Αγγλία-Ουγγαρία: Το έπος των Μαγυάρων που χάραξε την ιστορία του ποδοσφαίρου
Εάν ο ιστορικός του μέλλοντος χρειαστεί να επιλέξει το παιχνίδι που επηρέασε περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο τη μορφή του ποδοσφαίρου, το πιο πιθανό είναι το δάχτυλό του να σταματήσει στη φιλική αναμέτρηση της Αγγλίας με την Ουγγαρία. Φυσικά όχι αυτή του 2010, αλλά εκείνη του 1953, στο "Γουέμπλεϊ", όταν οι μυθικοί Μαγυάροι του Φέρεντς Πούσκας διέλυσαν με 6-3 τους εφευρέτες της σύγχρονης έκδοσης του αθλήματος.
Ήταν απόγευμα Τετάρτης, το ημερολόγιο έδειχνε 25 Νοεμβρίου, όταν σε μία μοναδική ποδοσφαιρική παράσταση, η κραταιά Ουγγαρία αποδείκνυε στους... αυτοδιορισμένους κυρίαρχους του αθλήματος ότι είχε έρθει η ώρα να ακολουθήσουν την ηπειρωτική Ευρώπη στη νέα εποχή. Η μάχη των δύο κόσμων εξανάγκασε την Αγγλία στην πρώτη εντός έδρας ήττα από χώρα εκτός Μεγάλης Βρετανίας στα 83 χρόνια ιστορίας της εθνικής (και του σύγχρονου ποδοσφαίρου) και διατήρησε ανέπαφο το αήττητο σερί των Ούγγρων, που κρατούσε από τον Μάιο του 1950.
Η αναμέτρηση χαρακτηρίστηκε ως "ο αγώνας του αιώνα" και οι αλυσιδωτές αντιδράσεις που προέκυψαν από αυτήν δικαιολόγησαν στο έπακρο αυτόν τον παράτολμο συνδυασμό λέξεων. Η ιστορία κατέγραψε τη μάχη του απαρχαιωμένου αγγλικού καθεστώτος από άποψη στρατηγικής και τακτικής με την "φρεσκάδα" που απέπνεε ο προάγγελος του total football της Ουγγαρίας. Η άγνοια σε βαθμό αθλητικού κακουργήματος του αγγλικού συνόλου οδήγησε στον ουγγρικό θρίαμβο και όπως γράφει στην αριστουργηματική περιγραφή του αγώνα στους "Times" του Λονδίνου ο Τζέφρι Γκριν, "εδώ παρευρεθήκαμε και οι 100.000 από εμάς στο λυκόφως των θεών".
Το ιστορικό background
Εν έτει 2011 δεν υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο που να μην έχει ακούσει κάτι για τους "Μαγικούς Μαγυάρους" της δεκαετίας του '50. Το πιο γνωστό κατόρθωμα φυσικά είναι η παρουσία της "Aranycsapat" (=Χρυσή Ομάδα) στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954 και η απώλεια του τροπαίου από την Δυτική Γερμανία, ίσως στη μεγαλύτερη έκπληξη όλων των εποχών (ή αλλιώς χάρη στο "θαύμα της Βέρνης"). Μέχρι να φτάσουμε στο καλοκαίρι του 1954, όμως, ο Γκούσταβ Σέμπες και ένα από τα πιο σκληρά σταλινιστικά καθεστώτα είχαν φροντίσει να βάλουν τα θεμέλια για εκείνη την εκπληκτική ομάδα.
Το 1949, σε ηλικία 43 ετών και κατέχοντας το αξίωμα του αναπληρωτή υπουργού αθλητισμού της χώρας, ο Σέμπες άφηνε την κυρίαρχο εντός των τειχών ΜΤΚ για τον πάγκο της εθνικής Ουγγαρίας. Η κυβέρνηση αποφάσισε την εθνικοποίηση του αθλητισμού σε κάθε επίπεδο κι έτσι το βάρος δόθηκε στην διεθνή αναγέννηση της Ουγγαρίας μετά τις επιτυχίες στο Μουντιάλ του 1938. Οι Φέρεντς Πούσκας και Σάντορ Κότσις έγιναν ο "πυρήνας" της νέας εποχής και μαζί με τους Νάντορ Χιντεγκούτι, Ζόλταν Τσίμπορ, Γιόζεφ Μπόζικ, Τζιούλα Λόραντ (όπως προφέρεται το όνομα του τεχνικού με τον οποίο ο ΠΑΟΚ κατέκτησε το πρώτο πρωτάθλημά του το 1976 και ο οποίος "έσβησε" στη διάρκεια αναμέτρησης με τον Ολυμπιακό) και Τζιούλα Γκρόσιτς σχημάτισαν μία υπερομάδα, πειθαρχημένη στο να... μην τιθασεύει το περίσσιο ταλέντο της και ικανή για τα πάντα.
Το 1952, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι, "σκόρπισε" στα ημιτελικά με 6-0 τη Σουηδία ( τρίτη στο Μουντιάλ του 1950) και λίγο αργότερα νίκησε 2-0 τη Γιουγκοσλαβία. Κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο σημειώνοντας 20 γκολ (δέχθηκε μόλις 2) σε 5 αγώνες στο τουρνουά. Λίγους μήνες αργότερα, το 1953, μπροστά σε 80.000 θεατές στη Ρώμη, η Ουγγαρία κατακτούσε το Ευρωπαϊκό Κύπελλο Κεντρικής Ευρώπης (προπομπός του Euro) επικρατώντας 3-0 της Ιταλίας, στην πιο βαριά ήττα εκείνης της "σκουάντρα ατζούρα" και στην πρώτη φορά που δέχθηκε τρία γκολ σε έναν αγώνα από το 1934.
Η Αγγλία, από την πλευρά της, ζούσε με τις επιτυχίες του παρελθόντος και δεν διέβλεπε την εξέλιξη των πραγμάτων. Κωδικοποίησε το ποδόσφαιρο το 1863 με τους κανονισμούς της ομοσπονδίας της χώρας (FA), έδωσε το πρώτο διεθνές φιλικό το 1870 (με αντίπαλο τη Σκωτία) και για πρώτη φορά αντιμετώπισε χώρα εκτός "γηραιάς Αλβιόνας" το 1908. Καμία από τις ηπειρωτικές χώρες της Ευρώπης που επισκέφθηκαν το Νησί δεν κατάφερε να νικήσει τα "λιοντάρια" μέχρι το ματς με τους Ούγγρους, ωστόσο η αποκοπή τους από την παγκόσμια πραγματικότητα αποδείχθηκε λανθασμένη.
Η αέναη κόντρα με τη FIFA επειδή η παγκόσμια ομοσπονδία δεν έδινε την ευκαιρία στην Αγγλία να διοργανώσει ένα Μουντιάλ στερούσε από τους Άγγλους ποδοσφαιριστές να γνωρίσουν το ποδόσφαιρο εκτός των τειχών. Η χώρα έκανε εμπάργκο στα Μουντιάλ και γενικότερα στις διεθνείς διοργανώσεις και παράλληλα βυθιζόταν στην ανυποληψία, χωρίς να το αντιλαμβάνεται. Τα πρώτα ψήγματα κατανόησης δημιουργήθηκαν από τον πρόωρο αποκλεισμό στη φάση των ομίλων του Μουντιάλ του 1950. Η ήττα από τις ΗΠΑ ταρακούνησε τους Άγγλους που είδαν ότι η απόφαση της άρσης της αυτοεξορίας ήταν σοφή.
Η αναμέτρηση με την Ουγγαρία ήταν το πραγματικό τεστ, όμως, που θα επισημοποιούσε το πραγματικό status quo της χώρας στο παγκόσμιο σκηνικό. Βάσει της παγκόσμιας κατάταξης, η Ουγγαρία ήταν στο νο 1 με 2050 βαθμούς, η Αργεντινή στο νο 2 με 2048 και η Αγγλία στο νο 3 με 1943 βαθμούς. Ως εκ τούτου, ο βρετανικός Τύπος έδωσε χαρακτήρα "μονομαχίας για τον παγκόσμιο τίτλο" στο παιχνίδι. Η παράδοση ήταν συντριπτικά υπέρ των Άγγλων, με νίκες 7-0, 4-2, 8-2, 6-2 σε αγώνες σε Ουγγαρία και Αγγλία και μόλις μία ήττα (2-1) στα 5 φιλικά που προηγήθηκαν. Εν τέλει, το αγαπημένο δεδομένο των Άγγλων, η παράδοση, δεν έπαιξε κανένα ρόλο εκείνο το ιστορικό απόγευμα...
Η ανησυχία των Ούγγρων, η βεβαιότητα των Άγγλων
Όσο άγνωστη ήταν η Ουγγαρία της εποχής για τους Άγγλους, άλλο τόσο αγνοούσε ο Πούσκας κι η παρέα του τις πραγματικές δυνατότητες των υπερτιμημένων "λιονταριών". Ο πρόεδρος της FA, Στάνλεί Ράους, είχε προτείνει στον Σέμπες τη διεξαγωγή φιλικού αγώνα στο περιθώριο της κατάκτησης του χρυσού ολυμπιακού μεταλλίου, αλλά απαιτείτο η έγκριση από την Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος. Η πολιτική ηγεσία της χώρας φοβόταν το ενδεχόμενο ήττας από την ακαταμάχητη εντός των συνόρων αγγλική ομάδα, η οποία θα επέφερε τρομερό πλήγμα στην προπαγάνδα που επιχειρούσε μέσω το ποδοσφαίρου. Ο Σέμπες κατάφερε να πείσει τους προϊσταμένους του και το ραντεβού κλείστηκε χωρίς περαιτέρω καθυστερήσεις.
Όπως θυμάται ο δεξιός οπισθοφύλακας των Μαγυάρων, Γένο Μπουζάνσκι, ο Σέμπες προετοίμασε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την ομάδα. Βρήκε μερικές αγγλικές μπάλες για την προπόνηση, οι οποίες είχαν την ιδιαιτερότητα να απορροφούν την υγρασία και να γίνονται πιο βαριές με το πέρασμα του χρόνου. Οι δυσκολίες της νέας μπάλας έγιναν αντιληπτές από το πρώτο παιχνίδι στο οποίο χρησιμοποιήθηκε, σε μία ισοπαλία 2-2 με τη Σουηδία στη Βουδαπέστη. Επιπλέον, προσάρμοσε ένα από τα βοηθητικά γήπεδα στα 74 μέτρα πλάτους του αγωνιστικού χώρου του "Γουέμπλεϊ", ώστε να συνηθίσουν το χώρο οι ποδοσφαιριστές του.
Το ταξίδι στο Λονδίνο δεν έγινε αεροπορικώς, όπως είχε προγραμματιστεί, αλλά μέσω σιδηροδρόμου, ώστε να πραγματοποιηθεί μία στάση στο Παρίσι για ένα φιλικό-"ζέσταμα" με αντίπαλο ομάδα του εργοστασίου της "Renault" (στο οποίο είχε δουλέψει ο Σέμπες). Η νίκη με 18-1 τόνωσε την πεσμένη ψυχολογία των Ούγγρων, χωρίς να εξαλείψει το άγχος. "Πριν από άλλα παιχνίδια οι παίκτες συζητούσαμε μεταξύ μας, αλλά αυτή τη φορά επικρατούσε σιωπή", τόνισε ο Παλ Βάρχιντι (έμεινε στον πάγκο στο ματς). Σχολιάζοντας τους αντιπάλους τους, ο Μπουζάνσκι σημείωσε: "Δεν τους είχαμε δει καν σε φωτογραφία και μόνο από τα νούμερα στις φανέλες θα τους αναγνωρίζαμε".
Την ίδια στιγμή, οι Άγγλοι έκαναν το λάθος να υποτιμήσουν τους αντιπάλους τους. Η "Daily Mirror" ενημέρωσε το αγγλικό κοινό πως "η Μπλάκπουλ παίζει με την Ουγγαρία σήμερα" επειδή τέσσερις από τους παίκτες εκείνης της σπουδαίας ομάδας θα ήταν βασικοί στην ενδεκάδα. Μπορεί ο Τομ Φίνεϊ να μην έδινε το "παρών" λόγω τραυματισμού, αλλά στο σχήμα βρέθηκε το αστέρι της εποχής, Στάνλεϊ Μάθιους, ο μετέπειτα προπονητής του θριάμβου του 1966, Αλφ Ράμσεϊ, ο αρχηγός της Αγγλίας Μπίλι Ράιτ, ο Σταν Μόρτενσεν, ο Μπιλ Έκερσλεϊ, ο φημισμένος για την εποχή τερματοφύλακας Τζιλ Μέρικ και η πιο ακριβή του βρετανικού ποδοσφαίρου (είχε μεταπηδήσει από την Νοτς Κάουντι στη Σέφιλντ Γουένσντεϊ έναντι 34.500 λιρών-41.500 σε ευρώ), Τζάκι Σιούελ.
"Υποτιμήσαμε τελείως την πρόοδο που είχε πραγματοποιήσει η Ουγγαρία και όχι μόνο από άποψη τακτικής. Κοίταξα κάτω και παρατήρησα ότι οι Ούγγροι είχαν αυτά τα περίεργα, ελαφριά παπούτσια, με κόψιμο σαν παντόφλες κάτω από τον αστράγαλο. Γύρισα στον μεγάλο Σταν Μόρτενσεν και είπα ‘θα είμαστε εντάξει Σταν, δεν έχουν ούτε κανονική εμφάνιση’", παραδέχθηκε μετά από χρόνια ο Ράιτ, ο πρώτος ποδοσφαιριστής στην ιστορία που έφτασε σε τριψήφιο αριθμό διεθνών συμμετοχών.
Η υπεροχή της μαγυάρικης σχολής
Η στιγμή που περίμεναν 105.000 φίλαθλοι που βρέθηκαν στις εξέδρες του "Γουέμπλεϊ" και τα εκατομμύρια ακροατών και τηλεθεατών έφτασε. Η Ουγγαρία βρέθηκε στη σέντρα και ο Πούσκας περίμενε το σφύριγμα του διαιτητή κάνοντας ορισμένα κόλπα με την μπάλα που άφησαν άναυδο το αγγλικό κοινό. Όταν το παιχνίδι άρχισε, μέσα σε 90 δευτερόλεπτα η Ουγγαρία είχε δημιουργήσει ήδη μία ευκαιρία και είχε πετύχει ένα πανέμορφο γκολ με τον Χιντεγκούτι. Ο άσος της ΜΤΚ είχε κάνει μία εκπληκτική προσποίηση στον θεωρητικά προσωπικό φρουρό του στο ματς, Χάρι Τζόνστον, και με ένα διαγώνιο σουτ άνοιξε το σκορ. Ακολούθησε ακόμα ένα ουγγρικό γκολ που ακυρώθηκε... χαριστικά από τον Ολλανδό διαιτητή, Λέο Χορν, καθώς και η ισοφάριση των γηπεδούχων με τον Σιούελ, σε αντεπίθεση στο 13’. Οι Ούγγροι δεν πτοήθηκαν και όσο κυλούσε ο χρόνος έδειχναν όλο και πιο συνειδητοποιημένοι σχετικά με το πραγματικό επίπεδο των αντιπάλων τους. Την μπάλα άγγιζαν μόνο πόδια παικτών του Σέμπες, την ώρα που οι Άγγλοι απλώς προσπαθούσαν να παρακολουθήσουν την πορεία τους.
Το αναχρονιστικό 2-3-5 δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει στα ίσια το καινοτόμο 4-2-4 των Ούγγρων και άθελά του, ο Γουόλτερ Γουίντερμποτομ, ο πρώτος άνθρωπος που προπόνησε την εθνική Αγγλίας (μέχρι τότε ρόλο εκλέκτορα είχε μία επιτροπή), εξέθεσε εαυτόν και παίκτες. Ο μόνιμα αφύλακτος Χιντεγκούτι έδωσε εκ νέου προβάδισμα στην Ουγγαρία στο 20’ μετά τραγική παρουσία της αγγλικής άμυνας και στο 24’ ήρθε μία στιγμή απαράμιλλης μαγείας του Πούσκας, με το "γκολ του αιώνα" σύμφωνα με τους συμπατριώτες του (περισσότερα στη σχετική ενότητα).
Ο "καλπάζων συνταγματάρχης", προσωνύμιο που απέκτησε από τον αγγλικό Τύπο μετά από αυτό το ματς, έστω κι αν ακόμα ήταν υπολοχαγός του ουγγρικού στρατού, σημείωσε ακόμα ένα γκολ τρία λεπτά αργότερα βάζοντας έξυπνα το πόδι του σε εκτέλεση φάουλ του Μπόζικ. Ο Μόρτενσεν στο 38’ μείωσε σε 4-2, ωστόσο αυτό το γκολ δεν ήταν ικανό να περισώσει την αγγλική τιμή. "Δεν είπαμε τίποτα στο ημίχρονο, απλώς είχαμε μείνει άφωνοι. Ο Γουόλτερ μας μιλούσε για τακτικές, αλλά πέρασα 45 λεπτά τρέχοντας πίσω από την μπάλα και δεν την πήρα ποτέ. Μας έκαναν να μοιάζουμε με χαζούς", εκμυστηρεύθηκε στο "BBC" ο ένας εκ των δύο επιζώντων της Αγγλίας, Τζάκι Σιούι (ο άλλος είναι ο Τζορτζ Ρομπ). "Καθώς κατευθυνόμασταν για τα αποδυτήρια στο ημίχρονο, ο κεντρικός αμυντικός μας, Χάρι Τζόνστον, γύρισε και μου είπε: ‘Τζιλ, δεν έχω κλοτσήσει την μπάλα ακόμα! Δεν ξέρω ποιον να μαρκάρω", υπερθεμάτισε ο τερματοφύλακας της Αγγλίας, Τζιλ Μέρικ, του οποίου ο προσωπικός εφιάλτης, συνεχίστηκε στο δεύτερο ημίχρονο.
Στο 50ό λεπτό ήταν η σειράς του "εγκεφάλου" της ουγγρικής μηχανής, του Μπόζικ, να χριστεί σκόρερ με άπιαστο σουτ από τα 20 μέτρα, ενώ τρία λεπτά αργότερα ο Χιντεγκούτι έφτασε στο χατ-τρικ μετά από μία πάσα-λόμπα στην πλάτη της άμυνας που θα ζήλευε ακόμα και ο Τσάβι στη σημερινή εποχή. Το πέναλτι του Ράμσεϊ στο 57ο λεπτό απλώς διαμόρφωσε το τελικό σκορ (6-3 με τα σουτ να είναι 35-5!). Μοναδικό αξιοσημείωτο περιστατικό μέχρι το τέλος ήταν η αντικατάσταση του "λαβωμένου" στο χέρι τερματοφύλακα της Ουγγαρίας με τον Σάντορ Γκέλερ, αν και όπως πολύ εύστοχα τονίζει στην περιγραφή του αγώνα ο Τζέφρι Γκριν "σε εκείνο το σημείο η παρουσία ενός Ούγγρου τερματοφύλακα δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μία τυπική υποχρέωση".
Η τακτική ανωτερότητα των Ούγγρων κόντρα στο πεπαλαιωμένο WM
Το τελευταίο σφύριγμα του διαιτητή βρήκε τους Άγγλους φιλάθλους στις εξέδρες να χειροκροτούν μεν τους κυρίαρχους Μαγυάρους, αλλά και να αναρωτιούνται πως συνέβη αυτό το κυριολεκτικά πρωτόγνωρο "στραπάτσο". Οι 11 Άγγλοι ποδοσφαιριστές στον αγωνιστικό χώρο, ο Γουίντερμποτομ και οι λοιποί ποδοσφαιράνθρωποι που παρακολούθησαν τον αγώνα δεν είχαν την ίδια απορία. Το μήνυμα ήταν σαφέστατο και δεν επιδεχόταν αμφισβήτησης. Η αλλαγή σελίδας στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο είχε γίνει, ωστόσο οι απομονωμένοι Άγγλοι δεν άκουσαν το προ ετών προειδοποιητικό καμπανάκι και έχασαν το τρένο της αλλαγής.
Η Αγγλία παρατάχθηκε στον αγωνιστικό χώρο του "Γουέμπλεϊ" σε σχηματισμό WM (2-3-5, με τον Χάρι Τζόνσον να οπισθοχωρεί όταν η Αγγλία αμυνόταν και να το μετατρέπει σε 3-2-5). Χρησιμοποίησε δηλαδή το σύστημα που εισήγαγε ο Χέρμπερτ Τσάπμαν στην κραταιά Άρσεναλ των μέσων της δεκαετίας του ’20! Την ίδια στιγμή, η Ουγγαρία παρατάχθηκε με ένα ριζοσπαστικό 4-2-4, τη μετεξέλιξη του WW που ανέπτυξε ο Μάρτον Μπούκοβι (πρώην προπονητής του Ολυμπιακού) στην ΜΤΚ στα τέλη του ’40, το οποίο ήταν η μετεξέλιξη του WM!
Η ρηξικέλευθη υπόσταση του ουγγρικού 4-2-4 άρχισε από τον άνθρωπο που δεν αποτυπώνεται σε αυτό το σύστημα, τον ίδιο τον τερματοφύλακα. Ο Γκρόσιτς ήταν ένας από τους πρωτοπόρους τερματοφύλακες που έπαιζαν και σε ρόλο λίμπερο μακριά από την εστία στη διάρκεια, αποτελώντας μία αριθμητική προσθήκη στην αμυντική γραμμή της Ουγγαρίας. Ο τεχνικός των Μαγυάρων κατάλαβε το μειονέκτημα που υπάρχει όταν τρεις αμυντικοί τίθενται αντιμέτωποι με πέντε επιθετικούς και όταν η Ουγγαρία υπερασπιζόταν την εστία, ακόμα ένας παίκτης από το κέντρο αναλάμβανε να βοηθήσει στα μετόπισθεν, σχηματίζοντας τετράδα.
Η μεγαλύτερη καινοτομία, όμως, του συστήματος, αφορά το δημιουργικό κομμάτι. Το WW ήταν επιθετικογενές σύστημα, αλλά έπασχε στην ανάπτυξη. Γι’ αυτό ο Μπούκοβι έφερε πίσω τον κεντρικό επιθετικό, ο οποίος άρχιζε την κίνησή του από τη μεσαία γραμμή και λειτουργούσε ως "δεκάρι", με τέσσερις παίκτες να του δίνουν άμεσες επιλογές στην εμπροσθοφυλακή (σύστημα 3-2-1-4). Αυτός ο πλασματικός μέσος στην Ουγγαρία ήταν ο Χιντεγκούτι, ο οποίος φορούσε τη φανέλα με το νούμερο 9 και έτσι ο Τζόνστον ως κεντρικός αμυντικός της Αγγλίας όφειλε να τον μαρκάρει. Ο φορ της ΜΤΚ, έχοντας δουλέψει αρκετά αυτόν τον ρόλο τα τελευταία δύο χρόνια, τραβούσε τον Τζόνστον αρκετά μακριά από την αγγλική περιοχή, αφήνοντας άπλετο χώρο σε Πούσκας και Κότσις να μεγαλουργήσουν. Ο ίδιος, βασισμένος στα δικά του προσόντα, εξουδετέρωνε τον Αγγλο διεθνή που βρισκόταν έξω από τα νερά του και δεν γνώριζε εάν σε αυτόν το χώρο κοντά στη σέντρα θα πρέπει να μαρκάρει man-to-man ή με ζώνη. Ως αποτέλεσμα, ο μεν Χιντεγκούτι σημείωσε χατ-τρικ, ο δε Τζόνστον δεν ξανακλήθηκε ποτέ στην εθνική!
Ανάλογες δυσκολίες αντιμετώπισαν οι Άγγλοι και στα μαρκαρίσματα των Κότσις και Πούσκας. Οι δύο διεθνείς φορούσαν τις φανέλες 8 και 10 αντιστοίχως και βάσει των αγγλικών... κριτηρίων θα έπρεπε να αγωνίζονται σε θέσεις περιφερειακών, κεντρικών κυνηγών. Αυτό γέννησε ερωτήματα σχετικά με το ποιος θα τους μαρκάρει, με τελική κατάληξη να μην τους σταματήσει κανείς. Οι απίστευτες αγκυλώσεις της αγγλικής ομάδας σε συνδυασμό με τις συνεχείς εναλλαγές θέσεων στην ουγγρική επιθετική πεντάδα δημιούργησαν μία χαώδη υπεροχή των Μαγυάρων, η οποία ήταν αυταπόδεικτη κατά τη ροή του αγώνα. "Εξαιτίας της τακτικής κέρδισε η Ουγγαρία. Ο αγώνας ανέδειξε μια σύγκρουση ανάμεσα σε διατάξεις και όπως συμβαίνει συνήθως, η νεότερη και πιο ανεπτυγμένη διάταξη επικράτησε", σημείωσε ο Γένο Μπουζάνσκι.
Αυτά όσον αφορά στο στήσιμο των ομάδων, διότι η εκπληκτική νίκη της "Χρυσής Ομάδας" οφείλεται και στη φιλοσοφία της. Το 4-2-4 δεν θα λειτουργούσε τόσο άρτια αυτά τα 6 χρόνια επιτυχιών και δεν θα κατέληγε σε μία 50άδα αγώνων από τον Μάιο του 1950 μέχρι την Ουγγρική Επανάσταση του 1956 με 42 νίκες, 7 ισοπαλίες και μοναδική ήττα στον τελικό του Μουντιάλ (καθώς και τον απίθανο αριθμό των 215 γκολ υπέρ) εάν δεν διεπόταν από κάποιες βασικές συνθήκες. Βασικότερη εξ αυτών ήταν η πάσα με τη μία από παίκτες που έτρεχαν περισσότερο όταν βρίσκονταν μακριά από την μπάλα. Η κίνηση υποχρεωτικά ήταν ασταμάτητη και εξαντλώντας τους χώρους ευθύνης τους, οι Ούγγροι τους καταργούσαν και αναλάμβαναν αυτούς των συμπαικτών τους, προκαλώντας σύγχυση στους αντιπάλους. Αυτό ακριβώς το all-around παιχνίδι παρακολούθησε ολόκληρος ο πλανήτης τελειοποιημένο και με την ονομασία total football δύο δεκαετίες αργότερα από την Ολλανδία.
Ο απόηχος του "Γουέμπλεϊ"
Οι Μαγυάροι θριαμβευτές αποθεώθηκαν από τη στιγμή που ο Χορν σφύριξε για τελευταία φορά μέχρι και την επιστροφή τους στην πατρίδα. Οι Άγγλοι φίλαθλοι σηκώθηκαν από τις θέσεις τους και καταχειροκρότησαν τους φιλοξενούμενους για τα μαθήματα ποδοσφαίρου που τόσο απλόχερα τους είχαν χαρίσει. Στον ενδιάμεσο σταθμό για Βουδαπέστη, στο Παρίσι, η ουγγρική ομάδα γνώρισε επίσης την αποθέωση από Γάλλους φιλάθλους, ενώ στην ταραγμένη από τα πολιτικά γεγονότα Ουγγαρία περίπου 150.000 φίλαθλοι υποδέχθηκαν την "Χρυσή Ομάδα" στον σιδηροδρομικό σταθμό.
Την ίδια ώρα οι Άγγλοι προσπαθούσαν να εφαρμόσουν όσα διδάχθηκαν. Σε πρώιμο στάδιο αλλάζοντας την εμφάνισή τους με τα μακριά σορτσάκια και το κόψιμο σε σχήμα κολάρου στην μπλούζα και υιοθετώντας το σχήμα V των Ούγγρων. Δεκατρία χρόνια αργότερα ο προπονητής πλέον Αλφ Ράμσεϊ σόκαρε την αγγλική κοινή γνώμη στοχεύοντας στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1966 δίχως να στηρίζεται σε ακραίους επιθετικούς, τακτική που ακολουθούσε η Ουγγαρία. Παραδειγματίστηκε και από ακόμα μία πρακτική του Σέμπες, συνθέτοντας μία ομάδα βασισμένη σε έναν σύλλογο κι έτσι η Αγγλία του 1966 περιείχε τρεις παίκτες της Γουέστ Χαμ (Μπόμπι Μουρ, Τζεφ Χαρστ, Μάρτιν Πίτερς). Τα αποτελέσματα γνωστά.
Ένας ακόμα άνθρωπος του ποδοσφαίρου που έγινε μετέπειτα ομοσπονδιακός τεχνικός της Αγγλίας και παρακολούθησε το ματς (αλλά από τις εξέδρες), ο Ρον Γκρίνγουντ, επέλεξε 6 παίκτες της Λίβερπουλ (Ρέι Κλέμενς, Φιλ Νιλ, Έμλιν Χιουζ, Τέρι Μακντέρμοτ, Ρέι Κένεντι και Ίαν Κάλαχαν) σε αναμέτρηση κόντρα στην Ελβετία. Σημαντικές ήταν οι επιρροές του αγώνα και για έναν 20χρονο επιθετικό της Φούλαμ που βρέθηκε στις εξέδρες και μετέπειτα σερ και τεχνικό της Ίπσουιτς, της Μπαρτσελόνα, της Πόρτο, της Αϊντχόφεν, της Νιούκαστλ και φυσικά της Αγγλίας, μεταξύ άλλων, του Μπόμπι Ρόμπσον. "Το παιχνίδι είχε τεράστια επίδραση όχι μόνο σε μένα, αλλά και σε όλους μας. Μόνο αυτό το ματς ήταν αρκετό για να αλλάξουμε τη σκέψη μας. Πιστεύαμε ότι θα διαλύσουμε αυτήν την ομάδα, η Αγγλία στο ‘Γουέμπλεϊ’, ότι ήμασταν κυρίαρχοι, ότι ήταν μαθητούδια. Ήταν ακριβώς το αντίθετο", τόνισε ο αείμνηστος Άγγλος τεχνικός.
Ακόμα μία ιστορική φυσιογνωμία του ποδοσφαίρου εκμεταλλεύθηκε από τον αγώνα του Λονδίνου. Ο λόγος για τον περίφημο Αυστριακό αθλητικογράφο Βίλι Μάισλ, αδερφό του τεχνικού της αυστριακής Wunderteam (η "μούσα" της Ουγγαρίας), Ούγκο. Ο Μάισλ διαισθάνθηκε ότι το βρετανικό ποδόσφαιρο είχε φτάσει σε ένα τέλμα τακτικής και είχε έρθει η ώρα να βγει από αυτό και το 1956 συνέγραψε το βιβλίο "Soccer Revolution". Ο καυστικός υπότιτλος αφήνει σαφείς υπόνοιες για την πηγή έμπνευσής του: "Η Μεγάλη Βρετανία δίδαξε τον κόσμο πώς να παίζει και να απολαμβάνει το ποδόσφαιρο σε διεθνές επίπεδο, ώστε αργότερα να διδαχθεί πολλάκις ένα σκληρό μάθημα από πρώην μαθητές". Στο βιβλίο υποστηρίζει ότι η Ουγγαρία δεν ήταν ένα "πυροτέχνημα" ή μία τυχαία και μοναδική συνύπαρξη χαρισματικών παικτών, αλλά ήταν η επίδειξη της τακτικής και τεχνικής ανωτερότητας της ηπειρωτικής Ευρώπης σε κάτι που η Βρετανία θεωρούσε αλαζονικά ως άθλημά της.
Ο θριαμβευτικός επαναληπτικός
Έξι μήνες αργότερα, στις 23 Μαΐου του 1954, οι δύο ομάδες συναντήθηκαν εκ νέου σε φιλικό επίπεδο, αυτή τη φορά στη Βουδαπέστη σε μία άτυπη ρεβάνς του αγώνα στο Λονδίνο. Ο επαναληπτικός ήταν το τελευταίο παιχνίδι προετοιμασίας των δύο χωρών πριν το Παγκόσμιο Κύπελλο της Ελβετίας. Πάνω από 1.000.000 Ούγγροι είχαν αιτηθεί εισιτήριο για το παιχνίδι, αριθμός που ανερχόταν στο 1/10 του πληθυσμού της χώρας. Μόλις 105.000 άτομα (ο ανεπίσημος αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος) κατόρθωσαν να μπουν στο νεότευκτο "Νεπστάντιον" και αρκετές χιλιάδες κόσμου παρέμειναν καθηλωμένοι έξω από τις θύρες. Ορισμένοι φίλαθλοι που μπήκαν στο γήπεδο είχαν κρύψει κάτω από τα παλτά τους εκπαιδευμένα περιστέρια με τα οποία έστειλαν τα εισιτήριά τους στους συγγενείς που περίμεναν απ’ έξω από το γήπεδο.
Αποτέλεσμα; Ακόμα μεγαλύτερο έπος για την "Aranycsapat". Επιβλητική εμφάνιση και σκορ 7-1 που μέχρι και σήμερα αποτελεί την πιο βαριά ήττα της Αγγλίας. Ο Μιχάλι Λάντος άνοιξε το σκορ, ο Φέρεντς Πούσκας σκόραρε δις, άλλες τόσες ο Σάντορ Κότσις και από μία οι Νάντορ Χιντεγκούτι και Γιόζεφ Τοτ. Για τους φιλοξενούμενους είχε μειώσει σε 6-1 ο Αϊβορ Μπρόντις.
Στο τέρμα βρέθηκε και πάλι εκτεθειμένος ο Τζιλ Μέρικ, ο οποίος παρότι θεωρείτο ο κορυφαίος Αγγλος τερματοφύλακας της εποχής, απέκτησε το προσωνύμιο "ο κύριος 13", για τα γκολ που δέχθηκε σε αυτά τα δύο ματς. Στη θέση του Χάρι Τζόνστον στην αμυντική τριπλέτα που σχημάτιζε με τον Αλφ Ράμσεϊ και τον Μπίλι Ράιτ, πέρασε ο Σιντ Όουεν. Στην επιστροφή του από τη Βουδαπέστη, μία εβδομάδα μετά το ματς, η ομάδα του Λούτον, αντιμετώπιζε την Γουέστ Χαμ του Μάλκολμ Αλισον. Οταν ο Αλισον τον ρώτησε πως ήταν το παιχνίδι της Ουγγαρίας, ο Όουεν απάντησε: "Μάλκολμ, ήταν σαν να παίζουν άτομα από το διάστημα".
Θρυλικές ατάκες του Πούσκας
Για την Ουγγαρία: "Κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων αρχίσαμε να παίζουμε πραγματικά καλό ποδόσφαιρο. Ήταν ένα πρωτότυπο του total football: όταν ήμασταν στην επίθεση, έπαιζαν όλοι επίθεση, όταν ήμασταν στην άμυνα, ήταν το ίδιο".
Για το παιχνίδι του 1953: "Εκπλαγήκαμε που δεν μας επετράπη να προπονηθούμε στο 'Γουέμπλεϊ' για τον αγωνιστικό χώρο του οποίου είχαμε ακούσει τόσα πολλά. Βγήκαμε στο γήπεδο με τα παπούτσια και το αισθανόμασταν πολύ μαλακό. Προπονηθήκαμε στο γήπεδο της ΚΠΡ, που ήταν σαν εξοχή".
