Ο Ρομπέρτο Μπάτζο ακόμα σκέφτεται το πέναλτι στο Μουντιάλ 1994
Ο Ρομπέρτο Μπάτζο είναι η σημερινή 'παραγγελιά' αναγνώστη. Είχε χαρακτηριστεί 'καλλιτέχνης' για τον τρόπο που δημιουργούσε και σκόραρε. Και όλοι απορούν με το πού θα έφτανε αν δεν είχε λαβωμένα γόνατα.
Υπήρξε παγκοσμίου κλάσεως playmaker, που ‘έβλεπε’ το γκολ πιο καθαρά από τον καθένα, που μπορούσε να δημιουργήσει, που μπορούσε να πασάρει και να περάσει όπιον είχε μπροστά του. Τα πιο πολλά χρόνια έπαιξε ως δεύτερος επιθετικός. Ο Μισέλ Πλατινί είχε πει πως ο Ρομπέρτο Μπάτζο (σημερινή ‘παραγγελιά’ του φίλου Δημοσθένη) είναι ‘εννιάμιση’, καθώς δεν ήταν ‘εννέα’ (επιθετικός), αφού είχε τη δημιουργία σε εξαιρετικό βαθμό, ενώ σκόραρε περισσότερο από τα ‘δεκάρια’. Το καλό πόδι ήταν το δεξί, παρ’ όλα αυτά έκανε μια χαρά δουλειά και με το αριστερό. Δεν ήταν από αυτούς που ‘έπαιρνε’ τις μάχες στον αέρα -δεν του το επέτρεπαν τα λαβωμένα γόνατα. Υπήρξε όμως, από εκείνους που μοίραζαν σακούλες στους αμυντικούς -με τις ντρίμπλες του να είναι παροιμιώδεις.
“Θα λάτρευα να παίξω με τους νέους κανονισμούς. Πιστεύω πως μαζί με τον Ζίκο, τον Πλατινί και τον Μαραντόνα θα βοηθούσαμε να επιστρέψει πολύς κόσμος στα γήπεδα”.
Ο μόνος Ιταλός που ‘χει σκοράρει σε τρία διαφορετικά Παγκόσμια Κύπελλα, που πάντα ήταν ηγέτης -και ποτέ follower- δεν γούσταρε ιδιαίτερα να παίζει άμυνα (γιατί το ’90 το ιταλικό ποδόσφαιρο είχε πολύ ξύλο και τακτικές), την ίδια ώρα όμως, είχε τεράστια πειθαρχία και αφοσίωση στις προπονήσεις. Ο -επί των ημερών του- ιδιοκτήτης της Γιουβέντους, Τζάνι Ανιέλι τον είχε περιγράψει ως “καλλιτέχνη”. Ο Ανιέλι ήταν ένας από τους πολλούς με τους οποίους τσακώθηκε, κατά καιρούς o Il Divin Codino (η θεϊκή αλογοουρά -την έχει μέχρι σήμερα) “που ήταν πάντα ειλικρινής και ευθύς”. Ο τρόπος του ωστόσο, ήταν συχνά από αυτούς που σε κάνουν να χάνεις το δίκιο σου.
“Το ποδόσφαιρο με έκανε άντρα. Δεν μετανιώνω για τίποτα”
Γεννήθηκε στο Καλντόνιο, πόλη κοντά στη Βιντσέντσα (βορειοανατολικά της Ιταλίας), στις 18 Φεβρουαρίου του 1967. Είχε επτά αδέλφια. Όλα ήταν αγόρια. Προφανώς και όπως τα περισσότερα αγόρια, έπαιζε ποδόσφαιρο στους δρόμους, μετά στην ομάδα της γειτονιάς και από τα 13 στη Βιντσέντσα -που τον είχε εντοπίσει στην Καλντόνιο, να βάζει 45 γκολ και να μοιράζει 26 ασίστ, σε 25 παιχνίδια, όταν ήταν 11. Μη ξεχάσω να σου πω ότι το είδωλο του ήταν ο Ζίκο και πως “η μητέρα μου ήθελε να γίνω ποδηλάτης. Δεν πήγε καλά αυτό το πλάνο. Για να διασκεδάσω, σπίτι έκανα σουτ με ό,τι ήταν σφαιρικό. Ναι, είχα σπάσει διάφορα -από τζάμια μέχρι πόρτες”.
