Ολυμπιακός: Ανώτερος χωρίς ανωτερότητα
Το οξύμωρο του φετινού Ολυμπιακού. Μια ομάδα που στην Ελλάδα κάνει μόνο νίκες και ταυτόχρονα δυσκολεύεται στο να βρει ευκαιρίες και γκολ, σουτάρει λίγο εντός περιοχής και δεν έχει πάρει αυτά που θα ήθελε απ'τις μεταγραφές στην επίθεση. Ο Θέμης Καίσαρης παρουσιάζει με INFOGRAPHICS τον Ολυμπιακό του Σίλβα και αναρωτιέται αν στην ιστορία θα μείνουν μόνο τα ρεκόρ ή και το ποδόσφαιρο της ομάδας.
Ο Ολυμπιακός σαρώνει εντός των συνόρων. Ολοκλήρωσε τον πρώτο γύρο με 14 νίκες σε ισάριθμους αγώνες (συν αυτόν στη Λεωφόρο), ενώ ξεκίνησε νικηφόρα και το 2016, αφού πέρασε και απ’τη Νέα Σμύρνη. Καταρρίπτει διαρκώς νέα ρεκόρ, προελαύνει μόνο με νίκες, αφήνει Παναθηναϊκό, ΠΑΟΚ και ΑΕΚ πίσω του, με διαφορές μεγαλύτερες των 18 βαθμών, που μπορούν να φτάσουν σε τρομερά ύψη στο τέλος της χρονιάς.
Γίνεται ρεκόρ νικών χωρίς ευκολία στο γκολ στην κανονική ροή του αγώνα; Γίνεται μια ομάδα να πετυχαίνει μόνο νίκες και ταυτόχρονα να σουτάρει πολύ έξω απ’την περιοχή και να απειλεί λίγο μέσα απ’αυτήν; Γίνεται μια ομάδα να μείνει στην ιστορία για τα ρεκόρ της και όχι για το ποδόσφαιρό της;
Ανώτερος, χωρίς ευκολία στο γκολ
Ο Ολυμπιακός είναι ανώτερος, δεν χωράει αμφιβολία. Κι όμως, η ανωτερότητά του φαίνεται στον βαθμολογικό πίνακα, φαίνεται στα αποτελέσματα, αλλά δεν φαίνεται εκεί που ξεκινάνε όλα: στο χορτάρι. Είναι πρωτοπόρος, είναι αήττητος, είναι ανώτερος, αλλά δεν παίζει ως τέτοιος. Γιατί αν έπαιζε, αυτό θα αποτυπωνόταν και στα νούμερα. Και μέχρι στιγμής αυτό δεν συμβαίνει, παρά μόνο σ’αυτά της βαθμολογίας, του απόλυτου ρεκόρ νικών.
Χαρακτηριστικό των ομάδων που παίρνουν το πρωτάθλημα είναι η ευκολία με την οποία σημειώνουν γκολ στην κανονική ροή του αγώνα. Συμβαίνει παντού, σε όλα τα πρωταθλήματα, συμβαίνει και στην Ελλάδα. Οι εκάστοτε πρωταθλητές μπορεί να έχουν τακτικές διαφορές, μπορεί να παίζουν με διαφορετική διάταξη, αλλά πάντα η πρωτιά συνδυάζεται με την ευκολία στο γκολ από open play.
Για την ακρίβεια, σχεδόν πάντα, αφού ο φετινός Ολυμπιακός αποτελεί εξαίρεση. Η ομάδα του Σίλβα μπορεί να έχει μόνο νίκες, αλλά στην ουσία δυσκολεύεται να τις συνδυάσει με ευκολία στο γκολ. Η καταμέτρηση λέει πως απ’τα 41 φετινά γκολ του Ολυμπιακού, μόνο τα 22 έχουν έρθει στην κανονική ροή του αγώνα. Ένα πολύ χαμηλό 54% γκολ στο open play.
Ποσοστά που παραπέμπουν σε Ζαρντίμ
Αυτό το 54% είναι πολύ χαμηλό γιατί δεν συνάδει με το νούμερο που έχουν συνήθως οι πρωταθλητές. Ψάξαμε και βρήκαμε τις επιδόσεις όλων των ομάδων που πήραν το πρωτάθλημα απ’το 2009-10 και μετά και σας τις παρουσιάζουμε στο επόμενο γράφημα.
