OPINIONS

Ρόμπερτ Λεβαντόβσκι: Ο πιο γοητευτικός φορ στον κόσμο

Ο τελικός του Champions League της Μπάγερν με την Παρί την Κυριακή 23 Αυγούστου (22:00) στο 'Λουζ' ίσως σφραγίσει το αυτονόητο: ότι ο Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι είναι ο κορυφαίος Πολωνός στην ιστορία. Για το ότι είναι ο καλύτερος αυθεντικός φορ στον κόσμο, ουδείς χρειάζεται να περιμένει αυτό το ματς.

Ρόμπερτ Λεβαντόβσκι: Ο πιο γοητευτικός φορ στον κόσμο
Ο Ρόμπερτ Λεβαντόβσκι της Μπάγερν σε στιγμιότυπο με τον Άντονι Λόπες της Λιόν για τα ημιτελικά του Champions League 2019-2020 στο 'Ζοζέ Αλβαλάδε' της Λισαβόνας | Τετάρτη 19 Αυγούστου 2020 AP Photo/Miguel A. Lopes

Οι δύο επαφές του Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι μετά το γκολ που πέτυχε στον ημιτελικό του Champions League στη Λισαβόνα επί της Λιόν (3-0) ήταν μία ποδιά στον Μαξουέλ Κορνέ κι ένα τακουνάκι-σπάσιμο της μπάλας στον Φιλίπε Κοουτίνιο. Για ποδοσφαιριστής που κοιτάζει τη δουλειά του και προσπαθεί να αποφύγει τις θεαματικές καταστάσεις, ο Πολωνός επιθετικός της Μπάγερν παρέχει ανά τακτά χρονικά διαστήματα ψυχαγωγία. Τέτοια, που η αίσθηση που έχει για το γκολ και η ίδια η επίτευξή του, θα έφτανες στο τσακίρ κέφι να αμφιβάλεις αν είναι η νούμερο ένα δυνατότητά του.

Κάποιος θα θυμάται ένα εναέριο κοντρόλ και κατέβασμα, άλλος εκείνο το γυριστό και την αμίμητη αντίδραση του Πεπ Γκουαρδιόλα, ένας τρίτος το καταπληκτικό, με κουτσό, πλασέ στο Λονδίνο με την Τότεναμ. Η αίσθηση που αφήνει ο Λεβαντόφσκι στο γήπεδο είναι ότι πρόκειται για έναν ποδοσφαιριστή που πρωτίστως είναι εξαιρετικός συμπαίκτης και κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορεί να βρίσκει τα νούμερα που φέτος τον έχουν κάνει φωτεινό σηματοδότη του σκοραρίσματος, με διάρκεια από την αρχή της σεζόν ως και τώρα.

Το σαφές είναι ότι πρόκειται για έναν επιθετικό πλήρη. Ο εγωισμός δεν εμφανίζεται κάπου, ακόμα και σε ιστορικές βραδιές. Φτιάχνοντας φάσεις για τον εαυτό του, ο Πολωνός θα είχε το δικαίωμα και την ικανότητα να εκμαιεύσει το γκολ, τις στιγμές που απλώς έχει χάσει την επαφή του με το τέρμα, μια σπάνια εικόνα. Αλλά δεν το κάνει. Η μεθοδικότητα, άλλωστε, θα μπορούσε να είναι το μεσαίο όνομα της Μπάγερν.