Με τη Βιντσέντσα έκανε και το ντεμπούτο του, μεταξύ των ανδρών. Στα 16 (1983). Ήταν ο λόγος που η ομάδα ‘ανέβηκε’ κατηγορία. Αναδείχθηκε ‘παίκτης της χρονιάς’ στη Serie C. Μεταξύ άλλων, κέρδισε το συμβόλαιο με τη Φιορεντίνα -είχε δώσει πάνω από ενάμιση εκατομμύριο ευρώ, για να τον πάρει. Είχε ήδη διαλύσει το δεξί γόνατο -είχε πάθει ρήξη χιαστού και μηνίσκο, στις 5 Μαΐου του 1985, σε προσπάθεια για τάκλιν. Δυο ημέρες μετά θα έφευγε για τη Φλωρεντία, για να υπογράψει. Η Viola μπορούσε να πει πως ακυρώνεται η μεταγραφή. Πολλώ δε από τη στιγμή που ουκ ολίγοι γιατροί είχαν ενημερώσει ότι ενδεχομένως να μην έπαιζε ποτέ ξανά ποδόσφαιρο. Η ομάδα ανακοίνωσε πως θα ολοκλήρωνε τη μετακίνηση και θα πλήρωνε την επέμβαση.
“Στην επέμβαση, τρύπησαν την κορυφή της κνήμης με τρυπάνι, έκοψαν τον τένοντα και όταν τελείωσαν έκαναν 220 ράμματα. Το γόνατο μου έγινε όσο μικρό είναι το χέρι μου”.
Στη Φλωρεντία ανακάλυψε την αγάπη του για το βουδισμό. Αφότου είχε τραυματιστεί και αναζητούσε τρόπους να διαχειριστεί ό,τι του ‘χε συμβεί “ένα πρωί ανακοίνωσα στον παιδικό μου φίλο πως θα γίνω Βουδιστής. Αυτή ήταν η πιο σημαντική στιγμή της ζωής μου”, είχε πει. “Πιστεύω πως το πιο σημαντικό είναι να είσαι καλά, μέσα σου, στη ψυχή σου. Αν είσαι σε ειρήνη με τον εαυτό σου, μπορείς να κάνεις τα πάντα καλά. Είτε είσαι ποδοσφαιριστής, είτε είσαι οικοδόμος, δικηγόρος κλπ, κλπ. Ο βουδισμός με βοήθησε να βρω την εσωτερική μου ευτυχία. Με το βουδισμό το παιχνίδι μου έγινε καλύτερο, κάτι που επιβεβαίωσαν προπονητές, συμπαίκτες και φίλαθλοι”.
Από τη Φλωρεντία είχε φύγει, για να πάει στη Γιουβέντους (μεταξύ άλλων πήρε και το Νο10, το οποίο φορούσε ο Πλατινί), αφήνοντας πίσω του συντρίμμια. Βλέπεις, δεν ήταν κάτι που ήθελε ο ίδιος να κάνει. “Αναγκάστηκα”, είχε πει. Και έλεγε αλήθεια, καθώς είχε πουληθεί. Οι μεν φαν της Viola δεν ήταν έτοιμοι να τον αφήσουν να φύγει. Οι δε φίλοι της ‘γηραιάς κυρίας’ δεν ήταν βέβαιοι, αν τον ήθελαν ακόμα.
“Δεν ήθελα να φύγω. Παρ’ όλα αυτά ένιωθα ένοχος για ό,τι συνέβαινε. Πολλοί είχαν τραυματιστεί. Για χρόνια με έλεγαν μισθοφόρο. Μια κάποια παρηγοριά είναι πως στο τέλος οι της Φιορεντίνα παραδέχθηκαν ότι με πούλησαν. Αλλά κουβαλούσα για χρόνια αυτό το βάρος”.
Στα 5 χρόνια που έμεινε στη Φιορεντίνα (μεταξύ του 1985 και του 1987 έχασε μεγάλο μέρος της αγωνιστικής δράσης, λόγω γόνατου) έκανε τα πάντα. Εξ ου και τον συνέκριναν με τον Μαραντόνα. Πήρε το πρώτο του κύπελλο (έβαλε την υπογραφή του με ασίστ), ενώ σκόραρε και το πρώτο γκολ με τη ‘σκουάντρα ατζούρα’ (εκτέλεση φάουλ). Πήρε και το βραβείο για τον καλύτερο παίκτη U23 της Ευρώπης. Θα έλεγες πως ο κύκλος είχε κλείσει και ότι ήταν έτοιμος για το επόμενο επίπεδο. Για αυτό και πήγε στη Γιουβέντους, που έδωσε ποσό ρεκόρ για να τον πάρει. Ο λαός εξοργίστηκε τόσο που διαδήλωσε στους δρόμους, μέχρι τα γραφεία του συλλόγου, με τον πρόεδρο να φυγαδεύεται για να γλιτώσει. Έγιναν συμπλοκές και υπήρχαν 50 τραυματίες.