Ο Παναθηναϊκός του 2010 σκόραρε το 70% των γκολ του στην κανονική ροή του αγώνα. Στη διετία Βαλβέρδε ο Ολυμπιακός πήρε το 69% και το 72% αντίστοιχα. Ο Μίτσελ στην πλήρη χρονιά του είδε τον Ολυμπιακό να σκοράρει στο 64% απ’το open play και πέρσι οι ερυθρόλευκοι τελείωσαν τη σεζόν με 66%. Επιδόσεις ανάμεσα στο 64% και το 72%, που λένε πως ο “φυσιολογικός” μέσος όρος είναι το 68%.
Ο φετινός Ολυμπιακός είναι στο πολύ χαμηλό 54% και έχει πάρει το πολύ υψηλό 20% των γκολ του απ’το σημείο του πέναλτι. Και, ω τι σύμπτωση, η μοναδική φορά που η πρωταθλήτρια ομάδα δυσκολευόταν τόσο πολύ να σκοράρει στο open play ήταν το 2012-13.
“Σύμπτωση” γιατί και τότε ο Ολυμπιακός είχε στον πάγκο του στην αρχή της σεζόν έναν Πορτογάλο προπονητή. Ο Ζαρντίμ έκανε κι αυτός αήττητη πορεία εντός των συνόρων, αφού έφυγε μετά από 18 αγωνιστικές, με 15 νίκες και τρεις ισοπαλίες. Μόνο που επί των ημερών του ο Ολυμπιακός έβρισκε μόλις το 44% των γκολ του στο open play και στις στημένες φάσεις σκόραρε στο 41%, ποσοστά που παρέπεμπαν σε μικρομεσαία ομάδα ή σε ομάδα που παλεύει για τη σωτηρία της.
Όταν ήρθαν Νικοπολίδης και Μίτσελ ο Ολυμπιακός (αφού πρώτα έχασε το αήττητο) βελτίωσε λίγο τις επιδόσεις του και τελείωσε με το 52% των γκολ να έρχονται στο open play. Και τρία χρόνια αργότερα, ο Ολυμπιακός έχει πάλι Πορτογάλο προπονητή, κάνει περίπατο στο πρωτάθλημα, έχει μόνο νίκες και παρόλα αυτά έχει παρόμοια δυσκολία στα open play γκολ και κοντινό ποσοστό μ'εκείνη την ομάδα του Ζαρντίμ.
"Ναρκοπέδιο" η μεγάλη περιοχή
Το πρότυπο της ομοιότητας με τον Ζαρντίμ εμφανίζεται αν κοιτάξει κανείς και τα σουτ. Οι ομάδες που κυριαρχούν βρίσκουν πολλές τελικές μέσα στη μεγάλη περιοχή, υπό καλές συνθήκες. Αντιθέτως, πολλά σουτ έξω απ’την περιοχή κάνουν οι ομάδες που δεν έχουν τρόπο να ανοίξουν την άμυνα και δοκιμάζουν έξω απ’το κουτί, εκεί που οι πιθανότητες είναι πολύ λίγες (ένα στα 22 σουτ έξω απ’την περιοχή γίνεται γκολ στην Premier League).
Μια ματιά στις επιδόσεις των ομάδων που πήραν το πρωτάθλημα απ’το 2009-10 και μετά επαναλαμβάνει το ίδιο πρότυπο. Ο Παναθηναϊκός του 2010 ήταν στο 50-50, κυρίως γιατί ο Σισέ εκτελούσε από παντού. Στη διετία Βαλβέρδε, ο Ολυμπιακός εκτελούσε πολύ μέσα απ’το κουτί, ενώ στη γεμάτη χρονιά Μίτσελ τα ποσοστά ήταν μοιρασμένα. Αναλυτικά:
Πότε ο πρωταθλητής σούταρε περισσότερο έξω απ’την περιοχή παρά μέσα σ’αυτήν; Στη χρονιά του Ζαρντίμ, στην περσινή και στη φετινή. Φέτος, όμως, ο Ολυμπιακός του Σίλβα σπάει κάθε ρεκόρ, αφού το ποσοστό των σουτ μέσα απ’την περιοχή είναι μόλις στο 43% και τα σουτ έξω απ’το “κουτί” στο πολύ υψηλό 57%, που κι αυτό παραπέμπει σε μικρομεσαία ομάδα. Και δεν είναι μόνο το ποσοστό, αλλά είναι και η ποσότητα των σουτ μέσα απ’την περιοχή.
