Ο φόβος για τη Γιουνάιτεντ
"Η νίκη δεν είναι γεγονός της μιας φοράς, αλλά κάτι συνεχές. Δεν νικάς μια φορά στο τόσο, δεν κάνεις το σωστό μια φορά στο τόσο. Η νίκη είναι συνήθεια". -Βινς Λομπάρντι, προπονητής αμερικανικού ποδοσφαίρου.
Το χρησιμοποιήσαμε στο προηγούμενο κείμενο, το βάζουμε και τώρα, πρώτο-πρώτο. Κι αυτό γιατί θα μιλήσουμε για τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Όταν πριν χρόνια διάβασα τη συγκεκριμένη ατάκα του προπονητή θρύλου του αμερικανικού ποδοσφαίρου, σκέφτηκα πως δεν ξέρω καμιά ομάδα που της ταιριάζει περισσότερο απ’αυτή του Φέργκιουσον.
Winning mentality
Οι Γιουνάιτεντ του Φέργκιουσον (οι πολλές που έφτιαξε στα χρόνια της παραμονής του στο Ολντ Τράφορντ) δεν έμειναν στην ιστορία λόγω του θεαματικού ποδοσφαίρου που έπαιξαν. Επιπλέον, δεν χρησιμοποίησαν τακτικές ή αγωνιστική φιλοσοφία που επηρέασαν τον τρόπο που παίζεται το άθλημα, όπως έχουν κάνει κατά καιρούς άλλες μεγάλες ομάδες. Έμειναν στην ιστορία λόγω των πολύ μεγάλων παικτών που είχαν και κυρίως λόγω των τίτλων που κέρδισαν και της τεράστιας κυριαρχίας στο Νησί.
Η ταύτιση με τη νίκη ήταν το πιο σπάνιο χαρακτηριστικό τους. Σίγουρα, όλες οι μεγάλες ομάδες των μεγάλων παικτών είναι αυτές που κάνουν νίκες, που παίρνουν τίτλους. Αλλά, στα χρόνια που παρακολουθώ ποδόσφαιρο δεν γνώρισα άλλες ομάδες που να είχαν σε τόσο μεγάλο βαθμό το winning mentality της Γιουνάιτεντ.
Νίκη. Με κάθε τρόπο, με κάθε κόστος, σε κάθε βραδιά, με καλή ή κακή μπάλα, με φουλ επίθεση ή παιχνίδι στην κόντρα, με σέντρες ή κάθετα. Πόσες και πόσες φορές δεν συζητούσες ένα παιχνίδι της Γιουνάιτεντ, ανέλυες πόσα πράγματα έκαναν λάθος, πόσα άσχημα μπορεί να λειτούργησε σε άμυνα ή επίθεση και στο τέλος κατέληγες στον ίδιο επίλογο: ναι, αλλά νίκησαν. Ο ορισμός της ατάκας του Λομπάρντι, νίκη από συνήθεια. Η Γιουνάιτεντ συνήθισε να νικάει, η αντίπαλοι συνήθισαν να χάνουν ή έστω να συμβιβάζονται με μάξιμουμ έναν πόντο.
(Μην ανησυχείτε, δεν πρόκειται να βάλω στην κουβέντα τον ρόλο που έχει παίξει η διαιτησία. Ανήκει σε άλλα κείμενα αυτή η κουβέντα, την έχουμε κάνει, δεν θα την αφήσουμε να μας μπερδέψει τη ματιά σ’αυτό το κείμενο.)
Ανατροπές
Πέρσι κερδήθηκε άλλος ένας τίτλος στην Πρέμιερ Λιγκ, με χαρακτηριστική ευκολία και αρκετά ρεκόρ. Κάποια στιγμή πρόσφατα ο Μουρίνιο αμφισβήτησε σοβαρά το πόσο καλή ομάδα ήταν η περσινή Γιουνάιτεντ. Ανεξαρτήτως του αν έχει δίκιο ή όχι (που είχε), νομίζω πως συμφωνούμε πως η τελευταία ομάδα του Φέργκιουσον ήταν αρκετά πιο κάτω από παλιότερες.
