Ο Μελισσανίδης ψάχνει ακόμα τον προπονητή που δεν βρήκε ποτέ
Η προσπάθεια του Δημήτρη Μελισσανίδη να βρει έναν προπονητή που θα 'στεριώσει' και θα κάνει τη διαφορά με τη δουλειά του στην ΑΕΚ, αναμένεται να συνεχιστεί και αυτό το καλοκαίρι. Ουδέποτε στο παρελθόν ο διοικητικής ηγέτης της Ένωσης έπεσε μέσα στις επιλογές του ή τις στήριξε με κάθε κόστος για να δει αν θα του βγουν. Είναι ένα ζήτημα που καλείται να λύσει ενόψει και της εισόδου στο νέο γήπεδο.
Για πολλά και σημαντικά επιτεύγματα έχει το απόλυτο δικαίωμα να νιώθει υπερήφανος ο διοικητικός ηγέτης της ΑΕΚ, Δημήτρης Μελισσανίδης. Αρχικώς, για τη σπουδαία ομάδα στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν μαζί με τον Γιάννη Καρά συνέχισαν το έργο που είχε ξεκινήσει ο σπουδαίος Κώστας Γενεράκης με την καταπληκτική παρέα της σεζόν 1991-92. Ασφαλώς, πολύ περισσότερο από κάθε τι άλλο, δικαιούται να καμαρώνει για τη δημιουργία της νέας ποδοσφαιρικής έδρας της Ένωσης, στα πάτρια εδάφη. Ένα έργο ζωής, μια κληρονομιά ανυπολόγιστης αξίας, η εξασφάλιση της συνέχειας του club στο βάθος των αιώνων. Ένα τεράστιο επίτευγμα το οποίο -και τούτο δεν συνιστά υπερβολή- μόνον εκείνος θα μπορούσε να υλοποιήσει. Άλλωστε είναι και ο μόνος που είχε μαζί το όραμα και τη θέληση για να το φέρει εις πέρας.
Ως ο εγγυητής του μέλλοντος για την ΑΕΚ, καθώς πέραν του γηπέδου, μια σπουδαία συνέχεια εγκαταστάσεων για να έχει μόνιμη και σύγχρονη προπονητική στέγη η ομάδα, τελεί υπό κατασκευή στα Σπάτα, ο Μελισσανίδης θα μνημονεύεται για πάντα ως ο άνθρωπος των μεγάλων έργων για την ομάδα. Σε αμιγώς ποδοσφαιρικό επίπεδο ωστόσο, είναι πολλά αυτά στα οποία και εκείνος θα ήθελε να έχει πέσει μέσα και (θα πρέπει να) αναγνωρίζει ότι δεν του βγήκαν. Είτε λόγω εμπιστοσύνης σε λάθος άτομα, είτε λόγω δικού του υπέρ-συγκεντρωτισμού, είτε ακόμα ακόμα διότι υπέρ-εκτιμά την προσωπική κρίση του γύρω από το ποδόσφαιρο του σήμερα. Κι αν κάτι στο οποίο διαχρονικά δεν έχει καταφέρει να βρει μια δική του λύση, είναι στο θέμα του προπονητή.
Ανατρέχοντας στο παρελθόν και σε όλες τις θητείες του ‘Τίγρη’ ως επικεφαλής στο διοικητικό θώκο της ΑΕΚ, θα θυμηθούμε ότι το μακρινό 1992, βρήκε τον Ντούσαν Μπάγεβιτς να κάθεται ήδη στον πάγκο της Ένωσης, καταξιωμένος, επιτυχημένος, λατρεμένος από τον κόσμο της ομάδας και δύο φορές πρωταθλητής. Είχε αφιχθεί στην Ελλάδα τέσσερα χρόνια νωρίτερα, ως επιλογή του Στράτου Γιδόπουλου και κατέκτησε το πρωτάθλημα με εκείνον πρόεδρο και αργότερα με τον Γενεράκη. Η πρώτη προπονητική απόφαση του Μελισσανίδη, καταγράφεται στα τέλη της ίδιας δεκαετίας, όταν ανέλαβε το μάνατζεντ υπό το ιδιοκτησιακό καθεστώς της ENIC, αλλά αποχώρησε πριν από τη συμπλήρωση ενός ημερολογιακού έτους.