Και ο περσινός Ολυμπιακός σούταρε πολύ εκτός περιοχής, αλλά ταυτόχρονα είχε και επτά σουτ ανά αγώνα μέσα απ’το κουτί. Φέτος οι ερυθρόλευκοι έχουν μέσο όρο μόλις 5.1 σουτ μέσα απ’την περιοχή, επίδοση χειρότερη και απ’το 5.9 της χρονιάς Ζαρντίμ. Το 7.7 της πρώτης χρονιάς του Βαλβέρδε φαντάζει μάλλον αξεπέραστο.
Θέμα Σίλβα ή και παικτών;
Είναι θέμα μόνο προπονητή; Τέτοιες διαφορές σε σχέση με τις άλλες ομάδες που παίρνουν το πρωτάθλημα δεν γίνεται να αποδίδονται μόνο στην ποδοσφαιρική φιλοσοφία του ανθρώπου που κάθεται στον πάγκο. Ο Ζαρντίμ είχε όντως σφιχτή λογική, ήθελε την ομάδα του σε reactive λογική, να προσέχει την άμυνα, να ελαχιστοποιεί ρίσκα και λάθη και να περιμένει το γκολ κυρίως από στημένες φάσεις. Ταυτόχρονα βέβαια δεν είχε και μεγάλο δημιουργικό οπλοστάσιο, αφού το κέντρο δεν είχε άλλον πλην του Ιμπαγάσα και στα άκρα έπαιζε ο Αμπντούν με έναν εκ των Μασάντο, Φουστέρ, Βλαχοδήμο και Φετφτατζίδη.
Ο Σίλβα είναι σαφές πως έχει την ίδια ποδοσφαιρική λογική, αφού ο Ολυμπιακός ρισκάρει ελάχιστα όσο τα ματς είναι στο 0-0 και χτυπάει στην κόντρα αφού βρει το προβάδισμα. Τουλάχιστον αυτό έκανε στις πρώτες αγωνιστικές, γιατί μετά την ΑΕΚ δεν κάνει με συνέπεια ούτε αυτό.
Πάμε να δούμε λοιπόν τι παίρνει ο Σίλβα απ’τους παίκτες της επίθεσης και τη σύγκριση με τις προηγούμενες δύο ομάδες του Ολυμπιακού. Δεν έχει νόημα να μετράμε απόλυτους αριθμούς, αφού έτσι αδικούνται οι παίκτες που παίζουν λιγότερο. Ο μέσος όρος είναι το θέμα γι’αυτό και μετρήσαμε τα γκολ και τις ασίστ που έχει κάθε παίκτης ανά 90’, χωρίς να μετράμε τα πέναλτι.
2013-14: "Όργια" από όλους
Ο φουλ επιθετικός και proactive Ολυμπιακός του Μίτσελ δεν έκανε αήττητη σεζόν. Είχε όμως μια εγχώρια σεζόν με παίκτες που έκαναν επιθετικά όργια. Πριν φύγει για την Αγγλία, ο Μήτρογλου είχε 14 γκολ (χωρίς πέναλτι) και 2 ασίστ σε μόλις 846’ και έσπασε τα κοντέρ με 1.70 γκολ+ασίστ ανά 90λεπτο. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτός.