Πέρσι, λοιπόν, η Γιουνάιτεντ δέχθηκε πρώτη γκολ σε 16 αγώνες της Πρέμιερ Λιγκ, στο 42% των 38 αναμετρήσεων, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό. Και σ’αυτά τα 16 ματς έκανε 9 νίκες, 2 ισοπαλίες και 5 ήττες. Μάλιστα, οι δύο ισοπαλίες και οι δύο απ’τις πέντε ήττες ήρθαν μετά την 30η αγωνιστική, όταν ο τίτλος είχε ουσιαστικά κριθεί. Σε 16 ματς δέχθηκε πρώτη γκολ και παρόλα αυτά νίκησε στα 9 και δεν έχασε συνολικά στα 11 απ’αυτά: 29 κερδισμένοι βαθμοί από losing position, το 1/3 των 89 βαθμών που συγκέντρωσε στο τέλος.
Το winning mentality και του fear factor σ’όλο του το μεγαλείο. Μια πλήρης απεικόνιση της νοοτροπίας του νικητή που είχε η Γιουνάιτεντ και του φόβου που προκαλούσε στους αντιπάλους, γιατί αυτά τα δύο πάνε πάντα μαζί. Το ένα προϋποθέτει το άλλο, το ένα συνεπάγεται το άλλο.
Διαφορές
Οπότε, τι άλλαξε φέτος; Κοιτάς πρώτα στο χορτάρι. Καλύτερο είναι το ρόστερ από πέρσι. Έχει τον Φελαϊνι (άσχετα αν ήταν δεδομένο πως δεν κολλάει με τον Κάρικ και το είχαμε συζητήσει πριν καν παίξουν μαζί), έχει κι έναν πιτσιρικά, τον Γιανουζάι, που έκανε όλη την Ευρώπη να μιλάει γι’αυτόν κι έδωσε μια μεγάλη νίκη πριν την διακοπή για τα προκριματικά του Μουντιάλ. Για τραυματισμούς και απώλειες δεν μπορείς να μιλήσεις. Η Γιουνάιτεντ εδώ και χρόνια είχε μάθει να ζει με τραυματισμούς, βασιζόταν ολοένα και λιγότερο στο δίδυμο του Φέρντιναντ με τον Βίντιτς, ενώ ούτε στα γηρατειά του Γκιγκς μπορείς να σταθείς.
Άλλαξε ο τρόπος παιχνιδιού; Αστείο να το συζητάμε. Ο Μόγιες δεν είναι δα και κανένας Γουαρδιόλα, με καμιά τρομερή φιλοσοφία και τη θέληση να την εγκαταστήσει παντού. Προφανώς και το παρελθόν του δεν λέει πως έχει αποδεδειγμένη ικανότητα να φτιάχνει ομάδες που κάνουν πολλές νίκες με ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας, γι’αυτό και ήταν περίεργη επιλογή για ομάδα που κάνει ακραιφνή πρωταθλητισμό. Αλλά, δεν μπορεί να σταθεί ο συλλογισμός πως μέσα σε μερικούς μήνες πρόλαβε να χαλάσει την Γιουνάιτεντ του Φέργκιουσον, με θεμέλια πιο παλιά κι απ’το παλάτι του Μπάκιγχαμ.
Φόβος
Ένα πράγμα έχει αλλάξει δραστικά: δεν φοβούνται οι αντίπαλοι. Η αποχώρηση του Φέργκιουσον τράβηξε την κουρτίνα. Η Γιουνάιτεντ προφανώς και είναι ακόμα μεγάλη ομάδα, προφανώς και έχει ακόμα τον Ρούνεϊ, τον Φαν Πέρσι, τον Κάρικ, κτλ, αλλά ξαφνικά οι ομάδες δεν τη φοβούνται όπως τόσα χρόνια. Μπαίνουν για να παίξουν, μπαίνουν για να κερδίσουν, κοιτάνε τις αδυναμίες της Γιουνάιτεντ εξίσου με τα προτερήματά της.
Πέρσι πχ όταν μια ομάδα ήταν μπροστά στο σκορ απέναντι στη Γιουνάιτεντ έπαιζε άμυνα για να κρατήσει το αποτέλεσμα. Έτσι οι περσινές ανατροπές ήρθαν ακόμα και όταν η Γιουνάιτεντ έχανε με 2-0 ή ακόμα και σε παιχνίδια που βρέθηκε δύο και τρεις φορές πίσω στο σκορ. Η τακτική των αντιπάλων φυσικά και ήταν λάθος: η Γιουνάιτεντ είχε πάντα τον τρόπο και την ψυχολογία να σκοράρει απέναντι σε ομάδα που περιμένει. Δεν είχε τύχη μια ομάδα που κλεινόταν στην περιοχή της, εκεί η Γιουνάιτεντ σε στέλνει νομοτελειακά να μαζέψεις την μπάλα απ’τα δίχτυα.