Στο πρώτο ματς της ‘Γιούβε’ με την Φιορεντίνα (7/4/1991), αρνήθηκε να εκτελέσει πέναλτι. Αυτός που το ανέλαβε (Λουίτζι ντε Αγκοστίνι) αστόχησε και η ‘γηραιά κυρία’ έχασε. Η σεζόν 1992-93, η πρώτη του Μπάτζο ως αρχηγού της Γιουβέντους, είχε τελειώσει για τον ίδιο με τις απονομές των βραβείων ‘καλύτερος Ευρωπαίος ποδοσφαιριστής της χρονιάς’, ‘καλύτερος παίκτης του κόσμου’ κατά την FIFA και το World Soccer αυτήν της ‘Χρυσής μπάλας’. Είχε προηγηθεί η άρση του UEFA Cup (του μόνου ευρωπαϊκού τροπαίου της καριέρας του) και 39 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις, συμπεριλαμβανομένων των 5 που έστειλαν τους ‘ατζούρι’ στο Παγκόσμιο Κύπελλο των ΗΠΑ.
“Ο παίκτης που στοίχισε στην Ιταλία το Παγκόσμιο Κύπελλο”
Την αγωνιστική περίοδο 1993-1994 ‘βρισκόταν’ συχνά στο γήπεδο με δεύτερο επιθετικό (Βιάλι ή Ραβανέλι) και ανά τακτά χρονικά διαστήματα με τον νεαρό Αλεσάντρο Ντελ Πιέρο. Η παρέα του τερμάτισε και πάλι, στη δεύτερη θέση της Serie A, ενώ αποκλείστηκε από το UEFA Cup στα προημιτελικά. Το Μάρτιο του 1994 έπαθε μηνίσκο. Είδε τη Χρυσή Μπάλα να πηγαίνει στον Στόιτσκοφ και το ‘FIFA World Player of the year’ στον Ρομάριο. Δεύτερος στις προτιμήσεις ήταν ο Στόιτσκοφ και τρίτος ο Ιταλός. Toν Ιούνιο πέταξε με την υπόλοιπη εθνική, για τις ΗΠΑ και το World Cup. Στην πρεμιέρα, οι ‘ατζούρι’ έχασαν από την Ιρλανδία (1-0). Στη δεύτερη αγωνιστική νίκησαν τη Νορβηγία 1-0, με τον Αρίγκο Σάκι να αποσύρει τον Μπάτζο, όταν χρειάστηκε να βάλει κάποιον στο τέρμα -μετά την αποβολή του Παλιούκα.
Όταν είδε ο πρωταγωνιστής τον αριθμό του, στις αλλαγές, κοίταξε γύρω του και είπε “ποιος;” Έψαχνε κάποιον να του πει πως δεν είχε καταλάβει καλά. Ότι δεν του έκαναν πλάκα. Μετά χαρακτήρισε -δημόσια- τον προπονητή του “τρελό”. Ομοίως και πλήθος φιλάθλων. Ο Σάκι εξήγησε, μετά το ματς πως “ήθελα παίκτες να τρέξουν πολύ και έναν επιθετικό να ‘ανοίξει’ το γήπεδο, χωρίς την μπάλα. Κάποιον να εκμεταλλευτεί το χώρο και να ‘απλώσει’ τους αντίπαλους αμυντικούς, να δημιουργήσει ‘τρύπες'”. Ο Κάρλο Αντσελότι, τότε συνεργάτης του head coach, του είχε πει πως μέχρι κι εκείνος αμφισβήτησε την απόφαση του. “Οι 70.000 Ιταλοί στις εξέδρες είχαν ‘γεμίσει’ τα όπλα τους, αλλά υπήρχαν 60.000.000 άλλοι που σε περιμένουν στην Ιταλία”, του ‘χε πει.
Στο τελευταίο ματς των ομίλων, οι γείτονες ήλθαν 1-1 με το Μεξικό. Τερμάτισαν τρίτοι στο γκρουπ, άκουσαν τα εξ αμάξης και ‘σώθηκαν’ προς στιγμήν, με την πρόκριση τους ως ‘καλύτεροι τρίτοι’. Ο πρόεδρος της Γιουβέντους, Τζάνι Ανιέλι είχε πει πως “ο Μπάτζο παίζει σαν βρεγμένος λαγός”. Ήλπισε πως αν του τσιτώσει τη ψυχολογία, πλήττοντας το ‘εγώ’ του, θα τον κάνει να παίξει καλύτερα. Μετά το 0 της φάσης των ομίλων, στα νοκ άουτ ο Μπάτζο έβαλε πέντε γκολ. Το πιο σημαντικό είναι αυτό που ακολουθεί.
Στο Tifo Football “φτιάχνουμε videos που εξηγούν το ποδόσφαιρο, την ιστορία του, τακτικές και πώς ‘δουλεύει’ το παιχνίδι, γιατί πιστεύουμε πως το σπορ πρέπει να είναι προσβάσιμο σε όλους και εμείς μπορούμε να εξηγήσουμε, απλά, ό,τι το αφορά -όσο περίπλοκο και αν είναι”. Τιμή και δόξα, λοιπόν για το site που έχει προταθεί δυο φορές για το βραβείο ‘Best Online Media’, από την Ομοσπονδία Φιλάθλων του Ποδοσφαίρου, στη Μεγάλη Βρετανία. Διαθέτει μια στήλη που λέγεται ‘Goals Remembered’. Στο έκτο κεφάλαιο προτιμήθηκε από του Μπάτζο “που έδωσε ζωή στην Ιταλία, στο USA ’94”.
“Υπάρχει ένα κλισέ που χρησιμοποιείται πολύ στο ποδόσφαιρο, κατά το οποίο ‘τα γκολ αλλάζουν τα παιχνίδια’. Στις 5 Ιουλίου του 1994, ο Μπάτζο σκόραρε ένα γκολ που δεν άλλαξε μόνο το παιχνίδι, αλλά όλο το τουρνουά για τους Ιταλούς. Ενόσω συνέβαινε αυτό, ο Μπάτζο διασφάλισε τη θέση του στα είδωλα του ποδοσφαίρου. Επίσης, επέτρεψε στους Ιταλούς να γυρίσουν στα σπίτια τους ως ηρωικοί φιναλίστ, αντί για ‘ντροπιαστικοί underachievers'”.
Εναντίον της Νιγηρίας λοιπόν, για τους ’16’, οι… άλλοι ‘άνοιξαν’ το σκορ στο 25′. Στο δεύτερο ημίχρονο, οι Ιταλοί έμειναν με 10 παίκτες. Παρ’ όλα αυτά ήλθε η αλλαγή, χάριν του τύπου που ‘χε ζητήσει αλλαγή στα 15′ πριν το τέλος (πονούσε), αλλά ο προπονητής τους τις είχε κάνει όλες. Η Ιταλία πήγε στον τελικό, όπου είδε τη Βραζιλία να σηκώνει το τρόπαιο στα πέναλτι. Παρεμπιπτόντως, αυτό ήταν το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο στο οποίο εμφανίστηκε ποτέ η Ελλάδα. Ο άνθρωπος μας είχε ενόχληση στην κνήμη, παρ’ όλα αυτά έπαιξε 120 λεπτά -αφού έκανε ένεση.
Στήθηκε στην άσπρη βούλα για το τελευταίο χτύπημα. Αστόχησε. Ήταν κάτι που ‘κουβαλούσε’ για χρόνια. Για χρόνια αναφερόταν από media ως ‘ο παίκτης που στοίχισε στην Ιταλία το Παγκόσμιο Κύπελλο’. Στην αυτοβιογραφία του, που ‘χει για τίτλο “Una Porta Nel Cielo’ (ένα γκολ στον ουρανό) είχε γράψει ‘τα πέναλτι τα χάνουν αυτοί που έχουν το κουράγιο να τα εκτελέσουν’. To 2019 είχε ομολογήσει, σε event στο οποίο ήταν κεντρικός καλεσμένος, ότι “ακόμα σκέφτομαι εκείνο το πέναλτι. Ήταν η πρώτη φορά που σούταρα τόσο ψηλά. Δεν μου ‘χε ξανασυμβεί στη ζωή μου. Ονειρευόμουν από παιδί τελικό της Βραζιλίας με την Ιταλία και εμένα να φορώ τη φανέλα. Έζησα κάτι απίστευτο. Ελπίζω να μπορούσα να ‘σβήσω’ τη στιγμή του πέναλτι”.
Μετά το τέλος της διοργάνωσης, η σχέση του Σάκι με τον Μπάτζο έγινε ψυχροπολεμική. Αφορμή ήταν ο πάγκος, από τον οποίον δεν σηκώθηκε ο παίκτης, στο 1-1 για προκριματικά του Euro 1966, με τη Σλοβενία. Μετά την ήττα από την Κροατία (1-2), η ‘θεϊκή αλογοουρά’ ζήτησε την αποπομπή του προπονητή. Τον στήριζαν οι συμπαίκτες του. Ενόσω δεν τα πήγαιναν καλά οι δυο άνδρες, οι κλήσεις του Μπάτζο μειώθηκαν και τελικά έχασε τη θέση του, στο Euro 1996, παρ’ ότι είχε πάρει πρωτάθλημα. Ο Σάκι είπε πως δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Η Ιταλία αποκλείστηκε στη φάση των ομίλων.
Το “δεν τον υπολογίζουμε” και η νέα διαδήλωση
Θα σε γυρίσω στο 1994, όταν ο Μαρτσέλο Λίπι αντικατέστησε τον Τραπατόνι και έδειξε αμέσως τη διάθεση που είχε να φτιάξει ομάδα που δεν θα στηριζόταν τόσο πολύ στον Μπάτζιο. Εκείνος ήταν τραυματίας στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν -ένα τραύμα στο γόνατο, μόνο τον κράτησε εκτός για τρεις μήνες. Όσο έλειπε, ο Ντελ Πιέρο είχε βρει χώρο να ‘λάμψει’. Παρ’ όλα αυτά, με την επιστροφή του στα γήπεδα ο Μπάτζο βρήκε τρόπο να ‘χει προσφορά στο πρώτο Scudetto (8 γκολ και άλλες τόσες ασίστ), παρ’ ότι αρκετοί συμπαίκτες του είχαν αγανακτήσει με τον προπονητή τους.
Βοήθησε και στην κατάκτηση του Coppa Italia και στη συμμετοχή στον τελικό του UEFA Cup -με δυο γκολ και μια ασίστ στους ημιτελικούς με την Ντόρτμουντ. Τελικά, αυτό το κύπελλο το σήκωσε η Πάρμα. Το καλοκαίρι, σε συνέντευξη Τύπου κατά την οποία ο Λίπι καθόταν δίπλα στον Ουμπέρτο Ανιέλι, CEO και μετέπειτα πρόεδρος της FIAT και τότε πρόεδρος της Γιουβέντους, ο προπονητής ενημέρωσε πως δεν υπολογίζει τον Μπάτζο στα πλάνα του. Πρόσθεσε ότι θα επικεντρωθεί στο να κάνει σταρ τον Ντελ Πιέρο, ο οποίος θα έπαιρνε και το Νο10. Αποκαλύφθηκε πως σε όλη τη σεζόν 1994-95 ο Μπάτζο και οι διοικούντες ήταν σε διαρκή κόντρα. Ξεκίνησε με την πρόταση για νέο συμβόλαιο, για το 50% του μισθού του και το συνέχισαν από εκεί.
Όταν ήταν πια ελεύθερος, αποφάσισε να πάει στη Μίλαν (ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι τον έπρηζε για μήνες -τον ήθελαν και οι Ρεάλ Μαδρίτης, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Μπλάκμπερν). Η ‘Γιούβε’ πήρε 7.500.000 ευρώ, έβαλε κορδέλα στο ‘πακέτο’ και άφησε το λαό να διαμαρτύρεται -όπως τότε, στη Φλωρεντία, με τις κινητοποιήσεις να καταλήγουν έξω από τα αρχηγεία του club, στο Τορίνο.
Σε 200 συμμετοχές κατά τα πέντε χρόνια που πέρασε στην ‘γηραιά κυρία’ είχε 115 γκολ. Παραμένει στη λίστα με τους ρέκορντμαν σκόρερ της ‘Γιούβε’, σε όλες τις διοργανώσεις. Προς το παρόν είναι στο Νο9. Στο Νο1 είναι ο Ντελ Πιέρο, με 290.
Στη Μίλαν, ο παίκτης είχε πάλι τραυματισμούς, αλλά και πάλι ήταν αποτελεσματικός όταν έπαιζε, καθ’ οδόν για την κατάκτηση του scudetto. Έγινε ο μόλις έκτος παίκτης που πήρε τον τίτλο, διαδοχικά χρόνια, με δυο διαφορετικές ομάδες. Αναδείχθηκε και ‘ο καλύτερος παίκτης της σεζόν’ από τους φιλάθλους. Είχε μετακινηθεί σε πιο δημιουργικό ρόλο. Είχε τσακωθεί και με τον Φάμπιο Καπέλο -γιατί δεν τον έβαζε όσο θα ήθελε. Που ήθελε 90 λεπτά. Αλλά δεν γινόταν πια, να παίζει τόσα. Ο προπονητής άλλαξε, εμφανίστηκε ο Όσκαρ Ταμπάρες, τον έβαλε πίσω από τον Ζορζ Γουεά -ως αριστερό εξτρέμ ή κεντρικό μέσο/playmaker-, τα αποτελέσματα όμως δεν ήταν καλά και πέρασε στον πάγκο.
