ξαναδούμε την Ελλάδα σε ένα ολυμπιακό τουρνουά, όπου ενδεχομένως να είναι και η τελευταία διοργάνωση μιας σειράς παικτών (Μπουρούσης, Πρίντεζης, ενδεχομένως και Καλάθης). Στην περίπτωση που η Εθνική πάρει το εισιτήριο, ο Πιτίνο θα έχει πολύ περισσότερο χρόνο να βάλει τα δικά του στοιχεία στην ομάδα.
2. Ακόμη κι έτσι, ωστόσο, με δεδομένη την… αμισθί συνεργασία του, ο Πιτίνο θα είναι προπονητής μιας χρήσης για την Εθνική Ομάδα, προκειμένου να πετύχει ένα μεγάλο στόχο της. Η συνέχεια αγνοείται.
3. Όλα θα ήταν καλύτερα αν ο Πιτίνο συμφωνούσε σε ένα μακροπρόθεσμο πλάνο για όλες τις εθνικές ομάδες, μπορούσε να εκπονήσει ένα πρόγραμμα το οποίο θα εφαρμοζόταν για τα επόμενα τρία-τέσσερα χρόνια. Θα λέγαμε, μάλιστα, ότι λόγω της προϊστορίας του είναι ο ιδανικός άνθρωπος για να θέσει μια σειρά από μπασκετικές αρχές, που θα μπορούσε (σε εθνικό επίπεδο) να ακολουθήσουν τα αντιπροσωπευτικά μας συγκροτήματα.
Ό,τι ίσχυε τον Νοέμβριο του 2019, ισχύει και ενάμιση χρόνο μετά, με το πέρασμα του κορυφαίου προπονητή να έχει ολοκληρωθεί. Το κενό, μάλιστα, που θα αφήσει στον πάγκο θα’ ναι ακόμη μεγαλύτερο αν επιμείνουμε στη λογική “έτσι χωρίς πρόγραμμα”. Τη μία (με όλο τον σεβασμό και χωρίς ίχνος παρεξήγησης) ο Σκουρτόπουλος, την άλλη ο Πιτίνο. Την μια “δεν χρειάζεται προπονητής, έχουμε παίκτες” και την άλλη ο Πιτίνο με … έξι συνεργάτες! Αρτσι, μπούρτζι και λουλάς
Δεν είναι, όμως, πυρηνική φυσική, η λύσεις δύσκολων ασκήσεων χημείας στις Πανελλήνιες Εξετάσεις, η μεθοδολογία για να ξαναβρούμε το δρόμο μας.
Τον δείχνουν, άλλωστε, όσες ομάδες πέτυχαν να προκριθούν στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ο πολύ μπασκετικός λογιαριασμός στο twitter, από την Κύπρο, basket24, έγραψε πολύ σωστά ότι και οι τέσσερις προπονητές των εθνικών που πήραν το εισιτήριο για το Τόκιο, έχουν το προνόμιο να εργάζονται για χρόνια με τις αντίστοιχες ομοσπονδίες.
Να προσθέσω και κάτι ακόμη. Στην Εθνική που είδαμε στην Βικτόρια, εφτά παίκτες προέρχονταν από την ομάδα των παραθύρων. Αναγκαστικά θα πει κανείς. Ναι, αναγκαστικά. Δεν είναι τυχαίο, όμως, ότι μπόρεσαν να ανταποκριθούν στις συνθήκες του τουρνουά, καθώς τα τελευταία τρία χρόνια προσπαθούν τον χειμώνα, με τον ίδιο προπονητή, να παίρνουν τις προκρίσεις στις μεγάλες διοργανώσεις. Ακόμη και στην ξεχαρβαλωμένη ομοσπονδία, αυτήν που διοικείται χωρίς πρόγραμμα και όραμα, το ότι συγκεντρωνόταν η ομάδα, έπαιζε (έστω και χωρίς τους ΝΒΑερ και τους Ευρωλιγκάτους παίκτες) βοήθησε στο να μεγαλώσουμε τη δεξαμενή των διεθνών παικτών.
Ένας άλλος φίλος, ο Τάσος Μαγουλάς, που εδώ και μερικά χρόνια εργάζεται στην ομοσπονδία μπάσκετ του Κατάρ έγραψε κάτι ακόμη πιο σωστό:
Μα κάπως έτσι πρέπει να κάνει κάποιος τον προγραμματισμό του. Βλέπει μπροστά ποιες διοργανώσεις έχει, βάζει τη λίστα των διαθέσιμων παικτών, τους δεσμεύει για την συμμετοχή τους και αρχίζει τη δουλειά. Αυτό, όμως προϋποθέτει, κατά τη γνώμη μου, έναν μόνιμο ομοσπονδιακό προπονητή, έναν υπεύθυνο εθνικών ομάδων που θα’ χει μια ξεχωριστή προσωπικότητα και ακτινοβολία στο χώρο, ώστε να υπάρχει συνεχής επικοινωνία με τους παίκτες στο εξωτερικό.
Κυρίως με τον Γιάννη, το μεγαλειώδες κεφάλαιο του οποίου, δεν το έχουμε αξιοποιήσει σε εθνικό επίπεδο. Ο Αντετοκούνμπο θα παίξει στους τελικούς του ΝΒΑ κι εμείς σχεδόν ξινίζουμε τα μούτρα μας επειδή η ομάδα πρέπει να προσαρμοστεί γύρω απ’ αυτόν, όταν είναι παρών. Θα πρέπει να ξέρουμε, ωστόσο, πότε και αν ο Γιάννης θα μπορεί να παίξει στην ομάδα, κάτι που προϋποθέτει τακτική επικοινωνία μαζί του. Και δεν είναι μόνο ο Γιάννης. Οι διάφοροι Ντόρσεϊ και Μήτρου Λονγκ, ή θα πρέπει να μας απασχολήσουν σοβαρά, ή κάποια στιγμή πρέπει να τους βάλουμε οριστικά στο περιθώριο.
Αυτή θα πρέπει να είναι η βασική πολιτική (ή μάλλον η βασική φιλοσοφία της πολιτικής, για να μην παρεξηγηθούμε ότι υποδυόμεθα τους σοφούς ινστρούχτουρες) της όποιας ΕΟΚ προκύψει από τις εκλογές όποτε αυτές κι αν γίνουν. Η θλιβερή εικόνα μιας ομοσπονδίας που δεν έχει εκμεταλλευτεί, σε επίπεδο μάρκετινγκ, το όνομα του Γιάννη Αντετοκούνμπο και έχει αφήσει όλες τις εθνικές ομάδες στο έλεος του Θεού (η απογοήτευση είναι μεγαλύτερη στις μικρότερες ηλικίες) πρέπει επιτέλους να σταματήσει.
Πολλοί θα πουν, μα που θα βρει η Εθνική Ομάδα τα χρήματα να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες ενός σπουδαίου προπονητή; Ο προϋπολογισμός της ομοσπονδίας είναι 6 εκατομμύρια ευρώ, από την Eurobank, τον βασικό χορηγό των εθνικών ομάδων δεν ξέρουμε πόσα ακριβώς χρήματα μπαίνουν στο ταμείο. Θα πω το περίφημο παπανδρεϊκό “λεφτά υπάρχουν”, γιατί … πράγματι υπάρχουν, απλά τα τελευταία χρόνια είμαστε γενικώς ένα νεφελώδες τοπίο.
Α, και κάτι άλλο. Την Εθνική δεν την παρακολουθούμε, ευχόμενοι να χάσει επειδή στο τιμόνι της ΕΟΚ είναι ο μιηστός Βασιλακόπουλος, ούτε κράζουμε κατά το δοκούν τους παίκτες γιατί ο Σλούκας παίζει στον Ολυμπιακό και ο Μήτογλου έφυγε από τον Παναθηναϊκό. Συνέλθετε. Και οι μεν και οι δε…