"Θα έλεγα ψέματα εάν ισχυριζόμουν ότι δεν ήμουν νευρικός τη μέρα του αγώνα. Βάλαμε τα δυνατά μας για να γελάσουμε λίγο και να ξεχάσουμε τη σημασία του αγώνα. Βρισκόμουν έξω από τα αποδυτήρια και στεκόμουν σε έναν πάγκο, όταν είδα τον δεξιό επιθετικό της Αγγλίας Έντι Τέιλορ, που επίσης δεν ήταν πολύ ψηλός. Γύρισα πίσω στα αποδυτήρια και είπα στα παιδιά: ‘Ακούστε, θα είμαστε εντάξει. Έχουν έναν που είναι ακόμα πιο κοντός κι από μένα’".
"Πιστεύω το αγαπημένο γκολ στην καριέρα μου ήταν το πρώτο μου στον αγώνα, το ‘πάτημα’. Δεν ξέρω από πού προήλθε. Ήταν κάτι που το έκανα ως παιδί, αλλά δεν το εξάσκησα ποτέ. Ήταν ενστικτώδες. Το παιχνίδι μου δεν είχε πολλά εντυπωσιακά κολπάκια. Μου άρεσαν τα απλά πράγματα στο γήπεδο, οι απλές λύσεις, οι γρήγορες, εύκολες κινήσεις. Όλοι λάτρεψαν αυτό το γκολ και είναι ίσως αυτό για το οποίο είμαι περισσότερο γνωστός, αλλά η αλήθεια είναι ότι έπρεπε να φύγω από εκεί γρήγορα, αλλιώς ο Μπίλι Ράιτ θα με ποδοπατούσε".
Για το ταξίδι της επιστροφής: "Όταν φτάσαμε στο Παρίσι για να αλλάξουμε τρένο, η υποδοχή ήταν απίστευτη. Ήταν σαν να είχαν κερδίσει οι ίδιοι (σ.σ. οι Γάλλοι). Δεν ήταν μικρό πράγμα να βάλεις έξι γκολ κόντρα στην Αγγλία στο Λονδίνο. Ήταν ένα φανταστικό ματς και η καλύτερη ομάδα νίκησε. Και δεν θα ξεχάσω ποτέ ότι όλοι όσοι συναντήσαμε στην Αγγλία χαιρέτησαν τη νίκη δίχως δισταγμό".
Από το βιβλίο των Ρόγκαν Τέιλορ και Κλάρα Γιάμριχ "Puskas on Puskas: The Life and Times of a Footballing Legend".
"Το γκολ του αιώνα"
Η μαγική ενέργεια του Φέρεντς Πούσκας στο 24ο λεπτό της αναμέτρησης ήταν η πρώτη παγκόσμια επίδειξη των δυνατοτήτων του σε τόσο υψηλό επίπεδο. Ο αείμνηστος τεχνικός του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ κοντρόλαρε στην δεξιά κάθετη γραμμή της μικρής περιοχής μία όχι και τόσο καλή μπαλιά και ο Μπίλι Ράιτ όρμησε κατά πάνω του για να τον ανακόψει. Ο Πούσκας με ένα εκπληκτικό πάτημα της μπάλας με τη σόλα του αριστερού παπουτσιού του την τράβηξε προς τα πίσω δέκατα πριν το τάκλιν του Άγγλου αρχηγού φτάσει στον χώρο. Όπως περιγράφει και ο Τζέφρι Γκριν στην ανάλυση του αγώνα στους "Times", ο Ράιτ ήταν "σαν ένα πυροσβεστικό όχημα που πηγαίνει σε λάθος φωτιά".
Ο ίδιος ο Πούσκας έδωσε τη δική του εκδοχή: "Περίμενε να στρίψω προς τα μέσα. Εάν το είχα κάνει, θα με έπαιρνε μαζί με την μπάλα και θα πέφταμε στις εξέδρες. Οπότε πάτησα την μπάλα πίσω με τις τάπες του αριστερού παπουτσιού και την έστειλα ψηλά στα δίχτυα".
Λίγες ημέρες αργότερα, ο Ούγγρος ραδιοφωνικός σχολιαστής Τζιόρτζι Σέπεσι πρότεινε να τοποθετηθεί μία τιμητική πλακέτα σε αυτό το σημείο ώστε να θυμούνται όλοι αυτό το εξαίσιο τέρμα!
Ο θαυμασμός των Άγγλων
Τομ Φίνεϊ (δεν έπαιξε λόγω τραυματισμού): "Έφυγα από το γήπεδο αναρωτώμενος τι κάναμε όλα αυτά τα χρόνια".
Μπόμπι Ρόμπσον: "Είδαμε ένα καινούργιο στυλ παιχνιδιού, ένα σύστημα που δεν είχαμε ξαναδεί. Κανείς από αυτούς τους παίκτες δεν μας έλεγε κάτι. Δεν ξέραμε για τον Πούσκας. Όλοι αυτοί οι φανταστικοί παίκτες, ήταν Αρειανοί για εμάς. Έρχονταν στην Αγγλία και η Αγγλία ποτέ δεν είχε ηττηθεί στο ‘Γουέμπλεϊ’. Θα έπρεπε να είναι θρίαμβος 3-0, 4-0 ίσως και 5-0 επί μιας μικρής χώρας που μόλις έκανε το ξεπέταγμά της στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Αποκαλούσαν τον Πούσκας ‘καλπάζοντα συνταγματάρχη’ επειδή ήταν στον στρατό. Πώς γίνεται αυτός ο τύπος που υπηρετεί στον ουγγρικό στρατό να έρθει στο ‘Γουέμπλεϊ’ και να μας πυροβολήσει έτσι; Με τον τρόπο που έπαιξαν, με την τεχνική αρτιότητα και την εμπειρία το WM μας κατατροπώθηκε μέσα σε ενενήντα λεπτά ποδοσφαίρου".
Τζάκι Σιούελ (πριν λίγες μέρες στο "BBC"): "Φυσικά και ο κόσμος πίστευε ότι θα νικούσαμε, αλλά πήραμε ένα καλό μάθημα. Δεν νομίζω ότι ήμασταν κακοί, αλλά αυτοί ήταν εξαιρετικοί. Εύκολα η καλύτερη ομάδα που είδα ποτέ να παίζει ποδόσφαιρο. Η κίνησή τους ήταν απίστευτη. Πάσαραν γύρω μας όλη τη μέρα. Έκαναν συνεχώς τρίγωνα, πάσαραν κι έφευγαν, που προσπαθούν να κάνουν όλοι τη σημερινή εποχή. Κανείς, όμως, δεν το έκανε τότε, κανείς δεν το είχε ξανασυναντήσει".
Στάνλεϊ Μάθιους (στην αυτοβιογραφία του): "Γράφτηκε ιστορία στο ‘Γουέμπλεϊ’. Η Ουγγαρία συνδύαζε δύο στυλ. Το βρετανικό τρέξιμο και το κοντινό passing game που αναπτυσσόταν ευρέως στη Νότια Αμερική. Επρόκειτο για έναν ευφάνταστο συνδυασμό ελέγχου της μπάλας, ταχύτητας κίνησης και διορατικότητας που πλέχτηκαν μαζί και συνέθεσαν ένα είδος ποδοσφαίρου τόσο πρωτοποριακό, όσο και παραγωγικό. Πολύ πριν το τελικό σφύριγμα του διαιτητή, η δόξα του ποδοσφαιρικού παρελθόντος μας είχε πεθάνει".
Ο Άγγλος δάσκαλος των Ούγγρων
Από τις εξέδρες του "Γουέμπλεϊ" παρακολούθησε το παιχνίδι και ο Τζίμι Χόγκαν, ο 71χρονος προπονητής των ακαδημιών της Αστον Βίλα, μαζί με τους μαθητές του. Από εκείνο το βράδυ και μέχρι το 1974, όταν απεβίωσε σε ηλικία 91 ετών, ο συγκεκριμένος θεατής αναγκάστηκε να ζήσει με την υποβόσκουσα κατηγορία του προδότη της πατρίδας του. Ο πρώτος που τον υπέδειξε ως... ένοχο, ήταν ο ίδιος ο πρόεδρος της ουγγρικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας, Σάντορ Μπετς, όταν μετά το τέλος του αγώνα δήλωσε: "Ο Τζίμι Χόγκαν μας δίδαξε όλα όσα γνωρίζουμε για το ποδόσφαιρο".
Αν και πατριώτης από ιδεολογία, ο Χόγκαν δεν μπορούσε να διαφωνήσει, δεν μπορούσε να απαρνηθεί το... βεβαρημένο παρελθόν του. Γυρολόγος της προπονητικής από το 1910, αλλά στην ηπειρωτική Ευρώπη. Ποδοσφαιριστής χωρίς περγαμηνές, στη δύση της καριέρας του συμμετείχε σε ένα τουρνουά της Μπόλτον στην Ολλανδία, όπου αντιμετώπισε την Ντορντρέχτη. Ο Χόγκαν δεν ακολούθησε τους "τρότερς" στην Αγγλία, αφού ενημέρωσε τους συμπαίκτες του πως "θα τους μάθω πώς να παίζουν". Ουδείς τον πήρε στα σοβαρά, αλλά στα 30 του έγινε ο νεαρότερος Βρετανός προπονητής που ανέλαβε μόνιμη θέση προπονητή στην ηπειρωτική Ευρώπη.
Πέρασε από Ολλανδία, Ελβετία, Αυστρία, Ουγγαρία, Γαλλία ακόμα και από Αφρική και δίδαξε total football γενεές ολόκληρες πριν τον Γιόχαν Κρόιφ και τον Ρίνους Μίχελς. Συνεργάστηκε με τον Ούγκο Μάισλ και δημιούργησαν μαζί την αξεπέραστη Wunderteam, την εθνική Αυστρίας της δεκαετίας του ’30, η οποία σε φιλικό στο "Στάμφορντ Μπριτζ" το 1932 είχε δυσκολέψει την Αγγλία και είχε ηττηθεί μόλις με 4-3. Στην Ουγγαρία εργάστηκε στην ΜΤΚ σε μία περίοδο όπου αφομοίωναν προπονητικές τακτικές (με τις ιδιότητες των ποδοσφαιριστών) οι Μάρτον Μπούκοβι και Γκούσταβ Σέμπες.
Μεταξύ των μαθητών του σπουδαία ονόματα της προπονητής, όπως ο Γερμανός Χέλμουτ Σεν (κατέκτησε το Μουντιάλ του 1974 με τη Δυτική Γερμανία), ο Τόμι Ντόχερτι τον καιρό που ήταν στη Σέλτικ, ο Ρον Άτκινσον από την Άστον Βίλα, ενώ μαζί του στις εξέδρες του "Γουέμπλεϊ" ήταν και ο Ιρλανδός ακραίος επιθετικός Πίτερ Μακπάρλαντ.
Η επιστροφή του στην Αγγλία έγινε υπό τις χειρότερες συνθήκες, αφού πλέον ήταν δακτυλοδεικτούμενος. Ουδείς πήρε στα σοβαρά την ευρωπαϊκή περιπέτειά του και δούλεψε για λίγα χρόνια δίχως επιτυχία στην πρώτη ομάδα της Φούλαμ και της Άστον Βίλα, μέχρι να αποσυρθεί από το προσκήνιο. Είχε προλάβει να βάλει τις βάσεις για την ποδοσφαιρική εξέγερση της ηπειρωτικής Ευρώπης, η οποία δεν άργησε να κάνει την εμφάνισή της με τον πιο εμφατικό τρόπο: με τη συντριβή της Αγγλίας από την Ουγγαρία μέσα στο Λονδίνο...