“Στη Μίλαν έβαλα το ωραιότερο γκολ της καριέρας μου”
Έξι δεκαετίες πίσω. Μια διαφορετική Ελλάδα, ένας διαφορετικός κόσμος, για το Μίλαν-Ολυμπιακός. Ο Ηλίας Υφαντής, που σκόραρε δυο γκολ (και εντός και εκτός έδρας) συμφωνεί: "Έτσι γίναμε ο Θρύλος".
To 1959 όλα ήταν διαφορετικά στον πλανήτη Γη και την πτωχή πλην τίμια Ελλάδα. Ή σχεδόν όλα. Για παράδειγμα, τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς, ήταν έτοιμοι να κονταροχτυπηθούν, όπως και τώρα μετά από … 59 χρόνια, Ολυμπιακός και Μίλαν. Για το Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης, τη νεότευκτη διοργάνωση που μετρούσε πέντε χρόνια ζωής.
Ήταν μάλιστα η πρώτη φορά που ένας ελληνικός σύλλογος, έβγαινε να παίξει στην Ευρώπη και να ανταγωνιστεί ένα από τα ιστορικότερα κλαμπ της Ιταλίας. Ο Ολυμπιακός προερχόταν από το σερί των έξι συνεχόμενων πρωταθλημάτων, την αίγλη της μεγάλης ομάδας, που μεσουρανούσε στα χωματένια ελληνικά γήπεδα και έφτιαχνε σιγά-σιγά ένα μύθο.
Όχι μύθο, αλλά θρύλο όπως πολύ εύστοχα παρομοίασε εκείνη την ομάδα ο αείμνηστος εκδότης του ΦΩΤΟΣ, Θόδωρος Νικολαΐδης, που λάτρευε τον Ολυμπιακό, ειδικά εκείνης της εποχής. Πολλές φορές, μάλιστα, είχε κάτσει δίπλα στον Γιάννη Χέλμη.
“Άλλο να σας τα λέω, άλλο να τα βλέπετε” μας έλεγε πολλές φορές (σε όλους τους συντάκτες που πέρασαν κάποτε από το ΦΩΣ) ο “κυριος Θόδωρος”, για την υπερομάδα της δεκαετίας του 50, που εκπροσώπησε την Ελλάδα στην παρθενική της εμφάνιση στο Κυπ.Πρωταθλητριών, το τωρινό Τσάμπιονς Λιγκ. Πως τα’ φερε έτσι η τύχη, εκείνες οι δυο μονομαχίες, έμειναν σε αυτή τη διαδρομή των έξι δεκαετιών οι μοναδικές των δυο μεγάλων ομάδων.
Για τον 23χρονο τότε, Ηλία Υφαντή, όπως και τους υπόλοιπους υπεράσους των “ερυθρολεύκων”, εκείνοι οι αγώνες αποτελούν ορόσημο στην καριέρα τους. Ο προικισμένος σέντερ-φορ, είχε σκοράρει τόσο στο 2-2 του Καραϊσκάκη, όσο και στην ήττα με 3-1 στο Μιλάνο. Γεννημένος για να βάζει γκολ, αν δεν είχε σοβαρούς τραυματισμούς (από τα χτυπήματα των αντιπάλων) θα έβαζε πολλά περισσότερα από τα 225 συνολικά τέρματα που πέτυχε στην καριέρα του.
“Ακόμη, τα σκεφτόμαστε αυτά τα ματς με συγκίνηση. Για μας που ζούμε ακόμη, είναι πολύ ευχάριστο να ξετυλίγουμε ξανά ένα-ένα τα πιο ωραία χρόνια της ζωής μας” λέει στο Contra ο αειθαλής παλαίμαχος άσος που πάει ακόμη στο γήπεδο και βλέπει την ομάδα της ζωής του . Το έχει πει πολλές φορές, το ξαναλέει και σήμερα: “Το γκολ που πέτυχα στο Καραϊσκάκη στο 2-2, ήταν το ωραιότερο της καριέρας μου. Πήρα την πάσα από τον υπέροχο Θανάση Μπέμπη, ξεγέλασα τον προσωπικό μου αντίπαλο με μια κίνηση προς τα μπρος και μία προς τα πίσω και έστειλα την μπάλα στη γωνία. Απίθανη στιγμή, με όλο το γήπεδο να σηκώνεται στο πόδι. Ξέρεις το γκολ, θέλει την τέχνη του. Πρέπει να έχεις αντίληψη και του χώρου και του χρόνου. Πού ακριβώς έχεις την μπάλα, πότε πρέπει να σουτάρεις. Πάνω απ’ όλα πρέπει να είσαι χαλαρός, ώστε να μην αποτύχεις στην εκτέλεση. Όλα αυτά τα έκανα στην εντέλεια σε εκείνο το γκολ, με αντίπαλο τον Τσέζαρε Μαλντίνι” προσθέτει λες και σκόραρε την … περασμένη Κυριακή!