Φέτος
Το μυστικό ήταν να συνεχίζεις να παίζεις ακόμα κι όταν ήσουν μπροστά στο σκορ, να δείξεις θάρρος και να προσπαθήσεις να εκθέσεις τις αδυναμίες της ομάδας του Φέργκιουσον χωρίς να φοβάσαι τα ατού της, όπως έκανε πχ η Τότεναμ πέρσι όταν νίκησε μετά από δεκαετίες στο Ολντ Τράφορντ. Πρόσφατα η τραγική φέτος Σάντερλαντ (που δεν είχε την δυνατότητα να παίξει στα ίσια) προσπάθησε να κρατήσει το 1-0 κι η Γιουνάιτεντ πέτυχε την μοναδική της φετινή ανατροπή.
Η Σαουθάμπτον πήγε το Σάββατο στο Ολντ Τράφορντ με την φήμη της πιο σφιχτής ομάδας στην κατηγορία. Με τρομερό δίδυμο μέσων στον άξονα, με μόλις δύο γκολ παθητικό, με νίκη εκτός έδρας στο Άνφιλντ και μάλιστα εύκολη, με εξαιρετικό ξεκίνημα. Όμως, δεν πήγε στο Μάντσεστερ να κλειστεί: έπαιξε, δεν φοβήθηκε. Άνοιξε το ματς, έφτιαξε φάσεις, βρέθηκε πίσω κόντρα στη ροή του αγώνα και θα μπορούσε να δεχθεί και 2ο γκολ στα δοκάρια της Γιουνάιτεντ. Και στο τέλος, έφτιαχνε ευκαιρίες τόσο συχνά που κάποια στιγμή, έστω και από αναμπουμπούλα σε κόρνερ, έστω και στο 90’, βρήκε το 1-1.
Ξαφνικά, τα γκολ στο τέλος τα βρίσκουν οι αντίπαλοι κι όχι η Γιουνάιτεντ, με το παρατσούκλι των come-back kings και τα γκολ στον περίφημο Fergie time. Ξαφνικά, το Ολντ Τράφορντ που “δεν βγαίνεις ποτέ με κάτι από εκεί” έγινε γήπεδο που η Τσέλσι πήρε εύκολο 0-0 χωρίς να απειληθεί ποτέ, η Γουέστ Μπρομ έκανε νίκη με 2-1 παρότι ισοφαρίστηκε αμέσως, η Σαουθάμπτον πήρε πόντο στο φινάλε και ηττήθηκε μόνο η νεοφώτιστη Κρίσταλ Πάλας, αφού πρώτα βρέθηκε πίσω στο σκορ με πέναλτι-αποβολή φάντασμα. Αφήστε το 0-0 με την Τσέλσι, εδώ μιλάμε για Γουέστ Μπρομ, Σαουθάμπτον και Κρίσταλ Πάλας.
Μαντσίνι
Όλα αυτά τα είχε εξηγήσει πέρσι ο Μαντσίνι, με δηλώσεις πριν απ’το ντέρμπι στο Ολντ Τράφορντ: “Κανείς δεν παίζει καλά εναντίον της Γιουνάιτεντ, γιατί παίζουν μόνο με φόβο. Η Γιουνάιτεντ είναι δυνατή εξαιτίας της σημασίας της ως σύλλογος, ως κλαμπ. Κάθε ομάδα που παίζει εναντίον τους παίζει πολύ παθητικά, γιατί πιστεύει πως ο αγώνας είναι δύσκολος, πως δεν μπορεί να τους κερδίσει. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Αν παίξουν δυνατά εναντίον της Γιουνάιτεντ, μπορούν να την κερδίσουν, όπως κερδίζουν και τη Σίτι.”
Ελάχιστοι έδωσαν σημασία τότε στις δηλώσεις του, όπως και ελάχιστοι ήταν αυτοί που συμφωνούσαν με όσους έλεγαν πως η Γιουνάιτεντ δεν είναι καλή ομάδα τα τελευταία χρόνια. Υποθέτω πως τώρα τα πράγματα είναι κάπως πιο ξεκάθαρα.
ΥΓ. Σε παλιότερο κείμενο είχα εκτιμήσει πως ο Φέργκιουσον θα εξακολουθήσει να είναι παρών. Η μέχρι στιγμής πραγματικότητα με έχει προφανώς διαψεύσει οικτρά. Παρόλα αυτά, για την “καταλληλότητα” του Μόγιες συζητούσαμε από τότε.