Ένα στερεότυπο είναι ότι η συγκεκριμένη ομάδα παίζει για τους επιθετικούς της όσο κανένα άλλο κλαμπ στον κόσμο. Το όνομα που υπεισέρχεται αναπόφευκτα στη συζήτηση είναι του Γκερντ Μίλερ, που, όπως η περίπτωση του Λεβαντόφσκι, καταδικάζεται από την ψυχρότητα των αριθμών. Ο ‘χοντρούλης’, ωστόσο, δεν ήταν εκείνος ο ποδοσφαιριστής που περίμενε per mare per terram την μπάλα μέσα στη μεγάλη περιοχή. Εργασιακά μιλώντας, ο Μίλερ δεν υπήρχε κάτι που να μην κερδίσει στην καριέρα του. Η θέαση ενός παιχνιδιού της Μπάγερν από εκείνη την ένδοξη εποχή θα βοηθούσε, αν όχι στην αποκαθήλωση, στην αμφιβολία για μία ψυχρή τοποθέτηση. Για λογαριασμό του Γερμανού επιθετικού καταμετρήθηκαν 398 γκολ σε 453 ματς με τη φανέλα της βαυαρικής ομάδας, κάτι που σημαίνει ότι σκόραρε στο 87% των παιχνιδιών που συμμετείχε. Αυτές τις 6 σεζόν, που ο Πολωνός άλλαξε στρατόπεδο, πηγαίνοντας στον σύλλογο που ‘καθαρίζει’ το εγχώριο τοπίο από ό,τι καλό βγάζουν οι υπόλοιπες γερμανικές ομάδες, έχει 246 γκολ σε 288 παιχνίδια, ήτοι σκοράρει σε ποσοστό της τάξης του 85%! Είναι ιστορικά καλή χρονιά για το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο η φετινή του, με τα 55 γκολ σε 46 ματς, όμως είναι συνηθισμένος. Από το 2006, δηλαδή στην ηλικία των 18, έχει μόλις μία σεζόν κάτω από 10 γκολ, την πρώτη του με την Ντόρτμουντ, το 2010-2011, μόλις μία σεζόν κάτω από 20 γκολ, την πρώτη του με τη Ζνισκ Προύσκοου, το 2006-2007, κι έχει 5 περιόδους πάνω από 20, 3 πάνω από 30 και 6, οι 5 εκ των οποίων είναι οι τελευταίες, πάνω από 40. Η φετινή, βέβαια, αποτελεί το ρεκόρ του.

Δεν προκαλεί έκπληξη ότι το έκανε αμέσως αφού ο Άριεν Ρόμπεν σταμάτησε (προσωρινά) το ποδόσφαιρο και ο Φρανκ Ριμπερί αποχώρησε, έστω κι αν η λογική αναφέρει πως το να πιάνεις στασίδι μέσα στην περιοχή, βοηθάει περισσότερο στο να εκμεταλλεύεσαι τις ευκαιρίες. Ο Λεβαντόφσκι, ούτως ή άλλως, ως παίκτης που αντιλαμβάνεται το σπορ ως αλληλουχία γεγονότων και χώρο και ρέοντας στο τερέν, έχει την τρομακτική ευχέρεια να παίζει με το μέτωπο στο τέρμα, να αντιλαμβάνεται τις κινήσεις των συμπαικτών του και να τους δίνει μπάλες για να απειλήσουν στο σωστό χρόνο. Με τους δύο προαναφερθέντες να κρατάνε περισσότερο την μπάλα, ώστε εκείνοι να δημιουργούν καταστάσεις, αναπόφευκτα προκαλείτο στασιμότητα η οποία δεν ήταν βοηθητική.

Στο 35′ του ματς με τη Λιόν, σε αντίθεση, η Μπάγερν είχε κάνει 227 επιτυχημένες πάσες, σχεδόν 7 ανά λεπτό, χωρίς προφανώς να έχει την κατοχή της μπάλας, όλο αυτό το διάστημα. Ο Λεβαντόφσκι, δίνοντας την προτεραιότητα στην ομάδα και στη ροή του καθαρού χρόνου παιχνιδιού, υπάρχει ως ζωογόνο στοιχείο στην κυκλοφορία της μπάλας, διότι απλώς, γινόμενος δέκτης και έπειτα πομπός, προσφέρει ταχύτητα κι έχει τη δυνατότητα, ερχόμενος από πίσω με φόρα, να ξεφεύγει από τους επιτηρητές, οι οποίοι θα είχαν πολύ λιγότερη δουλειά (και ο ίδιος θα επαφιόταν κυρίως στις παροιμιώδεις ικανότητές του) σε λιγότερα τετραγωνικά.