Τότε, αφίχθη στην Ελλάδα ‘μετά Βαΐων και Κλάδων’ ο Σέρβος Λιούμπισα Τουμπάκοβιτς, διαφημιζόμενος μάλιστα ως ο ‘νέος Μπάγεβιτς’. Η σκόνη από το ντελίριο ενθουσιασμού που προκάλεσε η επιλογή του στις τάξεις των οπαδών της ομάδας, έπεσε γρήγορα. Μετά από 26 αγώνες, με απολογισμό 14 ήττες, 5 ισοπαλίες και 7 ήττες, ο ‘Τάμπα Τούμπα’ αποχώρησε πλήρως απαξιωμένος. Η αποτυχία ήταν βροντώδης καθώς η έλευσή του είχε διαφημιστεί τόσο πολύ, ώστε πριν ακόμα να τον δει στη δουλειά, ο κόσμος είχε θεωρήσει ότι πρόκειται για ένα κράμα ‘Μπάγεβιτς – Φάντροκ’. Το μεγαλύτερο λάθος όλων ωστόσο, ήταν ότι για να έρθει ο Τουμπάκοβιτς, είχε εκδιωχθεί ο Όλεγκ Μπλαχίν ο οποίος με ωραίο ποδόσφαιρο, είχε οδηγήσει την ΑΕΚ στο Τσάμπιονς Λιγκ.
Το αδιάκοπο όμως προπονητικό σαφάρι της Ένωσης επί ‘εποχών Μελισσανίδη’, είναι αυτό που βιώνει ο σύλλογος από το 2013 έως και σήμερα, αυτό δηλαδή που εξελίσσεται τα τελευταία χρόνια. Ο πιο επιτυχημένος όλων σε αυτή τη διαδρομή, είναι αδιαμφισβήτητα αυτός που σήμερα κάθεται στον πάγκο της ομάδας και μονίμως δέχεται τα πυρά. Η κατάκτηση του πρωταθλήματος το 2018, σε συνδυασμό με την αήττητη ευρωπαϊκή πορεία, ήταν ό,τι καλύτερο είχε να παρουσιάσει η ΑΕΚ τα προηγούμενα 24 χρόνια, όμως ο Μανόλο Χιμένεθ δεν είναι προπονητής που ο ‘Τίγρης’ βρήκε και έφερε στην Ελλάδα, καθώς πρόκειται για ανακάλυψη του Σταύρου Αδαμίδη, από το μακρινό πλέον 2010. Δεν πρέπει να ξεχνάμε δε ότι όταν επέστρεψε, τον Ιανουάριο του 2017, χαρακτηρίστηκε ως ‘αλεξιπτωτιστής’ και ‘κασκαντέρ’. Αποδείχθηκε πολλά περισσότερα από αυτά.
Στη διάρκεια αυτής της 8ετίας, ο Μελισσανίδης προσπάθησε πολύ να βρει ή να δημιουργήσει τον δικό του προπονητή. Εμπιστεύτηκε τον εαυτό του στις περιπτώσεις των Τραϊανού Δέλλα, Τιμούρ Κετσμπάγια και Μαρίνου Ουζουνίδη, ωστόσο γρήγορα έχασε την εμπιστοσύνη τους και στους τρεις, με εξαίρεση τη διετία του πρώτου στις χαμηλότερες κατηγορίες. Ωστόσο με την πρώτη ‘σφαλιάρα’ στη Σούπερ Λίγκα, ένα βαρύ 4-0 από τον Ολυμπιακό, τον ‘τελείωσε’. Εμπιστεύτηκε άλλους στις επιλογές των Ζοζέ Μοράις, Μιγκέλ Καρντόσο και Μάσιμο Καρέρα, όμως κι εδώ τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως θα τα ήθελε…
Πέραν των ‘υπηρεσιακών’ Στέλιου Μανωλά, Νίκου Παναγιωτάρα και Νίκου Κωστένογλου που επί της ουσίας κλήθηκαν να ‘μπαλώσουν’ τρύπες, ένας και μόνον ένας εξ όσων ο Μελισσανίδης επέλεξε, άφησε τη δουλειά στη μέση και πολλά ερωτηματικά για το πως θα μπορούσε να εξελιχθεί η ΑΕΚ υπό τις οδηγίες του και αυτός ήταν ο Γκουστάβο Πογέτ. Κατά τα άλλα, ο διοικητικός ηγέτης της ομάδας με τη μακρά θητεία δεκαετιών στο ποδόσφαιρο, ακόμα αναζητά τον έναν διαφορετικό προπονητή, αυτόν που θα καταστήσει την ‘Ενωση’ θελκτική στο μάτι και δεν θα αποτελέσει ακόμα μία φωτοβολίδα, όπως τόσες και τόσες στις διαφορετικές θητείες του. Κατά πως φαίνεται, δύσκολα θα αποφύγει αυτή τη διαδικασία και το ερχόμενο καλοκαίρι αν ο Χιμένεθ συνεχίσει στο μοτίβο που βλέπουμε σήμερα…