Ο Ολαϊτάν άγγιξε κι αυτός τη μονάδα με 0.99 (8 γκολ-4 ασίστ), ο Τσόρι το ίδιο (4 γκολ-11 ασίστ). Ο Βαλντές έπαιξε λίγο αλλά πρόλαβε να φτάσει το 0.87 με έξι γκολ σε 618 λεπτά, ενώ στο μικρό χρόνο συμμετοχής οφείλεται και το 0.79 του Στσέποβιτς (4 γκολ-2 ασίστ). Ο Σαβιόλα είχε 11 γκολ και τρεις ασίστ που του έδωσαν το υψηλό 0.74, ο Βάις έφυγε με 0.72 (4 γκολ-4 ασίστ), ο τίμιος Φουστέρ είχε 0.69 (3 γκολ-7 ασίστ) και ο Κάμπελ 0.51 με 5 γκολ και 9 ασίστ.
Εννέα παίκτες με πάνω από 0.50 γκολ+ασίστ ανά 90 λεπτά, που σημαίνει πως κάθε δύο παιχνίδια είχαν τουλάχιστον ένα γκολ ή μία ασίστ, χωρίς να υπολογίζονται τα πέναλτι. Κι όλα αυτά σε μια χρονιά που Μανιάτης-Σάμαρης τελείωσαν κι αυτοί με υψηλές επιδόσεις, αφού είχαν μαζί οκτώ γκολ και επτά ασίστ.
2014-15: "Ψίχουλα" απ'τους ακραίους
Την επόμενη χρονιά, όλα ήταν διαφορετικά. Ο Τσόρι πήρε την μπαγκέτα απ’τον Μήτρογλου και είχε 0.85, με 10 γκολ και 11 ασίστ, ενώ ο Έλληνας φορ έπεσε στο πιο φυσιολογικό 0.64 (14 γκολ-0 ασίστ). Ο Μπενίτες είναι ψηλά επειδή έπαιξε λίγο και σκόραρε σε περιπάτους του Ολυμπιακού (6 γκολ-2 ασίστ) κι από εκεί και πέρα χαμηλά πράγματα.
Ο Φορτούνης είχε δείξει από πέρσι τι μπορεί να κάνει, ειδικά γιατί σκύλιαζε όταν έμπαινε απ’τον πάγκο και τελείωσε με 0.57 (6 γκολ-1 ασιστ). Αφελάι, Φουστέρ, Χάρα, Ντοσεβί και Ντουρμάζ κινήθηκαν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, αφού ο Ολυμπιακός πήρε ελάχιστα πράγματα απ’τους ξένους που απέκτησε για τις μεσοεπιθετικές θέσεις.
2015-16: Ακόμα χαμηλότερες επιδόσεις
Και πάμε στη φετινή χρονιά. Ακόμα και χωρίς τα πέναλτι, ο Φορτούνης είναι αυτός που πλησιάζει τη μονάδα με 0.94 (6 γκολ-6 ασίστ), ενώ τον περνάει για λίγο ο Τσόρι με 0.95, αφού έχει τρία γκολ και δύο ασίστ σε μόλις 474' συμμετοχής.
Ο Ιντέγε με 6 γκολ και 3 ασίστ βρίσκεται στο 0.78, ενώ θυμίζουμε πως ο "μη ικανοποιητικός" Σαβιόλα του 2014 είχε 0.74 και ο επίσης "μη ικανοποιητικός Μήτρογλου" του 2015 ήταν στο 0.64. Ο Ντουρμάζ έχει σχεδόν διπλασιάσει τις περσινές επιδόσεις (0.58 από 0.30) και μετά μάλλον το χάος. Ο Ερνάνι είναι ψηλά επειδή έχει παίξει μόλις 303 λεπτά και οι Σεμπά-Πάρντο έχουν μαζί δύο γκολ και δύο ασίστ σε συνολικά 1147 λεπτά συμμετοχής. Ο Βάις πχ είχε μόνος του διπλάσια γκολ και ασίστ και είχε παίξει και 149 λεπτά λιγότερο.
Για δεύτερη συνεχή χρονιά, ο Ολυμπιακός δεν παίρνει εντός συνόρων αυτά που ήθελε απ’τις μεταγραφές που έκανε στα άκρα της επίθεσης. Η ομάδα κάνει μόνο νίκες, τα δύο της δεκάρια οργιάζουν και παρόλα αυτά οι εξτρέμ δεν έχουν προσφέρει παρά ελάχιστα επιθετικά, ενώ ακόμα κι ο φορ δεν έχει πολύ υψηλά νούμερα.
