Το τελευταίο σέρτικο του "Βούδα"
Ο Δημήτρης Καρύδας γράφει για τον Μάκη Δενδρινό, τον "Βούδα" της Νέας Σμύρνης που δεν είναι πια μαζί μας.
Πάει και ο Μάκης, ο "Βούδας" της Νέας Σμύρνης δεν είναι πια μαζί μας. Ο Μάκης Δενδρινός το πάλεψε τους τελευταίους μήνες αλλά κανείς δεν βγαίνει νικητής από αυτή την άνιση μάχη. Τα κακά μαντάτα τα μάθαμε όταν πριν από μερικούς μήνες έπαθε το διπλό έμφραγμα και όταν μαθαίνεις ότι οι γιατροί εναποθέτουν τις ελπίδες τους στον Θεό ξέρεις ότι έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση. Ο Δενδρινός ανήκε σε μια άλλη γενιά του μπάσκετ. Δεν μεγάλωσε φτιαγμένος για να γίνει…επαγγελματίας, απόδειξη ότι μόλις τα πράγματα στο μπάσκετ άρχισαν να σφίγγουν τα παράτησε και αποσύρθηκε στο αγαπημένο του νησί.
Ο άγνωστος Μάκης
Ήταν ωραίος τύπος και δεν το γράφω γιατί ο νεκρός δικαιώνεται. Λαϊκός αλλά και βαθιά φιλοσοφημένος,coolπριν η λέξη γίνει του συρμού και της μόδας, παιδί της πλατείας της Νέας Σμύρνης όπου έπινε τον καφέ και πάντοτε για τους φιλάθλους του Πανιωνίου ήταν απλά ο Μάκης. ‘’Ενας από εμάς’’, όπως έλεγαν. Μεγάλωσε στον Ταύρο αλλά συνέδεσε το όνομα του με τον Πανιώνιο και τα δύσκολα χρόνια που το μπάσκετ δεν ήταν της μόδας. Ανήκε στη γενιά του Μίσσα, του Παπαδάκη, του Παύλου, στην πρώτη σπουδαία γενιά που έβγαλε ο Πανιώνιος.
Έζησε τις πρώτες Ευρωπαϊκές εξόδους της ομάδας στο αλήστου μνήμης Κύπελλο Κόρατς, την πρώτη ιστορική συμμετοχή της ομάδας στον τελικό Κυπέλλου του 1977 αλλά και τον άδοξο υποβιβασμό της ομάδας στην Β΄ εθνική τρία χρόνια αργότερα. Επαιξε 13 χρόνια στον Πανιώνιο και ήταν σπουδαίος σουτέρ για τα δεδομένα της εποχής. Εκλεισε την καριέρα του με μέσο όρο κοντά 19 πόντους στα επίσημα παιχνίδια του Πανιώνιου αλλά πάντοτε έζησε στη σκιά μεγάλων σούτινγκ γκαρντ που υπήρχαν εκείνα τα χρόνια στο ελληνικό μπάσκετ όπως ο Γιατζόγλου, ο Κόντος ή ο Χάρης Παπαγεωργίου του Άρη. Απόδειξη οι μετρημένες στα δάχτυλα των δύο χεριών συμμετοχές του στην εθνική ανδρών.
Από τα παρκέ στους πάγκους
Κάπου εκεί , στις αρχές της δεκαετίας του ’80, έγινε κοινωνός και συνοδοιπόρος του οράματος που έφτιαξαν από το πουθενά και χωρίς οικονομικούς πόρους ο Ανδρέας Βαρίκας και ο Παύλος Κορκίδης. Να φτιάξουν μια μεγάλη ομάδα μπάσκετ στη Νέα Σμύρνη.
Το πέτυχαν με τα…ψέματα (κυριολεκτικά και ουχί μεταφορικά) και ενδεχόμενα ο Πανιώνιος εκείνης της εποχής να είχε φτάσει ακόμη και στην κατάκτηση ενός πρωταθλήματος αν δεν έπεφτε πάνω στην εκτόξευση του Άρη. Ο Δενδρινός είχε ήδη κρεμάσει τη φανέλα του και έκανε εκούσια το ‘’αγροτικό’’ του στον πάγκο της Δάφνης. Όλοι ήξεραν ότι ήταν ο επόμενος προπονητής του Πανιωνίου και είχε δεχθεί να ξεκινήσει την προπονητική του καριέρα στη ‘’μικρή’’ Δάφνη ως ένα από τα ανταλλάγματα για τη μεταγραφή του Φάνη Χριστοδούλου! Άλλες εποχές, άλλη λογική.
