Ερυθρόλευκα ερωτηματικά
Σύμφωνοι: ο Μίτσελ αξίζει μεγάλο κομμάτι της κριτικής που του γίνεται, ασχέτως αν είναι νωρίς για τελικά συμπεράσματα κι αν ο ίδιος δεν φταίει και πολύ, αφού ουδέποτε υπήρξε προπονητής που να δικαιολογεί μεγάλες απαιτήσεις. Κανείς δεν μπορεί να βάλει το χέρι του στη φωτιά πως ο Μίτσελ θα αξιοποιήσει στο 100% το ρόστερ που (θα) έχει στα χέρια του, όμως μέχρι τότε καλό είναι να εξετάσουμε την άλλη πλευρά. Τι ρόστερ έχει;
Ναι, “το καλύτερο, ποιοτικότερο, πληρέστερο του πρωταθλήματος, που δεν γίνεται να μην τερματίσει πρώτο και στην φετινή κούρσα”. Το θέμα όμως δεν είναι να το συγκρίνουμε, αλλά να το κρίνουμε. Όχι στη ζυγαριά μαζί με κάποιο άλλο, αλλά στη βιτρίνα, μόνο του.
Κόφτης
Όποιο Μέσο και άρθρο κι αν επιλέξεις, θα διαβάσεις για τον κόφτη που είναι απαραίτητος και θα έρθει για να λύσει το πρόβλημα στην αμυντική λειτουργία. Ναι στο πρώτο σκέλος, όχι στο δεύτερο. Απαραίτητος είναι, αλλά είναι ουτοπικό να πιστεύει κανείς πως ένας αμυντικός μέσος λύνει κάθε πρόβλημα στην αμυντική λειτουργία.
Την τριετία 2001-04 ο Ολυμπιακός είχε τον Καρεμπέ και παρόλα αυτά τερμάτισε τελευταίος στον όμιλο του Champions League και τις τρεις χρονιές, πίσω ακόμα και απ’τις Λιλ, Μακάμπι Χάιφα και Γαλατασαράι. Στα 18 παιχνίδια είχε 3 νίκες, 4 ισοπαλίες και 11 ήττες, με τέρματα 23-42, και δέχθηκε 2.3 γκολ σε κάθε αγώνα.
Άμυνα
Κόφτης προφανώς και χρειάζεται, αλλά πάμε να δούμε τι γίνεται πίσω του. Ο Χολέμπας είναι εδώ και καιρό γνωστό πως αποτελεί πηγή κινδύνων για την άμυνα, τόσο στον Ολυμπιακό, όσο και στην Εθνική. Προφανώς και όλοι θυμάστε πως στα περισσότερα ευρωπαϊκά παιχνίδια του 2012, ο αριστερός μπακ ήταν ο Μαρκάνο. Ο Ισπανός δεν ήταν τίποτα το ιδιαίτερο, αλλά είχε σοβαρή αμυντική παρουσία και κυρίως είχε την ικανότητα να γίνεται τρίτος στόπερ και να πλαισιώνει Αβραάμ-Μέλμπεργκ όταν ο Τοροσίδης έπαιζε πάνω από τη σέντρα.
Έκτοτε, δεν έχει αποκτηθεί παίκτης που να μπορεί να δώσει αυτή την δυνατότητα στον Ολυμπιακό και σαν να μην έφτανε αυτό ήρθε ο Σαλίνιο στα δεξιά. Ακόμα δεν τον έχουμε δει σε επίσημο παιχνίδι, αλλά νομίζω πως δύσκολα θα αλλάξει την εικόνα που έχει ήδη σχηματιστεί γι’αυτόν: διάθεση να ανέβει ψηλά και να παίξει με την μπάλα, αλλά παίκτης που δεν προσφέρει αμυντική ασφάλεια στο άκρο, με σωματοδομή που δεν του επιτρέπει να προσφέρει ως τρίτος στόπερ.
Θυμίζω πως ακόμα και σε μια ομάδα σαν την Μπαρτσελόνα, η επιλογή της ταυτόχρονης παρουσίας δύο πολύ επιθετικών μπακ δεν λειτούργησε κι είχε καταστροφικά αποτελέσματα. Η ασφαλής, κλασική επιλογή είναι ένας μπακ που μπορεί να ανέβει ψηλά και να δώσει πλάτος στην επίθεση, χωρίς να είναι “τρύπα” όταν η ομάδα αμύνεται, και στην άλλη πλευρά ένας μπακ που θα κρατήσει τη θέση του και θα γίνεται τρίτος στόπερ. Με το δίδυμο Χολέμπας-Σαλίνιο τα πράγματα (θα) είναι πολύ δύσκολα.
