Μιχάλης Κακιούζης: Άγιος ή διάβολος;
Ο Τάσος Μαγουλάς γράφει για το παρασκήνιο της καριέρας του Μιχάλη Κακιούζη που ενόχλησε και τον ενόχλησαν όσο λίγοι στο ελληνικό μπάσκετ.
Ένας από τους παίκτες που όρισαν πολλά από το μπάσκετ της περασμένης δεκαετίας, αποχωρεί στο τέλος της χρονιάς ως παίκτης του Φάρου Κερατσινίου. Δεν θα υπάρξουν φιλικά, τυμπανοκρουσίες για τον Μιχάλη Κακιούζη, αλλά θα γραφτούν πολλά και ακόμα περισσότερες θα είναι οι αναμνήσεις. Είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που δεν θα έπρεπε να διχάζουν. Δεν ζήτησε να διχάσει, αλλά ακόμα και τώρα, κάθε φορά που θα συζητιέται το όνομά του, άπαντες θα χωρίζονται σε δύο παρατάξεις: σε όσους τον λατρεύουν και σε αυτούς που τον αντιπαθούν.
Ο αθλητής, ιδιαίτερα ο πρωταθλητής, κρίνεται από τα πεπραγμένα του εντός του, παρκέ αλλά ο πρωταθλητής με άποψη, θα κριθεί από τα λεγόμενα και σε κάποιες περιπτώσεις από τα γραφόμενά του.
Πρωταθλητής παντού
Ο αρχηγός της πρωταθλήτριας Ευρώπης του 2005 και δευτεραθλήτριας κόσμου του 2006, ο εκ των πρωταγωνιστών της πρωταθλήτριας κόσμου Εθνικής Εφήβων του 1995, η μία από τις δύο σημαίες της τελευταίας μεγάλης και πρωταθλήτριας ΑΕΚ, αποχωρεί στα 39 του. Με την πιο γεμάτη καριέρα που μπορούσε να φανταστεί, όταν ως πιτσιρικάς έπαιζε σέντερ στην Α2 με τον Ιωνικό Νέας Φιλαδελφείας, όταν έπαιρνε την μετεγγραφή όνειρο στην αγαπημένη ομάδα του, όταν έπρεπε να ξενιτευτεί, επειδή το κλίμα στην Ελλάδα άλλαζε, όταν η Εθνική του έκλεινε την πόρτα νωρίς στην καριέρα του.
Ο παίκτης που φόρεσε τη φανέλα της Μπαρτσελόνα, της Σιένα, της Λάρνακας και της ελβετικής Βακαλό. Η σημαία της ΑΕΚ, ο παίκτης της Εφές, ο αθλητής του Άρη και αυτός που έσωσε την πρώτη χρονιά της ΑΕΝΚ στην Α1. Όλα σε... ένα.
Εκτός ΑΕΚ
Τα έζησε όλα. Τρία χρυσά με Εθνικές, πρωταθλήματα σε Ελλάδα, Τουρκία, Ιταλία, Κύπρο, τίτλους σχεδόν παντού. Και όμως, στο "αντίο" είναι σχεδόν άπατρις. Σε μία συνέντευξη στο ξεκίνημα της διαδρομής με την ΑΕΝΚ, η ερώτηση ήταν σαφής: "Μετά την ΑΕΝΚ, έρχεται η...ΑΕΚ για τον επίλογο;" "Σίγουρα θα το ήθελα, διότι η ΑΕΚ είναι η ομάδα της καρδιάς μου, αλλά δεν θα παρακαλέσω κανένα. Αν με θέλουν, ξέρουν", η απάντηση. Η ΑΕΚ επέστρεφε αλλά, είναι παράδοξο, δεν κτύπησε ποτέ την πόρτα των δύο ηγετών της και πρωταγωνιστών στην τελευταία αναγέννηση. Ούτε Κακιούζης ούτε Χατζής και μόνο ο Σάκοτα τιμάται ως προσωπικότητα που προσέφερε.
Ακούγονται διάφορα αναφορικά με οφειλές κλπ., αλλά στο τέλος της ημέρας μοιάζει οξύμωρο οι δύο τελευταίοι ηγέτες του "δικεφάλου", να μην λένε "αντίο" με τα κιτρινόμαυρα σε χρονιά που η παρουσία τους θα σήμαινε πολλά.
Ο άλλος... Ντέμης
Από την άλλη, ο Κακιούζης, που είναι και το θέμα μας, δεν θα το ζητούσε ποτέ, αλλά σίγουρα το ήθελε όσο τίποτε. Γιατί; Διότι είναι ένας μεγάλος ΑΕΚτζης και ο πρώτος Έλληνας αθλητής που τόλμησε να πάει κόντρα στο ρεύμα του "οπαδιλικιού" και να προειδοποιήσει ακόμα και ομόσταυλους όπως ο Ντέμης Νικολαΐδης για το πώς ένας αθλητής-οπαδός, οφείλει να στηρίζει την ομάδα του.