Με το γκολ επί της Λιόν, ένα καταπληκτικό επιτόπιο άλμα και κεφαλιά, που απλώς αναδεικνύει ξανά ότι μπορεί να απειλήσει με τα δύο πόδια, στον αέρα, με πρόσωπο στο τέρμα, με πλάτη, με κάθε πιθανό τρόπο, ο ‘Λέβα’ έφτασε τα 15 γκολ σε 9 ματς στο Champions League και προσπέρασε τον Λιονέλ Μέσι, τα 14 το 2011-2012. Βρίσκεται μόλις 2 πίσω από το να πιάσει το ρεκόρ του Κριστιάνο Ρονάλντο, αλλά, ποσοστιαία, αυτό είναι το καλύτερο σκοράρισμα στην ιστορία. Ο Πορτογάλος ήθελε 13 ματς για 17 γκολ τη σεζόν 2013-2014, ο Πολωνός χρειάστηκε μονό αριθμό. Ακόμα κι έτσι να μείνει, θα έχει μόλις 2 γκολ λιγότερα με 3 παιχνίδια λιγότερα. Που σημαίνει ότι ο Ρονάλντο σκόραρε 1,3 φορά εκείνη τη σεζόν και ο Λεβαντόφσκι 1,5.

Με τούτα και με εκείνα, όμως, ο Λεβαντόφσκι χρειάζεται το τρόπαιο του Champions League για ηθικούς λόγους. Η θέση της υποψηφιότητάς του ως του καλύτερου όλων των εποχών στη χώρα του, όση δυναμική κι αν έχει, δεν έχει τα στοιχεία. Ο Γκζέγκοζ Λάτο είχε πετύχει 6 γκολ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974, πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης, και ο Ζμπίγκνιεφ Μπόνιεκ κατέκτησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών με τη Γιουβέντους το 1985, όσο κι αν στη μνήμη θα μείνει ως εκείνος-ο-ποδοσφαιριστής-που-πήρε-το-χατιρικό-πέναλτι-εκτός-περιοχής στον τραγικό τελικό του ‘Χέιζελ’ με τη Λίβερπουλ και ταυτοχρόνως ήταν στην ομάδα της Πολωνίας που μπήκε στην τετράδα του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1982. Ο Λεβαντόφσκι δεν έχει κάνει κάτι παρόμοιο με την δική του εθνική και η μαύρη αλήθεια είναι πως δεν προβλέπεται, ακόμα κι αν προκρίθηκαν υπεράνετα στην τελική φάση του Euro. Η στοιχειοθέτηση, όμως, του κορυφαίου ποδοσφαιριστή σε μία από τις πιο βαριές φανέλες στην ιστορία, με την οποία κατέκτησε το Champions League, μοιάζει με ακαταμάχητο επιχείρημα, κυρίως διότι θα δώσει στο φως τους αριθμούς του.

Έχει παίξει στην ομάδα που έχει βάλει 7 και 8 γκολ σε Τότεναμ και Μπαρτσελόνα αντιστοίχως σε μία διοργάνωση, που έχει βάλει ήδη τα περισσότερα στην ιστορία ανά παιχνίδι, 42 σε 10 ματς, έναντι 45 σε 16 της Μπαρτσελόνα την περίοδο 1999-2000. Για έναν επιθετικό με τέτοια εφευρετικότητα, που συνδυάζει άριστα τη σχολαστικότητα με την ψυχαγωγία, που είναι ταχύτατος χωρίς καν να του φαίνεται, που υπηρετεί την αρμονία μέσω της ακρίβειας, η αντιτουριστική εθνικότητά του θα είναι ήσσονος σημασίας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