Σαΐντο Μπεραχίνο: Από τον ξεριζωμό στην Εθνική Αγγλίας
Το όνομα του αφηγείται τη μισή του ιστορία: Σαίντο Μπεραχίνο. Άγγλος στην υπηκοότητα αλλά προφανώς όχι στην καταγωγή. Την άλλη μισή τη αφηγείται ο ίδιος. Και είναι μια ιστορία με αίμα, θάνατο, ξεριζωμό, χωρισμό, σμίξιμο. Συγκλονιστική αλλά όχι και ασυνήθιστη.
Εκατομμύρια παιδιά σε ολόκληρο τον κόσμο ζουν (και πεθαίνουν) μέσα στις συνθήκες που μεγάλωσε ο Μπεραχίνο. Η περίπτωση του νεαρού επιθετικού της Γουέστ Μπρομ ξεχωρίζει, όχι για το παρελθόν της. Αλλά για το παρόν της. Και ενδεχομένως για το λαμπρό της μέλλον. Το μέλλον που ένα παιδί από το Μπουρουντί δεν θα φανταζόταν ποτέ ότι θα απλωθεί μπροστά του αλλά πλέον, μετά και την πρόσφατη κλήση του στην Εθνική Αγγλίας, δεν αποτελεί όνειρο. Αποτελεί χειροπιαστή πραγματικότητα.
Ο χαμένος πατέρας, η παρούσα μητέρα
Ο 21χρονος Μπεραχίνο διανύει μια καταπληκτική σεζόν. Με εφτά γκολ σε εννιά εμφανίσεις με τη φανέλα της Γουέστ Μπρομ συνεχίζει να δημιουργεί για τον εαυτό τις προϋποθέσεις για το επόμενο βήμα. Προς το παρόν, το επόμενο βήμα ήταν η κλήση του στα «Λιοντάρια». Φυσιολογικό επακόλουθο της εντυπωσικής του παρουσίας στις μικρές Εθνικές (στην U21 έβαλε 10 γκολ σε 13 εμφανίσεις, αριθμοί που του δίνουν τον 3ο καλύτερο συντελεστή όλων των εποχών, πίσω μόνο από τον Φράνσις Τζέφερς και τον Άλαν Σίρερ). Όταν έμαθε για την απόφαση του Ρόι Χότσον, ο μικρός Σαίντο έσπευσε αμέσως να αποδώσει τιμές στη μητέρα του: «Αυτή η κλήση οφείλεται σε εκείνη. Κάναμε μαζί ένα μεγάλο ταξίδι. Όταν ήρθαμε στην Αγγλία δεν είχαμε τίποτα. Μόνο ο ένας τον άλλο. Αν φτάσω κάπου στη ζωή μου θα είναι επειδή εκείνη βρίσκεται πάντα δίπλα μου».
Παιδί της μαμάς λοιπόν. Δικαιολογημένα. Πατέρας έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει από το 1997. Σκοτώθηκε στον εμφύλιο των φυλών Χούτου και Τούτσις.
Ο Σαίντο δεν ρώτησε ποτέ τη μητέρα του πώς και γιατί: «Δεν θέλω να της ξυπνήσω δυσάρεστες αναμνήσεις». Η Λιλιάνα Μπεραχίνο έτσι κι αλλιώς προσπάθησε να αφήσει τις δυσάρεστες αναμνήσεις πίσω στο Μπουρουντί, προκειμένου να αναζητήσει στην Ευρώπη τις προϋποθέσεις να ζήσει αξιοπρεπώς η ίδια και η οικογένεια της. Η χρονιά ήταν το 1999. Ο Μπεραχίνο έμεινε για λίγους μήνες με τη μητέρα ενός φίλου του και στη συνέχεια ξεκίνησε το δικό του ταξίδι για την Ευρώπη. Το οποίο περιελάμβανε στάσεις στην Τανζανία, την Κένυα και μια ευρωπαϊκή χώρα που ο Μπεραχίνο ακόμα δεν ξέρει ποια είναι!
Το 2001 κατάφερε να μπει στην Αγγλία. Θα περνούσαν ακόμα δυο χρόνια για επανενωθεί με τη μητέρα του. Πρώτα οι αρχές τον έβαλαν σε ορφανοτροφείο μέχρι να εντοπίσουν την Λιλιάνα. Συνέβη το 2003. Και πάλι οι δυο τους θα έπρεπε να περιμένουν μερικούς μήνες προτού αγκαλιαστούν. Χρειάστηκαν τεστ DNA για την επιβεβαίωση της βιολογικής σχέσης των Μπεραχίνο, η υπερπήδηση κάμποσων γραφειοκρατικών εμποδίων αλλά εντέλει η οικογένεια βρέθηκε στο ίδιο σπίτι, ένα μικρό διαμέρισμα στο Μπέρμιγχαμ. Το πρώτο και δυσκολότερο σκέλος της περιπέτειας ολοκληρώθηκε ιδανικά. Το Μπουρουντί και το σκοτάδι του εμφυλίου βρισκόταν πίσω τους. Μπροστά τους βρισκόταν μια καινούργια ζωή. Και η δόξα. Αλλά ο Σαίντο δεν το γνώριζε ακόμα.