Σε αντίθεση με τον ποδοσφαιρικό ηγέτη, ο Κακιούζης δεν φώναζε την ταυτότητά του, δεν την διαφήμιζε, δεν πήρε τίποτε παραπάνω από όσα πρόσφερε και φρόντισε από εκείνο το παιχνίδι με τον Ολυμπιακό το 2000 να δείξει τον δρόμο της εξόδου σε όσους απλά ήθελαν να κάνουν το κομμάτι τους.
"Πουλημένος"
Το πλήρωσε όσο κανείς, με ένα δημοσίευμα που τον ανέφερε ως "στημένο" μετά από τους δύο πρώτους τελικούς το 2002, αλλά στο τέλος φόρεσε το γνωστό μειδίαμά του κι έφυγε από την ΑΕΚ ως πρωταθλητής. Άλλοι κτυπούσαν τατουάζ και στήθια, αυτός "κτύπησε" τέσσερις τίτλους κι έναν τελικό Πρωταθλητριών από το 1998 ως το 2002.
Παικτάρα χωρίς... μπράτσα
Ο Κακιούζης υπήρξε μεγάλος παίκτης, πολύ σύγχρονος, καθώς έπαιζε άνετα ως 3, 4 και λίγο 5, είχε μπασκετική ευφυΐα, που σε συνδυασμό με το ταλέντο του, εξαφάνισαν τα περιορισμένα αθλητικά προσόντα ή το σουτ από το στήθος. Εκεί που άλλοι παίκτες κάρφωναν ανάποδα, αυτός θα πετούσε τόσο γρήγορα την μπάλα από το πρώτο βήμα, ο αμυντικός θα την έψαχνε και ο ίδιος με το...κουρασμένο στυλ του ενός κορμιού χωρίς εμφανείς μύες, γυρνούσε στην άμυνα σίγουρος για το αποτέλεσμα. Ήταν από τους ύστατους που έκαναν μεγάλη καριέρα, όντες πρώτα μπασκετμπολίστες και μετά, πολύ μετά, αθλητές με τη στενή έννοια του όρου.
Αποτελεσματικός, σοβαρός, λάτρης της σκληρής δουλειάς, ουδείς ποτέ έκανε λόγο για τον αγωνιστικό χαρακτήρα του. Είχε άποψη, όμως, κι η άποψη στην Ελλάδα -όπου η μπασκετική μασονία ακόμα έκανε κουμάντο- ήταν επικίνδυνη. Αν δεν συνδυαζόταν με ΑΕΚ (ή Πανιώνιο), τότε την Εθνική την ξεχνούσες.
ΑΕΚ και Εθνική δεν... ταίριαζαν
Δεν είναι τυχαίο που τόσο αυτός, όσο και ο άσπονδος (αδόκιμο) διόσκουρός του Νίκος Χατζής, για σχεδόν 10 χρόνια, δεν υπολογίζονταν. Και όντως, ο Κακιούζης έλεγε την γνώμη του ακόμα κι αν ήταν λάθος. Δεν φοβήθηκε να μιλήσει, να σχολιάσει, να πει κάτι. Σε αντίθεση με τους αποστειρωμένους σούπερ σταρ της τελευταίας δεκαετίας, τα καλά παιδιά, το παιδί από τη Νέα Φιλαδέλφεια κατέθετε τον λόγο του, διαφωνούσε, συμμετείχε ακόμα και στην ίντριγκα.
Ο συγγραφέας, φόργουορντ
Κάποια στιγμή, ό,τι πίστευε το έγραψε και σε βιβλίο. Άουτς.
Δεν τον απασχόλησε. Αυτά ήθελε να μοιραστεί, αυτά κατέγραψε. Είχε δίκιο; Είχε άδικο; Στην Αμερική, σε όλον τον πολιτισμένο αθλητικό πλανήτη, θα ήταν απλά ένα ακόμα ενδιαφέρον αθλητικό ανάγνωσμα. Στην Ελλάδα έγινε προσάναμμα σε αρκετά σπίτια.
Στο τέλος της αθλητικής ημέρας που φτάνει, αυτός ήταν και ο τελευταίος θρίαμβός του. Ο τελευταίος τίτλος του. Ενόχλησε, τον ενόχλησαν, έφυγε με τον δικό του τρόπο, παίζοντας μπάσκετ ως την τελευταία ικμάδα δύναμης.
Όπως δε κάθε μεγάλος, με τους τόνους εγωισμού που κουβαλά, δεν είχε κανέναν ενδοιασμό. Καμία ύστερη σκέψη. Περνά στην ιστορία ως σπουδαίος και ως ιδιαίτερος. Τίποτε λιγότερο.