H ομαδάρα της Μίλαν
Ο μπαμπάς Μαλντίνι δεν ήταν ο μόνος υπεράσος της τότε πρωταθλήτριας Ιταλίας. Εκεί έπαιζαν “τοπικοί ήρωες” όπως ο Κάρλο Γκάλι, ο Τζιανκάρλο Ντανόβα και ο θείος του Τζιανλουίτζι, Λορέντσο Μπουφόν (είχε πάρει μεταγραφή το καλοκαίρι και δεν αγωνίστηκε κατά του Ολυμπιακού)
Η ιταλική ομάδα είχε τέσσερις ξένους ποδοσφαιριστές, που έκαναν μεγάλη καριέρα στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου: Ο Ουρουγουάνος Χουάν Αλμπέρτο Σκιαφίνο (φωτο) ήταν παρών στο … Maracanazo του 1950 όταν η “Σελέστε” γέμισε το Ρίο με εφιάλτες, κερδίζοντας στον “καταραμένο” τελικό τη Βραζιλία με 2-1. Αυτός είχε ισοφαρίσει για τημ Ουρουγουάη κι αυτός είχε πασάρει στον Τζίγκια για το δεύτερο γκολ. Θεωρείται ο κορυφαίος Ουρουγουανός όλων των εποχών και η Μίλαν τον έχει συμπεριλάβει στους 10 καλύτερους παίκτες της ιστορίας της. Ένας ασύγκριτος επιθετικός, που πήγε στο Μιλάνο το 1954, φεύγοντας από την Πενιαρόλ αντί 52 εκατομμυρίοων λιρετών.
Ο Ζοζέ Αλταφίνι ήταν τότε 21 ετών, είχε προλάβει να παίξει με την Εθνική Βραζιλίας και να κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958, ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα -στην ίδια διοργάνωση- φορούσε τη φανέλα της Εθνικής Ιταλίας. Στράικερ ολκής, συγκρίνεται με τον Τζουζέπε Μεάτσα, έγραψε ιστορία, καθώς η καριέρα του κράτησε μέχρι το … 1976. Όταν αποχώρησε, μετρούσε 459 ματς στην Serie A και 216 γκολ.
Ο Νιλς Λίντχολμ, σκόρερ στον τελικό Σουηδίας-Βραζιλίας (2-4, το 1958 στο πρώτο αριστούργημα του 17χρονου Πελέ), είχε μείνει από τη θρυλική τριάδα Γκρε(ν)-Νο(ρνταλ)Λι(ντχολμ) στην αρχή της δεκαετίας. Σπουδαίος μέσος που έγινε και αρχηγός της μεγάλης ιταλικής ομάδας στην οποία έπαιξε 359 φορές, σκοράροντας 81 γκολ. Την τετράδα συμπλήρωνε ένας ακόμη επιθετικός ο Αργεντίνος Ερνέστο Γκρίλο.
“Κανείς άλλος σαν τον Μπέμπη”
Τα ονόματα της Μίλαν που είχε το δεύτερο μεγαλύτερο μπάτζετ στην Ευρώπη, μετά τη Ρεάλ, προκαλούσαν … πανικό. Όχι όμως στον Ολυμπιακό: “Οι Ιταλοί νόμιζαν ότι θα έκαναν περίπατο. Δεν ήταν έτσι. Τότε δεν είχαμε τη δυνατότητα να παίζουμε ματς στο εξωτερικό, αυτό ήταν το πρώτο μας, δεν μας ήξεραν. Ίσως έπρεπε να παίξουμε νωρίτερα στο Κύπελλο Πρωταθλητριών…” λέει ο Ηλίας Υφαντής και θυμίζει: “Δεν μας είπαν τυχαία Θρύλο. Δεν είναι αλαζονικό αυτό που θα πω, αλλά η αλήθεια. Με όλο το σεβασμό στις επόμενες μεγάλες ομάδες του Ολυμπιακού, ειδικά αυτές που έκαναν το σερί των εφτά συνεχόμενων πρωταθλημάτων, η δική μας ομάδας ήταν η καλύτερη.
Τηρουμένων των αναλογιών, των συνθηκών, εμείς είχαμε την κορυφαία ομάδα με τα έξι σερί πρωταθλήματα αλλά και τα τρία νταμπλ. Να σας θυμίσω ονόματα; Κατά τη γνώμη μου παίκτης σαν το Θανάση Μπέμπη, δεν έχει ξαναπεράσει από τα ελληνικά γήπεδα. Απαράμιλλος. Σάμπως και οι άλλοι, πηγαίναμε πίσω;Θεοδωρίδης, Ρωσίδης, Στεφανάκος, Πολυχρονίου, Σιδέρης, Παπάζογλου, Στεφανάκος. Τι να λέμε τώρα…”
Τη φωτογραφία αυτής της ομάδας, του Θρύλου δηλαδή, κρατάει στα χέρια της η Μελίνα Μερκούρη τραγουδώντας τα Παιδιά του Πειραιά, στο “Ποτέ την Κυριακή”.
Ο Ολυμπιακός είναι αλήθεια ότι δεν φοβήθηκε τη Μίλαν. Στο Καραϊσκάκη, όπου το ματς έγινε στις 4:30 το απόγευμα (με πολλή ζέστη) λόγω έλλειψης προβολέων, οι Ιταλοί … είδαν την υδροφόρα να ρίχνει νερό στο χώμα και κατάλαβαν ότι τα πράγματα δεν θα ήταν εύκολα.
“Ο Ολυμπιακός διέλυσε τη Μίλαν, προηγούμενος ως το 79 έγραφε το ΦΩΣ της επόμενης μέρας, που σημείωνε ότι “το γκολ του Υφαντή, έκανε… για δύο”.
“Θα μπορούσαμε να είχαμε νικήσει. Ήταν ευκαιρία, αλλά δεχθήκαμε την ισοφάριση δέκα λεπτά πριν από το τέλος. Δώσαμε τεράστια μάχη…” λέει ο Υφαντής, που επιμένει: “Εγώ έβαλα το ωραιότερο γκολ της καριέρας μου και ο Μπέμπης έκανε το ματς της ζωής του”.
Το σχόλιο από το ΦΩΣ (για τον μακαρίτη Μπέμπη) επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό: “Υπήρξε ο Τιτάν του αγωνιστικού χώρου. Με τις απίθανες ντρίμπλες του εξενεύρισε τους διάσημους αντιπάλους του και τους έπαιξε όπως η γάτα με το πόντικι. Κρατούσε πολύ την μπάλα στα πόδια του αλλά τις πιο πολλές φορές δικαιολογημένα. Ευφυής ως είναι έδινε την ευκαιρία στους συναδέλφους του να ξεμαρκαρισθούν για να δεχθούν σίγουρη και άνετη μεταβίβασι. Προς το τέλος εκουράσθη. Αλλ ήτο δυνατόν να μη κουρασθή έπειτα από μια τέτοια συγκλονιστική προσπάθεια; Δεν εδημιούργει μόνον αλλά και κατέστρεφε.εν ήταν μόνο κυνηγός αλλ’ ένας παίκτης πανταχού παρών και πανταχού ενεργών”.
Στο ματς του Καραϊσκάκη, έγινε ρεκόρ εισιτηρίων (20.482 εισιτήρια) και εισπράξεων (1.268.000 δρχ) ποσό αμύθητο για την εποχή, καθώς έτσι χρηματοδοτήθηκε και το ταξίδι για τον επαναληπτικό στο Μιλάνο (στις 23/9 του 1959). Η ομάδα ταξίδεψε μέσω Θεσσαλονίκης και ο Υφαντής σκόραρε ξανά μετά το 2-0 των Ιταλών: “Μας αιφνιδίασαν γιατί πριν συμπληρωθεί η πρώτη μισή ώρα, είχαμε δεχθεί ήδη δυο γκολ. Έκανα το 2-1, χάσαμε μια ευκαιρία να ισοφαρίσουμε και τελικά δεχθήκαμε κι άλλο ένα γκολ. Ήταν τεράστια εμπειρία, το ματς εκείνο. Πρώτη φορά βγάιναμε από την Ελλάδα για να παίξουμε με τον Ολυμπιακό σε ένα τόσο μεγάλο ματς το οποίο είχαν παρακολουθήσει 50.000 κόσμος. Τι άλλο να πω; Μεγάλες στιγμές”.
Τόσο … μεγάλες που ο Ηλίας Υφαντής και ο Σάββας Θεοδωρίδης παρέτειναν την παραμονή τους στο Μιλάνο για μια ακόμη μέρα. Η κακοκαιρία που υπήρχε τους απέτρεψε από το να επιβιβαστούν στο αεροπλάνο. Ταξίδεψαν την επόμενη μέρα…
Η ανδοθέσμη του ΠΑΟ, ο Νέστορας και ο ΠΑΟΚ
Τα δυο παιχνίδια με τη Μίλαν ήταν τεράστιας σημασίας για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Η πρώτη ελληνική συμμετοχή στο Κυπ. Πρωταθλητριών συγκέντρωσε καθολική υποστήριξη απ’ όλες τις ομάδες. Παραμονές του πρώτου αγώνα, τριμελής αντιπροσωπεία του Παναθηναϊκού, από Λινοξυλάκη, Νεμπίδη και Αγγελόπουλο επισκέφτηκε το ξενοδοχείο των “ερυθρολεύκων” στην Εκάλη, για να ευχηθεί καλή επιτυχία προσφέροντας, μάλιστα, και μια ανθοδέσμη.
Παρών στο Καραϊσκάκη, ήταν ο Κώστας Νεστορίδης ενώ παραμονές του επαναληπτικού αγώνα ο Ολυμπιακός πήγε στην Τούμπα για να παίξει με τον ΠΑΟΚ, όπου συνάντησε πολύ φιλική ατμόσφαιρα και ευχές για ό,τι καλύτερο στην Ιταλία!
Οι ιταλικές εφημερίδες δεν έκρυψαν τον θαυμασμό τους για το επίπεδο του Ολυμπιακού, σημειώνοντας ότι Μπέμπης και Σιδέρης ήταν παίκτες που θα μπορούσαν να πρωταγωνιστήσουν στο καμπιονάτο. Από τον επαναληπτικό έχει σωθεί και ένα καρέ, με το τρίτο γκολ της Μίλαν
Ο Ηλίας Υφαντής μπαίνει ξανά στο γήπεδο των αναμνήσεων του: “Αυτά ήταν τα καλύτερά μας χρόνια. Η νιότη μας. Τη ζήσαμε, αγώνα με αγώνα. Μαζί με τους συμπαίκτες μου, δημιουργήσαμε μια πολύ μεγάλη ομάδα. Πήγα στον Ολυμπιακό 17 ετών. Με πήρε από το χέρι ο θείος μου, με είδε ο Γιάννης Χέλμης και παρότι ξερακιανός, όπως ήμουν, μου είπε να ξεντυθώ και να φορέσω φανέλα και σορτσάκι. Μου άρεσε το ποδόσφαιρο, αλλά έκανα και στίβο. Είχα 11.1 στα 100 μέτρα και πηδούσα ψηλά. Ήμουν ο μόνος που μπορούσε να πάρει κεφαλιά από τον Λινοξυλάκη, που φημιζόταν για το υπέροχο ψηλό του παιχνίδι.Θα μπορούσα να παίξω κι άλλο, αν δεν με χτυπούσαν οι αντίπαλοι. Ο διάδοχός μου ήταν ο Γιώργος ο Σιδέρης. Με δική μου πρόταση, τον πήραμε από τα πλάγια και τον κάναμε σέντερ-φορ. Με κάνετε, όμως, και μιλάω πάλι για τον εαυτό μου, δεν είναι σωστό. Ήταν η ομάδα αυτή που μας έκανε και εμάς σπουδαίους. Και ξέρετε κάτι. Ήμασταν μεγάλη ομάδα. Τόσο μεγάλη, που ακόμη και τώρα μας συζητάνε…”