Ο Ιντέγε του 2ου ημιχρόνου
Ο Ιντέγε μάλιστα είναι άλλη μια περίπτωση που δείχνει πολλά. Ο Νιγηριανός έχει ικανοποιητικές επιδόσεις, αλλά κι αυτός έχει ένα ενδεικτικό πρότυπο στο σκοράρισμα. Απ’τα έξι γκολ που έχει πετύχει ο Ιντέγε στο πρωτάθλημα, τα πέντε έχουν μπει στο 2ο ημίχρονο. Μόνο μια φορά έχει σκοράρει στο πρώτο ημίχρονο και, καθόλου τυχαία, αυτό το γκολ ήταν στην Τούμπα, με τον Ολυμπιακό να παίζει στην κόντρα.
Είναι σαφές πως ο Ιντέγε δεν μπορεί να βρει γκολ όσο ο Ολυμπιακός επιτίθεται απέναντι σε οργανωμένη άμυνα, τόσο εξαιτίας του τρόπου παιχνιδιού της ομάδας, όσο και λόγω των δικών του αγωνιστικών χαρακτηριστικών, αφού οι μικροί χώροι δεν είναι και το καλύτερό του.
Όταν ο Ολυμπιακός πάρει το προβάδισμα και μαζί μ’αυτό βρει και χώρους, τότε είναι που ο Ιντέγε βρίσκει τις φάσεις που στέλνει την μπάλα στα δίχτυα. Όσο δεν υπάρχουν χώροι, ο Ιντέγε ναι μεν βοηθάει πολύ την ομάδα στο να φτιάξουν φάσεις οι υπόλοιποι, αλλά ούτε η ομάδα φτιάχνει ευκαιρίες για εκείνον, ούτε ο ίδιος έχει δείξει την ικανότητα να δημιουργήσει για τον εαυτόν του.
Ο Σίλβα δεν ρισκάρει…
Έχουμε λοιπόν έναν προπονητή που υπηρετεί στο απόλυτο τη reactive λογική, χωρίς ρίσκα. Σφιχτή και σωστή ομάδα πίσω απ’την μπάλα, παιχνίδι στην κόντρα, αλλά όχι μεγάλη δημιουργία και σχεδόν μηδαμινά ρίσκα όταν εκείνη είναι το αφεντικό του παιχνιδιού.
Η λογική του Σίλβα φαίνεται και μόνο αν δει κανείς το γεγονός πως αρνείται να “σπάσει” το δίδυμο Μιλοβόγεβιτς-Κασάμι. Ούτε να βάλει τον Καμπιάσο θέλει, ούτε να γίνει ακόμα πιο επιθετικός. Το έκανε μόνο στο 2ο ημίχρονο με τον Αστέρα και ξανά την Κυριακή με τον Πανιώνιο.
Το μήνυμά του είναι ξεκάθαρο: μια τέτοια λογική, πιο επιθετική, είναι απλώς ένα Plan B. Αχρείαστο να είναι, αφού υιοθετείται μόνο κατ’εξαίρεση, όταν οι συνθήκες το επιβάλλουν, όπως έγινε με Αστέρα και Πανιώνιο. Αν δεν είναι αναγκαίο, τότε Μιλιβόγεβιτς-Κασάμι, έλεγχος του αγώνα, λίγες φάσεις στο open play, στημένα, μακρινά σουτ και κάποια στιγμή θα το βάλουμε.
Ακόμα και ο τρόπος που παίζει ο Κασάμι είναι ενδεικτικός. Ο Ελβετός είναι ο καλύτερος box-to-box μέσος που είχε ο Ολυμπιακός εδώ και χρόνια. Κι όμως, αν τον παρατηρήσετε στους εγχώριους αγώνες θα δείτε πως μοιάζει να έχει “χαλινάρι” όσον αφορά το πόσο ψηλά θα πατάει όταν η ομάδα επιτίθεται.
Μπορεί να πατήσει περιοχή, μπορεί να απειλήσει κάθετα πολύ βαθιά και όχι μόνο με μακρινά σουτ, αλλά παρόλα αυτά οι φορές που το επιχειρεί είναι ελάχιστες σε κάθε ματς, μετρημένες. Ακριβώς σαν τον τρόπο παιχνιδιού της ομάδας.