Για όλα αυτά ήρθε στην ομάδα ο Μιγκέλ Τόρες. Δεν έχω σαφή εικόνα για τον ποδοσφαιριστή, αλλά όλα συνηγορούν πως έχει τα απαιτούμενα στοιχεία: ελάχιστη συνεισφορά στην επιθετική λειτουργία, αλλά σοβαρότητα στα μετόπισθεν, συγκέντρωση και προσήλωση στα αμυντικά καθήκοντα σε όλες τις θέσεις της γραμμής.
Όμως, ακόμα κι αν υποθέσουμε πως ο Τόρες θα αποδειχθεί ένας βελτιωμένος Ζεβλάκοφ, ένα αξιόπιστο αμυντικό πασπαρτού, σίγουρα δεν θα είναι ο Dr. Manhattan για να παίζει ταυτόχρονα και στα δύο άκρα. Μια θέση θα καλύπτει σε κάθε παιχνίδι. Αν παίζει αριστερά, δύσκολα μπορώ να φανταστώ τον Παπάζογλου να ανταποκρίνεται ως δεξί μπακ σε υψηλό επίπεδο. Αν παίζει δεξιά, το πρόβλημα με τον Χολέμπας θα παραμείνει.
Με τέτοια προβλήματα στα άκρα, με απουσία αμυντικού μέσου και τον Μίτσελ να θέλει πίεση και άμυνα ψηλά(!), είναι άκαιρο να κριθεί τώρα το κέντρο της άμυνας. Είναι προτιμότερο να κοιτάξουμε μπροστά από τον κόφτη, γιατί κι εκεί υπάρχουν ερωτηματικά, τόσο για το υπάρχον υλικό, όσο και για την αξιοποίησή του.
Οκτάρι
Πρώτα στην θέση του κεντρικού χαφ, του παίκτη στον χώρο ανάμεσα στον κόφτη και το δεκάρι, του συνδέσμου των γραμμών. Εκεί ο Ολυμπιακός έχει ακόμα τον Μασάντο, ποδοσφαιριστή που ανεξαρτήτως του τι πιστεύει ο καθένας για την αξία του, νομίζω πως συμφωνούμε όσον αφορά την τραγική του χρησιμοποίησή την περσινή σεζόν. Εικοσιεννιά φορές πήρε φανέλα βασικού ο Μασάντο σε Ελλάδα και Champions League και στις 15 απ’αυτές ήταν στα άκρα, ως αριστερός ή δεξιός εξτρέμ. Ένα κλασικό οκτάρι ταλαιπωρήθηκε στο πλάι και ακόμα κι όταν αγωνιζόταν στον άξονα, ουδέποτε του ανατέθηκε σωστά ο ρόλος του. Ποτέ δεν είχε ένα δεκάρι μπροστά του, αλλά αντίθετα “έκανε” ο ίδιος τον επιτελικό, έχοντας πίσω του δύο εκ των Μοντεστό, Μανιάτη, Φέισα και Γκρέκο.
Ο Πορτογάλος εξακολουθεί να είναι το καλύτερο οκτάρι του Ολυμπιακού, αλλά παρόλα αυτά στα φιλικά μπαίνει ως αλλαγή και τον ρόλο του υπηρετεί, με διαφορετικό τρόπο, ο Μανιάτης. Προφανώς ο Μασάντο δεν υπολογίζεται και θα αποτελέσει παρελθόν για να φέρει και λεφτά στα ταμεία και να έρθει στα ίσα το καλοκαίρι. Κι ο Ολυμπιακός μάλλον μένει με λύσεις στην θέση τους Μανιάτη, Φέισα και Σάμαρη. Ποσοτικά ΟΚ, ποιοτικά υπάρχουν ερωτηματικά.
Επιτελικός
Ερωτηματικά γιατί φτάνουμε στην θέση του επιτελικού. Εκεί ήρθε ο Ντομίνχες, παίκτης με ποιότητα και βιογραφικό, που όμως προβληματίζει με την εικόνα του στον αγωνιστικό χώρο. Βαρύς, αργός, παίζει μόνο με την μπάλα, δεν κινείται χωρίς αυτήν και το σημαντικότερο είναι πως δεν λειτουργεί ως τρίτος χαφ. Δεν πλαισιώνει το δίδυμο πίσω του, μοιάζει κολλημένος κοντά στον φορ, αφήνοντας μόνους Φέισα και Μανιάτη, τόσο όταν η ομάδα αμύνεται, όσο κι όταν έχει την μπάλα και θέλει να την βγάλει μπροστά.
Στην θέση του έχει σκορπίσει αισιοδοξία ο Ολαϊτάν, ενώ υπάρχει πάντα κι ο Φουστέρ. Ο Νιγηριανός έχει προσόντα και διάθεση, αλλά απέχει από το να χαρακτηριστεί έτοιμος επιτελικός μέσος. Θα παίξει την θέση ως δεύτερος επιθετικός, με διάθεση για πίεση και πατήματα στην περιοχή, αλλά δύσκολα μπορεί κανείς να τον φανταστεί να γίνεται τρίτος χαφ ή να έχει στα 20 του χρόνια την ωριμότητα και τα στοιχεία που απαιτούνται για να κινηθεί έξω από την περιοχή ανάμεσα σε πολλούς παίκτες και σε οργανωμένη άμυνα.
Ο Φουστέρ ξέρουμε όλοι πως μπορεί να προσφέρει πίεση, τρεξίματα και γκολ ως κρυφός κυνηγός, αλλά ούτε κι αυτός θα κατέβει να κάνει μέτρα με την μπάλα από χαμηλά. Και το ερώτημα είναι γιατί είναι “εξαφανισμένος” και έτοιμος να φύγει ως δανεικός ο Ντε Βινσέντι. Ο Αργεντινός έκανε στα Γιάννενα ακριβώς όσα χρειάζονται στον Ολυμπιακό, αφού έπαιζε την θέση κινούμενους σε πολλούς χώρους, συμμετείχε στις μάχες στο κέντρο, κουβαλούσε την μπάλα από χαμηλά.
Προφανώς και δεν μπορεί να υπάρχει σιγουριά για το τι μπορεί να επαναλάβει στο ανώτερο επίπεδο των ερυθρόλευκων. Το “σύνδρομο της μικρής ομάδας”, η συνήθεια δηλαδή του να είσαι το επίκεντρο των πάντων που ταλαιπωρούσε Τάτο, Κλέιτον και άλλους, δεν είναι εύκολο να αποτιναχτεί. Δεν μπορείς να ορκιστείς πως ο Ντε Βινσέντι θα τα βγάλει όλα με επιτυχία στο χορτάρι, αλλά σίγουρα είναι παίκτης που έχει το απαιτούμενο πακέτο και δύσκολα μπορώ να συμφωνήσω με την απαξίωσή του.
Πρίσμα
Μάθαμε χρόνια τώρα να χρησιμοποιούμε εκφράσεις του στιλ “για Ελλάδα είναι μια χαρά, δεν θα έχει πρόβλημα” και η πρόσφατη πτώση της συνολικής ποιότητας μεγέθυνε το γεγονός. Προφανώς το επίπεδο της Σούπερλιγκ διορθώνει ανορθογραφίες, εξαφανίζει τρύπες και δίνει πρόσφορο έδαφος να αναδειχθεί η ποιότητα που στο τέλος κάνει την διαφορά. Τέτοια έχει το ρόστερ του Ολυμπιακού.
Όμως, οι ερυθρόλευκοι είναι ομάδα Champions League. Δεν ανήκουν στις ομάδες που μπαίνουν στην αφετηρία για να το κατακτήσουν ή με τον μίνιμουμ στόχο της παρουσίας στην οκτάδα, αλλά παρόλα αυτά είναι ομάδα Champions League και οφείλουμε να την εξετάζουμε ως τέτοια, με τον πήχη ψηλά. Το σημειώνω ως απάντηση σε όσους αναρωτιούνται με ποιο πρίσμα προκύπτουν τα παραπάνω ερωτηματικά.
ΥΓ: Το γεγονός πως υπάρχει ρήτρα μίνιμουμ 20 συμμετοχών στον Κάμπελ παραμένει προς το παρόν ασχολίαστο.