Ο Σάκι προσελήφθη να σώσει την κατάσταση. Δεν ξέρω αν θυμάσαι, αλλά ο Μπάτζο είχε πλακωθεί μαζί του. Η σχέση τους είχε εξομαλυνθεί ελαφρώς, αλλά δεν θα έλεγες πως έγιναν φίλοι, με το χρόνο του να είναι περιορισμένος και τα αρνητικά αποτελέσματα να κάνουν ακόμα χειρότερο το κλίμα. Στο ματς με τη Φιορεντίνα, για το 1996 Supercoppa Italiana σηκώθηκε από τον πάγκο και έφυγε για τα αποδυτήρια -πριν το τέλος του ματς. Το 1997 με την επιστροφή του Καπέλο στη Μίλαν, τον ειδοποίησε πως δεν τον περιλαμβάνει στα πλάνα του.
Το μεγαλύτερο λάθος στην καριέρα του Αντσελότι
Ο Μπάτζο ήθελε να πάει στην Πάρμα. Δεν τον ήθελε εκεί ο προπονητής, Κάρλο Αντσελότι. Δεν ένιωθε, λέει πως ο παίκτης θα ταιριάξει στην τακτική του (4-4-2). Χρόνια μετά (το 2014, στους Financial Times) ομολόγησε ότι αυτό ήταν το μεγαλύτερο λάθος που έκανε στην καριέρα του. “Προτίμησα ένα σύστημα, από το ταλέντο μιας ολόκληρης γενιάς. Ο Μπάτζο πήγε σε άλλο club και έβαλε 25 γκολ. Έχασα λοιπόν, 25 γκολ. Και αυτό ήταν μεγάλο λάθος”. Η άλλη ομάδα ήταν η Μπολόνια. Πήγε εκεί για να τη σώσει από τον υποβιβασμό. Πράγμα που έκανε, όπως κέρδιζε και μια θέση στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998. Είχε ξαναβρεί τον εαυτό του, όπως αναδεικνυόταν ο πρώτος Ιταλός σκόρερ της Serie A και τρίτος στο σύνολο. Πριν την εκκίνηση της σεζόν είχε κόψει την αλογοουρά του. Ήθελε να σηματοδοτήσει έτσι, την αναγέννηση του.
Στο World Cup του 1998, που ήταν και η επιστροφή του στην εθνική έπειτα από τα προκριματικά για το πανευρωπαϊκό του 1996, τον είχε κάλεσε ο Τσέζαρε Μαλντίνι. Πρώτα στα προκριματικά του Παγκοσμίου και μετά για τους τελικούς στη Γαλλία -με τον Ντελ Πιέρο να αναρρώνει από τραυματισμό. Μεταξύ των όσων συνέβησαν έως τα προημιτελικά με τους ‘τρικολόρ’ (3-4 στα πέναλτι και τους Ντι Μπιάτζο και Αλμπερτίνι να αστοχούν) ήταν η πρώτη εκτέλεση πέναλτι, μετά εκείνης του 1994. Όπως είπε “το συναίσθημα ήταν λυτρωτικό”.
Η λύτρωση συνεχίστηκε με την υπογραφή του σε συμβόλαιο, με την παιδική του ομάδα: την Ίντερ. Ήθελε να παίξει στο UEFA Champions League. Τραυματισμοί, αρνητικά αποτελέσματα και αλλαγές προπονητών δεν τον άφησαν να συνεχίσει να ζει το όνειρο. Επιπροσθέτως, τον άλλαξαν και θέση -τον έκαναν εξτρέμ και συνήθως ρεζέρβα. Σκόραρε 5 γκολ και έδωσε 10 ασίστ, σε 23 συμμετοχές. Η ομάδα του τερμάτισε στην 8η θέση της ιταλικής λίγκας. Έμεινε εκτός Ευρώπης. Δεν βρήκε διέξοδο μέσω κυπέλλου, καθώς έχασε από την Πάρμα. Στο UEFA Champions League σκόραρε τέσσερα γκολ. Η Ίντερ αποκλείστηκε από τη -μετέπειτα πρωταθλήτρια- Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, στα προημιτελικά. Το 1999 oι ‘νερατζούρι’ προσέλαβαν τον Λίπι. Που άφησε τον Μπάτζο εκτός ομάδας, για το μεγαλύτερο μέρος της σεζόν. Είχε πει πως ο παίκτης έχει κακή φυσική κατάσταση. Ο Μπάτζο έγραψε στο βιβλίο του το εξής.
“Ο Λίπι μου είχε ζητήσει να του πω τα ονόματα των παικτών που είναι εναντίον του. Του είχα απαντήσει ‘θα σε βοηθήσω, αλλά μη μου ζητάς ονόματα’”.
Η σχέση των δυο ανδρών είχε φτάσει στο σημείο που ο προπονητής τιμώρησε τους Βιέρι και Πανούτσι, επειδή χειροκρότησαν τον Μπάτζο, όταν έδωσε μια φανταστική ασίστ, σε προπόνηση. Με δικό του γκολ ωστόσο, πήγε στον τελικό του Coppa Italia η Ίντερ (το έβαλε στη Μίλαν). Εκεί έχασε από τη Λάτσιο. Στο 3-1 επί της Πάρμα, στα playoff για την τελευταία θέση που οδηγούσε στο UEFA Champions League, ο ‘Βούδας’ σκόραρε δυο φορές. Η Gazzetta dello Sport τον είχε βαθμολογήσει με 10.
Θα μπορούσε να ‘φάει’ τον Λίπι. Δεν το έκανε
Ο πρόεδρος του οργανισμού, Μάσιμο Μοράτι είχε πει πως ο Λίπι θα μείνει αν η ομάδα προκριθεί στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση. Άρα ο Μπάτζο θα μπορούσε να μην κάνει το παραμικρό. Έκανε ωστόσο, τα πάντα για να νικήσει η ομάδα του. Γιατί αυτός ήταν. Μετά αποφάσισε να μη μείνει στο Μιλάνο. Έφυγε για την Μπρέσια. Ήταν 33. Τον ήθελαν διάφοροι από την Premier League και την LaLiga (πχ η Μπαρτσελόνα), αλλά εκείνος προτίμησε να βοηθήσει τον Κάρλο Ματσόνε, στη νεοφώτιστη ομάδα, ώστε να τους κρατήσει στην ελίτ. Πίστευε πως έτσι θα αυξήσει τις πιθανότητες που ‘χε να κληθεί στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002. Έγινε αρχηγός, φόρεσε το Νο10 και έπαιζε ως επιθετικός μέσος. Η Μπρέσια τερμάτισε στην 7η θέση -την καλύτερη στην ιστορία της. Είχε φτάσει και στα προημιτελικά του κυπέλλου -αποκλείστηκε από την μετέπειτα τιτλούχο, Φιορεντίνα. Εκείνος αναδείχθηκε ένας εκ των καλύτερων επιθετικών playmakers της λίγκας.
Στην αρχή της σεζόν 2001-02 βρέθηκε στην κορυφή του πίνακα των σκόρερ. Στο ματς με τη Βιντσέντσα τραυματίστηκε. Δεν έδωσε σημασία. Έπαιξε μια εβδομάδα μετά, με τη Βενέτσια, σκόραρε ένα πέναλτι και έπαθε ρήξη χιαστού στο αριστερό γόνατο. ‘Έχασε’ τέσσερις μήνες. Όταν επέστρεψε (31/1/2002) διέλυσε το μηνίσκο του ίδιου ποδιού. Μπήκε στο χειρουργείο. Πρόλαβε να γυρίσει στον αγωνιστικό χώρο, πριν το τέλος της σεζόν. Επανήλθε σε 76 ημέρες και σκόραρε δυο γκολ, στο ματς με τη Φιορεντίνα. Η κατηγορία ‘σώθηκε’ χάριν αυτού.
Δεν κλήθηκε ωστόσο, στην εθνική, από τον Τραπατόνι -ο οποίος είπε πως είχε τους Τότι και Ντελ Πιέρο και ενδεχόμενη παρουσία του Μπάτζο θα δημιουργούσε πρόβλημα μεταξύ των παικτών. Σκέψου τώρα, τι μπορεί να άκουσε ο ομοσπονδιακός τεχνικός, όταν η Ιταλία αποκλείστηκε από την Κορέα, στους ’16’. “Άξιζα να έχω μια θέση το 2002 και θα μπορούσα, γιατί για πρώτη φορά οι αποστολές είχαν 23 μέλη. Απογοητεύτηκα πολύ. Ένιωθα πολύ έντονα την ανάγκη να εκδικηθώ. Ίσως αυτός να είναι ο λόγος που ζω μακριά από το ποδόσφαιρο”, εξήγησε πέρυσι.
Το 2003-04 μέτρησε 12 γκολ και 11 ασίστ. Υλοποίησε το στόχο να φτάσει τα 200 τέρματα στη Serie A, στο 2-2 με την Πάρμα (14/3/2004). Έσωσε πάλι την Μπρέσια από τον υποβιβασμό. Όταν είπε το ‘αντίο’, είχε 205 γκολ. Ήταν ο πρώτος έπειτα από 30 χρόνια που είχε ξεπεράσει τα 200. Σήμερα είναι ένας από τους 7.
Το τελευταίο του παιχνίδι ήταν στις 16/5 του 2004, στο San Siro με τη Μίλαν. Η Μπρέσια έχασε. Ουδείς ασχολήθηκε. Όταν έγινε αλλαγή, οι 80.000 φαν που ήταν στις εξέδρες σηκώθηκαν για να τον αποχαιρετήσουν. Ο Πάολο Μαλντίνι, αρχηγός της Μίλαν και πρώην συμπαίκτης του Μπάτζο, τον αγκάλιασε. Η Μπρέσια απέσυρε το Νο10. Είκοσι δύο χρόνια είχαν περάσει από την πρώτη μέρα που έπαιξε μεταξύ των ανδρών. “Νομίζω πως ήλθε η ώρα να αποσυρθώ. Εκτός και αν συμβεί κάτι το συνταρακτικό -κάτι που δύσκολα πιστεύω ότι θα γίνει- δεν θα επιστρέψω. Τι θα κάνω; Δεν το ‘χω σκεφτεί ακόμα”, είχε πει σε live μετάδοση. “Η καριέρα μου ήταν γεμάτη τραυματισμούς. Μετά την πρώτη επέμβαση στο γόνατο, έτρεχα πάντα με ανισόρροπο τρόπο. Αυτό μου δημιούργησε άλλα προβλήματα”.
“Είχα την τύχη να συνεργαστώ με πολλούς εξαιρετικούς προπονητές. Κάποιες σχέσεις ‘τσάκισαν’ όταν έπαψαν να είναι απολύτως ειλικρινείς. Ίσως γιατί ο κόσμος με αγαπούσε, υπήρχαν πολλά συναισθήματα που με αφορούσαν. Όταν έπαιζα καλά, μιλούσαν για εμένα. Όταν δεν έπαιζα, σχολίαζαν το γιατί δεν με είχαν αφήσει να παίξω. Ποτέ όμως, δεν έκανα κάτι για να βρεθώ υπόλογος γενικά και ειδικότερα σε προπονητές. Πάντα έκανα το καλύτερο, για την ομάδα μου”.
Τι έκανε μετά το ποδόσφαιρο
Είχε ένα κατάστημα με αθλητικά, στη Βιντσέντσα έως το 2012, όταν το έκλεισε λόγω της οικονομικής κρίσης. Είχε αγοράσει και ένα ράντσο στη Ριβέρα της Αργεντινής. Μολονότι είχε ασπαστεί ήδη το Βουδισμό (λόγος που τον έκανε celebrity στην Ιαπωνία -και πρόσωπο πολλών διαφημίσεων), το 1989 είχε παντρευτεί την Αντρέινα Φάμπι στην εκκλησία. Μαζί απέκτησαν τρία παιδιά (Βαλεντίνα, Ματία και Λεονάρντο). Το 2010 τον έκαναν επικεφαλής στο τεχνικό κομμάτι της ιταλικής ομοσπονδίας ποδοσφαίρου. Αποχώρησε το Γενάρη του 2013, γιατί όπως είπε, αγνοούσαν τις ιδέες του “ως προς το πώς θα βελτιώσουν το σύστημα και θα βοηθήσουν τα νέα παιδιά”. Και για αυτό παραιτήθηκε. Πήρε άδεια προπονητή δεύτερης κατηγορίας, το 2011 και της πρώτης ένα χρόνο μετά. Προπονητής δεν έγινε. Έγινε online game: το Baggio’s Magical Kicks, που διδάσκει ακρίβεια σε εκτελέσεις φάουλ και πέναλτι. Το 2018 έγινε και Ultimate Team Icon της EA Sports, που ‘βγάζει’ τα επίσημα video games της FIFA. Το 2014 είχε αναλάβει το ‘άνοιγμα’ και τη λειτουργία του μεγαλύτερου Βουδιστικού Κέντρου της Ευρώπης -σε προάστιο του Μιλάνου.
“Για να γίνεις επιτυχημένος, πρέπει πάντα να είσαι ταπεινός. Δεν ξέρω αν υπήρξα έξυπνος. Ξέρω ότι ήμουν ταπεινός. Είναι ο μόνος τρόπος για να μη φοβάσε τις ήττες ή τις ‘πτώσεις’ που σε περιμένουν στη ζωή. Η αποστολή των πρωταθλητών είναι να διασκεδάζουν τον κόσμο, να προσφέρουν συναισθήματα και χαρά μέσω των αγώνων και των γκολ. Είμαι χαρούμενος με όσα κατάφερα“.
Για όλα αυτά και πολλές μικρές λεπτομέρειες, έχει νόημα να περιμένεις την ταινία που του ‘φτιάχνει’ το Netflix, με τη Mediaset.