Η γλώσσα της μπάλας
Με τα αγγλικά του σε μέτριο επίπεδο, ο 10χρονος Αφρικανός δεν μιλούσε πολύ στο σχολείο. Οι περισσότεροι τον συμπαθούσαν επειδή ήταν χαμογελαστός , προσηνής, ευγενικός, όμως ουσιαστική επικοινωνία αδυνατούσε να έχει. Μέχρι βεβαίως να καταφύγει στην παγκόσμια γλώσσα της μπάλας: «Στο Μπουρουντί παίζαμε συνέχεια στο δρόμο. Δεν είχαμε κανονική μπάλα αλλά φτιάχναμε μια από πλαστικές σακούλες δεμένες με κορδόνια παλιών παπουτσιών». Με το που μπήκε στο γήπεδο, ο Σαίντο έγινε κάτι σαν τοπικός ήρωας για την ομάδα του σχολείου του, την Άστον Τάουερ: «Απλώς έτρεχα ασταμάτητα και έβαζα γκολ. Έτσι αντιλαμβανόμουν το ποδόσφαιρο. Όλοι με αποθέωναν».
Η αποθέωση έφτασε στα αυτιά των σκάουτ της Γουέστ Μπρομ που τον εντόπισαν το 2004 και τον ενέταξαν με συνοπτικές διαδικασίες στις ακαδημίες της ομάδας: «Αρχικά δυσκολεύτηκα πολύ. Δεν μπορούσα να προσαρμοστώ στις τακτικές οδηγίες, να καταλάβω έννοιες όπως η κίνηση στο χώρο ή το ποδόσφαιρο της μίας επαφής. Αλλά μέχρι τα 15 μου είχα καταλάβει τε περισσότερα απ’όσα μου ζητούσαν. Η Γουέστ Μπρομ και οι άνθρωποι της με έχουν βοηθήσει πάρα πολύ και θα τους είμαι πάντα ευγνώμων».
Το γκολ με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ
Τα επόμενα χρόνια ήταν η εποχή των δανεισμών και των μαθημάτων. Η Γουέστ Μπρομ έδωσε τον Μπεραχίνο διαδοχικά στην Νορθάμπτον, την Μπέρνλεϊ και την Πίτερμπόρο και ο νεαρός βελτιωνόταν διαρκώς. Το 2013 – 14 οι δανεισμοί τελείωσαν, ο Μπεραχίνο επέστρεψε στην Γουέστ Μπρομ για να μείνει. Από όλες τις σημαντικές ημερομηνίες στην ταραχώδη ζωή του, ο Σαϊντό σίγουρα θα θυμάται την 28η Σεπτεμβρίου του 2013. Όχι μόνο επειδή πέτυχε το πρώτο του γκολ στην Πρέμιερ Λιγκ αλλά επειδή το πέτυχε μέσα στο «Ολντ Τράφορντ» και ήταν το νικητήριο (2-1 είχαν επικρατήσει οι φιλοξενούμενοι) απέναντι στην ομάδα που υποστήριζε!
«Ναι υποστήριζα την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Και όταν γύρισα σπίτι η μητέρα μου με ρώτησε πως νιώθω που τους έβαλα γκολ. Εκείνη υποστηρίζει την Άρσεναλ. Λατρεύει τον Βενγκέρ, λάτρευε τον Ανρί και όλη τη φουρνιά που πήρε το πρωτάθλημα αήττητη. Είμαστε και οι δυο τρελοί με το ποδόσφαιρο και έχει πλάκα όταν παίζουν Μάντσεστερ – Άρσεναλ. Αλλά εμένα πια με ενδιαφέρει να κάνω τη δουλειά μου για την Γουέστ Μπρομ. Ο Στιβ Κλαρκ με πίστεψε και με έχει κάνει καλύτερο παίκτη».
Ο Θεός και οι Εθνικές
Αν η περυσινή ήταν η σεζόν που μάθαμε το όνομα του, η φετινή είναι η σεζόν - ξεπέταγμα του νεαρού. Σκοράρει ακατάπαυστα και με την ομάδα του και με τις μικρές εθνικές και η κλήση του στους Άνδρες δεν θεωρήθηκε έκπληξη.
Ο ίδιος ξεκαθαρίζει ότι ποτέ, από τη στιγμή που ήρθε η πρώτη κλήση για την U17 της Αγγλίας δεν σκέφτηκε το ενδεχόμενο να αρνηθεί για να παίξει στο Μπουρουντί: «Το Μπουρουντί είναι η χώρα μου, το αγαπάω και πάντα θα το αγαπάω. Αλλά ποδοσφαιρικά η Αγγλία με έκανe αυτό που είμαι σήμερα. Μου έδωσε μια δεύτερη ευκαιρία, τις δυνατότητες να βελτιώσω τη ζωή μου και τη ζωή της οικογένειας μου και επίσης μου καλύπτει τις φιλοδοξίες: Θέλω να παίξω σε Euro και σε σε Μουντιάλ, να συναγωνιστώ με τους κορυφαίους».
Στα 21 του, ο Σαϊντό Μπεραχίνο έχει ζήσει πράγματα που θα γέμιζαν δέκα ζωές. Τα έχει αφήσει πίσω του, κοιτάζει μπροστά, ένα δρόμο που μοιάζει πια σπαρμένος με λαμπρές προοπτικές. Παρά το δύσκολο παρελθόν του εντούτοις ή μάλλον εξαιτίας αυτού, παραμένει απολύτως προσγειωμένος και εντυπωσιακά ώριμος. Συγκατοικεί ακόμα με τη μητέρα του και έχει πάντα οδηγό του τον Θεό: «Η θρησκεία είναι πολύ σημαντική στη ζωή μου. Ακόμα και στις μεγαλύτερες δυσκολίες έβρισκα δύναμη στην πίστη μου. Είναι δύσκολο για έναν επαγγελματία ποδοσφαιριστή να ζει τη ζωή του χριστιανικά, με βάση τους κανόνες της Βίβλου. Εγώ πάντως προσπαθώ να ακούω. Και αφήνω τον Θεό να με καθοδηγεί».