...οι παίκτες δεν βοηθούν…
Όμως, όπως είδαμε, δεν είναι μόνο θέμα προπονητή. Ο Ολυμπιακός δεν έχει μόνο προπονητή reactive λογικής που θέλει ομάδα αντεπιθέσεων, αλλά μοιάζει να πήρε και τέτοιους παίκτες.
Ο Πάρντο ένας finisher-δεύτερος επιθετικός που “λάμπει” όταν βρίσκει χώρους, αλλά στις κλειστές άμυνες τελείωσε τον πρώτο γύρο χωρίς γκολ. Ο Σεμπά ένας εργάτης του παιχνιδιού χωρίς μπάλα, που έχει προσφέρει ελάχιστα εντός συνόρων και ο Ερνάνι αυτός που ήρθε για να βοηθήσει στο σετ παιχνίδι, αλλά έχει απογοητεύσει τον Σίλβα και έχει αγωνιστεί ελάχιστα. Ακόμα και ο Ιντέγε, ένας φορ που είναι τρομερό όπλο στην κόντρα, αλλά δεν φτιάχνει φάσεις για τον εαυτό του, ούτε είναι finisher στους μικρούς χώρους.
...και η διοίκηση πιέζει
Προπονητής, παίκτες, αλλά και κάτι ακόμα, τελευταίο που συμπληρώνει το παζλ. Η διοίκηση και η αφόρητη πίεση για μόνο νικηφόρα αποτελέσματα. Ναι, ο Σίλβα είναι συντηρητικός και κλασικός Πορτογάλος στην ποδοσφαιρική λογική. Ναι, οι παίκτες που ήρθαν δεν έχουν τα προσόντα για να κάνουν τον Ολυμπιακό πιο επιθετικό-ελκυστικό απέναντι σε οργανωμένες άμυνες.
Αλλά και η εμμονή με τα ρεκόρ και τις νίκες παίζει κι αυτή το ρόλο της. Μπορεί ο Σίλβα ούτως ή άλλως να έπαιζε έτσι, αλλά ακόμα και να ήθελε να ρισκάρει λίγο παραπάνω, πως να το κάνει σ’ένα περιβάλλον που λέει “νίκη σε κάθε ματς”;
Ελάτε και στη θέση του, στα 38 του χρόνια, χωρίς το τεράστιο παρελθόν στους πάγκους. Ούτως ή άλλως έχει συντηρητική ποδοσφαιρική λογική, πως να μπει στον πειρασμό για λίγο μεγαλύτερο ρίσκο, λίγη περισσότερη επιθετικότητα όταν καταλαβαίνει πως και μια ισοπαλία θα είναι αρκετή για να ξεκινήσει η κουβέντα και η γκρίνια; Υπ’αυτές τις συνθήκες, πως να δοκιμάσει και άλλους παίκτες στα άκρα, γιατί να μπει στη σκέψη να “σπάσει” το δίδυμο Κασάμι-Μιλοβόγεβιτς, να ανεβάσει περισσότερο τους μπακ του, ακόμα και να βάλει Ιντέγε-Φινμπόγκασον μαζί σε ένα ματς;
Το τρίπτυχο "Προπονητής-Παίκτες-Διοίκηση" έχουν ισόποσο μερίδιο και στα δύο. Και στο σερί των νικών και στο ποδόσφαιρο που τα έχει συνοδεύσει. Τα ρεκόρ που έχουν ήδη γίνει είναι βέβαιο πως θα μείνουν στην ιστορία, πόσω μάλλον αν επεκταθούν και σε αήττητο πρωτάθλημα. Με ίδια εικόνα στο χορτάρι μέχρι το τέλος της σεζόν, αναρωτιέμαι αν θα συμβεί και το ίδιο με την ομάδα και το ποδόσφαιρο που θα έχει παίξει στην “ιστορική χρονιά των ρεκόρ”.
Infographics: Θέμης Καίσαρης-Κατερίνα Γκολέμη
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ
Σταύρος Γεωργακόπουλος Είναι δύσκολο το τάνγκο με Τσόρι και Φορτούνη...