Με τον Δεδνρινό στον πάγκο της ομάδας ο Πανιώνιος έπαιξε στον πρώτο ιστορικά τελικό των πλέι οφ όταν αυτά θεσπίστηκαν. Αλλά έπεσε πάνω στον Άρη και δεν μπόρεσε να φανεί ανταγωνιστικός. Ο Δενδρινός που δεν μάσαγες τα λόγια του λίγο μετά τη φιέστα τίτλου στο Αλεξάνδρειο είχε βαφτίσει τον Άρη ‘’αυτοκρατορία’’. ‘’Είναι αυτοκράτορας και μέσα και έξω από τα γήπεδα’’, είπε ξεσηκώνοντας ένα απίστευτο κύκλο αντιδράσεων αφού έφτασε ακόμη και στα δικαστήρια για αυτή του τη φράση.
Φανατικός του σέρτικου
Στη διαδρομή βρέθηκε στον πάγκο της εθνικής ομάδας δίπλα στον Ευθύμη Κιουμουρτζόγλου και μέσα σε ένα βράδυ επί αμερικάνικου εδάφους ανέλαβε πρώτος προπονητής. Ήταν η βραδιά που ο Φασούλας ολοκλήρωσε ένα κύκλο αντιπαραθέσεων των διεθνών με τον Κιουμουρτζόγλου που είχε ξεκινήσει τέσσερα χρόνια νωρίτερα, παραμονές του παγκοσμίου της Αργεντινής. Ο Βασιλακόπουλος κλήθηκε να αποφασίσει αν έπρεπε να καρατομήσει τον Φασούλα ή να δεχτεί την παραίτηση του Κιουμουρτζόγλου.
Προτίμησε το δεύτερο και επειδή το παγκόσμιο του Καναδά ήταν προ των πυλών η ομάδα πήγε με τον Δενδρινό υπηρεσιακό προπονητή στο Τορόντο. Ο ‘’Βούδας’’ κατάφερε να συσπειρώσει την ομάδα και την έφερε στην 4θέση. Το μεγαλύτερο πρόβλημα εκείνες τις μέρες στο Τορόντο δεν ήταν η ενότητα της εθνικής ή οι δυσκολίες ενός παγκόσμιου πρωταθλήματος αλλά η αντικαπνιστική μανία των Καναδών. Οι καπνιστές ήταν στο…απόσπασμα αλλά ο Μάκης ήταν πάντοτε φανατικός του σέρτικου! Στο ξενοδοχείο είχαν βρεθεί χώροι που επιτρεπόταν το κάπνισμα και εκεί στήνονταν ομηρικές κουβέντες. Εκεί ένα ολόκληρο βράδυ παρέα με ένα άλλο συγχωρεμένο εδώ και λίγο καιρό, τον Παντελή Δέδε, βγάζαμε τις ισοβαθμίες του ομίλου πριν το ματς με τους Πορτορικάνους. Μαθηματικές εξισώσεις αφού όλα κρίνονταν στον πόντο αλλά και στο ύψος του σκορ. Και φυσικά τα πακέτα άδειαζαν με ασύλληπτους ρυθμούς…
Στον Μάκη είχαν καθίσει στο στομάχι τα απαγορευτικά των Καναδών. Και μόλις τους νικήσαμε εξασφαλίζοντας μια θέση στην τετράδα ανέβηκε στο πόντιουμ της συνέντευξης τύπου και η πρώτη του κίνηση ήταν να ανάψει ένα τσιγάρο. Στην αίθουσα ξέσπασε πανικός. Ακόμη και εξωγήινος να είχε προσγειωθεί θα γινόταν λιγότερος ντόρος. Οι Καναδοί του απαγόρευσαν να μιλήσει αν δεν έσβηνε το τσιγάρο και η συνέντευξη τύπου έγινε στον…διάδρομο. Μέσα σε καπνούς τσιγάρων…Την επόμενη χρονιά στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας η εθνική πήρε μια ακόμη 4θέση, αυτή τη φορά στην Ευρώπη και το εισιτήριο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Στην Ατλάντα και στην πρώτη συμμετοχή μας σε ολυμπιακούς Αγώνες η εθνική πήγε με τον Δενδρινό στον πάγκο και μπήκε στην πρώτη εξάδα. Αμέσως μετά παρέδωσε τη σκυτάλη στον Παναγιώτη Γιαννάκη και σταδιακά άρχισε να αποτραβιέται και από την ενεργό προπονητική δράση. Ο ‘’Βούδας’’ ήταν ιδανικός (και καθόλου ανάξιος) εραστής μιας άλλης εποχής του ελληνικού μπάσκετ. Ρομαντικός από φύση και θέση δεν μπορούσε να συμβιβαστεί ούτε με την πίεση του επαγγελματισμού, ούτε με τα νέα ήθη και έθιμα που είχαν μπει στη ζωή του αθλήματος.
Ήταν πάντοτε ο Μάκης της πλατείας για τον οποίο το μπάσκετ ήταν καλή παρέα με καφέ το πρωί και μπιφτέκια το βράδυ στου ‘’Βαλέσα’’. Είχε άποψη και δεν δίσταζε να την πει με την κλασική ηρεμία του. Έτσι ήθελε να ζήσει, έτσι έζησε και έτσι θα τον θυμόμαστε. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει.